Ο Μάκης Πανώριος διατηρεί μια σταθερή παρουσία στην ελληνική λογοτεχνία του φανταστικού τα τελευταία 40 χρόνια. Μέσα από επιμέλειες συλλογών και μεταφράσεων και από το δικό του συγγραφικό έργο, που αριθμεί μέχρι στιγμής 7 μυθιστορήματα/νουβέλες και 4 συλλογές διηγημάτων, διακονεί το είδος με πολύ πίστη, μεράκι, έμπνευση και δημιουργικότητα.
Του Δημήτρη Αργασταρά
Σήμερα, στα 75 του χρόνια, μας φανερώνεται περισσότερο ώριμος κι έτοιμος από ποτέ, αν κρίνουμε από το τελευταίο του έργο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Οξύ.
‘‘Η Σιωπή στο τέλος του δρόμου’’ είναι ένα βαθιά αλληγορικό και φιλοσοφικό έργο, στο οποίο συναντιόνται κι αναπλάθονται δημιουργικά το καφκικό σύμπαν, οι λαβκραφτικές αναφορές, η θεατρική μαγεία, η φιλοσοφική ενατένιση, η επιστημονική φαντασία, το όμορφο χιούμορ, και φυσικά η μαγεία της αφήγησης έτσι όπως ξεδιπλώνεται με ζωντάνια μέσα από τα φτερά της φαντασίας. Ο κεντρικό ήρωας, ο Αλέξανδρος, θα ξυπνήσει ένα βράδυ τα μεσάνυχτα και θα αφήσει το σπίτι του, γιατί πρέπει να ταξιδέψει. Είναι ο Ταξιδιώτης προς την Μητρόπολη, που όλοι αναμένουν, προετοιμάζουν αλλά κι ονειρεύονται το ταξίδι του. Καθ’ οδόν θα συναντήσει τον Οδηγό του, την υπάλληλο του Σταθμού, τον υπεύθυνο Θύρας Βαγονιού, τον Επόπτη του αμαξοστάσιου, τον Φύλακα της Κρύπτης, τα μέλη μιας ιερής αδελφότητας που αναπαριστούν την Ιστορία του Κόσμου, και μερικούς άλλους. Μαζί τους θα συμπορευτεί για ένα διάστημα, θα συζητήσει, θα λάβει οδηγίες και βοήθεια για την πορεία του. Και στο τέλος, ο Αλέξανδρος θα φτάσει στο μικρό πλεούμενο που θα τον οδηγήσει προς την Μητρόπολη, θα φτάσει στον προορισμό του, αλλά εκεί δεν θα χρειάζεται πλέον τίποτε άλλο, με τόση γνώση και σοφία, ελεύθερος των ψευδαισθήσεων, θα του αρκεί μόνο η σιωπή…
Στην ευχάριστη συζήτηση που είχα μαζί του, ο κ. Πανώριος μού αποκαλύφθηκε ένα άνθρωπος σεμνός αλλά και παθιασμένος με την τέχνη του. Ένας παλιός ρομαντικός, με σύγχρονες ανησυχίες. Ο ίδιος προτιμά να αποκαλείται γραφιάς, δηλαδή απλώς ένας άνθρωπος που γράφει, και με πολύ προθυμία δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις μου.
Ο ήρωας του βιβλίου σας, ο Αλέξανδρος, είναι ένας Ταξιδιώτης. Φαίνεται πως χρησιμοποιείται αυτή την έννοια με την αρχετυπική της σημασία. Τί είναι ο Ταξιδιώτης ; Και πώς γίνεται κανείς Ταξιδιώτης ;
Καταρχήν, να σας πω πως αυτό το βιβλίο που διαβάσατε αποτελεί μέρος μιας άτυπης τριλογίας, που ξεκινά το 1970 με το πρώτο μου μυθιστόρημα, την ‘‘Κατάκτηση’’, και συνεχίζεται με το ‘‘Μαυσωλείο’’ που εκδόθηκε το 2006. Και στα τρία βιβλία πρωταγωνιστής είναι ο Αλέξανδρος, ο Ταξιδιώτης. Και τα τρία είναι μία πορεία μέσα στο ανθρώπινο τοπίο, με σκοπό την κατάκτηση της αυτογνωσίας και την ανακάλυψη του Εαυτού. Ο Ταξιδιώτης θέλει να ολοκληρώσει την πορεία του, που την δημιουργεί ο ίδιος καθώς ταξιδεύει, για να μπορέσει να θέσει υπό ουσιαστικής βάσης το υπαρξιακό του ερώτημα. Είμαστε Ταξιδιώτες εκ φύσεως. Αναγκαστικά θα διασχίσουμε αυτή την πορεία. Αλλά γιατί γίνεται αυτό ; Είμαστε ένα ακατανόητο συμβάν, που θέλουμε να το κατανοήσουμε.
Εμείς μπορούμε να ακολουθήσουμε την πορεία του Ταξιδιώτη; Υπάρχουν σήμερα Ταξιδιώτες;
Ο καθένας ακολουθεί τον δικό του δρόμο. Αυτός ο δρόμος είναι φτιαγμένος για μένα. Ο δικός σας θα είναι διαφορετικός, όσο κι αν θελήσετε να με ακολουθήσετε. Δεν μπορούμε να μπούμε στο μονοπάτι κάποιου άλλου. Ή σωστότερα, δεν υπάρχει συγκεκριμένος δρόμος, ο δρόμος είμαστε εμείς. Έτσι, αναζητούμε τα ερεθίσματα για να φτιάξουμε τον δρόμο μας. Ανεξαρτήτως αν το τέλος είναι ίδιο για όλους, ο Θάνατος…
Στο βιβλίο σας απόλαυσα πολύ τον τρόπο με τον οποίο ‘‘συνομιλείται’’ με τον Κάφκα. Επίσης, υπάρχουν δυο-τρεις αναφορές στους Μεγάλους Παλαιούς, ακόμη και σε μη ανθρώπινα όντα. Πόσο σημαντικές είναι για εσάς οι επιρροές σας ; Πιστεύετε πως κάθε λογοτεχνικό έργο προέρχεται από μια προηγούμενη εμπειρία της λογοτεχνίας ;
Ο Κάφκα είναι πραγματικά για εμένα η ίδια η λογοτεχνία. Όπως το είχε πει κι ο ίδιος, ‘‘είμαι λογοτεχνία’’. Οι μυθολογίες του είναι προσχήματα για έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε συνεχή επαγρύπνηση. Με το έργο του ο καθημερινός κόσμος μεταμορφωνόταν, αποκάλυπτε πρωτόγνωρες πτυχές, και οι ήρωές του δεν έπαυαν την αέναη αναζήτησή τους για κάτι άπιαστο. Η λογοτεχνία ήταν το μεγάλο πάθος του Κάφκα, που τον κρατούσε σε εγρήγορση, γι’ αυτό και δεν ολοκλήρωσε σχεδόν κανένα από τα έργα του. Τί μπορούσε να ολοκληρώσει ; Αναφέρομαι και στους Μεγάλους Παλαιούς αλλά τους δίνω το δικό μου περιεχόμενο. Για μένα οι Μεγάλοι Παλαιοί είναι η αρχαία σοφία, είναι οι δικοί μας μεγάλοι παλαιοί, οι προσωκρατικοί, ο Πλάτωνας…
Γράφετε πάντα φανταστική λογοτεχνία, όπου τα όρια μεταξύ πραγματικού και μη παραμένουν ασαφή. Ο αναγνώστης νιώθει μια αβεβαιότητα μεταξύ φυσικών και υπερφυσικών αιτίων. Γιατί έχετε επιλέξει το συγκεκριμένο είδος;
Η φανταστική λογοτεχνία μου επιτρέπει να επιβεβαιώνω την ελευθερία του εαυτού μου. Ανεξαρτήτως συγκεκριμένης κατάστασης. Χωρίς να δεσμεύομαι από τις συμβάσεις της πραγματικότητας. Ποιά πραγματικότητα άλλωστε ; Η πραγματικότητα πάντα μας ξεπερνά, παρά τις προσπάθειές μας να λογικοποιήσουμε τα πάντα. Σκεφτείτε τους πρωτόγονους, πώς μπορούσαν να εξηγήσουν έναν κεραυνό, την έκρηξη ενός ηφαιστείου ; Και γι’ αυτό μιλούσαν για θεούς, μιλούσαν για οντότητες… Σήμερα νομίζουμε πως ξέρουμε καλύτερα από τους πρωτόγονους, ωστόσο εξακολουθούμε να μην βλέπουμε πέρα από την μύτη μας.
Στο βιβλίο σας οι διάλογοι είναι απολαυστικοί ενώ δεν λείπει και το χιούμορ. Η εντύπωσή μου είναι πως γράφατε όχι μόνο με πολύ έμπνευση αλλά και με κέφι. Έχω ακούσει και τις δύο απόψεις, για σας τί είναι περισσότερο το γράψιμο : εργασία ή ευχαρίστηση;
Σας ευχαριστώ πολύ, αν και για μένα δεν ισχύει αυτό που λένε κάποιοι : πόσο υπέροχα πέρασα γράφοντάς το… Όταν κονταροχτυπιέσαι με το Άγνωστο, με την Νύχτα, με την Σιωπή, δεν μπορεί να μην ξεσκίζεσαι από την αγωνία. Νιώθω την υπαρξιακή αγωνία του έργου όταν γράφω, ένας άνθρωπος που πάσχει στο έργο…
Ετοιμάζετε πράγματα για το μέλλον;
Υπάρχουν ήδη έτοιμα ένα μυθιστόρημα και μία συλλογή διηγημάτων. Αυτή την περίοδο γράφω το επόμενο μυθιστόρημα με ήρωα τον Αλέξανδρο. Ο τίτλος είναι ‘‘Όταν έρθει η νύχτα’’, εκεί βιώνεται μία έντονα παρακμιακή ατμόσφαιρα. Βέβαια, η ιδέα υπήρχε πριν την σημερινή κρίση. Σε αυτό το βιβλίο, ο κόσμος από τον οποίο περιβάλλεται ο Αλέξανδρος αρχίζει να δυσλειτουργεί και σταδιακά όλα βυθίζονται, χάνονται, μέσα στην νύχτα. Η κεντρική ιδέα είναι ότι όταν καταστρέφεται ένα σύστημα, καταστρέφονται και τα εργαλεία μέσα από τα οποία έχουμε συνηθίσει να εκφραζόμαστε. Χάνουμε τα κλασικά μας σύμβολα.