Μια συζήτηση με τη συγγραφέα Φωτεινή Μαλτέζου με αφορμή το πρώτο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Η Αστυνομία του Μίσους» (εκδ. Επίμετρο).
Συνέντευξη στον Λεωνίδα Καλούση
«Η Αστυνομία του Μίσους» είναι το πρώτο σας βιβλίο και μάλιστα μυθιστόρημα. Μπήκατε στα βαθιά εξαρχής. Τώρα που έχει περάσει κάποιος καιρός από τη συγγραφή του βιβλίου, πώς είδατε τη διαδικασία; Διδαχτήκατε κάτι;
«Το γράψιμο είναι μια μορφή θεραπείας» είπε ο Γκράχαμ Γκρην, άποψη την οποία συμμερίζομαι, όπως γράφω και στο βιβλίο μου. Επομένως βρήκα τη διαδικασία αυτή θεραπευτική. Κάποιες φορές, ειδικά μετά από συζητήσεις με αναγνώστες, ανατρέχω σε κομβικά σημεία της πλοκής του βιβλίου μου και σκέφτομαι αν θα μπορούσα να έχω επιλέξει κάποια διαφορετική τροπή, άλλοτε πιο δραματική και άλλοτε πιο αστεία. Παράλληλα όμως πρέπει να πω ότι η όλη διαδρομή υπήρξε και διδακτική γιατί αρκετές φορές αναγκάστηκα να ανατρέξω σε πηγές για να ερμηνεύσω γεγονότα ή συμπεριφορές και να ισχυροποιήσω τα επιχειρήματά μου. Κάθε βήμα για νέα γνώση, ήταν και μια αποκάλυψη που με τροφοδοτούσε με ένα αίσθημα ικανοποίησης, εκεί όπου η οπτική μου συνέπιπτε με την κρίση των ειδικών.
Το βιβλίο σας έχει έντονο το στοιχείο της δυστοπίας. Το συνδυάζετε, δε, με μια υπαρκτή πραγματικότητα: την Ελλάδα του 2000. Πώς σκεφτήκατε τον συνδυασμό;
Στην Ελλάδα του 2000, με την οριστικοποίηση της ένταξής μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ), θα άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο εξωστρέφειας. Η εξωστρέφεια αυτή όμως δεν στάθηκε ικανή να περιορίσει τα σημάδια εσωστρέφειας στο εσωτερικό της χώρας. Απτό παράδειγμα ήταν οι συζητήσεις για το κατά πόσο το θρήσκευμα πρέπει να αναγράφεται στην αστυνομική ταυτότητα των πολιτών. Παράλληλα, αυτή ήταν και μια περίοδος με έντονα τα σημάδια της διαφθοράς στον δημόσιο βίο, γεγονός που δεν συνάδει με την επικράτηση του πολιτικού συνθήματος για εκσυγχρονισμό του κράτους, της οικονομίας και των θεσμών.
Η διαφθορά και κακοδιαχείριση είχαν διηθήσει πολλά επίπεδα, διαβρώνοντας επιχειρήσεις και εργασιακούς χώρους που έμοιαζαν με μικρογραφίες του ευρύτερου πολιτικοκοινωνικού συστήματος. Κάπως έτσι λοιπόν οι δυο επιχειρήσεις, παραγωγής φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων αλλά και η ναυτιλιακή που αναφέρονται στο βιβλίο, δεν μπόρεσαν να «αποδράσουν» από αυτή την πραγματικότητα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα διαφθοράς. Εκεί λοιπόν ήθελα να καταλήξω και κυρίως στο πώς οι εργαζόμενοι βιώνουν τις συνθήκες δουλειάς τους όταν δεν υπάρχει όραμα και στρατηγική.
Την ίδια στιγμή, στη μεγάλη εικόνα, το 2000 υπήρξε ένα ορόσημο, που σαν σημείο αναφοράς μού επέτρεψε να αναφερθώ σε ορισμένους παγκόσμιους προβληματισμούς, δράσεις και οράματα για τον 21ο αιώνα. Για παράδειγμα, η Σύνοδος Κορυφής της Χιλιετίας, που έγινε το 2000 στα γραφεία των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, και έθεσε τους Αναπτυξιακούς στόχους της Χιλιετίας (MDG), υπήρξε η μεγαλύτερη συγκέντρωση αρχηγών κρατών όλων των εποχών ως τότε. Αλλά και η πρωτοβουλία «Jubilee 2000», ήταν μια παγκόσμια εκστρατεία προκειμένου να εξαλειφθούν τα χρέη των φτωχών χωρών.
Με ενδιέφερε επίσης και ήθελα να αναφερθώ σε σενάρια, επιστημονικές εκτιμήσεις και φιλοσοφικές συζητήσεις που είχαν προηγηθεί, πολλά εκ των οποίων υπήρξαν προφητικά για τον αιώνα μας.
Με ενδιέφερε επίσης και ήθελα να αναφερθώ σε σενάρια, επιστημονικές εκτιμήσεις και φιλοσοφικές συζητήσεις που είχαν προηγηθεί, πολλά εκ των οποίων υπήρξαν προφητικά για τον αιώνα μας. Όλα αυτά διαμόρφωναν έναν ευρύτερο προβληματισμό για το μέλλον, με πρόσημο πολιτισμού, ασχέτως από το γεγονός ότι τα περισσότερα δεν υλοποιήθηκαν στη συνέχεια. Αυτή ήταν η μεγάλη εικόνα για το βιβλίο, τη στιγμή που οι εντός των τειχών της Techrat inc., Ferti & more, και ναυτιλιακής ηρωίδες προσπαθούσαν να επιβιώσουν εγκλωβισμένες σε μια κοντόφθαλμη και δυστοπική καθημερινότητα αντιμέτωπες με φαινόμενα παραπληροφόρησης και διαπλοκής.
Σε ποιο βαθμό στο βιβλίο σας υπάρχουν στοιχεία που έχετε αντλήσει από βιώματα ή γνώση της πραγματικότητας;
Υπήρχαν πλευρές στο υποσυνείδητο που ανακάλυψα στην πορεία της συγγραφής. Η μυθοπλασία με απελευθέρωσε σε βαθμό που κατάφερα να διογκώσω, ή να υποβαθμίσω κάποιες από αυτές τις εγγραφές, πλάθοντας ηρωίδες και αντιήρωες, όπως τους φανταζόμουν, είτε σαν κινούμενα σχέδια ή στον ύπνο μου. Με ενδιέφερε κυρίως ο ψυχισμός τους και ο αντίκτυπος που είχε στους γύρω τους. Η γνώση της πραγματικότητας που επικρατούσε στη χώρα εκείνη την περίοδο ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο τους ενέταξα.
«Η Αστυνομία του Μίσους» είναι μια περίεργη και εξόχως σκληροπυρηνική ομάδα εντός της Εταιρείας στην οποία εργάζεται η αφηγήτρια. Είχατε κάποιο « πρότυπο» για τη δημιουργία του σκληρού προφίλ της;
Υπήρχε διάχυτη η εικόνα των εργατοπατέρων που, εκείνη τη χρονική περίοδο, με πρόσχημα την προστασία των εργαζομένων, αυθαιρετούσαν και με κομπασμό έθεταν τις δικές τους προτεραιότητες επιλέγοντας ουσιαστικά την ισοπέδωση. «Αξιοποιούσαν» δε τον άπλετο χρόνο και τη δύναμη που τους παρείχε το αξίωμά τους για να εξυπηρετούν τους ημέτερους. Συχνά συνδιοικούσαν, παρακάμπτοντας τα θεσμοθετημένα όργανα όπως και τα όρια της δικής τους δικαιοδοσίας ανεξαρτήτως της εμβέλειας των προσόντων και των ικανοτήτων τους. Ως μια ακραία περίπτωση όλων αυτών, επινόησα την Αστυνομία του Μίσους που κουβαλούσε τις παθογένειες που προανέφερα, και όχι μόνον.
Έχουν ενδιαφέρον τα ονόματα που δίνετε στους εργαζόμενους της εταιρείας Techrat Inc. Υπάρχει η Φλόγα, ο Φουστενέλας, η γραμματέας Νο1 και η γραμματέας Νο2, για να φέρω κάποια παραδείγματα. Η σκέψη ήταν να φανεί το κωμικό στοιχείο εντός της εταιρίας ή και ο βαθμός αποπροσωποίησης των ατόμων;
Το πρώτο όταν πρόκειται για τους προβληματικούς, ή τους κακούς, όπως θα λέγαμε και στα παραμύθια. Η αποπροσωποποίηση γέρνει περισσότερο προς τους χαλαρούς παίκτες του βιβλίου. Στη συνέχεια, όμως, ξεπετάγεται μέσα από αυτόν τον ετερόκλητο κουβά μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, η νεαρή γραμματέας Νο2, η οποία και παίζει κομβικό ρόλο στην πλοκή του βιβλίου, ως Νιόβη πλέον!
Εντός του βιβλίου έχει «τοποθετηθεί» ένα δεύτερο βιβλίο, σε μορφή ημερολογίου, που έχει να κάνει με ζωή της Νιόβης. Δίχως να προδίδουμε υπερβολικά την πλοκή, πόσο δραστική είναι η αφήγηση αυτού του δεύτερου βιβλίου στην εξέλιξη του κυρίως βιβλίου;
Η Νιόβη μέσα σε αυτό το δεύτερο βιβλίο, που στην ουσία είναι ένα «book in book», ενηλικιώνεται! Αφού ερωτεύεται και φεύγει από το δυστοπικό εργοστασιακό περιβάλλον, βρίσκεται να «κολυμπάει στα βαθιά νερά» μιας ναυτιλιακής. Όμως, ένα νήμα φιλίας την κρατάει σε συνεχή επαφή με τη φίλη της στο εργοστάσιο όπου δούλευε πριν. Αυτή η επικοινωνία είναι ανακουφιστική έως θεραπευτική και για τις δυο ηρωίδες.
Ένα νήμα φιλίας την κρατάει σε συνεχή επαφή με τη φίλη της στο εργοστάσιο όπου δούλευε πριν. Αυτή η επικοινωνία είναι ανακουφιστική έως θεραπευτική και για τις δυο ηρωίδες.
Πέραν αυτού όμως, στο νέο της περιβάλλον η Νιόβη αποκτά καινούργιες εμπειρίες και μια σφαιρικότερη αντίληψη για τον κόσμο. Αυτή η ωριμότητα, της επιτρέπει να διαχειριστεί σοβαρές υποθέσεις για τον εαυτό της και τους γύρω της, ακόμη και για αυτούς που άφησε πίσω. Ο ρόλος της είναι καταλυτικός. Κάποια στιγμή, το νήμα που την κρατάει σε σύνδεση με τη φίλη της στο εργοστάσιο, από μετέωρο βήμα παίρνει τη μορφή ενός αόρατου υποστηρικτικού βραχίονα που διευκολύνει την απεμπλοκή των φίλων της από το δυστοπικό τους περιβάλλον.
Πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση της Νιόβης με την Αριέττα; Είναι μια σχέση που έχει βαρύτητα στο βιβλίο σας.
Η φιλία που συνδέει τα δυο αυτά νεαρά κορίτσια είναι ουσιαστική. Ταυτίζονται οι απόψεις τους για τα ήθη που επικρατούν, τόσο στο στενό οικογενειακό όσο και στο ευρύτερο περιβάλλον της ναυτιλιακής. Η Νιόβη εκτιμάει την Αριέττα για την ταπεινότητά της, παρότι είναι η κόρη του εφοπλιστή. Τη θαυμάζει επίσης για τις σφαιρικές της γνώσεις, τα ακαδημαϊκά της ενδιαφέροντα, τις διεθνείς συνεργασίες. Διακρίνει τον ζήλο και την προσήλωσή της στην έρευνα που κάνει, ως Βυζαντινολόγος, για ένα χειρόγραφο των ευαγγελίων, τον πορφυρό κώδικα.
Η Νιόβη σταδιακά ανακαλύπτει τον διευρυμένο κόσμο της φίλης της, διευρύνοντας και η ίδια τους ορίζοντές της μέσα από αυτή τη σχέση. Αντιλαμβάνεται ότι η εκπαιδευμένη ματιά της Αριέττας, πέρα από το κατεξοχήν ερευνητικό της πεδίο, διεισδύει και σε άλλα σοβαρά θέματα παγκόσμιας εμβέλειας αναφορικά με τη ζωή στη Γη και το μέλλον του πλανήτη, σε μια εποχή που στην Ελλάδα δεν ήταν ευρύτερα γνωστά. Με τη γλώσσα των σημερινών νέων θα λέγαμε ότι η Νιόβη, πέρα από φίλη, υπήρξε και follower της Αριέττας. Όλη αυτή η συναναστροφή, οι νέες εικόνες, τα ταξίδια και οι εμπειρίες της, σφυρηλάτησαν μια νέα Νιόβη πιο ώριμη, ανθεκτική και αποφασιστική.
Υπάρχουν αρκετά παραθέματα από βιβλία, εφημερίδες, έρευνες, λόγια μεγάλων ανδρών. Γιατί θέλατε να τα εντάξετε όλα αυτά στην κύρια πλοκή;
«Once a researcher always a researcher» («Μια φορά ερευνήτρια, πάντα ερευνήτρια») θα έλεγα μιας και, ως διδάκτωρ η ίδια, με αυτόν τον τρόπο έμαθα να προσεγγίζω και να επιλύω τα προβλήματα της επιστήμης μου, γεγονός που εφαρμόζω σε όλα τα πεδία ενδιαφέροντος πλέον.
«Once a researcher always a researcher» θα έλεγα μιας και, ως διδάκτωρ η ίδια, με αυτόν τον τρόπο έμαθα να προσεγγίζω και να επιλύω τα προβλήματα της επιστήμης μου, γεγονός που εφαρμόζω σε όλα τα πεδία ενδιαφέροντος πλέον.
Με λίγα λόγια, αυτός είναι ο τρόπος που έχω μάθει να καταθέτω τις απόψεις μου, αφού προηγουμένως ερευνήσω και τεκμηριώσω τους ισχυρισμούς και προβληματισμούς μου βάσει στοιχείων. Έτσι μόνο αποκτούν κάποια βαρύτητα.
Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα του μυθιστορήματός σας;
Η αγωνία των ανθρώπων που θέλουν να διατηρήσουν την ακεραιότητά τους, όταν υποβαθμίζεται η καθημερινότητα, το επίπεδο πολιτισμού ή το εισόδημά τους, καθώς αναγκάζονται να επιβιώσουν σε δυστοπικά εργασιακά περιβάλλοντα χωρίς υγιή ανταγωνισμό. Είναι μια αγωνία που, αν επαληθευτεί, προδιαγράφει αρνητικές εξελίξεις για τις νέες γενιές.
Ποια είναι μέχρι σήμερα η υποδοχή του βιβλίου από τους αναγνώστες; Κάποια αντίδραση που δεν περιμένατε;
Παρότι έχει παρέλθει μόλις ένας μήνας από την κυκλοφορία του βιβλίου μου, μέχρι στιγμής μπορώ απλά να σημειώσω την ενθουσιώδη υποδοχή του από φίλες γυναίκες που ταυτίστηκαν με τις ηρωίδες. Και ένα ακόμη σχόλιο από κάποιον φίλο άντρα: «Ζηλεύω αυτό που έκανες!».
*Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΛΟΥΣΗΣ είναι δημοσιογράφος.