Με αφορμή το νέο ιστορικό μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου «Καλντερίμι» (εκδ. Ψυχογιός) συζητήσαμε μαζί του για την αναπαράσταση στη λογοτεχνία, τη μνήμη, τη μικρή ιστορία της καθημερινής ζωής καθώς και για τα πάθη των ανθρώπων που μένουν απαράλλαχτα «στο διάβα των αιώνων».
Συνέντευξη στον Κώστα Αγοραστό
Το νέο σας μυθιστόρημα «Καλντερίμι» έχει για φόντο του τη Θεσσαλονίκη από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου. Ποια είναι η κεντρική του ιστορία και ποιο το έναυσμα για να ξεκινήσετε να τη γράφετε;
Τρεις γενιές, παππούς, γιος και εγγονός, πορεύονται από το 1867 μέχρι το 1919 (αν και οι μνήμες συμπληρώνουν κύκλο 99 χρόνων) εν μέσω μεγάλων αλλαγών στην πόλη της Θεσσαλονίκης και συνταρακτικών γεγονότων που τους παρασέρνουν στη δίνη τους, ενώ παράλληλα καθορίζουν τη μοίρα τους οι ακοίμητοι σπόροι που φυτεύονται μέσα τους και συνέχουν, χωρίς αυτό να κραυγάζει, ολόκληρο το μυθιστόρημα. Ακοίμητοι σπόροι όπως η εμμονή στο κυνήγι της ευτυχίας, η εκδικητικότητα, ο πατριωτισμός, ο εγκλωβισμός στα αυστηρά ήθη της εποχής, πάμπολλοι φόβοι, ο ξέφρενος χορός του έρωτα και πολλοί ακόμη.
Το έναυσμα για τη συγγραφή του βιβλίου μού το έδωσε η ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλονίκης αυτά τα χρόνια, δηλαδή το πολυφυλετικό της περιβάλλον, η ακραία φτώχεια της πλειονότητας των κατοίκων της και η αντίθεση με τον μέγα πλούτο των ολίγων...
Το έναυσμα για τη συγγραφή του βιβλίου μού το έδωσε η ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλονίκης αυτά τα χρόνια, δηλαδή το πολυφυλετικό της περιβάλλον, η ακραία φτώχεια της πλειονότητας των κατοίκων της και η αντίθεση με τον μέγα πλούτο των ολίγων κι εν γένει η καθημερινή ζωή και το πώς αυτή ζυμωνόταν με τα ιστορικά γεγονότα. Όλα μου έδιναν την ευκαιρία να ξεδιπλώσω τα θέματα που πραγματεύεται το μυθιστόρημα: Αν και κάτω από ποιες συνθήκες η φτώχεια μπορεί να οδηγήσει σε έκνομες ενέργειες, πώς καθορίζουν το καλντερίμι της ζωής μας οι τόσοι ακοίμητοι σπόροι που φωλιάζουν εντός μας, πόσο επηρεάζουν και διαμορφώνουν οι πατροπαράδοτες διδαχές τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας… Επίσης να μιλήσω για τον πατριωτισμό, τη συνύπαρξη πολλών φυλών, την ανάγκη να ανήκει ο άνθρωπος σε μια ομάδα και τόσα άλλα.
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο κέντρο πολλών ιστορικών μυθιστορημάτων. Με ποιους τρόπους την αναδεικνύετε εσείς στο βιβλίο σας;
Αναπλάθοντας με πιστότητα την καθημερινή ζωή των χρόνων που διαδραματίζεται η μυθοπλασία και παρακολουθώντας τη μεταμόρφωσή της βήμα το βήμα επί μισό αιώνα. Συνάμα και κυρίως μέσα από την κοινωνική Ιστορία που έγραψαν οι απλοί άνθρωποι, αυτή που μας δένει με έναν τόπο και μας κάνει να τον αγαπάμε περισσότερο.
Το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος που αγαπάτε και υπηρετείτε εδώ και πολλά χρόνια. Από το Βυζάντιο στα Ιωάννινα των αρχών του 20ου αιώνα και από τον Πόντο στον ελλαδικό χώρο και στην επανάσταση του 1821, μεταξύ άλλων. Πώς επιλέγετε το θέμα σας;
Κάτι, όχι απαραιτήτως πάντα ανιχνεύσιμο, ανάβει μια μικρή φλόγα και στη συνέχεια αυτή μετατρέπεται, με επίπονη μελέτη, σε πυρκαγιά. Συνήθως ξεκινώ από όσα με προβληματίζουν και θέλω να τα διαπραγματευτώ σε ένα μυθιστόρημα κι έπειτα αναζητώ τον χρόνο και τον τόπο που θα μου προσφέρει τη δυνατότητα να εισχωρήσω στο βάθος τους. Βεβαίως κατά τη γραφή αναμένω ότι θα γεννηθούν πολύ περισσότερα ζητήματα, όπως και συμβαίνει.
Μένοντας το πνεύμα της προηγούμενης ερώτησης, αναρωτιέμαι μήπως κάποιες φορές η έλλειψη στοιχείων και πραγματολογικών λεπτομερειών για εποχές περασμένες, λειτουργεί για εσάς δημιουργικά απελευθερώνοντας τη φαντασία σας. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Επιδιώκω την ανάπλαση μιας εποχής με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια. Για να δώσω στον αναγνώστη τη δυνατότητα να κρίνει τις ενέργειες των μυθοπλαστικών ηρώων, καθώς και τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα, με γνώμονα τα πραγματικά δεδομένα μιας εποχής κι όχι μιας επινοημένης και κατά συνέπεια με ιστορικά ατοπήματα. Θέλω να πω ότι αποφεύγω να ασχοληθώ με μια εποχή για την οποία αδυνατώ να αντλήσω τις πληροφορίες.
Επιδιώκω την ανάπλαση μιας εποχής με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια. Για να δώσω στον αναγνώστη τη δυνατότητα να κρίνει τις ενέργειες των μυθοπλαστικών ηρώων, καθώς και τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα, με γνώμονα τα πραγματικά δεδομένα μιας εποχής...
Όταν ήθελα να λειτουργήσει η φαντασία μου χωρίς ιστορικές δεσμεύσεις, έγραψα το Σάος – Παντομίμα φαντασμάτων. Αν και εκεί και παντού εισχωρεί η Ιστορία, αφού ό,τι κτίζεται μέσα μας πατάει στο χτες με χίλιους τρόπους· από τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές, έως τον τρόπο σκέψης μας. Εμπεριέχεται ακόμη και σε μεμονωμένες λέξεις και φράσεις, καθώς κουβαλούν ιδιαίτερο κατά περίπτωση ιστορικό ή θρησκευτικό φορτίο.
Το ιστορικό μυθιστόρημα δεν είναι ένα είδος που ευνοεί την άμεση αποτύπωση προσωπικών σας εμπειριών. Μια εγκεφαλική και «αποστειρωμένη» ιστορική κατασκευή δεν θα μπορούσε να αγαπηθεί, όσο τα βιβλία σας. Πού βρίσκεται το προσωπικό σας βίωμα στις ιστορίες του κάθε σας βιβλίου;
Τα της ψυχής ελάχιστα έως καθόλου δεν έχουν αλλάξει στο διάβα των αιώνων. Ως εκ τούτου το προσωπικό βίωμα χωρά σε κάθε εποχή, τηρουμένων πάντα των αναλογιών. Στο Καλντερίμι ο ήρωάς μου ο Παράσχος αρχίζει να νιώθει πιο έντονα τη φτώχεια του όταν συγκρίνει τη ζωή του με εκείνη δύο πλούσιων συμμαθητών του στο Γυμνάσιο της εποχής. Βίωσα το ίδιο όταν δεκατριών ετών έφυγα από το χωριό μου και πήγα στο Γυμνάσιο στην Άρτα. Τότε που μπήκε η σύγκριση στη ζωή μου, τι έχει ο άλλος και δεν το έχω εγώ. Κι αυτό γιατί στο μικρό χωριό μου όλοι ζούσαμε κάτω από παρόμοιες οικονομικές συνθήκες, φτώχεια, την οποία δεν αντιλαμβανόμασταν.
Λέει και ο παππούς Αντίπας στο Καλντερίμι: «Κουβαλώ στην πλάτη μου ενενήντα εννιά χρόνια. Έτυχε να ιδώ τα ιστιοφόρα και τα ατμόπλοια, το λυχνάρι και το ηλεκτρικό, τα κάρα, τις άμαξες, το τραμ και τ’ αυτοκίνητα, τον φορτωμένο γάιδαρο και τ’ αεροπλάνο. Ποιος ξεύρει πού ακόμα θα φτάσει ο άνθρωπος. Όμως, έτσι συλλογίζομαι, όπου κι αν φτάσει, μερικά πράματα δε θ’ αλλάξουν ποτέ. Αίμα θα κυλάει στις φλέβες του, θα πονάει, θα χαίρεται, θα παθιάζεται για το θηλυκό ή το αρσενικό…». Πέραν αυτών θα πρέπει να αναλύσουμε και τι σημαίνει βίωμα. Σε βίωμα μετατρέπονται και τα αναγνώσματά μας, όπως και οι μαρτυρίες τρίτων. Διηθούνται μέσα μας και αποτυπώνονται στη γραφή, χωρίς να είναι πάντοτε ευδιάκριτη η προέλευσή τους.
Εμβαθύνοντας κάθε φορά σε μια ιστορική περίοδο πιστεύετε ότι μπορούμε να διδαχτούμε από το παρελθόν μας ή ό,τι κι αν κάνουμε η ιστορία θα επαναλαμβάνεται σαν τραγωδία και σαν φάρσα;
Μπορεί κάποια γεγονότα να φαίνεται ότι επαναλαμβάνονται, όμως αυτό συμβαίνει κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Όπως είναι λάθος να κρίνουμε παλιότερες εποχές με βάση όσα ισχύουν σήμερα, ομοίως είναι λάθος να πιστεύουμε στην πανομοιότυπη επανάληψη των ιστορικών γεγονότων. Ωστόσο μπορούμε να διδαχτούμε από το παρελθόν. Αρκεί να το αναλύσουμε σωστά και να αναζητήσουμε τα ανθρώπινα πάθη ή και τις ανθρώπινες αρετές που οδήγησαν στο ένα ή στο άλλο γεγονός.
Κυρίως να σκύψουμε στην αλαζονική συμπεριφορά και στην αρχομανία είτε μέσω της πολιτικής είτε της οικονομικής ισχύος, ήτοι στις πληγές απ’ όπου πηγάζουν τα μέγιστα κακά.
Αυτό άπτεται στα της ψυχής, που, όπως προανέφερα, παραμένουν σχεδόν ίδια στο κύλημα του χρόνου. Κυρίως να σκύψουμε στην αλαζονική συμπεριφορά και στην αρχομανία είτε μέσω της πολιτικής είτε της οικονομικής ισχύος, ήτοι στις πληγές απ’ όπου πηγάζουν τα μέγιστα κακά. Να σκύψουμε και στην πνευματική καλλιέργεια του λαού, η οποία μπορεί να υψώσει αναχώματα σε κάθε άρπαγα των ζωών μας. Χωρίς υποτακτικούς δε στέκεται όρθιος κανένας τύραννος.
Τα ιστορικά μυθιστορήματα τις τελευταίες δεκαετίες είναι πολύ ψηλά στις προτιμήσεις των αναγνωστών. Εσείς ως αναγνώστης διαβάζετε ιστορικά μυθιστορήματα [ελληνικά ή μεταφρασμένα]; Έχετε ξεχωρίσει κάποια;
Τα πλέον ευπώλητα βιβλία δεν ανήκουν στην κατηγορία του ιστορικού μυθιστορήματος. Ανεξαρτήτως αυτού, διαβάζω ιστορικά μυθιστορήματα. Ενδεικτικά αναφέρω από τα νεότερα: Τα πριμαρόλια της Κακούρη, Πολυφίλητη του Ψυλλάκη και Η Παναγιά της θάλασσας του Φαλκόνες, και από τα παλαιότερα: Ο κοτζάμπασης του καστρόπυργου του Καραγάτση, Ματωμένα χώματα της Σωτηρίου και Πριγκηπέσα Ιζαμπώ του Τερζάκη.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.