«Υπάρχει η ιστορία που αφηγείται ο νους, εκείνη που αφηγείται το σώμα, μια άλλη που αφηγείται το ασυνείδητο. Και τι είναι η λογοτεχνία αν όχι η προσπάθεια να συγκεράσει κανείς όλες αυτές τις διαφορετικές γλώσσες και πραγματικότητες προκειμένου να συλλάβει, έστω και για λίγο, το άφατο της ζωής;» μας είπε η Λίλα Κονομάρα, με αφορμή τη νουβέλα της «Μια τρίχα που γίνεται άλογο» (εκδ. Καστανιώτη). © εικόνας: Εύη Φυλακτού.
Συνέντευξη στον Σόλωνα Παπαγεωργίου
Στη νουβέλα της Μια τρίχα που γίνεται άλογο, η Λίλα Κονομάρα επιτυγχάνει να θίξει σε βάθος ένα θέμα που δυστυχώς παραμένει ταμπού στην ελληνική κοινωνία: την ψυχική νόσο και τις επιπτώσεις της στον ασθενή και κατ' επέκταση, στην οικογένειά του.
Ποιο ήταν το ερέθισμα που πυροδότησε τη συγγραφή; Έχουν πράγματι η γλώσσα και οι αφηγήσεις ιαματική λειτουργία; Και γιατί η ελληνική οικογένεια παραμένει ένα από τα «μεγάλα θέματα» της πεζογραφίας μας; Στη χορταστική μας συζήτηση, η συγγραφέας μάς απάντησε σε αυτά και άλλα ακόμη ερωτήματα.
Στο επίκεντρο της νουβέλας σας Μια τρίχα που γίνεται άλογο βρίσκονται δυο αδέρφια, ο Λευτέρης και ο Νίκος. Το παρόν της αφήγησης τους βρίσκει σε ένα νοσοκομείο, με τον δεύτερο να επισκέπτεται τον πρώτο μετά από μια απόπειρα αυτοκτονίας. Λιτό, αλλά με βάθος, το έργο σας διεισδύει στον κόσμο των ηρώων του, παρουσιάζοντας το συλλογικό πορτραίτο μιας ολόκληρης οικογένειας. Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα για τη συγγραφή του;
Η επιθυμία μου ήταν σ’ αυτό το βιβλίο να μιλήσω για την αδελφική σχέση, μια σχέση γνωστή στους περισσότερους από μας, κομβική και εξαιρετικά περίπλοκη. Η πορεία της είναι εντυπωσιακή, αν σκεφτεί κανείς πώς ξεκινάει, κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, όπου συχνά οι υπάρξεις των αδελφών είναι αδιαχώριστες και βιώνουν μέσα σε μια θαυμαστή σύμπνοια το μαγικό των πραγμάτων, για να μεταμορφωθεί από τη στιγμή της απόσχισης, του «εμείς» που γίνεται «εγώ», σε κάτι πολύ διαφορετικό, που μπορεί να πάρει εκ διαμέτρου αντίθετες όψεις. Όπως περιγράφεται και στη νουβέλα, ο δεσμός ανάμεσα στα δύο αδέλφια εξακολουθεί να υπάρχει και να λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, πλάι στην αγάπη έρχονται όμως να προστεθούν και άλλα, αντιφατικά συναισθήματα -ζήλεια, ανταγωνισμός, ενίοτε και μίσος-, στην προσπάθεια του καθένα να αποκτήσει τη δική του ταυτότητα και να βρει τη θέση του μέσα στην οικογένεια και στον κόσμο γενικότερα. Ο αδελφός λειτουργεί ως καθρέφτης του εαυτού, εικόνα θετική και παρηγορητική μα και παραμορφωτική, αντεστραμμένο είδωλο, αντίγραφο. Η ύπαρξή του κάτι μας χαρίζει και κάτι μας παίρνει. «Ο χρόνος ορίζεται και πάλι από σένα» σκέφτεται ο Νίκος κοιτάζοντας το αναίσθητο κορμί του Λευτέρη. «Υπάρχει ο χρόνος μαζί σου. Ο χρόνος μακριά σου. Ο χρόνος της επιθυμίας μου για σένα. Της επιθυμίας μου να απαλλαγώ επιτέλους από σένα». Δεν είναι τυχαίο ότι η τόσο σύνθετη φύση της αδελφικής σχέσης έχει απασχολήσει τόσο πολύ τις μυθολογίες, τις θρησκείες καθώς και τη λογοτεχνία.
Η ψυχική νόσος, από την οποία πάσχει ο Λευτέρης, βρίσκεται στο επίκεντρο του βιβλίου σας. Το βάρος της σηκώνει εν μέρει ο Νίκος, που συμπαραστέκεται στον αδερφό του παρά τις αντιξοότητες. Πώς προσεγγίσατε ένα τέτοιο θέμα, δεδομένου ότι είναι λεπτό μεν, διαχρονικό στην πεζογραφία δε, με το οποίο έχουν καταπιαστεί συγγραφείς όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, η Σίλβια Πλαθ κλπ;
Ο αδελφός μου υπέφερε από μια ψυχική νόσο. Η κατάσταση μού ήταν γνώριμη, διέθετα πολλά βιώματα. Το βιβλίο ωστόσο δεν είναι αυτοβιογραφικό. Ούτε οι χαρακτήρες ούτε τα γεγονότα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα της ζωής μου, μόνον οι ψυχικές καταστάσεις. Η ψυχική νόσος είναι άχθος. Είναι άχθος όχι μόνο για τον πάσχοντα, αλλά και για τον περίγυρο. Δεν με ενδιέφερε να διευκρινίσω τις αιτίες, αυτή είναι δουλειά των ψυχιάτρων και συνήθως είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Με ενδιέφερε όμως να δείξω τον πόνο, τον κοινωνικό στιγματισμό, την καταλυτική επίδραση στη ζωή όλων. Ταυτόχρονα, η ψυχική νόσος είναι μια άλλη γλώσσα, ακατανόητη στους περισσότερους από μας και γι’ αυτό τρομακτική. Αυτή ήταν η άλλη διάστασή της που με ενδιέφερε. Η ανάγκη του ανθρώπου να εκφράσει με οποιονδήποτε τρόπο αυτό που δεν μπόρεσε να εκφραστεί, αυτό που έγινε τραύμα και οδύνη ως μη αποδεκτό, μέσω ενός συμπτώματος, μιας «άλογης» νοητικής κατασκευής, μιας παράλληλης πραγματικότητας που διευρύνει το πλαίσιο των ερμηνειών.
Ο τίτλος παραπέμπει αρχικά στην παιδική φαντασία, που με την αστείρευτη επινοητικότητά της μπορεί από το τίποτα να φτιάξει ολόκληρους κόσμους.
«Μια τρίχα που γίνεται άλογο», ένας ενδιαφέρον τίτλος, μυστηριώδης, που κλείνει το μάτι στον αναγνώστη. Στο εξώφυλλο, ένα άλογο, εμπνευσμένο από τα αντίστοιχα σχέδια του Πικάσο. Πώς η φράση αυτή αποκρυπτογραφεί τον χαρακτήρα της νουβέλας;
Ο τίτλος, πράγματι, έχει προκαλέσει διάφορες ενδιαφέρουσες ερμηνείες και σχόλια.. Η δική μου πρόθεση ήταν διττή. Ο τίτλος παραπέμπει αρχικά στην παιδική φαντασία, που με την αστείρευτη επινοητικότητά της μπορεί από το τίποτα να φτιάξει ολόκληρους κόσμους. Αναπολώντας τα παιδικά τους χρόνια, ο Νίκος θυμάται ότι δεν αρκούσε παρά ένα φτερό για να γίνουν ινδιάνοι, πώς ένα κλαράκι μεταμορφωνόταν σε σπαθί, μια τρίχα στο πάτωμα σε άλογο που κάλπαζε. Η φαντασία των παιδιών είναι ο χώρος όπου όλα μπορούν να συμβούν.
Παράλληλα, ο τίτλος παραπέμπει στην καλλιτεχνική δημιουργία, στη μαγική εκείνη στιγμή όπου, μετά από πολλές αναζητήσεις και αποτυχημένες προσπάθειες, ο δημιουργός συλλαμβάνει και αποδίδει με την απόλυτη καθαρότητα και την απλότητα της μονοκοντυλιάς αυτό που θέλει να πει, όπως ο Πικάσο με τα σχέδιά του. Είναι η στιγμή που το ά-λογο παίρνει μορφή.
![]() |
|
© εικόνας: Michael Aus |
Ένα ακόμα θέμα που σας απασχολεί είναι η αδυναμία έκφρασης και επικοινωνίας. Αυτή τη θεματική «υπηρετεί» ο χαρακτήρας της μητέρας, η οποία, παγιδευμένη σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον, με έναν σύζυγο κυρίαρχο και απόμακρο συγχρόνως, αδυνατεί να εκφραστεί. «Σαν κάποιος που παλεύει να χωρέσει το πόδι του σε ένα παπούτσι που δεν του κάνει εδώ και χρόνια», γράφετε. Η σιωπή κυριαρχεί στο σπίτι των ηρώων, η οποία φαίνεται να οδηγεί σε ακρότητες, στη βία. Έχουν οι λέξεις και οι αφηγήσεις, γενικά, έναν καθαρτικό χαρακτήρα, θα λέγατε; Είναι αυτό ένα από τα κεντρικά θέματα της νουβέλας σας;
Υπάρχουν πολλών ειδών σιωπές. Στη ζωή, πιστεύω, η σιωπή είναι απαραίτητη. Επιτρέπει τη δημιουργία μιας απόστασης από τα πράγματα, την περισυλλογή και τον αναστοχασμό. Άλλο όμως σιωπή και άλλο αποσιώπηση και συχνά, στις οικογένειες όπως της νουβέλας, συμβαίνει το δεύτερο. Τα σημαντικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα το χάσμα ανάμεσα στους δύο γονείς, δεν συζητιούνται ποτέ γιατί αν ειπωθούν, αποκτούν μια υπαρκτότητα που κανείς πλέον δεν μπορεί να αγνοήσει. Αυτό έχει ως επακόλουθο τη δημιουργία πολλών ψευδαισθήσεων και παρερμηνειών στο μυαλό των δύο αδελφών, πολλών νοσηρών καταστάσεων γενικότερα.
Ο Λευτέρης, ο πάσχων αδελφός, παίζει με τις λέξεις, δίνει συνεχώς στους γιατρούς μια άλλη ερμηνεία των γεγονότων εισάγοντας την αμφισημία ή «μιλάει» μέσω των συμπτωμάτων του γιατί, ως γνωστόν, δεν υπάρχει μία γλώσσα, αλλά πολλές.
Οι λέξεις, πάλι, μπορούν να χρησιμοποιηθούν με πολλούς τρόπους, να είναι φορείς νοήματος ή και όχι. Τα δύο αδέλφια, όταν είναι παιδιά, μιλάνε μεταξύ τους αλαμπουρνέζικα κι όμως συνεννοούνται χωρίς κανένα πρόβλημα. Η θεία Ελένη μιλάει ακατάπαυστα χωρίς να λέει τίποτα, χρησιμοποιώντας τις λέξεις σαν στουπιά για να καλύψει τα χάσματα και να κατευνάσει τον τρόμο του κενού. Ο Λευτέρης, ο πάσχων αδελφός, παίζει με τις λέξεις, δίνει συνεχώς στους γιατρούς μια άλλη ερμηνεία των γεγονότων εισάγοντας την αμφισημία ή «μιλάει» μέσω των συμπτωμάτων του γιατί, ως γνωστόν, δεν υπάρχει μία γλώσσα, αλλά πολλές. Υπάρχει η ιστορία που αφηγείται ο νους, εκείνη που αφηγείται το σώμα, μια άλλη που αφηγείται το ασυνείδητο. Και τι είναι η λογοτεχνία αν όχι η προσπάθεια να συγκεράσει κανείς όλες αυτές τις διαφορετικές γλώσσες και πραγματικότητες προκειμένου να συλλάβει, έστω και για λίγο, το άφατο της ζωής;
Κάτω από το μικροσκόπιό σας βάζετε την «ελληνική οικογένεια», που απασχολεί συνεχώς την πεζογραφία μας – πολλά μυθιστορήματα καταπιάνονται μαζί της, εμπνέοντας στη συνέχεια μελέτες που εξετάζουν τα εν λόγω μυθιστορήματα. Γιατί πιστεύετε πως ελκύει τόσο πολύ τους πεζογράφους μας η συγκεκριμένη θεματική – γιατί ελκύει εσάς; Είναι ένα από τα «μεγάλα» θέματά μας;
Δεν υπάρχουν μεγάλες αφηγήσεις στην εποχή μας και αυτό, κατά τη γνώμη μου, οφείλεται στην απώλεια της έννοιας της «κοινότητας». Αντίθετα με παλιά, όπου οι άνθρωποι συσπειρώνονταν γύρω από μια ιδεολογία, μια θρησκεία, ένα κράτος, σήμερα, με τη ραγδαία άνοδο του ατομικισμού, την παγκοσμιοποίηση και τις καταιγιστικές αλλαγές σε όλους τους τομείς της ζωής, τα σημεία αναφοράς διαρκώς λιγοστεύουν, ενώ παράλληλα πολλαπλασιάζονται τα ζητήματα ταυτότητας.
Οιδίποδας, Μήδεια, Αντιγόνη, η μυθολογία και οι αρχαίοι τραγικοί απεικόνισαν με συγκλονιστικό τρόπο τις οικογενειακές σχέσεις, τον χώρο αυτό απ’ όπου όλα ξεκινούν, όπου εκδηλώνονται για πρώτη φορά οι βαθύτερες ανάγκες, φόβοι και επιθυμίες μας (...)
Μέσα σε μα πραγματικότητα που φαντάζει όλο και πιο δυστοπική, ένας από τους λίγους πυρήνες που ακόμα λειτουργούν είναι η οικογένεια, και η λογοτεχνία, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, αποτυπώνοντας πάντα τα σημεία των καιρών, την φέρνει και πάλι στο προσκήνιο. Γιατί στην πραγματικότητα, η οικογένεια, με τρόπο αστείο ή τραγικό, τρυφερό ή ασύλληπτα ωμό και βάναυσο, με το μέγα δώρο και παγίδα της αγάπης, είναι ένα θέμα που απασχόλησε τη λογοτεχνία από την αρχαιότητα. Οιδίποδας, Μήδεια, Αντιγόνη, η μυθολογία και οι αρχαίοι τραγικοί απεικόνισαν με συγκλονιστικό τρόπο τις οικογενειακές σχέσεις, τον χώρο αυτό απ’ όπου όλα ξεκινούν, όπου εκδηλώνονται για πρώτη φορά οι βαθύτερες ανάγκες, φόβοι και επιθυμίες μας, όπου δομείται η ταυτότητά μας και δημιουργούνται, επιτυχημένα ή όχι, οι συνδέσεις ανάμεσα στο προσωπικό και στο συλλογικό, ανάμεσα σε παρελθόν, παρόν και μέλλον.
* Ο ΣΟΛΩΝΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Η Λίλα Κονομάρα γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε σύγχρονη λογοτεχνία στο Παρίσι και εργάστηκε ως καθηγήτρια στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 2002 με το βιβλίο Μακάο (Πόλις 2002, Μεταίχμιο 2005, Κέδρος 2018), για το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο του πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω. Εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Οι ανησυχίες του γεωμέτρη (Κέδρος 2014) καθώς και τα μυθιστορήματα Τέσσερις εποχές – Λεπτομέρεια (Μεταίχμιο 2004), Στις 11 και 11 ακριβώς! (παιδικό μυθιστόρημα, Παπαδόπουλος 2005), Η αναπαράσταση (Μεταίχμιο 2009), Το δείπνο (Κέδρος 2012), Ο χάρτης του κόσμου στο μυαλό σου (Κέδρος 2018), Ο μπόγος (Εκδόσεις Καστανιώτη 2022). Παράλληλα μεταφράζει γαλλική λογοτεχνία και αρθρογραφεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά.

























