Οι περισσότεροι τον γνωρίζουν ως μεταφραστή σπουδαίων κειμένων (όπως το «Μπετόν» του Thomas Bernhard), όμως ο Αλέξανδρος Ίσαρης συγκεντρώνει αρκετές ακόμα ιδιότητες. Ο ποιητής, ζωγράφος και φωτογράφος Ίσαρης έχει κάνει κατά καιρούς αισθητή την παρουσία του στις τέχνες και στα γράμματα με εξίσου επιτυχημένες εργασίες. Μόλις κυκλοφόρησε η νέα συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Βίνκελμαν ή το πεπρωμένο».
Του Κώστα Αγοραστού
Καταξιωμένος μεταφραστής, ζωγράφος και ποιητής. Πόσο συνέβαλαν όλες αυτές σας οι ιδιότητες στη συγγραφή του τελευταίου σας βιβλίου;
Όποτε καταπιάνομαι με ένα λογοτεχνικό κείμενο, ποιητικό ή πεζό, ενεργοποιούνται μνήμες και λειτουργίες που σχετίζονται με όλες μου τις ιδιότητες. Αυτό είναι αναπόφευκτο, αφού ο ποιητής, ο μεταφραστής, ο ζωγράφος και ο φωτογράφος συγκατοικούν στο ίδιο πρόσωπο. Ειδικά σε αυτό το βιβλίο, όπου υπάρχουν πέντε διηγήματα εν μέρει αυτοβιογραφικού χαρακτήρα, είναι εμφανές ότι ο δημιουργός τους κινείται σε πολλά επίπεδα, άλλοτε ως ποιητής, άλλοτε ως εικαστικός καλλιτέχνης και άλλοτε ως μεταφραστής. Στο πρώτο διήγημα αναγκαστικά επιστράτευσα τις γνώσεις που διαθέτω ως αρχιτέκτονας. Για ένα μεγάλο διάστημα συνεργάστηκα επίσης με πολλούς αρχαιολόγους, και αυτό με βοήθησε στο να μπορέσω να ολοκληρώσω το συγκεκριμένο κείμενο που αναφέρεται στον Βίνκελμαν, τον «πατέρα της σύγχρονης αρχαιολογίας και της ιστορίας της τέχνης».
Στα περισσότερα διηγήματα του τελευταίου σας βιβλίου ξεκινάτε με έναυσμα ένα υπαρκτό πρόσωπο και ξεδιπλώνετε την ιστορία σας γύρω από αυτό. Πόσο σημαντικό είναι για εσάς να είστε γειωμένος στην αντικειμενική πραγματικότητα σε κάθε σας βιβλίο;
Για να μπορέσω να προχωρήσω στην ανάπτυξη ενός θέματος που με απασχολεί, χρειάζομαι σχεδόν πάντα ένα πλέγμα σταθερών σημείων, κάποιο ευκρινές προσχέδιο, που θα με βοηθήσει να προχωρήσω. Και τα σταθερά σημεία είναι τα δικά μου βιώματα, καθώς και τα βιώματα των ανθρώπων που γνωρίζω. Αυτά μού προσφέρουν τη δυνατότητα να προσθέσω και άλλα πρόσωπα, άλλες ατμόσφαιρες, καινούργιους φωτισμούς, συγκρίσεις, φανταστικές λεπτομέρειες και αποχρώσεις, που συνειρμικά θα με οδηγήσουν σιγά-σιγά στο τέρμα της αφήγησης. Το γεγονός ότι, ξεκινώντας από το γνώριμο μεταβαίνω στο επινοημένο, μου προσφέρει ένα είδος ασφάλειας, πράγμα που μειώνει την ένταση της αγωνίας μου για το αποτέλεσμα. Γενικά, δυσκολεύομαι να ολοκληρώσω μια ιστορία απόλυτα φανταστική.
Τι είναι αυτό που σας κινεί συνήθως για να γράψετε μια ιστορία;
Μια ιστορία μπορεί να ξεκινήσει από έναν χωρισμό, μια παταγώδη αποτυχία, μια επίσκεψη στο θέατρο, μια συνάντηση, από μια παρατεταμένη ασθένεια ή από την ανάγνωση ενός βιβλίου. Στα συγκεκριμένα διηγήματα η αρχή έγινε από την επίσκεψη σε μια πόλη (την Τεργέστη, όπου δολοφονήθηκε ο Βίνκελμαν), από την αφήγηση ενός φίλου για μια καταστροφική βραδιά με δύο πόρνες, από τη συνάντησή μου με έναν ετοιμόρροπο νεαρό σε ένα δισκοπωλείο και από τη διένεξη που είχα με κάποιον σχετικά με τη Μαρία Κάλλας. Όπως βλέπετε, το έναυσμα ποικίλλει από διήγημα σε διήγημα. Μπορεί να σχετίζεται με ένα ασήμαντο, με ένα τραγικό ή με ένα χαρμόσυνο γεγονός.
Πότε αισθάνεστε ψυχική πληρότητα; Όταν γράφετε, όταν μεταφράζετε ή όταν ζωγραφίζετε;
Η ενασχόληση με τον λόγο με κουράζει αφάνταστα, γιατί οι λέξεις διαθέτουν τεράστια δύναμη. Όταν γράφω ή όταν μεταφράζω ένα κείμενο, νιώθω εξουθενωμένος, άδειος, τα νεύρα μου βρίσκονται σε οριακό σημείο και η διάθεσή μου είναι άθλια – φυσικά, όταν έχει εκδοθεί αυτό που γράφω, νιώθω ανακούφιση και μεγάλη χαρά. Αντίθετα, όταν ζωγραφίζω έναν πίνακα, απογειώνομαι, νιώθω δυνατός, αυτάρκης, βυθίζομαι στα σχήματα, στους χρωματικούς συνδυασμούς και στους όγκους που δημιουργώ. Τις ατελείωτες αυτές ώρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ακούω θεσπέσιες μουσικές, νιώθω απερίγραπτη γαλήνη και ηδονή. Η ζωγραφική αποτελεί για μένα μια λυτρωτική διαδικασία.