Συνέντευξη με τον Γιάννη Σκαραγκά με αφορμή το μυθιστόρημά του «Πριν κοιμηθείς με τον διάβολο» (εκδ. Κριτική).
Του Κώστα Αγοραστού
Το καινούργιο σας βιβλίο Πριν κοιμηθείς με τον διάβολο (εκδ. Κριτική) είναι ιστορικό την ίδια στιγμή κι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Πώς δουλεύετε με τους κανόνες των «είδους»; Σας περιορίζουν ή σας απελευθερώνουν;
Τα τελευταία είκοσι χρόνια έχω περάσει και από τα δύο άκρα – την αυστηρή τήρηση των κανόνων και την ολοκληρωτική αμφισβήτησή τους. Έρχεται κάποια στιγμή, που το ένα συμπληρώνει το άλλο και ανανεώνονται.
Το προηγούμενο μυθιστόρημά σας Λαχτάρα που περίσσεψε από χθες εκτυλισσόταν από το 1880/90 μέχρι και τα πρώτα χρόνια του 1900, ενώ το τελευταίο ξεκινά από την Αθήνα του 1930. Προηγήθηκε έρευνα ιστορικών και πραγματολογικών στοιχείων της κάθε εποχής, πριν ξεκινήσετε να γράφετε την κάθε ιστορία ή κατά της διάρκεια της συγγραφής λύνατε τέτοιου είδους ζητήματα;
Είναι βασική προϋπόθεση η έρευνα – όχι μόνο για το θέμα της συνέπειας, αλλά και για το πώς θα ζωντανέψεις έναν κόσμο πληροφοριών και κυρίως την αίσθησή του. Έχω πολύ συγκεκριμένη άποψη για το ιστορικό μυθιστόρημα και αδιαφορώ τελείως για τις «ορθές» προσεγγίσεις στο είδος· η έρευνα σε βάθος και η ενσυναίσθηση μπορούν να σε απελευθερώσουν από αφέλειες για το πώς εξιστορείται το παρελθόν. Πέρα από τη δύναμη της αφήγησης, δύσκολα δημιουργείς ατμόσφαιρα χωρίς τις ιστορικές λεπτομέρειες και τα πρίσματα που γεννούν.
H έρευνα σε βάθος και η ενσυναίσθηση μπορούν να σε απελευθερώσουν από αφέλειες για το πώς εξιστορείται το παρελθόν. Πέρα από τη δύναμη της αφήγησης, δύσκολα δημιουργείς ατμόσφαιρα χωρίς τις ιστορικές λεπτομέρειες και τα πρίσματα που γεννούν.
Στο μυθιστόρημά σας γίνεται λόγος για «δίκτυο αντρικής πορνογραφίας» στις οποίες εμπλέκονται ισχυροί παράγοντες της εποχής. Υπήρχαν όντως τέτοια δίκτυα εκείνη την εποχή στην Αθήνα ή πρόκειται για μυθοπλαστική ελευθερία;
Πρόκειται για επινόηση, σαν έμμεση αναφορά σε συγκεκριμένα περιοδικά αντρικής σωματικής διάπλασης που θα εμφανιστούν αργότερα στην Ευρώπη και στην Αμερική – και που απευθύνονται σε ειδικό κοινό με βιτρίνα την άθληση. Εκείνη την εποχή βέβαια υπάρχουν διάφοροι που εκμεταλλεύονται τη φιλοδοξία κάποιων νέων αντρών για καριέρα στη νεοσύστατη κινηματογραφική παραγωγή. Η Αθήνα του 1930 δεν είναι μια ήσυχη, καθώς πρέπει πόλη. Προσπαθεί να αφομοιώσει τις κοινότητες και τα γκέτο των προσφύγων και να υδροδοτήσει το καινούργιο της σώμα. Ο χάρτης της είναι ένα ψηφιδωτό προνομίων και απόγνωσης. Σε αυτές τις συνθήκες όλα είναι πάντα θέμα προσφοράς και ζήτησης – και αυτό ακριβώς ήθελα να δραματοποιήσω.
Ο ήρωάς σας, με το δηλωτικό ψευδώνυμο Φιλότιμος Βάκχος, είναι μια μορφή που κινείται στον αφρό της κοινωνίας παίζοντας ένα πολλαπλό παιχνίδι αποκρύψεων, και που αίφνης αναγκάζεται να μετατραπεί σε ντετέκτιβ. Τι σας γοητεύει σε αυτόν τον ήρωα και πόσο κοντά του αισθάνεστε ο ίδιος;
Δεν συνδέομαι με τους ήρωές μου και αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μπορώ να τους δουλεύω δραματουργικά σε περισσότερα επίπεδα από αυτό της οικειότητας. Είχα την ιστορία πολλά χρόνια, αλλά μόνο όταν προέκυψε ο Φιλότιμος Βάκχος, με τη συναισθηματική του περιπλοκότητα, την ολοκλήρωσα. Ο ήρωάς μου είναι ένα σχόλιο στο είδος της δραματουργίας, που θέλει τους κουήρ ήρωες να βλάπτονται έμμεσα ή κυριολεκτικά από την αποκλίνουσα συμπεριφορά τους και τον απόκρυφο κόσμο των επιθυμιών τους. Ο Φιλότιμος Βάκχος δεν κινδυνεύει από τον αμφίφυλο ερωτισμό του, αλλά από την επιλογή του να κρύψει το παρελθόν της κακοποίησής του στο ορφανοτροφείο.
Πιστεύω πολύ στην «προπαραγωγή» της μυθοπλασίας. Μόνο μια λεπτομερής δομή και δραματουργία σού αφήνει το περιθώριο να αυτοσχεδιάσεις με επιτυχία και σε βάθος.
Είστε συγγραφέας που ελέγχετε το υλικό σας ή που αφήνεστε σε αυτό περισσότερο; Π.χ. μια ανατροπή, σας κι αυτές που σας αρέσει να βάζετε στα βιβλία σας, είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού ή σας έρχεται τη στιγμή που γράφετε;
Αυτό είναι μια ανεξάντλητη συζήτηση, που μας απασχολεί συνέχεια και με τους μαθητές μου στα μαθήματα δημιουργικής γραφής. Θα έλεγα ότι είναι θέμα μέτρου και αποτελέσματος. Πιστεύω πολύ στην «προπαραγωγή» της μυθοπλασίας. Μόνο μια λεπτομερής δομή και δραματουργία σού αφήνει το περιθώριο να αυτοσχεδιάσεις με επιτυχία και σε βάθος.
Υπάρχει ένα μοτίβο που σας ακολουθεί από βιβλίο σε βιβλίο στον τρόπο που το ξεκινάτε και το δουλεύετε; Για παράδειγμα, σας εμπνέει περισσότερο μια περίοδος, μια ιστορία ή ένας χαρακτήρας;
Δεν εμπιστεύομαι τα μοτίβα, ούτε ακόμα και στην δουλειά μου στο θέατρο και στο σενάριο. Με κάθε νέα μου δουλειά συστήνομαι ξανά και στον κόσμο αλλά και στον εαυτό μου. Δεν μπορείς να αφαιρέσεις τον τελετουργικό χαρακτήρα της μυθοπλασίας και να την περιορίσεις σε συνταγές. Πέρα από τα μοτίβα και τις εμμονές σηματοδοτείς από την αρχή έναν κόσμο που σε περικλείει και σε προσδιορίζει – άρα βαπτίζεις και τον εαυτό σου μέσα από τους μύθους που δημιουργείς.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Πριν κοιμηθείς με τον διάβολο
Η τριλογία του Βάκχου
Γιάννης Σκαραγκάς
Κριτική 2020
Σελ. 344, τιμή εκδότη €15,00