Ο Γιάννης Σκαραγκάς, επιτυχημένος πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας, απάντησε στις ερωτήσεις μας, αυτή τη φορά με την ιδιότητα του σεναριογράφου, υπογράφοντας μια από τις αρτιότερες σειρές της ελληνικής τηλεόρασης.
Συνέντευξη στον Κώστα Αγοραστό
«Κάνε ότι κοιμάσαι»: H σειρά της ΕΡΤ που πριν προλάβει να γίνει το καλύτερο κρυμμένο μυστικό των απαιτητικών τηλεθεατών, έχει ήδη κατακτήσει ένα ευρύτερο κοινό, καθηλώνοντάς το κάθε Δευτέρα με τη συναρπαστική ιστορία του, τις ευφυείς ανατροπές και το εξαιρετικό καστ, τόσο στους πρωταγωνιστικούς όσο και στους υπόλοιπους ρόλους. Η σκηνοθεσία ανήκει στον Αλέξανδρο Πανταζούδη και τον Αλέκο Κυράνη.
Έπειτα από μία ένοπλη ληστεία με τραγική κατάληξη, που πραγματοποιείται στο σπίτι μιας φιλήσυχης οικογένειας ξεδιπλώνεται ένα κουβάρι αποκαλύψεων και ένας λαβύρινθος επαφών, συσχετισμών, ερωτικών προσδοκιών, εκβιασμών και πίστης· στη φιλία, στην αλληλεγγύη, στην αλήθεια.
✣
Πότε σχηματίστηκε εντός σας, η ιστορία της σειράς «Κάνε ότι κοιμάσαι»; Ξεκινήσατε από κάποιους χαρακτήρες, από την πλοκή της υπόθεσης ή από κάποια κατάσταση [οικογενειακή, επαγγελματική, ενδοσχολική, φιλική] που θέλατε να αναδείξετε;
Ήταν ένας συνδυασμός. Ήθελα να συνδέσω τη βίαιη ελληνική εμπειρία με μια ψυχολογική σειρά ατελείωτων ανατροπών. Συνήθως ξεκινώ μια δουλειά έχοντας πολλά κίνητρα και κριτήρια, και για τη δομή και για τους χαρακτήρες. Απλώς δεν περίμενα ότι μια «ειδική» ιστορία θα έχει τέτοια τεράστια απήχηση σε βάρος της συμβατικής τηλεθέασης κι ότι θα γίνει το ρεκόρ μιας τόσο καλής πλατφόρμας όπως το ertflix.
Στον πυρήνα της σειράς βρίσκεται μια φαινομενικά ευτυχισμένη οικογένεια: ο πατέρας και καθηγητής σε «δύσκολο» λύκειο της αθήνας [Σπύρος Παπαδόπουλος], η απαιτητική μητέρα και επιτυχημένη αρχιτεκτόνισσα [Μαρίνα Ασλάνογλου] και η κόρη τους στην εφηβεία [Γεωργία Μεσαρίτη], να αποζητά την προσοχή και των δυο τους. Σχόλιο για την, εξαιρετικά πιθανή, αποξένωση των μελών μιας οικογένειας ή λιμάνι ανοιχτό για οποιαδήποτε δυσκολία προκύψει στον καθένα μέσα στην οικογένεια; Σε ποια από τις δύο εκδοχές βρίσκεστε πιο κοντά;
Ένα ανοιχτό λιμάνι. Οι χαρακτήρες και οι σχέσεις τους στην ιστορία αυτή έχουν μια πολύ ιδιαίτερη «αντι-τηλεοπτική» δραματουργία. Δεν ερμηνεύονται με στερεότυπα. Η οικογένεια εδώ είναι κάθε συνομοταξία ανθρώπων, που μπορούν να μοιραστούν το τραύμα και να έχουν έγνοια ο ένας τις πληγές του άλλου.
Οι χαρακτήρες και οι σχέσεις τους στην ιστορία αυτή έχουν μια πολύ ιδιαίτερη «αντι-τηλεοπτική» δραματουργία. Δεν ερμηνεύονται με στερεότυπα.
Μέχρι τη στιγμή που μιλάμε έχουν προβληθεί 22 επεισόδια από τη σειρά. Μια από τις αρετές της σειράς, χωρίς να είναι καθόλου αυτονόητο, είναι ότι όλα τα σεναριακά ευρήματα, οι ανατροπές και οι προσεγμένοι διάλογοι έχουν οργανικό λόγο στην εξέλιξη της πλοκής και στην ανάδειξη των πολυπρισματικών χαρακτήρων. Είχατε ολοκληρώσει το σενάριο και γνωρίζατε την κατάληξη της ιστορίας σας πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα;
Είχα το μεγαλύτερο μέρος του σεναρίου και της εξέλιξης του κάθε ήρωα και των γεγονότων. Δεν θα μπορούσα αλλιώς να διατηρήσω αυτόν ακριβώς τον οργανικό λόγο που επισημαίνετε. Και ναι, δεν είναι καθόλου αυτονόητο ή εύκολο σε μια σειρά 64 επεισοδίων. Στην ουσία ο πρώτος μας κύκλος είναι τρεις και τέσσερις κύκλοι αντίστοιχων σειρών.
Επάνω: Νικολέτα Κοτσαηλίδου, Αναστασία Στυλιανίδη |
Καθώς γράφατε το σενάριο σας εξέπληξε κι εσάς τον ίδιο, η πορεία και η εξέλιξη κάποιου χαρακτήρα πού ίσως δεν την είχατε αρχικά σκεφτεί;
Συνήθως προσχεδιάζω για τον κάθε χαρακτήρα δύο ή τρεις πιθανές πορείες με κάθε λεπτομέρεια. Το περιθώριο της έκπληξης έχει να κάνει περισσότερο με την επικράτηση της τελικής εκδοχής. Δηλαδή, το πόσο πετυχαίνει στην ιστορία μια επιλογή που πιθανώς να έμοιαζε δυσνόητη ή αποπροσανατολιστική.
Ένα άλλο μεγάλο ρίσκο, για το οποίο η σειρά έχει λάβει τα εύσημα, είναι και ο τρόπος που έχετε παρουσιάσει τα παιδιά στο σχολείο και τις μεταξύ τους σχέσεις, το ιδιόλεκτο, τα ζητήματα που τους απασχολούν και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Σ’ αυτό το κομμάτι πώς δουλέψατε; Παρατήρηση; Ενσυναίσθηση;
Μετέφερα έναν κόσμο που έζησα ο ίδιος στην εφηβεία μου. Γνωρίζω προσωπικά το τραυματικό κομμάτι του εκφοβισμού και της ψυχολογικής βίας. Η ιστορία άγγιξε ένα πρωτοφανές ποσοστό νεανικού κοινού γιατί στα σκοτάδια αυτά όλες οι γενιές είμαστε τα ίδιο - πιτσιρίκια που θέλαμε κάποτε να μην αναπνέουμε για να περνάμε απαρατήρητοι. Δεν είναι εύκολες αυτές οι πολύπλοκες και φορτισμένες πλευρές του σεναρίου. Η καλή και πολυεπίπεδη μυθοπλασία προϋποθέτουν ατρόμητους παραγωγούς και κανάλια. Είμαι ευγνώμων που έχω συμμάχους την Άννα Λεμπέση και τη δημόσια τηλεόραση.
Στην αρχική του εκδοχή, ο κεντρικός χαρακτήρας δεν προοριζόταν για τον Σπύρο [Παπαδόπουλο], αλλά για μια γυναίκα.
Ένα ακόμη βασικό ζήτημα, που θίγει η σειρά είναι η αυτοδικία. Πώς η απώλεια ενός δικού μας ανθρώπου ή για την προστασία όσων αγαπάμε, μπορεί να περάσουμε το αδιόρατο εκείνο σημείο και να πάρουμε τον νόμο στα χέρια μας. μπήκατε στην ψυχολογία αυτών των ανθρώπων για να προσεγγίσετε αυτούς τους χαρακτήρες;
Η αυτοδικία είναι ένας σκοτεινός και δυσερμήνευτος κόσμος ανοιχτών πληγών και αφόρητου πόνου. Θέλει τεράστια προσοχή και στην πραγματική ζωή αλλά και στη μυθοπλασία.
Όταν γράφατε το σενάριο είχατε στο μυαλό σας συγκεκριμένους ηθοποιούς για τον κάθε ρόλο;
Δεν το κάνω ποτέ αυτό. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι στην αρχική του εκδοχή, ο κεντρικός χαρακτήρας δεν προοριζόταν για τον Σπύρο, αλλά για μια γυναίκα.
Επάνω: Αλέξανδρος Piechowiak – Χρήστος Διαμαντούδης, Νικολέτα Κοτσαηλίδου |
Παρακολουθώντας τη σειρά θυμήθηκα ένα σχόλιο που είχε κάνει η Χίλντα Παπαδημητρίου για το βιβλίο σας «Πριν κοιμηθείς με τον διάβολο»: «Ένας εντελώς πρωτότυπος κεντρικός ήρωας στην αστυνομική μυθοπλασία». Αντίστοιχα κι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιδιότυπη αστυνομική ιστορία, της οποίας τα νήματα κινούνται από χαρακτήρες με έντονο το κοινωνικό στοιχείο [πρώην χρήστες ουσιών, παιδιά χωρίς γονείς, αδέλφια που κάνουν τα πάντα για να βοηθήσουν το ένα το άλλο]. Τελικά, ο αρχικός σας στόχος ήταν να πείτε μια κοινωνική ιστορία με όχημα μια αστυνομική πλοκή ή ένα καλοκουρδισμένο νουάρ που εδράζεται στις κοινωνικές ανισότητες και στα σκοτεινά ανθρώπινα ένστικτα;
Η κοινωνική αναπαράσταση με το περίπλοκο νουάρ ψηφιδωτό είναι και τα δύο κομμάτια μιας δραματουργικής λογικής που με χαρακτηρίζει από το πρώτο μου βιβλίο και σενάριο. Έχει να κάνει με τα χρώματα και τα ζουμιά μιας δραματουργίας που θέλω να εστιάζει όχι μόνο στην ιστορία, αλλά και στους χαρακτήρες και στον λόγο με τον οποίο εκφράζονται. Μου αρέσει να συνδέω όλα αυτά για να δημιουργώ διαφορετικές σχέσεις και εμπειρίες, να δίνω διαφορετικά συναισθηματικά κι εγκεφαλικά κίνητρα για να συνδεθεί κάποιος με το έργο μου.
Κλείνουμε το στόμα μας, κάνουμε ότι δεν βλέπουμε κι ότι δεν καταλαβαίνουμε, υπνοβατούμε για να μη μας βρει το κακό σε μια χώρα που ακόμα βασανίζεται από τα τραύματα της οικονομικής κρίσης και της ανομίας.
Η πρώτη σας εμφάνιση έγινε το 2001 με το σενάριο της τηλεοπτικής σειράς «Επιφάνεια». Είκοσι χρόνια μετά, και αφού έχετε περάσει από όλες τις μορφές έκφρασης του λόγου [θεατρικό κείμενο, μυθιστόρημα, διήγημα, επιμ. κινηματογραφικού σεναρίου], με ποιο απ’ όλα τα είδη αισθάνεστε πιο οικείος και ελεύθερος;
Απολαμβάνω την κάθε φόρμα χωριστά για τα προνόμια και τους περιορισμούς που προσφέρει. Είναι μια μεγάλη κουβέντα που έχω πάντα με τους μαθητές μου, η επεξεργασία δηλαδή του φορτίου μιας ιστορίας μέχρι να καταλήξεις στη φόρμα και το είδος της αφήγησης που της ταιριάζει και που την αναδεικνύει. Είναι διαφορετικές λειτουργίες και προϋποθέτουν διαφορετικά εργαλεία και ταλέντα. Η πεζογραφική αφήγηση, για παράδειγμα, έχει μια άλλη πολυτέλεια από την αφήγηση που γίνεται εικόνα. Η δράση επί σκηνής έχει τελείως διαφορετική απεύθυνση από τη δράση σε μία οθόνη ή σε ένα πεζογραφικό κεφάλαιο. Δουλεύοντας και στις τρεις φόρμες όλα αυτά τα χρόνια, απολαμβάνω πολύ τις ανεπαίσθητες αλλά ουσιαστικές διαφορές και ποιότητες. Είναι σαν να κρατάς ενωμένη μια οικογένεια που είναι έτοιμη να εκραγεί από τις παρεξηγήσεις και τις εντάσεις και να διατηρείς σχέσεις χωριστά με τον καθένα γιατί ξέρεις να εστιάζεις στο καλύτερο χαρακτηριστικό τους.
Θα ήθελα να κλείσουμε με τον τίτλο της σειράς, μια φράση που με παραπέμπει στο «Play dead» αλλά μέχρι τώρα δεν έχει ακουστεί από κανέναν ήρωα. Κάν’ τε μας μια μικρή αποκάλυψη για τη σύνδεση τίτλου και πλοκής.
Ο τίτλος βασίστηκε σε μια πραγματική πολιτική δήλωση του πρόσφατου παρελθόντος, που με είχε σοκάρει για τον κυνισμό της. Ήταν μια συμβουλή για το τι πρέπει να κάνουν οι πολίτες, σε περίπτωση που μπουν στο σπίτι τους ληστές. Ένιωσα όμως ότι ο κυνισμός αυτός εκπροσωπεί τα ήθη της εποχής. Κλείνουμε το στόμα μας, κάνουμε ότι δεν βλέπουμε κι ότι δεν καταλαβαίνουμε, υπνοβατούμε για να μη μας βρει το κακό σε μια χώρα που ακόμα βασανίζεται από τα τραύματα της οικονομικής κρίσης και της ανομίας. Ο τίτλος στην ουσία είναι το σχόλιο για έναν κόσμο, εκείνο της ιστορίας αλλά και της πραγματικότητας, που εφησυχάστηκε στην απάθειά του μέχρι που άρχισε να καίγεται και να διαλύεται. Κάνε ότι κοιμάσαι μέχρι να στοιχειώσει τον ύπνο σου ο πόνος του διπλανού.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.