Ο Ηρακλής Γεωργαντής έκανε την εμφάνισή του στον χώρο της σύγχρονης πεζογραφίας δυναμικά – με μια τριλογία. Ερωτικό και ψυχολογικό θρίλερ με αστυνομική πλοκή, χαρακτηρίζει ο ίδιος τον πρώτο τόμο του «Τρεις βαθμοί μυωπίας – Χριστίνα» (εκδ. Κλειδάριθμος).
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Και αν σκεφτεί κανείς ότι μια τριλογία με τέτοια στοιχεία (θρίλερ και αστυνομική πλοκή) είναι ένα εύκολο πάσο για την είσοδο στα εκδοτικά πράγματα, να σημειώσω ότι, όπως όλοι οι αναγνώστες αυτού του είδους, έτσι και οι Έλληνες, γίνονται συνεχώς όλο και πιο απαιτητικοί, ανεβάζοντας τον πήχη τόσο για τους συγγραφείς (πρωτοεμφανιζόμενους και όχι μόνο), όσο και για τους εκδότες. Ο κ. Γεωργαντής, και με τη βοήθεια του επαγγελματικού του backround (είναι μάχιμος δικηγόρος), μοιάζει να μη δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα στην έκδοση, όπως μας λέει και στη συνέντευξη. Αναμένουμε και τα άλλα δύο μέρη της τριλογίας του, ώστε να σχηματίσουμε ολόκληρη την εικόνα που είχε και ο ίδιος μπροστά του τη στιγμή που ξεκίνησε να γράφει τους Τρεις βαθμούς μυωπίας.
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Το βιβλίο είναι ένα ερωτικό, ψυχολογικό θρίλερ με αστυνομική πλοκή και πρωταγωνιστές που σκέφτονται και μετά ενεργούν. Ο αναγνώστης θα δει διαβάζοντας το βιβλίο μια ιστορία, η οποία θα τον προσελκύσει, θα τον θυμώσει και θα τον κρατήσει σε αγωνία μέχρι το τέλος της. Δεν θα μπορέσει να εντάξει τον εαυτό του ως ενεργό μέρος αυτής της ιστορίας, αλλά περισσότερο θα νιώσει ότι κρυμμένος ο ίδιος σε ασφαλές περιβάλλον, παρακολουθεί πράγματα που συμβαίνουν δίπλα του, στα οποία δε θα ήθελε να συμμετάσχει και δε θα μπορούσε να υποψιαστεί ποτέ. Ακραίες αποφάσεις, ακραίες αντιδράσεις, ακραίες ερωτικές σκηνές, από πρωταγωνιστές των οποίων αναλύονται οι σκέψεις και οι αποφάσεις.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Το βιβλίο φέρνει καινούρια πρόσωπα, γνήσια, που δε μοιάζουν ούτε μεταξύ τους, αλλά ούτε με ήρωες άλλων βιβλίων. Όπως και η πλοκή δεν μοιάζει με την κλασική πλοκή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος. Δεν κινείται σε καθιερωμένη φόρμα, αλλά έχει δικό του τρόπο ανάπτυξης. Έτσι λοιπόν, αν η ερώτησή σας «τι το καινούριο φέρνει» μετασχηματιζόταν σε «τι από τα παλιά κουβαλάει» θα απαντούσα «τίποτα».
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι». Ακολουθήσατε κάποια «μέθοδο»; Συμβουλευτήκατε κάποιον; Αυτοσχεδιάσατε; Πώς τα καταφέρατε να μην χαθείτε στον κόσμο των λέξεων;
Ένιωσα την ανάγκη να αποτυπώσω τη δράση σε ένα μυθιστόρημα. Οι χαρακτήρες όπως και οι αντιδράσεις τους απέναντι σε έκτακτες καταστάσεις είναι βγαλμένοι από την εμπειρία μου ως δικηγόρος. Όταν ολοκλήρωσα το βιβλίο, παρακολούθησα μαθήματα δημιουργικής γραφής, προκειμένου να ελέγξω την ποιότητα και την ιδιαιτερότητα αυτού που είχα γράψει. Εκεί άκουσα κάποιες μεθόδους αλλά δεν τις υιοθέτησα. Απαντώντας στο τελευταίο σκέλος της ερώτησής σας, θα σας πω ότι ο συγγραφέας δεν δικαιούται να χάνεται στον κόσμο των λέξεων. Όταν γράφεις έχεις στο μυαλό σου έναν αναγνώστη που είναι χαμένος στον κόσμο των λέξεων και εσύ οφείλεις να συστηματοποιήσεις το χάος του. Αν το πετύχεις το βιβλίο είναι καλό. Αν διαβάζοντας το βιβλίο σου ο αναγνώστης αισθανθεί ότι κινείται σε πολυδιαβασμένα μονοπάτια και ο λόγος σου δεν είναι τίποτα άλλο από μια επανάληψη, την οποία μπορεί να χωνέψει εύκολα και να την συμπεριλάβει στο αναγνωστικό του ιστορικό, χωρίς να αισθάνεται ότι του έχει μείνει κάτι από αυτή, τότε το βιβλίο είναι μια ελκυστική αποτυχία.
Οι σκηνές μου έχουν συγκεκριμένα πλάνα, τα οποία κόβονται και ενώνονται, προκειμένου να δημιουργούν ένταση στον αναγνώστη. Δεν υπάρχει δηλαδή μια κάμερα, η οποία είναι στημένη σε ένα συγκεκριμένο σημείο και βλέπει όσα περνούν μπροστά της ή μια κάμερα που ακολουθεί κατά πόδας των πρωταγωνιστή. Η ανάγνωση με παράταξη γεγονότων είναι εύκολη, αλλά δεν έχει και καμία λογοτεχνική αξία.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Φυσικά την έχουν επηρεάσει. Όταν γράφω έχω πάντα στο μυαλό μου έναν ρυθμικό τόνο και πάνω σε αυτόν εξελίσσω την πρόοδο της ιστορίας. Όσο αφορά τον κινηματογράφο, οι σκηνές μου έχουν συγκεκριμένα πλάνα, τα οποία κόβονται και ενώνονται, προκειμένου να δημιουργούν ένταση στον αναγνώστη. Δεν υπάρχει δηλαδή μια κάμερα, η οποία είναι στημένη σε ένα συγκεκριμένο σημείο και βλέπει όσα περνούν μπροστά της ή μια κάμερα που ακολουθεί κατά πόδας των πρωταγωνιστή. Η ανάγνωση με παράταξη γεγονότων είναι εύκολη, αλλά δεν έχει και καμία λογοτεχνική αξία.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Για μένα ευτυχώς δεν υπήρξαν δυσκολίες. Οι εκδόσεις Κλειδάριθμος ενέκριναν την έκδοσή του αμέσως και προγραμμάτισαν μάλιστα και την έκδοση του συνόλου της τριλογίας.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Τρεις βαθμοί μυωπίας – Χριστίνα
Ηρακλής Γεωργαντής
Κλειδάριθμος 2019
Σελ. 432, τιμή εκδότη €16,60