Mε αφορμή το βιβλίο του «Βία και καταναλωτισμός» (εκδ. Αρμός) συζητάμε με τον ψυχαναλυτή και συγγραφέα Κώστα Νασίκα για την ψευδεπίγραφη ευμάρεια των σύγχρονων κοινωνιών, αλλά και πώς η τροφή μπορεί να γίνει «όπλο» στους απεργούς πείνας και σε εκείνους που νηστεύουν.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Από το «σκέφτομαι, άρα υπάρχω», στο «καταναλώνω, άρα υπάρχω». Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι ικανές να παρέχουν τα πάντα στα μέλη τους. Προϊόντα που χρεάζονται και άλλα (φευ, τα περισσότερα) που όχι μόνο δεν τα έχουν πραγματικά ανάγκη, αλλά που στην ουσία τους επιβάλλονται διά της διαφήμισης,
Ο ψυχαναλυτής Κώστας Νασίκας με το βιβλίο του Βία και καταναλωτισμός (εκδ. Αρμός) εστιάζει σ' αυτό το φαινόμενο, ενώ μελετάει και την «υπόγεια» βία που κρύβει η απόφαση ενός απεργού πείνας ή κάποιου πιστού που ξεκινάει νηστεία. Μπορεί αμφότερες οι εκδηλώσεις να ανήκουν στις πράξεις μη βίας, εντούτοις τα ψυχαναλυτικά κίνητρα ενός εκάστου έχουν πάντα μεγαλύτερο βάθος απ' αυτό που μπορούμε να διακρίνουμε με «γυμνό» μάτι.
Τι αλλάζει στις συνήθειες των ανθρώπων μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου; Τι είναι αυτό που τους ωθεί στην υπερκατανάλωση;
Οι μεγάλες διαστάσεις μαζικής καταστροφής της ανθρώπινης διάστασης που εκδήλωσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, το ναζιστικό Ολοκαύτωμα, όντας η παροξυστική μορφή του, ώθησαν τις δυτικές κοινωνίες στην αναζήτηση της ευημερίας μέσω της κατανάλωσης αγαθών. Η παραγωγή πήρε σιγά σιγά τη μορφή αφθονίας έτσι που η πρόσβαση σ' αυτά να είναι εύκολη για τον κάθε πολίτη.
Αυτό, προφανώς, επηρέασε και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Οι επιστήμονες πώς προσέγγισαν το νέο φαινόμενο;
Τα διάφορα «προϊόντα» πήραν προοδευτικά και ανεπαίσθητα μεγάλη διάσταση τόσο στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων όσο και στην προσωπική ψυχολογία του καθένα. Για παράδειγμα, ψυχαναλυτές πρόσεξαν, στα χρόνια του εξήντα, την ανάπτυξη της τάσης των «νεοαναγκών» στα μικρά παιδιά: όταν δηλαδή οι γονείς απαντούν με μια αισθητηριακή ικανοποίηση (τροφική, φωτάκια τη νύχτα κλπ) σε κάθε ψυχική δυσκολία του παιδιού. Έτσι μπόρεσαν να εξηγήσουν τις τροφικές διαταραχές (ανορεξία, βουλιμία, παχυσαρκία) και τις εξαρτήσεις από ουσίες (ναρκωτικά, αλκοόλ, νικοτίνη, οθόνες κλπ) που πήραν μεγάλη διάσταση στις καταναλωτικές κοινωνίες, ενώ ήταν ασήμαντες πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο .
Πιστεύουμε ακράδαντα πως οι δυτικές κοινωνίες ζουν σε καθεστώς ευμάρειας. Ισχύει, όμως, κάτι τέτοιο; Τι ακριβώς συμβαίνει στις πρωτόγονες φυλές;
Οι αλλαγές στην ανθρώπινη ψυχολογία άρχισαν να γίνονται αντικείμενο σκέψης ανθρωπολόγων. Ο πιο σημαντικός,στα χρόνια του '50, είναι o Marshall Salhins ο οποίος είχε ζήσει και σε πρωτόγονες φυλές. Αυτός, λοιπόν, έδειξε για πρώτη φορά, με τα γραφόμενα του, πως οι πραγματικές κοινωνίες αφθονίας ήταν οι πρωτόγονες. Ζούσαν μέσα από το κυνήγι ή το ψάρεμα έχοντας σαν προτεραιότητα την αυτάρκεια, την μη αποθήκευση των προϊόντων και της διάθεσης του κυρίως χρόνου τους στης διάφορες εκδηλώσεις συμβίωσης. Ο ανθρωπολόγος αυτός διαπίστωσε πως γίνεται το πέρασμα από τις πρωτόγονες αυτές και αυτάρκεις οικονομίες στις δυτικές καταναλωτικές μέσα από τη συνεχή δημιουργία της σπανιότητας ενός προϊόντος. Αυτό εδώ, και με τη βοήθεια της διαφήμισης, προβάλεται σαν να απαντά καλύτερα στις ανθρώπινες ανάγκες.
Η έννοια της ανάγκης έγινε αντικείμενο κατασκευής των διαφημιστών, απομακρύνθηκε από εκείνη που είχε σκεφτεί ο Μαρξ και συνέδεσε το «προϊόν» με την έννοια της αναζήτησης ευτυχίας.
Άρα, η ανάγκη υπαγορεύεται και καθοδηγείται από τη διαφήμιση;
Η έννοια της ανάγκης έγινε αντικείμενο κατασκευής των διαφημιστών, απομακρύνθηκε από εκείνη που είχε σκεφτεί ο Μαρξ και συνέδεσε το «προϊόν» με την έννοια της αναζήτησης ευτυχίας εμπορικοποιοντας και εμπορικευματοποιοντας και τις ίδιες ανθρώπινες σχέσεις.
Αυτό το συμπέρασμα μπορεί να μας δώσει μια εξήγηση για τα ναρκισιστικά «εγώ» που δημιουργούν οι σύγχρονες κοινωνίες;
Ο ανθρωπολόγος Christopher Lasch στα χρόνια του '70, εμβάθυνε τις αλλαγές που έφερε ο καταναλωτισμός στην ανθρώπινη ψυχολογία αναπτύσσοντας την ναρκισσιστική κουλτούρα (βλ. «τα έχω όλα δεν έχω ανάγκη από κανέναν») και την απομόνωση, σχεδόν φυλάκιση του κάθε "εγώ" στη μέση των κακανωτικων του αγαθών.
Ο Κώστας Νασίκας είναι ψυχαναλυτής, μέλος της Γαλλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας (AFP), διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Lyon-1 και είναι ιατρικός υπεύθυνος στον “Οίκο Εφήβου” στην Λυών. |
Εσείς με το βιβλίο σας εξετάζετε το φαινόμενο της βίας. Τι ακριβώς μελετάτε;
Η δική μου εργασία έρχεται σε προέκταση αυτών των προσεγγίσεων μελετώντας τη διάσταση βίας τόσο στην ατομική ψυχολογία όσο και στις εμπορικοποιημενές ανθρώπινες σχέσεις και στη σχέση με το φυσικό περιβάλλον, διαστάσεις που αναπτύχθηκαν μέσα στον καταναλωτισμό και δεν υπήρχαν πριν.
Γιατί στρέφετε την προσοχή σας στους απεργούς πείνας και σε εκείνους που επιλέγουμε να νηστεύουν για θρησκευτικούς λόγους;
Οι απεργίες πείνας παίρνουν σημαντική θέση στη μελέτη μου, καθώς πίσω από την μη βίαιη έκφραση τους, είναι μια μορφή πάλης, μέχρι θανάτου μερικές φορές, του απεργού με τον αντίπαλο του. Η μελέτη μου, που αναφέρεται και στην νηστεία και σε άλλες φιλοσοφικές πρακτικές πειθάρχησης των σωματικών αναγκών, εστιάζεται κυρίως στο παράδειγμα του Γκάντι ο οποίος πειθάρχησε το πλήθος του ινδικού λαού μέσα από τις νηστείες του και «χρησιμοποιώντας» τες έτσι ενάντια στους Αγγλους ιθύνοντες. Εμβαθύνω έτσι τους ψυχολογικούς μηχανισμούς στους οποίους καταφεύγει ο κάθε απεργος πείνας καλώντας ή επιβάλλοντας στον «πλήθος του κόσμου» να γίνει σύμμαχός του.
Πώς η τροφή μπορεί να γίνει «όπλο» σε έναν απεργό πείνας;
Η διάσταση της τροφής από το σώμα του στη διάρκεια της απεργίας φαίνεται να είναι η υπόγεια και ασυνείδητη δύναμη, η οποια δρα πάνω στους καλεσμένους «συμμάχους» για την πάλη του ή πάνω στο ινδικό πλήθος του Γκάντι. Αυτή η διάσταση συνδέει τη σκέψη μου με τις ηθικές και θρησκευτικές διαστάσεις των κοινωνιών που εξασκούσαν την ανθρωποφαγία.
Μια άλλη διάσταση που αναπτύχθηκε στις ψευδοεπικούριες καταναλωτικές κοινωνίες είναι το «ξέχασμα» και η περιθωριοποίηση της κοινωνικής λειτουργίας του φαινομένου του θανάτου.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό των σύγχρονων κοινωνιών είναι ότι απωθούν την έννοια του θανάτου. Τι μπορούμε να πούμε επ’ αυτού;
Μια άλλη διάσταση που αναπτύχθηκε στις ψευδοεπικούριες καταναλωτικές κοινωνίες είναι το «ξέχασμα» και η περιθωριοποίηση της κοινωνικής λειτουργίας του φαινομένου του θανάτου, «ξέχασμα», το οποίο έχει συνέπειες τόσο στην εμφάνιση διαφόρων μορφών βίας μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις όσο και στις περιβαλλοντικές καταστροφές. Αυτή η σύντομη διαδρομή στο περιεχόμενο του βιβλίου μου συναντά την τελευταία σας ερώτηση. Και βέβαια όλη αυτή η διαδρομή θέλει να συνδράμει στην συνειδητοποίηση της αλλοτρίωσης που έφερε στον καθένα μας και στις σχέσεις μεταξύ μας ο καταναλωτισμός.
Υπάρχει ελπίδα; Βλέπετε οι νέες γενιές να θέλουν να ιεραρχήσουν διαφορετικά τα πράγματα;
Η συνειδητοποίηση αυτή δίνει ηδη σημάδια σε σκέψεις και συμπεριφορές πολλών νέων ανθρώπων ανά την υφήλιο και χρειάζεται να ενισχυθεί προς την κατεύθυνση της σχετικής ελευθεροποίησης από τον καταναλωτισμό και της προστασίας του φυσικού μας περιβάλλοντος.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.