
O Γιάννης Δεμίρης μάς συστήθηκε πρόσφατα με το μυθιστόρημά του «Σκοτεινά θαύματα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Eπιμέλεια: Book Press
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Η ιστορία μου έχει να κάνει με την Ελπινόη, μια κοπέλα που λαμβάνει ένα γράμμα σύμφωνα με το οποίο έχει κληρονομήσει μια έπαυλη σε μία πόλη, την Γκίλσια, στη μέση του πουθενά. Γρήγορα θα βρεθεί μπλεγμένη ανάμεσα σε δύο μάγους που διεκδικούν την κυριαρχία της πόλης όσο η Θεά που λέγεται Ονίελαρ είναι απούσα. Ο αναγνώστης θα κάνει ένα μικρό ταξίδι μαζί με την Ελπινόη για να ανακαλύψει πως το παρελθόν της ταυτίζεται με αυτό της πόλης, και τι την περιμένει στο μέλλον.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Θα ήθελα να διαβάσουν προσεκτικά τον τίτλο του μυθιστορήματος Σκοτεινά θαύματα (εκδ. Βακχικόν) και να αναρωτηθούν τι κρύβεται πίσω από τους συνειρμούς που προκαλούν δύο τόσο αντίθετες λέξεις. Έπειτα να κοιτάξουν τα σκοτεινά παράθυρα της έπαυλης του εξωφύλλου μου. Αν νιώθουν κάποιο μυστήριο να τους ελκύει, τότε πιστεύω πως το βιβλίο μου αξίζει την προσοχή τους!
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Έχω σπουδάσει δημιουργική γραφή, αλλά η αλήθεια είναι πως πρώτη φορά ήρθα αντιμέτωπος με έναν τόσο μεγάλο όγκο δουλειάς. Συμβουλεύτηκα ξανά τα εγχειρίδια που είχα ως μπούσουλα στο μάθημα του σεναρίου στο πανεπιστήμιο (Linda Seger, Making a good script great και το βιβλίο του David Mamet Σκηνοθετώντας μια ταινία). Έπειτα διάβασα όσα πιο πολλά βιβλία φαντασίας μπορούσα και ξεκοκάλισα όλα εκείνα τα σημεία της πλοκής και των χαρακτήρων που τα έκαναν να λειτουργούν. Δυστυχώς, μόνο η θεωρία και η παρατήρηση δεν σε κάνουν καλό συγγραφέα. Είναι σαν ένας μαθητής πολεμικών τεχνών να πηγαίνει στον στίβο μάχης κάθε μέρα και απλά να παρατηρεί τους άλλους αθλητές να παλεύουν. Αν δεν γράψεις κυριολεκτικά χιλιάδες σελίδες, αν δεν κάνεις άπειρα λάθη και δεν αναγνωρίσεις τις αδυναμίες σου δεν πρόκειται ποτέ να εξελιχθείς ως συγγραφέας.
Έχω τελειώσει την σχολή κινηματογράφου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, οπότε είναι λογικό να σκέφτομαι περισσότερο σε εικόνες.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Έχω τελειώσει την σχολή κινηματογράφου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, οπότε είναι λογικό να σκέφτομαι περισσότερο σε εικόνες. Αυτό γίνεται φανερό από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου μου, στην περιγραφή του εξωτερικού χώρου της έπαυλης και της πόλης της Γκίλσια. Από μικρή ηλικία διαβάζω κόμιξ και θαύμαζα το πόσο εύκολα μπορούσε ο δημιουργός τους να δώσει στον αναγνώστη να καταλάβει στοιχεία του χαρακτήρα του κάθε ήρωα με μια πινελιά: Από τα ρούχα που φοράνε μέχρι το τι σχήμα έχει η “φούσκα” που εκφέρουν τον λόγο τους. Θεωρώ πως το κύριο κομμάτι της έμπνευσης μου το άντλησα από εκεί.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Έχω δεχθεί πολλές απορρίψεις κι έχω γράψει πολλές άλλες ιστορίες που δεν είδαν το φως της ημέρας. Πολλές φορές σκέφτομαι να γράψω ένα μυθιστόρημα για ένα νεκροταφείο που περιέχει όλες αυτές τις ιστορίες που πασχίζουν απεγνωσμένα να έρθουν στην πραγματική ζωή και να διεκδικήσουν την αξία τους! Από την άλλη η συγγραφή είναι ένα μικρό κεράκι στην σκοτεινή εποχή που διανύουμε και πολλές φορές αυτό μου είναι αρκετό.