Σε αυτή τη στήλη αναρτώνται αδημοσίευτα ποιήματα σύγχρονων Ελλήνων ποιητών. Ένατη ενότητα «Η μετάβαση στην ποίηση». Φιλοξενούμενος σήμερα ο Γιάννης Αντιόχου.
Επιμέλεια: Γιώργος Αλισάνογλου Φωτογραφία Βλαδίμηρος ΝικολούζοςΣτην ιδιότυπη σιωπή μου, φυλλομετρώ τάφους ποιητών. Στα περιθώριά τους, χωρώ δυο-τρία σώματα π' αγάπησα, μα σπάνια τα μνημονεύω σ' ανθρώπους σαν κι εσένα. Τους έχω βγάλει τα μάτια, τους έχω σκίσει τα στόματα, τους σπρώχνω βαθιά στα βιβλία, τους σφίγγω. Λεπτές σκιές αυτοί, ανεβαίνουν στα όνειρά μου και με πνίγουν στο αίμα. Δεν θέλω να πεθάνεις. Δεν βρίσκω πια κανέναν Θεό να με σώσει.
Μες στην ερημιά ανθίζουν μόνον ταπεινά τριαντάφυλλα —κανείς πια δεν προσφέρει ταπεινά τριαντάφυλλα— τα κόβω συνθλίβοντάς τα με σταυρωμένα τα δάχτυλά μου, γι' αυτό το κόκκινο της αγιογραφίας που ξεπηδά όταν τ' αγκάθια με καρφώνουν. Να βάψω τα μάτια που τους έβγαλα, να βάλω στα χείλια τους φτενά κόκκινα πέταλα. Να σμίξουμε!
~
Πολλές φορές τη νύχτα, εσύ κι εγώ, ακούμε κρυφά σ' ένα υπόγειο, την Σερενάτα του Σούμπερτ. Ο κυβερνήτης έχει απαγορέψει τα δάκρυα. Ο πολιτισμός πρέπει πάση θυσία να μη σκουριάσει. Ανάβουμε ένα ηλεχτρικό φεγγάρι και γδυνόμαστε. Πεθαίνοντας, σου μαρτυρώ, πως έχω αρχίσει και ξεχωρίζω τα όργανα. Οι ορχήστρες με πλήττουν. Αγαπώ τα μοναχικά πλήκτρα, τις απλωμένες χορδές και τον βόμβο της σιωπής σου, αυτής που μια διαμαντένια βελόνα, κυλώντας στ' αυλάκια, πολλαπλασιάζει.
Κάποιες φορές
δεν είναι
δεν είσαι
παρά μια παύση
—η παύση είν΄ η αλήθεια
Ανάμεσα στην λάμψη μιας αστραπής
και στον κρότο μιας βροντής
δεν είναι
δεν είσαι
παρά μια παύση
—η παύση είν' η αλήθεια
η αλήθεια σου
Liebste, komm zu mir!
~
Μου λες: Nah oder kurz ist die Zeit. Ζώντας με ηρωικά μαρς κι επιφωνήματα, προχωρήσαμε ραγίζοντας την ερημιά μας. Ξεριζώσαμε εξωτικά φύλλα απ' ανθρώπους που βλάστησαν μόνον για μας, συγχωρώντας έτσι, τον βραχύ χρόνο που μας εξαφανίζει· κι ύστερα όλοι αυτοί, έγιναν λησμονημένα δέντρα. Ας πλέξουμε στεφάνια οξυγόνου στολίζοντας τα ξανθά μαλλιά των επιγόνων τους.
Μου λες: σ' αγαπώ κι οι άλλοι έχουν πεθάνει.
~
Ωραία π' ανεμίζει το γυμνό κορίτσι τα σφιχτά του στήθη. Μέσα από τα πόδια του, ένας ξινός ρωσικός ήλιος, ένας άγουρος πυρήνας, σπλάχνα να σκύβεις, να μαντεύεις με τη γλώσσα τους καρπούς του μέλλοντος.
Ωραία που ένας Φαύνος καρφώνεται στις χαράδρες, πηδώντας μικρούς γκρεμούς κι ορύγματα. Μαλλιαρός χρησμοδότης, ξαπλωμένος στην άκρη του μεγάλου βράχου, ακούει το στομωμένο φλάουτο ενός τσαλαπετεινού: ου-που-πα, ου-που-πα. Προετοιμάζεται για πόλεμο.
~
Δεν ξέρω τι χρώμα θα' χει η θάλασσα των επιγόνων. Ξέρω μόνον πως σ' αρέσει η θάλασσα. Η θάλασσα εξαφανίζει τον χάρτη. Η Ρεγγίνα κρατάει στα χέρια της δυο λευκά χάρτινα φεγγάρια. Δες! Με μια λεπίδα φτιάχνει κανείς την ομορφιά και συ μου ξαναλές: Nah oder kurz ist die Zeit.
In des Mondes Licht
Liebste, komm zu mir!
Liebste, komm zum Meer!
Aber ich mach' das Licht auf
Und du verschwindest.
Ο Γιάννης Αντιόχου είναι ποιητής, μεταφραστής. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1969. Μεγάλωσε και ζει στον Πειραιά. Είναι κάτοχος MBA και ΜSc της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με εξειδίκευση τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Έχει εκδώσει έξι βιβλία ποίησης. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο Διάλυσις, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος. Έχει μεταφράσει έργα των Τ.Σ. Έλιοτ, Τεντ Χιουζ, Σύλβια Πλαθ, Ανν Σέξτον, Χαρτ Κρέιν, Άννα Αχμάτοβα. Η τελευταία μετάφραση του: Ή Έρημη Χώρα – Προύφροκ – Οι Κούφιοι Άνθρωποι κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης. Έχει συνεργαστεί με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, δημοσιεύοντας, ποιήματα, δοκίμια και μεταφράσεις (ΑΝΤΙ, Index, Ποίηση, Δέκατα, Δέλεαρ, Μανδραγόρας, Poetix). Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά και Ισπανικά και έχουν δημοσιευθεί σε ανθολογίες.