Πέντε λεπτά με έναν συγγραφέα. Σήμερα, ο Αντώνης Κοντάκης, με αφορμή το μυθιστόρημά του «Οι πόρνες αναπνέουν ξημερώματα» (εκδ. Νίκας).
Επιμέλεια: Book Press
Ανάμεσα στην αυτοβιογραφία και την επινόηση, πού γέρνει η πλάστιγγα;
Νομίζω πως ο συνδυασμός των δύο είναι αυτός που θα δώσει το αρτιότερο αποτέλεσμα. Το ένα θα προσφέρει περισσότερη πειστικότητα και το άλλο θα εξελίξει πιο εύκολα την ιστορία. Αυτό που για μένα έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι να μεταφέρω αλήθειες και καταστάσεις του παρόντος. Θεωρώ πως ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να αλλάζει τις συνθήκες μόνο όταν τον αφορούν και όταν τις αντικρίζει στην καθημερινότητά του. Αυτό το ερέθισμα για αλλαγή είναι που με ενδιαφέρει.
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε το μυθιστόρημά σας «Οι πόρνες αναπνέουν ξημερώματα»; Θυμάστε το αρχικό ερέθισμα;
Όλα ξεκίνησαν όταν η φίλη και συγγραφέας Στεύη Τσούτση, κατά τη διάρκεια μαθημάτων δημιουργικής γραφής, έβαλε στην ομάδα μια εργασία με τίτλο «Η τίγρις δαγκώνει». Προσπαθούσα να σκαρώσω μια ιστορία, ενώ την ίδια περίοδο εντελώς τυχαία παρακολούθησα το ντοκιμαντέρ Exotica, Erotica, Etc. Η έμπνευση ήρθε στη στιγμή με τη σύνδεση των δύο ξεχωριστών γεγονότων. Όταν ολοκλήρωσα τo διήγημα το διάβασα σε μια φίλη μου. Ανάμεσα στους λυγμούς της μου μετέφερε τον ενθουσιασμό της. Σκέφτηκα ότι ίσως η συγκεκριμένη ιστορία δε θα έπρεπε να χαθεί. Και αν χρειαζόταν να χρησιμοποιηθεί σε μια σειρά διηγημάτων, γιατί αυτά να μην είχαν ως κεντρικό θεματικό άξονα τις πόρνες; Οι «πόρνες» επομένως ξεκίνησαν να γράφονται σαν μια συλλογή διηγημάτων και ο χαρακτήρας του Μανώλη είναι αυτός που τροποποίησε και τη μορφή και το ύφος.
Η θεματολογία μου δεν είναι προκλητική με αυτοσκοπό την πρόκληση.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου αναρωτιέστε «ποια ηθική είναι τόσο άμεμπτη ώστε να κρίνει τις αμαρτίες αυτών των γυναικών;», αναφερόμενος στις πόρνες. Φοβηθήκατε ότι μπορεί να καταπιάνεστε με ένα θέμα ταμπού για μια συντηρητική μερίδα της κοινωνίας;
Αν μπω σε μια λογική να ελέγξω τη σκέψη μου προκειμένου να την κάνω περισσότερο αρεστή, τότε ουσιαστικά θα έχω απεμπολήσει τους λόγους για τους οποίους γράφω. Και το «Περί Μοναξιάς» και το «Οι πόρνες αναπνέουν ξημερώματα» περιγράφουν αλήθειες. Σκληρές πολλές φορές και δυσφορικές, μα αλήθειες. Αναγνωρίζω πως με αυτήν τη λογική ένα μέρος του αναγνωστικού κοινού θα προσπεράσει τα βιβλία μου και θα προτιμήσει κάτι περισσότερο ευκολοχώνευτο. Το να αποφεύγουμε την πραγματικότητα είναι ένας βασικός μηχανισμός άμυνας για τον άνθρωπο. Σχεδόν ποτέ όμως δεν είναι αποτελεσματικός. Για μένα, λοιπόν, έχει μεγάλη αξία να μπορέσει ο καθένας μας να τοποθετήσει τον εαυτό του με ειλικρίνεια σε μια θεωρητική κλίμακα ηθικής και τότε να προσδιορίσει αν πραγματικά μια ιερόδουλη είναι πιο ανήθικη.
Η θεματολογία μου δεν είναι προκλητική με αυτοσκοπό την πρόκληση. Αυτό θα γίνει ακόμη πιο αντιληπτό στα επόμενα συγγραφικά σχέδιά μου. Η θεματολογία είναι προκλητική για να υπενθυμίσει στους πάντες πόσο ρευστή είναι η κοινωνική ιεραρχία, μα κυρίως για να επιδείξει τη σπουδαιότητα της δημιουργίας ενός περισσότερο ανθρώπινου κόσμου. Κάθε σελίδα ενός βιβλίου θα μπορούσε να αποτελεί ένα μικρό σκαλοπάτι προς την επίτευξη αυτού του στόχου.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στην πόλη της Θεσσαλονίκης – εκεί που γεννηθήκατε, μεγαλώσατε και ζείτε. Γιατί επιλέξατε τη Θεσσαλονίκη; Εξυπηρετεί κάτι στην πλοκή που δεν θα μπορούσε να συμβεί σε άλλη πόλη ή ήταν μια επιλογή με την οποία νιώθετε πιο οικεία;
Οι ιστορίες που περιγράφονται στο βιβλίο συμβαίνουν κάθε στιγμή, εδώ και εκατοντάδες χρόνια, σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη υπάρχει ο αγοραίος έρωτας. Επομένως η Θεσσαλονίκη επιλέχτηκε κυρίως λόγο εντοπιότητας, χωρίς να προσφέρει κάτι ιδιαίτερα περισσότερο ή λιγότερο από τη Φορταλέζα στη Βραζιλία, τη Λισαβόνα ή την Κουάλα Λουμπούρ στη Μαλαισία. Όπως όμως ανάφερα και παραπάνω, ο άνθρωπος αποστασιοποιείται ευκολότερα από κάτι που δεν τον αγγίζει. Εγώ όμως επιζητώ έναν αναγνώστη ενεργό, ο οποίος μέσα από τις ιστορίες μου θα αναγνωρίζει κομμάτια της δικής του καθημερινότητας. Μόνο τότε θα επιλέξει –είναι ευχής έργο αν το κάνει– να την αλλάξει.
Κάποιοι λένε «ένα μεγάλο μυθιστόρημα, χρειάζεται ένα μεγάλο θέμα». Τι πιστεύετε; Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα στο μυθιστόρημά σας;
Οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας και επηρεάζει την πορεία της κοινωνίας είναι μεγάλο θέμα. Το ζήτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο θα μπορέσουμε να το διαπραγματευτούμε μέσα από τα κείμενά μας. Αν θα επιλέξουμε να το παρουσιάσουμε επιφανειακά, ανώδυνα, συμβολικά ή ρεαλιστικά, ανάλογα με τον στόχο που υπηρετεί για τον καθένα η συγγραφή ενός βιβλίου. Μιλώντας για το «Οι πόρνες αναπνέουν ξημερώματα» νομίζω πως σαφέστατα το βαθύτερο μήνυμα το οποίο με απασχολεί είναι η ελευθερία, η οποία είναι προσωποποιημένη στον χαρακτήρα του Μανώλη. Εκείνος είναι που, σαν από μηχανής Θεός, παρουσιάζεται σε κάθε φαινόμενο καταπίεσης, φασισμού, διακρίσεων, εκμετάλλευσης, βίας αλλά και ψυχικής εξουθένωσης και προσπαθεί να μεταλαμπαδεύσει τους όρους μιας πιο ανθρώπινης και ελεύθερης κοινωνίας.