Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η Δανάη Σιώζιου στην πρώτη της ποιητική συλλογή Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια (εκδ. Αντίποδες) χρησιμοποιεί μνήμες, λέξεις, ήχους και παιχνίδια από την παιδική της ηλικία και τα μετασχηματίζει σε αμφίσημα και σκοτεινά ποιήματα. Ποιήματα που καθρεφτίζουν το παρελθόν και οριοθετούν το μέλλον.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας ποιητής; Τι το καινούργιο φέρνει;
Καμιά φορά φαντάζομαι τους νέους ποιητές, όπως και τους νέους συγγραφείς εν γένει, ως εκείνους που δίνουν το σύνθημα να ξεπαγώσουν τα αγάλματα (σημ.: εδώ τα ποιήματα) και να πάρουν καινούριες μορφές στο γνωστό παιχνίδι «Αγαλματάκια ακούνητα, αγέλαστα, μέρα ή νύχτα;». Συνήθως όμως πρόκειται για ανθρώπους που υποφέρουν μεταξύ άλλων από αυπνίες και εφιάλτες.
Τα καινούρια ποιήματα έρχονται με σφουγγαράκια για τους κανόνες, με όρεξη για ζωή, με πολλά άλλα ποιήματα καλά ή λιγότερο καλά χωνεμένα στην κοιλιά τους. Καμιά φορά ενδέχεται να είναι λίγο γδαρμένα, αλλά είναι από το πολύ παιχνίδι. Άλλα μεγαλώνουν προς τον ουρανό και άλλα προς το χώμα. Όσο για μένα το πιστεύω ακράδαντα πως η ζωή γίνεται τότε ξανά: όταν την παίρνει το ποίημα.
Όσον αφορά τα Χρήσιμα Παιδικά Παιχνίδια, πρόκειται για ένα ασπρόμαυρο βιβλίο, ογδόντα σελίδων, το οποίο περιλαμβάνει μία φωτογραφία του Lewis Carroll στο οπισθόφυλλο, σαράντα ποιήματα και τέσσερα επιγράμματα συνομιλίας με το σκοτάδι. Ο τίτλος του βιβλίου σκοπό έχει να εξαπατήσει τον αναγνώστη προδιαθέτοντάς τον με ευχάριστες εικόνες, οι οποίες γρήγορα μεταβάλλονται σε απειλητικούς χώρους, γεμάτους εμπόδια. Τα κεφάλαια και τα περιεχόμενά τους δεν αποτελούν παρά την προέκταση ενός κόσμου, του κόσμου των παιχνιδιών και της ατμόσφαιράς τους με τον ίδιο τρόπο που τα παιχνίδια παίζονται και ξαναπαίζονται, ακόμα και σε ό,τι αφορά το πώς είναι γραμμένα αυτά τα ποιήματα. Ή, τουλάχιστον, αυτή ήταν η αρχική μου πρόθεση. Τέλος, τα Χρήσιμα Παιδικά Παιχνίδια απευθύνονται σε όσους θεωρούν ότι η ποίηση δεν τους αφορά ως αναγνώστες.
Με ποιους στίχους από τη συλλογή σας θα την συστήνατε σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε γι' αυτήν;
Το βέλος
Έλα να παίξουμε. Εσύ θα μου ξεκουμπώνεις ένα ένα τα κουμπιά κι εγώ θα σου λέω από ένα όνειρο για το καθένα. Γυμνή η πλάτη μου, θα δεις, σχηματίζει ένα τόξο. Αλύγιστο. Όταν μπορέσεις, σκάλισέ μου, σε παρακαλώ, ένα βέλος.
Alice in Damageland
Προσπερνώντας
θα επιβιώσω
της ζωής μου
Καθώς επίσης παίζοντας
Τραμπάλα, κρυφτό, τυφλόμυγα
κυνηγητό
και άλλα
χρήσιμα παιδικά παιχνίδια.
Πώς κατανοείτε τον περίφημο στίχο του Γιώργου Σεφέρη «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»;
Είναι ένας στίχος κλειδί, το οποίο ξεκλειδώνει τη μεγάλη πόρτα της εισόδου στον κόσμο της λογοτεχνίας, αφού κάθε λέξη ή πρόταση σε οδηγεί σε μία άλλη και κάθε βιβλίο που διαβάζεις στο επόμενο ή στο προηγούμενο. Κάθε καινούριο βιβλίο μας υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, ότι δεν χάσαμε το παιχνίδι και καθώς ένα βιβλίο έχει μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από έναν άνθρωπο, επεκτείνει το χρονικό ορίζοντα των λέξεων, των ιστοριών και των κόσμων των ανθρώπων.
Τα Χρήσιμα Παιδικά Παιχνίδια, είναι ένα βιβλίο, το οποίο στήθηκε γύρω από την ιδέα και την ατμόσφαιρα του παιχνιδιού, το οποίο περιλαμβάνει τη φαντασία και τη σκέψη όσο και τη σωματικότητα και το ρυθμό. Αποτελεί μία ποιητική μεταφορά και ανατομία της λειτουργίας και της ατμόσφαιρας παιχνιδιών που γνωρίζουμε από την παιδική μας ηλικία. Με το ίδιο θέμα με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο έχουν ασχοληθεί πάρα πολλοί ποιητές και συγγραφείς, προς τους οποίους το βιβλίο κοιτάζει ή συνομιλεί. Η αρχιτεκτονική, για παράδειγμα, του βιβλίου βασίζεται σε τέσσερα κεφάλαια-χώρους. Οι τίτλοι τριών από αυτά προέρχονται από τον ορισμό που δίνει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν για το «άτακτο παιδί» στον Μονόδρομο και στα Παιδικά Χρόνια στο Βερολίνο, όπου συναντούμε μία σειρά από παιδικές προσωπικότητες και τα χαρακτηριστικά τους. Ο ίδιος ο Μπένγιαμιν ήταν μάλιστα συλλέκτης, μεταξύ άλλων, παραμυθιών, οξυδερκής ανατόμος της παιδικής ηλικίας, αλλά και δεινός αναγνώστης και μελετητής ποίησης. Έτσι προέκυψαν τα τρία κεφάλαια του «Ζωολογικού Κήπου», της «Κρύπτης» και του «Εγκληματολογικού Μουσείου». Σε αυτά πρόσθεσα το τελευταίο κεφάλαιο του «Πάρκου» που αποτελεί μία ψευδοέξοδο, η οποία επί της ουσίας σε επαναφέρει στο σημείο μηδέν, εκεί δηλαδή όπου το παιχνίδι ξαναρχίζει, με διαφορετικούς όμως όρους. Τα κεφάλαια κοσμούνται από τέσσερα επιγράμματα συνομιλίας με το σκοτάδι, τα οποία υπονοούν ότι οι χώροι του βιβλίου και η συνομιλία με τις ανάλογες θεματικές και αναφορές είναι ευρύτεροι από τα προφανή τους όρια.
Όταν εγκατασταθήκαμε στην Ελλάδα δεν μιλούσα καλά ελληνικά, τα αγαπούσα όμως, γιατί ήταν η γλώσσα των παππούδων μου. Το αποτέλεσμα ήταν για αρκετό διάστημα ολόκληρη η συνθήκη της επικοινωνίας στη ζωή μου να αποτελεί ένα «μεταφραστικό» διακύβευμα. Το αναγνωστικό μου ισοζύγιο ρυθμίστηκε αναλόγως όπως και η αναγνωστική μου πυξίδα και ευαισθησία.
Ελληνική ποίηση, μεταφρασμένη ποίηση. Ποιο είναι το δικό σας «αναγνωστικό ισοζύγιο»;
Όταν εγκατασταθήκαμε στην Ελλάδα δεν μιλούσα καλά ελληνικά, τα αγαπούσα όμως, γιατί ήταν η γλώσσα των παππούδων μου. Το αποτέλεσμα ήταν για αρκετό διάστημα ολόκληρη η συνθήκη της επικοινωνίας στη ζωή μου να αποτελεί ένα «μεταφραστικό» διακύβευμα. Το αναγνωστικό μου ισοζύγιο ρυθμίστηκε αναλόγως όπως και η αναγνωστική μου πυξίδα και ευαισθησία. Μου άρεσαν οι ιστορίες τρόμου, οι περιπέτειες, τα παραμύθια και τα λυρικά ποιήματα. Η ελληνική ποίηση μου έπεσε στο κεφάλι παράλληλα με τη γερμανική, αλλά η πρώτη προκάλεσε μία ανατίναξη άνευ προηγουμένου. Ξεκίνησα να διαβάζω μήπως μιλήσω σωστά και κατέληξα να γράφω ή τουλάχιστον να θεωρήσω ότι μπορώ.
Σπούδασα ξένες φιλολογίες σε μία προσπάθεια να διαβάσω όση περισσότερη λογοτεχνία μπορούσα. Από το 2009 ως το 2011 ήμουν μέλος της συντακτικής ομάδας του λογοτεχνικού περιοδικού Τεφλόν και εκεί μετέφρασα, μεταξύ άλλων, underground Γερμανική ποίηση, ποίηση Αφροαμερικανίδων ποιητριών και ποίηση των Αβοριγίνων. Η προσωπική μου αναγνωστική βιβλιοθήκη περιέχει κυρίως ξενόγλωσση λογοτεχνία, μεταμοντέρνα και κλασική, Αμερικανούς, Ρώσους και Γερμανούς, καθώς και αρκετά έργα αυτού που αποκαλείται «μετααποικιακή λογοτεχνία».
Διαβάζω την πλειοψηφία των σύγχρονων ποιητικών συλλογών που εκδίδονται στα ελληνικά, ενώ προσπαθώ να μελετήσω σε βάθος έργα του κανόνα, τα οποία δεν είχα διαβάσει παρά αποσπασματικά και επιφανειακά, ίσως γιατί αυτός είναι και ο διαδεδομένος τρόπος διάχυσής τους. Ταυτόχρονα μαθαίνω να εκτιμώ βιβλία διαμάντια που δεν γνώρισαν μεγάλη διάχυση ή υποτιμήθηκαν στον καιρό τους και παρόλα αυτά λειτούργησαν δημιουργικά όσο και απελευθερωτικά για μία σειρά αναγνωστών και συγγραφέων. Θεωρώ ότι η σύγχρονη βιβλιογραφία στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από μία σειρά δραματικών ολιγωριών και παραλείψεων. Πριν μερικά χρόνια το ενδιαφέρον μου στράφηκε στα Βαλκάνια. Η τελευταία ελληνική συλλογή ποίησης που διάβασα και ξαναδιαβάζω είναι ο Φρουρός της Κατερίνας Αγυιώτη και από ξενόγλωσσες το Stag's Leap της Αμερικανίδας Sharon Olds.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –εικαστικά, μουσική, κινηματογράφος κ.ά.– το ποιητικό σας έργο;
Η ζωγραφική και ο χορός είναι τα πρώτα είδη τέχνης τα οποία με γοήτευσαν αυθόρμητα. Άργησα να δω θέατρο, αφού στην Καρδίτσα στην πραγματικότητα δεν είχαμε. Το τοπικό σινεμά έπαιζε κυρίως μπλοκμπάστερ, και το μάθημα μουσικής στο σχολείο τα τελευταία χρόνια απουσίαζε από το πρόγραμμα. Παρ' όλα αυτά πραγματοποίησα μία σειρά από διαδρομές στο τοπικό ωδείο όπου το χειμώνα ζεσταίναμε τα χέρια μας με το πιστολάκι, γιατί η θέρμανση ήταν ανεπαρκής. Πριν μεταναστεύσουμε έβλεπα όπερα, αλλά όχι και τόσο συχνά αφού δεν ήταν μέρος της οικογενειακής παράδοσης διασκέδασης. Προσπαθώ ακόμα να καλύψω τα κενά, επηρεάζομαι συνεχώς και απορροφώ πράγματα που αγαπώ και που δεν αγαπώ σε όλα αυτά. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που κατέληξα σε ένα είδος τέχνης που χρειάζεται ελάχιστα μέσα: την ποίηση. Παρόλα αυτά έχω συμμετάσχει ως ηθοποιός και performer σε μία ταινία μικρού μήκους, σε μία παράσταση στο φεστιβάλ Αθηνών, και σε πολλές καλλιτεχνικές και βιβλιοφιλικές δράσεις.
Στο ίδιο πλαίσιο, η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου μου πραγματοποιήθηκε στην αυλή του Cantina Social, ενός καφέ μπαρ στο Μοναστηράκι, και συμπεριελάμβανε μία ποιητική παράσταση-performance από μία ομάδα φίλων, με διαφορετικές ιδιότητες και η οποία βασίστηκε στο περιεχόμενο του βιβλίου, μία σειρά αναγνώσεων ποιημάτων ή προσωπικών συνομιλιών με τα ποιήματα των Χρήσιμων Παιδικών Παιχνιδιών από διαφορετικούς ανθρώπους-αναγνώστες στο κοινό, και τρεις ομιλητές οι οποίοι κλήθηκαν να μιλήσουν μη θεωρητικά για το βιβλίο. Με ενδιαφέρει η συμμετοχικότητα, η σωματικότητα και η σχέση προφορικότητας και γραπτού λόγου (συγκεκριμένα ποίησης), ενώ παράλληλα με απασχολεί το πώς δημιουργούνται, ορίζονται και επεκτείνονται ή όχι οι διάφοροι κοινωνικοί χώροι. Η θέση της λογοτεχνίας γενικότερα και της ποίησης ειδικότερα μέσα σε αυτό παραμένει για εμένα τόσο ερώτημα όσο και διακύβευμα. Κάτι άλλο που με απασχολεί είναι πώς γράφεται μια ποίηση η οποία προσπαθεί να είναι πρωτογενής ούσα όμως και τεχνική. Αυτή ήταν η δική μου βασική επιδίωξη σε αυτό το βιβλίο.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια
Δανάη Σιώζιου
Αντίποδες 2016
Σελ. 80, τιμή εκδότη €7,00