Συνέντευξη με τον Διδάκτορα Ψυχοπαθολογίας και συγγραφέα Φώτη Καγγελάρη με αφορμή το βιβλίο του «Μια ιστορία της τέχνης. Από την μεριά της επιθυμίας» (εκδ. Παπαζήση). Μια πρωτότυτη θέαση της τέχνης και της άμεσης σχέσης που έχει με την ουσία της ζωής μας.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Είναι δύσκολο να αντιστέκεσαι στην επιθυμία. Είχε δίκιο ο Δημόκριτος όταν αποφαινόταν πως το εσωτερικό σήμαντρο του ανθρώπου, αυτό που κινητοποιεί τις πράξεις και τις σκέψεις του, δεν γίνεται να κατασταλεί. Αντίθετα, είναι εκείνο που τον κινητοποιεί να ενεργήσει, να δημιουργήσει, ακόμη και να καταστρέψει. Στο «άρμα» της επιθυμίας οφείλουμε να τοποθετήσουμε και την τέχνη. Στην ουσία: όλη την ιστορία της τέχνης.
Ο Διδάκτορας Ψυχοπαθολογίας και συγγραφέας Φώτης Καγγελάρης στο πρόσφατο βιβλίο του Μια ιστορία της τέχνης/Από την μεριά της επιθυμίας (εκδ. Παπαζήση) καταδύεται στο άρρητο της τέχνης μέσω της βασικής «διαδρομής» που είναι το επιθυμείν του ανθρώπου.
Τα «ευρήματά» του είναι άκρως ενδιαφέροντα και, ναι, ενδέχεται να μας ξενίσουν (ιδιαιτέρως στο σημείο της σχέσης τέχνης και λογοκρισίας), αλλά σίγουρα θα μας προσφέρουν μια διαφορετική θέαση για το τι πραγματικά είναι η τέχνη και πόση βαρύτητα έχει στη ζωή μας.
Στις μέρες μας παράγεται οξύς λόγος γύρω από τα όρια της τέχνης και την πιθανή ανάγκη της λογοκρισίας. Εσείς στο βιβλίο σας σημειώνετε πως ακόμη και η λογοκρισία είναι αναπόσπαστο μέρος της τέχνης. Με ποιο τρόπο;
Η λογοκρισία, εκ των προτέρων, είτε προέρχεται από τον ίδιο τον ψυχισμό είτε από τα κυρίαρχα σημαίνοντα συμβάλλει ούτως ώστε το έργο τέχνης να λαμβάνει μορφή αποδεκτή από τη λογοκρισία. Τουτέστιν, να μεταμορφώνεται σε έργο τέχνης αντί να παραμένει μια διάχυτη, διάπυρη, καταστροφική ενόρμηση. Η λογοκρισία που εξαπατήθηκε και επέτρεψε την έκφραση του ψυχισμού ως έργου τέχνης, είναι μέρος του έργου τέχνης ως προς την τελική του μορφή. Η λογοκρισία, εκ των υστέρων, εάν υπάρξει, είναι η ομολογία της λογοκρισίας ότι εξαπατήθηκε και έστω και τώρα λαμβάνει μέτρα ηθικής τάξης. Η διαδικασία εμφάνισης του έργου τέχνης ως έκφρασης του ψυχισμού και η λογοκρισία είναι αναπόσπαστες καταστάσεις της διεργασίας και εμφάνισης του έργου τέχνης.
Ο βανδαλισμός, πολιτικός, θρησκευτικός ή άλλος, είναι επίσης, εκ των υστέρων, μορφή λογοκρισίας που τείνει να εξαφανίσει το έργο τέχνης το οποίο παρέκαμψε τη λογοκρισία και τους πάτρωνές της (υπερεγώ, κυρίαρχα σημαίνοντα). Η Ιστορία της Τέχνης από τον Van Eyck στον Beuys είναι και η Ιστορία της Λογοκρισίας, δηλαδή μια πολιτική ιστορία. Η τέχνη είναι αυτό που δεν μπόρεσε να είναι. Εξάλλου, το ίδιο το γεγονός ότι ναι μεν η τέχνη σχετίζεται κατ’ αρχάς με το άλεκτο και το ανείκαστο αλλά που για μπορέσει να τα εκφράσει καταφεύγει, όσες ζαβολιές και να κάνει στον παραδειγματικό άξονα της γλώσσας, στα πεπερασμένα σημαίνοντα, συνιστά μια λογοκρισία, ένα ευνουχισμό, απαραίτητο, ωστόσο, για να υπάρξει το έργο τέχνης (πού αλλού θα έβρισκε λέξεις και εικόνες;), σαν τον απαραίτητο ευνουχισμό του παιδιού από το σώμα της μητέρας.
Η τέχνη αποσκοπεί να κερδίσει λίγο περισσότερο από τον χώρο του άρρητου, όταν σταματά το τρυπάνι της Φιλοσοφίας, της Επιστήμης και της Θρησκείας.
Άρρητο, κενό, επιθυμία. Είναι αυτή η αλληλουχία που οδηγεί τους ανθρώπους αναπόδραστα στην τέχνη;
Ναι, ανεπιφύλακτα. Η τέχνη αποσκοπεί να κερδίσει λίγο περισσότερο από τον χώρο του άρρητου, όταν σταματά το τρυπάνι της Φιλοσοφίας, της Επιστήμης και της Θρησκείας. Τείνει να διαχειριστεί το κενό του «πράγματος», να επιτρέψει σε περισσότερη επιθυμία να καταλάβει χώρο στην πραγματικότητα του νοήματος υπό μορφή έργου τέχνης. Η Ιστορία της τέχνης είναι επίσης η Ιστορία του Κενού και του Άρρητου και της διαχείρισης τους.
Σημειώνετε πως η κρυμμένη ταυτότητα της τέχνης είναι η επιθυμία. Ακόμη κι αν γνωρίζουμε πως η επιθυμία θα μένει πάντα ανολοκλήρωτη;
Μα, ναι, καμιά επιθυμία δεν είναι ολοκληρωμένη, ούτως ή άλλως μένει πάντα ένα υπόλοιπο που θα είναι και η μαγιά για την επόμενη επιθυμία, για το επόμενο έργο τέχνης, για την επόμενη στιγμή της ζωής. Τι άλλο είναι η ζωή παρά το σύνολο των επιθυμιών και των ματαιώσεων και η εκ των υστέρων απόδοση νοήματος; Ως προς την τέχνη, αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο με την έννοια ότι το έργο τέχνης είναι έκφραση του κατάλοιπου της επιθυμίας όταν ο καθημερινός λόγος, ο θρησκευτικός, ο φιλοσοφικός ή ο επιστημονικός δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν αυτό το κατάλοιπο. Η τέχνη, τότε, είναι η διέξοδος. Να σημειώσουμε ότι είναι αυτό το ίδιο κατάλοιπο που μπορεί να εκφραστεί και ως τρέλα. Γι’ αυτό και ο Foucault έλεγε ότι η τέχνη και η τρέλα είναι ομόαιμες αδελφές. Εκκινούν από την ίδια δεξαμενή του ψυχικού συστήματος αλλά χωρίζονται καθ’ οδόν. Όχι πάντα. Είναι τότε που έχουμε τις εκπληκτικές περιπτώσεις των τρελών καλλιτεχνών και της Art brut.
Ο Φώτης Καγγελάρης είναι Διδάκτωρ Ψυχοπαθολογίας του Πανεπιστημίου του Παρισιού. Έχει γράψει βιβλία επιστημονικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, συγγράμματα πανεπιστημιακών σχολών όπως και λογοτεχνικά βιβλία. Πρόεδρος της «Εταιρείας Μελέτης Πολιτισμικής Ετερότητας» διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή τελετουργικών μασκών στον κόσμο με αντικείμενο τη σχέση της ψυχοπαθολογίας με την ανθρωπολογία. Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη ψυχανάλυση και τη φιλοσοφία της Εικόνας με έμφαση στην Φωτογραφία, όπως επίσης με τη σχέση Τέχνης και Ψυχοπαθολογίας. Έχει πραγματοποιήσει μεγάλο αριθμό διαλέξεων, εκπομπών στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση και έχει συμμετάσχει σε μεγάλο αριθμό συνεδρίων και σε συλλογικούς τόμους. Έχει επιμεληθεί εικαστικές εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, θεατρικές κριτικές, σεμινάρια σχετικά με την Φωτογραφία, την Εικόνα και την Τέχνη. |
Είναι ορθή η έννοια «ελεύθερη» τέχνη; Μπορεί να υπάρξει δημιούργημα χωρίς την ισχυρή επίδραση του κυρίαρχου -εξουσιαστικού- λόγου;
Δεν υπάρχει «ελεύθερη» τέχνη. Η τέχνη είναι πάντα ένας συμβιβασμός και μια μεταμφίεση μιας «απαράδεκτης» και άγριας επιθυμίας και μιας λογοκρισίας. Όπως ακριβώς συμβαίνει στο όνειρο. Όσο «τρελό» κι «ελεύθερο» κι αν φαίνεται ένα όνειρο είναι αποτέλεσμα σύγκρουσης και συμβιβασμού μιας επιθυμίας με τη λογοκρισία. Κι όσο κι αν φανεί παράξενο, παρ’ ότι η τέχνη μάχεται την εξουσία, είναι εκ φύσεως επαναστατική αφού πηγάζει από το πιο ανυπότακτο και «απολίτιστο» μέρος του ψυχισμού, ωστόσο, υπάρχει επειδή υπάρχει ο λόγος του κυρίαρχου σημαίνοντος, της εξουσίας, με πολλαπλές σημάνσεις. Σημασία έχει, λοιπόν, η τέχνη να μπορεί να διευρύνει την έκφραση της φύσης του ανθρώπου ακόμα και όταν εκφράζει την δαιμονική-καταστροφική του φύση και όχι μόνο την αγγελική. Η τέχνη να μην είναι «θεραπαινίδα του συστήματος». Αλήθεια, τι νόημα θα είχε η τέχνη αν δεν μας έκανε να «λοξοδρομήσουμε», να δούμε πέραν της όρασης, αν δεν μας έκανε να υποψιαστούμε ότι η επιθυμία μας δεν είναι αυτή που προτάσσει η τηλεόραση;
Σημειώνετε με επίταση πως ο 17ος αιώνας είναι καθοριστικός για το πώς αντιμετωπίζουμε ακόμη και στις μέρες μας την τέχνη. Τι ακριβώς συνέβη τότε;
Για την απάντηση σ’ αυτήν την ερώτηση, θα προτιμούσα να διαβάσει ο αναγνώστης κατ’ ευθείαν το βιβλίο. Ως εισαγωγή, θα αναφέρω ότι είναι ο αιώνας του Descartes και της περίφημης φράσης του «Σκέφτομαι, άρα υπάρχω» με την οποία ο άνθρωπος αναγνωρίζει την δυνατότητά του να υπάρχει ως νόημα που προέρχεται από τον ίδιο, μια εξαιρετική στιγμή στην ιστορία της υποκειμενικότητας. Επίσης, είναι ο αιώνας του Spinoza αφενός όσον αφορά την φύση ως μετωνυμία του Θεού, αφετέρου όσον αφορά την φύση του ανθρώπου ως επιθυμία. Αλλά είναι και ο αιώνας του Velasquez και του Rubens. Αιώνας του Leibniz, του Newton αλλά επίσης αιώνας προετοιμασίας για τον Διαφωτισμό και το επακόλουθό του, τη Γαλλική Επανάσταση. Φυσικά, δεν είναι μόνο αυτά, γι’ αυτό προτείνω στον αναγνώστη να καταφύγει στο βιβλίο.
Χωρίς τέχνη, όπως έλεγε ο Nietzsche θα πεθαίναμε από πραγματικότητα. Η τέχνη μας δίνει μια ανάσα ζωής για την επόμενη μέρα.
Οι άνθρωποι του 21ου αιώνα είμαστε περισσότερο καταναλωτές τέχνης ή αληθινοί μέτοχοί της;
Περισσότερο καταναλωτές, χαρακτηριστικό όχι μόνο του 21ου αιώνα, θα έλεγα αρχής γενομένης από τον 18ο αιώνα όταν γίνεται στο Λούβρο η πρώτη έκθεση έργου τέχνης σε δημόσιο χώρο με έργο του Delacroix και εισιτήριο. Από την άλλη μεριά, παρ’ ότι καταναλωτές, είμαστε εκ των πραγμάτων μέτοχοι αφού υποστηρίζει την ζωή μας. Χωρίς τέχνη, όπως έλεγε ο Nietzsche θα πεθαίναμε από πραγματικότητα. Η τέχνη μας δίνει μια ανάσα ζωής για την επόμενη μέρα.
Γράφετε πως δίχως το επιθυμείν τίποτα δεν κινείται. Αυτή η διαρκής αναζήτηση της επιθυμίας είναι που κάνει την τέχνη επιτακτικά ανανεωτική;
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει μια διαρκής αναζήτηση επιθυμίας. Η επιθυμία είναι παρούσα, ορίζει την ζωή και τον χρόνο του ανθρώπου. Δεν είναι ο άνθρωπος που κατέχει την επιθυμία, είναι η επιθυμία που κατέχει τον άνθρωπο. Χωρίς την επιθυμία τίποτα δεν κινείται, γιατί να σηκωθεί κανείς το πρωί από το κρεβάτι του; Η εξέλιξη της τέχνης οφείλεται στο ότι η επιθυμία αναζητά, διεκδικεί, μάχεται το άρρητο και τη λογοκρισία για όλο και περισσότερο χώρο, κυρίως για νέες μορφές οι οποίες θα μπορέσουν να εκφράσουν λίγη περισσότερη επιθυμία. Η τέχνη είναι η μορφή.
Η Ιστορία της Τέχνης είναι η ιστορία της μορφής, το περιεχόμενο (τα ερωτήματα του ανθρώπου, ο έρωτας, ο θάνατος, ο χρόνος, η σχέση με τον Άλλον, η σχέση με τον εαυτό) παραμένει μονότονα αμετακίνητο και διαχρονικά αναλλοίωτο. Το περιεχόμενο εμπεριέχεται στην μορφή. Χωρίς μορφή δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα και βέβαια, ούτε το έργο τέχνης το οποίο εξαρχής δηλώνει πρόθεση να περι-οριστεί ως μορφή μέσα στο κάδρο, μέσα στην παρτιτούρα ή μέσα στον τίτλο του.
Μπορεί να υπάρξει ένα «τέλος στην τέχνη», στη λογική του τέλους της ιστορίας του Φουκουγιάμα ή του νιτσεϊκού θανάτου του θεού;
Είναι αλήθεια ότι αρκετοί στοχαστές έχουν μιλήσει για το «τέλος της τέχνης». Ο Hegel, ο Marx, ο Heidegger, ο Lukács, ο Adorno και άλλοι. Το ερώτημα όμως είναι: Θα πάψει ο άνθρωπος να επιθυμεί; Κι αν συμβεί αυτό, θα είναι άνθρωπος; Η φύση του ανθρώπου είναι η επιθυμία, όπως είπαμε για τον Spinoza. Κι αν δεν πάψει να επιθυμεί, θα μπορεί να εκφράσει την επιθυμία του με άλλα μέσα εκτός της τέχνης; Τι θα μπορεί να εκφράσει την καρδιά του ανθρώπου όταν η φιλοσοφία, η θρησκεία, η επιστήμη θα έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά μπροστά στο άρρητο και την κατανόηση του κόσμου; Μήπως χωρίς τέχνη δεν υπάρχει ζωή; Ούτε καν το κελάηδημα των πουλιών;
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Σαν Νορμάλ» θα κυκλοφορήσει στις 12 Μαρτίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.