Συνέντευξη με τον εικαστικό καλλιτέχνη και μελετητή της αγιογραφίας Μιχαήλ Αγγελάκη με αφορμή το βιβλίο του «Εν εικόνι» (εκδ. Παπαζήση), μια σύνθετη και ιδιαίτερα πλούσια εργασία για την τέχνη της ελληνικής εκκλησιαστικής εικονογραφίας κατά τον 20ο αιώνα.
Συνέντευξη στην Ελένη Κορόβηλα
Πιάνοντας στα χέρια μας το βιβλίο-λεύκωμα «Εν εικόνι» του εικαστικού και μελετητή Μιχαήλ Αγγελάκη αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα έργο ζωής, που συμπυκνώνει μια πορεία πολλών δεκαετιών στον χώρο της τέχνης, γενικότερα, και της εκκλησιαστικής εικονογραφίας, ειδικότερα.
Με το έργο σας «Εν εικόνι» παραδίδεται μια σύνθετη εργασία για την τέχνη των εικόνων κατά τον 20ο αιώνα. Μια καταγραφή από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, ένα λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών που εντάσσονται στην εκκλησιαστική εικονογραφία, ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για το Άγιο Όρος, μια σύντομη εκκλησιαστική ιστορία του περασμένου αιώνα και ένα πολύ πλούσιο φωτογραφικό παράρτημα 500 φωτογραφιών. Ένα έργο ζωής. Η τέχνη των εικόνων είναι ένα πεδίο που δεν έχει μελετηθεί επαρκώς;
Κυρία Κορόβηλα, ευχαριστώ πολύ που μου δίδετε την ευκαιρία, μέσα από τις έγκριτες ιστοσελίδες σας, να μιλήσω για το ταπεινό μου πόνημα Εν εικόνι (εκδ. Παπαζήση). Πραγματικά είναι ένα έργο που χρειάστηκαν πολλά χρόνια έρευνας για να φτάσει να εκδοθεί. Πιστεύω πάντως πως μια έρευνα σαν κι αυτή δεν τελειώνει ποτέ. Ιδιαίτερα η σύγχρονη τέχνη των εικόνων ή η εκκλησιαστική εικαστική δημιουργία, έχει αγνοηθεί ή υποτιμηθεί από τους παράγοντες της τέχνης, ιστορικούς, κριτικούς και καλλιτέχνες ακόμη. Και ένας από τους λόγους της συγγραφής αυτού του βιβλίου είναι ακριβώς το ότι έχομε μια λίαν αξιόλογη παραδοσιακή καλλιτεχνική δημιουργία η οποία μέσα στους αιώνες υπάρχει, πορεύεται είναι ζωντανή και εξελίσσεται, εν τούτοις πέρα από τον χώρο της εκκλησίας είναι σαν να μην υπάρχει.
Κατά την Αγία γραφή ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού. Να είναι εικόνα και όμοιος Του Θεού. Κατά τους αγίους πατέρες της εκκλησίας, η εκκλησία είναι εικόνα.
Η εκκλησία είναι εικόνα, λέτε στην εισαγωγή του πονήματός σας. Πώς το εννοείτε;
Κατά την Αγία γραφή ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού. Να είναι εικόνα και όμοιος Του Θεού. Κατά τους αγίους πατέρες της εκκλησίας, η εκκλησία είναι εικόνα. Εικονίζει την εν θριάμβω εκκλησία του Χριστού, την Άνω Ιερουσαλήμ. Ο ορθόδοξος ναός περιέχει και είναι εικόνα του σύμπαντος ανακαινισμένου κόσμου εν Χριστώ. Ένα κέλυφος που περιέχει, εικονίζει όλο τον κόσμο του Θεού. Τον ορατό και τον αόρατο. Τον επίγειο και τον επουράνιο.
Είναι ο υπαρκτός και υπερβατικός καινός κόσμος της Αποκάλυψης, της «Άνω Ιερουσαλήμ», όπου ο άνθρωπος της εκκλησίας μετέχει και κοινωνεί τον Θεό. Γιατί ναός είναι και ο ίδιος ο πιστός με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Έτσι μπορεί με την σειρά του να πάρει και να μορφοποιήσει την ύλη και να την κάνει εκφραστικό μέσον υψηλών εσωτερικών εκφραστικών αναγκών. Και ακόμα, η ίδια η ύλη να αποκτήσει αγιαστική ικανότητα. Γι' αυτό οι εικόνες έχουν τόσο μεγάλη αξία στην ορθόδοξη εκκλησία.
Για τον αναγνώστη που έχει μια ασαφή ιδέα για την εκκλησιαστική τέχνη και την ιστορία της, τι θα έπρεπε να συγκρατεί από τη μακρά περίοδο της Εικονομαχίας; Ποια ήταν η βαθύτερη σημασία της;
Στη εικονομαχία, στα πλαίσια του χριστιανικού κόσμου του 8ου αιώνα, επί Λέοντος Γ΄ Ισαύρου αλλά και διαδόχων του, ήλθαν αντιμέτωπες δύο τάσεις η καλύτερα θα λέγαμε, δύο φιλοσοφίες. Στην ουσία ήταν ένας ανταγωνισμός ανάμεσα στο ελληνικό και το ασιατικό πνεύμα. Μια σκληρή διαμάχη όπου η Ανατολή προσπάθησε να επιβάλει τη δική της αντίληψη στον χριστιανικό κόσμο. Στο τέλος όμως η ελληνορωμαϊκή παράδοση υπερίσχυσε. Έτσι το Ορθόδοξο πνεύμα που θέλει την απεικόνιση του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, αντιτάχθηκε στον Ιουδαϊσμό και στον Ισλαμισμό.
Ο Κόντογλου, σαν πιστός χριστιανός και εκ Μικρά Ασίας καταγόμενος, είδε την τεράστια πνευματική και αισθητική αξία της παραδοσιακής τέχνης της εκκλησίας.
Λέτε ότι στον 20ο αιώνα γίνεται επιστροφή στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή παράδοση; Από τι ανάγκες υπαγορεύτηκε αυτή η επιστροφή και γιατί είναι σημαντική;
Κατά τον 19ο αιώνα αλλά και ένα μέρος του 20ου, ως γνωστόν, στη εκκλησιαστική ζωγραφική επικρατούσε η δυτικότροπη αντίληψη. Ήταν φυσικό μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους πολλοί καλλιτέχνες που σπούδαζαν στο εξωτερικό να φέρουν στη χώρα μας τα ρεύματα που επικρατούσαν στην Ευρώπη. Ακαδημαϊκός ρεαλισμός, σχολή του Μονάχου, Ναζαρινή σχολή κλπ. Το εικαστικό μήνυμα ήταν πιο εντυπωσιακό, πιο καταληπτό και σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής. Αυτή η αντίληψη επικρατούσε στην εκκλησία, αλλά και στο Άγιον Όρος όπου οι αγιογραφικοί οίκοι δεχόταν παραγγελίες από όλα τα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Η κατάσταση άλλαξε μετά το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον στην ευρωπαϊκή τέχνη έπαψαν πια τα ρεύματα της σχολή του Μονάχου, του ακαδημαϊκού ρεαλισμού να κυριαρχούν. Αντικαταστάθηκαν με άλλες τάσεις όπως η μοντέρνα τέχνη και τα κινήματά της. Το ίδιο άρχισε να γίνεται και στην Ελλάδα με τον Παρθένη και τη γενιά του 30 και τον Κόντογλου, που σαν πιστός χριστιανός και εκ Μικρά Ασίας καταγόμενος, είδε την τεράστια πνευματική και αισθητική αξία της παραδοσιακής τέχνης της εκκλησίας. Μαζί με αυτόν και άλλοι καλλιτέχνες, όπως ο Παπαλουκάς, ο Εγγονόπουλος, ο Τσαρούχης, έδωσαν ξανά στην εκκλησία την τέχνη που ταιριάζει απόλυτα με το δόγμα της.
Ο Μιχαήλ Αγγελάκης γεννήθηκε το 1941 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε με υποτροφία στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγραφική, με δάσκαλο στο προκαταρτικό τον Γιώργο Μαυροειδή και στη συνέχεια στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη. Φοίτησε επίσης στο Εργαστήριο Τεχνικής της Νωπογραφίας και των Φορητών Εικόνων, με δασκάλους τον Κώστα Γεωργακόπουλο και τον Κωνσταντίνο Ξυνόπουλο. Τέλος, μαθήτευσε στο Ελεύθερο Σπουδαστήριο του Πάνου Σαραφιανού. Ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, τη χαρακτική και την αγιογραφία. Η καλλιτεχνική του εργασία, ζωγραφική και χαρακτική, έχει παρουσιαστεί σε 15 ατομικές και σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει φιλοτεχνήσει πλήθος φορητών εικόνων και έχει εικονογραφήσει διάφορους ιερούς ναούς. Επί σειρά ετών διδάσκει αγιογραφία στο Εργαστήριο Καλών Τεχνών Γλυφάδας, στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Γλυφάδας κ.ά. Έργα του βρίσκονται σε διάφορες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. |
Για την απεικόνιση του Ιησού, περιγράψτε μας πώς ξεκινά και πώς καταλήγουν οι εικονογράφοι στη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα;
Στις πιο παλαιές εικόνες ο Χριστός εικονίζεται αγένειος ως Καλός Ποιμένας. Αργότερα επικράτησε να έχει γένια και να έχει την επιβλητική μορφή που γνωρίζουμε. Όμως ακόμα και σήμερα ο Χριστός εικονίζεται νέος και αγένειος ως Εμμανουήλ.
Η συνεισφορά των αυτοδίδακτων καλλιτεχνών στη αγιογραφία από την αρχαία εποχή και μέχρι σήμερα ακόμα είναι πολύ αξιόλογη.
Ποια είναι η θέση των αχειροποίητων εικόνων στην αγιογραφία; Και, ποιος ο ρόλος και η συνεισφορά των αυτοδίδακτων αγιογράφων;
Μέχρι τον 16ο αιώνα νομίζω ότι δεν συναντούμε υπογραφές στις εικόνες, μετά ήλθε το «δια χειρός». Πίστευαν οι αγιογράφοι ότι τις εικόνες δεν τις φιλοτεχνούσαν οι ίδιοι, αλλά κατεύθυνε το χέρι τους η Θεία Χάρις. Ορισμένες εικόνες που ήταν θαυματουργές και τις ευλαβούντο πολύ, οι πιστοί πίστευαν ότι δεν τις έκανε ανθρώπινο χέρι, αλλά η Θεία χάρις. Η συνεισφορά των αυτοδίδακτων καλλιτεχνών στη αγιογραφία από την αρχαία εποχή και μέχρι σήμερα ακόμα είναι πολύ αξιόλογη.
Πόσο ζωντανή είναι σήμερα η εκκλησιαστική τέχνη; Πόσο ανανεώνεται και από πού αντλεί την έμπνευσή της;
Έγραψα αυτό το βιβλίο ακριβώς για να δείξω ότι η τέχνη της εκκλησίας είναι πολύ ζωντανή και σήμερα και δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από την «κοσμική» εικαστική δημιουργία. Είναι η μοναδική ζωγραφική σήμερα που δίδει στον καλλιτέχνη την δυνατότητα να επιτελεί έργα μνημειακών διαστάσεων. Επίσης συμβάλει, πολύ περισσότερο από την «κοσμική» ζωγραφική, στην επαγγελματική εξέλιξη του καλλιτέχνη. Παρατηρώντας δε την ιστορική της πορεία, διαπιστώνουμε ότι εξελίσσεται και ανανεώνεται.
Υπάρχουν σύγχρονα εκκλησιαστικά κείμενα που καθοδηγούν το χέρι του σύγχρονου αγιογράφου ή του εικαστικού καλλιτέχνη, εν γένει; Αν ναι, ποια είναι αυτά;
Δανείζομαι από την βιβλιογραφία του βιβλίου. Σε ότι αφορά τις τεχνικές της αγιογραφίας, τα κυριότερα σύγχρονα βιβλία είναι:
- Κόντογλου Φώτιος, Ἔκφρασις τῆς Ὀρθοδόξου εἰκονογραφίας. Ἐκδ. «Ἀστὴρ» Ἀλ. & Ἐ. Παπαδημητρίου
- Βρανός Χαρίλαος Ιωάννης, Ἡ Τεχνικὴ τῆς Ἁγιογραφίας,
- Βρανός Χαρίλαος Ιωάννης, Ἡ Τεχνικὴ τῆς Ἁγιογραφίας, Τόμος Β΄, Θεσσαλονίκη 2001.
- Καλλίνικος Μοναχός Σταυροβουλιώτης, Ἡ τεχνικὴ τῆς Ἁγιογραφίας, μὲ παράρτημα τοιχογραφιῶν τοῦ Πανσέληνου ἀπὸ τὸ Πρωτάτο τοῦ Ἅγίου Ὄρους. Λευκωσία, Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Κύπρου, 1996.
- Μαρίνης Σπυρίδων, Γνωρίζεις τὴν εἰκόνα; Ἀθήνα 1993
- Μπακόλας Χρήστος, Ὑλικὰ στὴν τέχνη τῆς Ἁγιογραφίας. Ἐκδ. ΑΜΗΤΟΣ, Σέρρες
- Μπετεινάκης Μανώλης, Νωπογραφία καὶ Βυζαντινὴ Ἁγιογραφία. Ἱ Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, Ἐκδόσεις Σταμούλη.
- Μύστακας Ελευθέριος, Ὁδηγὸς Ἁγιογραφίας, Θεωρία καὶ Τεχνικὴ τῆς Φορητῆς Εἰκόνας, Ἐκδόσεις Ντουντούμη.
- Ξενόπουλος Κων/νος, Κόπος καὶ Σπουδή, Κατερίνη 2002.
- Ξενόπουλος Κων/νος,, Ἡ Ἀξιοπρέπεια ἐνὸς Πινέλου, Κατερίνη 2000
- Κορδής Γεώργιος, Εἰκόνα - Εἰκόνισμα – Εἰκονογραφία, Ἐκδ. Ἁρμὸς
Σε ότι αφορά την θεολογία της εικόνας υπάρχει πιο πλούσια βιβλιογραφία. Αναφέρω μόνο λίγα. Περισσότερα υπάρχουν στη βιβλιογραφία που παραθέτω στο τέλος του βιβλίου.
- Shepard Philip-A.M. Allchin κλπ, Περὶ ὕλης καὶ τέχνης. Ἐκδόσεις «Ἀθηνᾶ», Ἀθήνα 1971
- Καλοκύρης Δ. Κωνσταντίνος, «Ἡ ζωγραφικὴ τῆς Ὀρθοδοξίας» Θεσσαλονίκη 1972
- Καλοκύρης Δ. Κωνσταντίνος, Ὀρθοδοξία και εἰκαστιοκαὶ τέχναι
- Ουσπένσκυ Λεωνίδας, Ἡ Θεολογία τῆς εἰκόνας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐκδ. Ἁρμὸς
- Ουσπένσκυ Λεωνίδας, Ἡ Εἰκόνα: Λίγα λόγια γιὰ τὴ δογματοκὴ ἔννοια της. Ἐκδ. «Ἀστὴρ» Ἀλ. & Ἐ. Παπαδημητρίου
- Σιώτος Μάρκος, (Ὁμότιμος καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀκαδγμαϊκός), Ἱστορία καὶ Θεολογία τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων. Ἐκδόσεις Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 1994
- Φλωρένσκυ Παύλος, Ἡ Ἀντίστροφη Προοπτικὴ τὸ Εἰκονοστάσι, Ἴνδικτος 2002
Το κεφάλαιο Φώτης Κόντογλου. Αναφέρετε ότι το έργο του παραμένει «παρακαταθήκη στην εθνική μας συνέχεια». Δώστε μας ορισμένα παραδείγματα.
Ο Φώτης Κόντογλου με το έργο του τόσο το συγγραφικό όσο και το εικαστικό προσπάθησε να αναδείξει την πολιτιστική ποιότητα που βγαίνει από τα κατάβαθα της ψυχής του λαού μας. Μια ποιότητα που συνεχίζεται αιώνες τώρα. Παραδείγματα: η δημοτική μας μουσική και ο χορός, το τραγούδι και οι χοροί, η δημοτική ποίηση, η λαϊκή τέχνη του Θεόφιλου, η συνέχεια της μεταβυζαντινής τέχνης, τα λαϊκά αφηγήματα κλπ.
Σέβομαι απόλυτα τη σύγχρονη διανόηση και είμαι πολύ μικρός να αναμετρηθώ μαζί της.
Προ 20ετίας, είχατε την καλλιτεχνική επιμέλεια της έκθεσης «Ο Φώτης Κόντογλου και οι μαθητές του». Γράφατε τότε ότι ο Φ. Κ. «υπήρξε ένας νέος “Κολυβάς” που θέλησε να επαναφέρει την ποιότητα του γάργαρου και καθάριου νερού από την ευλογημένη ζώσα πηγή της Ορθοδοξίας» και «...να αγωνιστεί σε καιρούς δύσκολους για να πείσει τη δυτικοφαντασμένη και ξιπασμένη διανόησή μας». Η διανόηση που δεν εμπνέεται από την Ορθοδοξία, είναι για εσάς, εξ ορισμού, σε λάθος δρόμο;
Προς θεού όχι! Σέβομαι απόλυτα τη σύγχρονη διανόηση και είμαι πολύ μικρός να αναμετρηθώ μαζί της. Όμως το θέμα είναι ότι εκείνη, πολλές φορές δεν θέλει να δει αξίες πνευματικές που πηγάζουν όχι μόνο από την εκκλησία αλλά γενικά από τον ελληνικό λαό. Παραδείγματα: Η βυζαντινή και μεταβυζαντινή εκκλησιαστική τέχνη, ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, το λαϊκό-ρεμπέτικο τραγούδι που επί χρόνια απαγορευόταν να μεταδίδεται από το ραδιόφωνο και τόσα άλλα.
Ανάμεσα στα 700 ονόματα εικαστικών καλλιτεχνών που έχετε εντάξει στο «Λεξικό» σας, περίπου 145 είναι γυναίκες (εικαστικοί, αυτοδίδακτες, μοναχές, κ.ά). Υπάρχει γυναικεία ματιά στην εκκλησιαστική τέχνη;
Υπάρχει και μάλιστα πολύ σημαντική. Τα τελευταία 30 χρόνια έχουν αναδειχθεί πολλές και αξιόλογες γυναίκες αγιογράφοι. Αν το βιβλίο μου αναφερόταν σ’ αυτή την περίοδο, σίγουρα οι γυναίκες, σε αναλογία, θα ήταν πολύ περισσότερες.
Δεν είμαι ούτε θεολόγος, ούτε εκκλησιαστικός παράγων. Όμως σας απλός χριστιανός νομίζω ότι μέσα στους αιώνες που τελούνται με αυτό τον τρόπο οι ιερές ακολουθίες ουδόλως μείωσαν την πίστη του λαού.
Στο τέλος του πονήματός σας, σας απασχολούν μεγάλα εκκλησιαστικά γεγονότα του 20ου αιώνα. Γιατί θεωρήσατε ότι ένα τέτοιο κεφάλαιο είχε θέση στο πόνημά σας για την εκκλησιαστική τέχνη;
Κάθε μορφή τέχνης επηρεάζεται σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό από τις ιστορικές συγκυρίες. Θεώρησα λοιπόν σκόπιμο, μιας και το βιβλίο αναφέρεται στην παραδοσιακή τέχνη του 20ου αιώνα, να παραθέσω και τα πιο σημαντικά εκκλησιαστικά γεγονότα του 20ου αιώνα, για να έχει ο αναγνώστης μια πιο σφαιρική «εικόνα» του θέματος.
Ξεκινάτε λοιπόν, με τα «Ευαγγελιακά» όταν έγινε απόπειρα να μεταγραφεί η Αγία Γραφή στη δημοτική. Σχεδόν 125 χρόνια μετά, η Αγία Γραφή έχει μεταφραστεί με εγκυρότητα στη δημοτική αλλά δεν προορίζεται για λειτουργική χρήση. Μήπως αυτό είναι περιοριστικό για την πρόσληψη των ιερών κειμένων της Ορθόδοξης Εκκλησίας;
Δεν είμαι ούτε θεολόγος ούτε εκκλησιαστικός παράγων. Όμως σας απλός χριστιανός νομίζω ότι μέσα στους αιώνες που τελούνται με αυτό τον τρόπο οι ιερές ακολουθίες ουδόλως μείωσαν την πίστη του λαού, παρόλο που στο παρελθόν ήξερε πολύ λιγότερα γράμματα. Καλώς μεταφράστηκε η Αγία Γραφή στη δημοτική. Είναι πολύ χρήσιμη για όποιον θέλει να τη μελετήσει.
Κλείνοντας, θα ήθελα να σας ρωτήσω μέσα από την προσωπική σας διαδρομή ως εικαστικός καλλιτέχνης, ως αγιογράφος, τι έχετε να πείτε στον νέο ή τη νέα αγιογράφο που για πρώτη φορά θα βρεθεί σε έναν Ιερό Ναό για να αγιογραφήσει ή θα καταπιαστεί με την τέχνη της εικόνας;
Θα του έλεγα ότι φέρει στους ώμους του μια πνευματική και αισθητική κληρονομιά χιλιάδων ετών. Ότι πρέπει κατ’ αρχήν να πιστεύει στα δόγματα και τις αρχές της Ορθοδόξου εκκλησίας, διότι με το έργο του αυτά καλείται να εκφράσει.
* Η ΕΛΕΝΗ ΚΟΡΟΒΗΛΑ είναι δημοσιογράφος.