Σε αυτή τη στήλη αναρτώνται αδημοσίευτα ποιήματα σύγχρονων ελλήνων ποιητών. Δεύτερη ενότητα «Μνήμη, Κοινωνία, Ιστορία - στην ποίηση». Φιλοξενούμενος σήμερα ο Γιώργος Κοζίας.
Επιμέλεια: Γιώργος Αλισάνογλου
MANDORLA
Οἱ ὧρες θὰ περνοῦν, θὰ γυρίζουν τ᾿ ἄστρα,
οἱ οὐρανοὶ θὰ παίζουν μπλοὺζ στὴν ἐρημιά μου.
Θὰ θυμᾶμαι τοὺς ἥλιους,
τὰ χαμόγελα τῶν κοριτσιῶν,
τὴν προδοσία τῶν ἄλλων
κι οἱ αὖρες θὰ πλέκουν
βοστρύχους τὰ μαλλιά μου.
Θὰ μένω λαμπάδα ἀναμμένη
ἡμέρες καὶ χρόνια,
δίχως ν᾿ ἀκούω, δίχως νὰ βλέπω
τοὺς σακατεμένους κόσμους.
Θὰ εἶμαι ὁλόκληρος ἕνα πικραμύγδαλο,
μία γιορτινὴ ἀνάμνηση
γιὰ λωποδύτες, γιὰ ληστές
κοντὰ στὴν Σανταγκόρα.
Θὰ εἶμαι γαμψός,
γυμνός, ἄγριος στὴν σκοτεινὴ στεφάνη,
ὁ κολασμένος στοὺς παγωμένους κήπους
ὁ ἄνεμος στοὺς κέδρους τῆς ἀγάπης.
◊ ◊ ◊
ΚΡΕΜΑΣΕ ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ…
Κρέμασε τὸ τσεκούρι
στὸν ἀλαφροΐσκιωτο νεκρό,
στὴν ἀγωνία ποὺ καραδοκεῖ,
στὴν σιωπὴ ποὺ σὲ κατασπαράζει
κι ὅλα θὰ ἔχουν ξεχαστεῖ,
ὅλα θὰ ἔχουν συγχωρεθεῖ,
ἀτίθασα, τρομερά, ἀποτρόπαια.
Κρέμασε τὸ τσεκούρι στὸν ἀέρα.
Μάρτυς μου, ὁ ἐξολοθρευτὴς ἄγγελος
καὶ ἡ πολεμικὴ σάλπιγγα ποὺ ἠχεῖ:
Ἔλα νὰ δεῖς μάτια,
βλέφαρα, χείλια, κομμάτια ἀγάπης.
Ἔλα νὰ δεῖς τὸ ὠμό,
τὸ βίαιο, τὸ ἀβυσσαλέο νὰ ὀργιάζει.
Ἔλα νὰ δεῖς τὸ αἷμα νὰ βελάζει.
Ἔλα νὰ δεῖς τὸν ἐξτρεμιστὴ ἥλιο
τοὺς αἰῶνες νὰ ἀνατινάζει.
Ἔλα νὰ δεῖς τὶς μακρινὲς μοναξιές,
τοὺς ξεχασμένους ἥρωες, τὶς φοβερὲς σημαῖες.
Ἀναρίθμητες οἱ εἰκόνες τῆς μεγάλης θλίψης.
Τίποτε ὅμως δὲν πάει χαμένο.
Ἔλα νὰ δεῖς
ἀπὸ τὰ κόκαλα βγαλμένη τὴν Ἐλπίδα
κι ἄδραξε τὸ ἄστρο τῆς αὐγῆς.
Κρέμασε τὸ τσεκούρι στὸ περήφανο πένθος...
◊ ◊ ◊
ΤΟ ΕΒΡΑΪΚΟ ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ
Εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ ἀναζητᾶμε
τὴν Ὀμορφιὰ στιγματισμένη.
Εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ τὸ Ἄγνωστο
φθονοῦμε καὶ τὸ Μάταιο μᾶς καταδιώκει.
Εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ ἀγοράζουμε
τοὺς ἀπογοητευμένους ἐραστές.
Εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ Ἀκόρεστοι πάλι
σπαράζουμε τὸ κουφάρι τοῦ ἐπιβήτορά μας.
Εἴμαστε ἐμεῖς τὰ κουταλάκια τῶν πληβείων,
τὰ πασουμάκια καὶ τὰ κομποσκοίνια τῶν ἁγίων.
Εἴμαστε ἐμεῖς οἱ πορσελάνες τῶν μικροαστῶν,
οἱ φιλήσυχοι, οἱ σιωπηλοί, οἱ νοικοκυραῖοι.
Εἴμαστε ἐμεῖς κατεψυγμένα ὁμοιώματα
καὶ κοῦκλες βιολογικὲς μισοτιμῆς.
Εἴμαστε ἐμεῖς ἡ Ἀδηφαγία τῆς ζωῆς.
Εἴμαστε ἐμεῖς ἡ μόνη σας Ἐλπὶς τοῖς μετρητοῖς.
◊ ◊ ◊
ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΛΑΜΨΗ ΚΑΙ ΔΕΟΣ
Φῶς ἀνελέητο, ἀτίθασο σκοτάδι
ποῦ πᾶς ἔτσι δαιμονικὸ
καὶ σπαράζει ἡ ἐλαιογραφία τοῦ Γκρέκο ;
Στραβά, κουτσὰ περνάει ἡ ζωή,
μία ὀμορφιὰ καταραμένη
μὲ τὸ ἁμαξάκι της σὲ ἄλλη ζωὴ πηγαίνει.
Περνάει ἡ ζωή
σὰν καταιγίδα στὸ Τολέδο
μὲ λάμψη καὶ δέος.
Στοὺς προμαχῶνες
λίγο χορταράκι μένει,
ἕνα σπασμένο λουλουδάκι,
μία ταπεινὴ πυγολαμπίδα.
Καὶ πάνω στὰ σώματα ποὺ ἔχουν λυγίσει
ἀπὸ τοῦ ἐρέβους τὴν κυριαρχία
περιφρονώντας
τὸ νοσοκομεῖο τοῦ Δὸν Χουὰν Ταβέρα,
περιγελώντας τὴν Κτίση...
Ἄνθρωπε, ἄνθρωπε
τρόπαια μὴν ψάχνεις
Ὕψωσε τὰ λάβαρα τῆς χάρης καὶ προχώρα.
* Προδημοσίευση απο την ποιητική συλλογή Πολεμώντας υπό σκιάν... που πρόκειται να κυκλοφορήσει απο τις εκδόσεις Περισπωμένη.
Ο Γιώργος Κοζίας γεννήθηκε στην Πάτρα το 1958. Σπούδασε βιβλιοθηκονομία και Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Εργάστηκε στο χώρο του ημερήσιου και περιοδικού Τύπου. Πρωτοδημοσίευσε το 1983 στα περιοδικά «Το Δέντρο» και «Ευθύνη». Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί και ανθολογηθεί στα γαλλικά και ισπανικά. Επίσης, ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τον Θάνο Μικρούτσικο. Έργα του: Ζωολογικός κήπος, 1989 (εξαντλημένο), Ο μάρτυρας που δεν υπήρξε, 1995, Πεδίον ρίψεων, 2001, Κόσμος χωρίς ταξιδιώτες, 2007, 41ος Παράλληλος, 2012. Όλα στις εκδόσεις Στιγμή.