Μιλήσαμε με τον Δημήτρη Τσεκούρα με αφορμή το πρόσφατο μυθιστόρημά του «Ο εραστής του Ντεβ Μάρτιν», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Συνέντευξη στην Ελένη Κορόβηλα
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε το τρίτο αυτό μυθιστόρημά σας; Θυμάστε το αρχικό ερέθισμα;
Ο πανικός που μου προκάλεσε η «παράλογη» σκέψη ότι, με όλη αυτήν την κατρακύλα που έχει πάρει η δήθεν ανθρωπότητα, μπορεί και να μην αποκλείεται καθόλου να έρθει κάποια στιγμή που να αρχίζουν να γίνονται συλλήψεις ανθρώπων για πράγματα που βλέπουνε στον ύπνο τους. Αλλά, ευτυχώς, αυτή η απόλυτα τραγική σκέψη που, αναπόφευκτα, συνορεύει με το απόλυτα γελοίο με οδήγησε σε μία αφήγηση μάλλον γελοιογραφική και άκρως ειρωνική. Διότι κάπως έπρεπε να το ξορκίσω όλο αυτό το φρικιαστικό πράγμα που πήγε και μπήκε στο μυαλό μου. Αλλιώς μπορεί να τρελαινόμουν κανονικά.
Το «πέρασμα» του Ντέιβιντ Λιντς, ως ήρωα, στο μυθιστόρημα είναι κι ένα κλείσιμο του ματιού στον αναγνώστη για το πώς πρέπει να το διαβάσει;
Ο Ντέιβιντ Λιντς είναι ένα κλείσιμο του ματιού αποκλειστικά και μόνο σε εμένα. Τα δυόμισι σχεδόν χρόνια που δούλευα σε καθημερινή βάση αυτό το μυθιστόρημα βυθισμένος ταυτόχρονα στο «ακατανόητο» μεγαλείο της γεωργιανής γλώσσας και λογοτεχνίας, είχα βάλει ένα αυτιστικό στοίχημα με τον εαυτό μου. Ότι θα προχωρούσα στην έκδοση αυτού του μυθιστορήματος μόνο εάν ΣΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΣΥΜΠΑΝ αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να γίνει -σύμφωνα με τα δικά μου καλλιτεχνικά κριτήρια- ταινία από τον Ντέιβιντ Λιντς. Κι όταν, τελικά, κατόπιν πολλών παλινδρομήσεων είπα: Ναι, και γιατί όχι δηλαδή;, τότε και μόνο τότε παρέδωσα και το «οριστικό» χειρόγραφο στο νέο μου εκδοτικό σπίτι, το Βακχικόν. Τώρα, όσον αφορά στον αναγνώστη, μπορεί να το διαβάσει όπως θέλει. Εγώ ξέρω πως η αλφαβήτα λέει ότι κάθε αναγνώστης κι άλλη ανάγνωση… Εάν, ασφαλώς, μιλάμε για Τέχνη.
Ο κεντρικός ήρωας κατηγορείται για κάτι που δεν έχει διαπράξει (Κάφκα), και είναι αντιμέτωπος με έναν δαιμονικό Ανακριτή (Ντοστογιέφσκι). Είναι αυτές κάποιες από τις επιρροές σας ή ομοιότητες με άλλα έργα είναι εντελώς τυχαίες και επιφανειακές;
Για τον Κάφκα, τον Ντοστογιέφσκι, τον Καβάφη, τον Γιώργο Χειμωνά, τις ταινίες του Μπέλα Ταρ, και τη μουσική του Chopin θα μπορούσα σχεδόν κυριολεκτικά να σκοτώσω άνθρωπο. Στο μυθιστόρημά μου δεν υπάρχει εκ μέρους μου ούτε μισή λέξη που να είναι τυχαία και επιφανειακή. Το βιβλίο το έχω προσέξει γλωσσικά και, κυρίως, διακειμενικά μέχρι την ύστατη λεπτομέρειά του. Πώς θα ήταν, άλλωστε, δυνατόν να μην έχω κάνει κάτι τέτοιο; Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στον Α.Φ. Χριστίδη, τον πιο αγαπημένο μου Δάσκαλο, έναν Γλωσσολόγο από… αλλού, από πολύ αλλού. Το αν το πέτυχα ή όχι θα φανεί στο μέλλον. Όλα τότε φαίνονται. Στο μέλλον.
Δίνοντας στον ήρωά σας το ψευδώνυμο Άδης (Δαμίγος) προσφέρετε στον αναγνώστη ένα κλειδί; Ή ένα παραπλανητικό πειστήριο;
Ο προσεκτικός αναγνώστης θα τη βρει την απάντηση. Το κλειδί υπάρχει, και μάλιστα δύο φορές, μέσα στο βιβλίο. Αλλά τα κλειδιά, ξέρετε, ακόμα και τα πιο γερά, καμιά φορά σπάνε κιόλας. Αλλά και κάτι τέτοιο να συμβεί, δεν πειράζει καθόλου. Υπάρχουν και οι κλειδαράδες. Και μερικοί από δαύτους είναι πολύ μάγκες.
Λένε ότι «ένα μεγάλο μυθιστόρημα, χρειάζεται ένα μεγάλο θέμα». Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα στο δικό σας μυθιστόρημα;
Να σας πω, πριν από όλα, ότι η φράση «μεγάλο θέμα» δεν με βρίσκει και πολύ σύμφωνο. Τι πάει να πει «μεγάλο θέμα»; Και χωρίς να μιλάω ούτε μια στάλα ισοπεδωτικά, για μένα όλα τα θέματα μεγάλα είναι. Από έναν άνθρωπο που τον σκοτώνουνε στη μέση του δρόμου μέχρι μια πόρτα που ανοίγει, από έναν πόλεμο μέχρι ένα ζευγάρι που τσακώνεται, από το άγαρμπο σκούντημα ενός περαστικού μέχρι ένα ζευγάρι που φιλιέται μέσα σε ένα μπαρ… και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Εγώ πιστεύω ότι πίσω από κάθε μεγάλο μυθιστόρημα, για τη γραφή του οποίου η αφορμή μπορεί να είναι το ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ, κρύβεται το Πένθος. Τίποτε άλλο· το Πένθος, εκ του ρήματος πάσχω, το πάθος, το πάθημα, η απάθεια, η εμπάθεια. Αυτό θεωρώ πως είναι το θέμα όλης της Λογοτεχνίας. Το Πένθος και τα ομόρριζά του. Και επειδή αυτό είναι τεράστιο θέμα και είναι αδύνατον να απαντηθεί επιπόλαια, ας πούμε ότι στο δικό μου μυθιστόρημα το βαθύτερο θέμα είναι, κατά μία έννοια, το Δίλημμα. Ένα φριχτό, ένα σχεδόν απάνθρωπο δίλημμα: Ζωή ή Λογοτεχνία; Και ποια από τις δύο είναι πιο εξωπραγματική, πιο αλλόκοτη; Ποια από τις δύο είναι πιο queer;