
Προδημοσίευση από την ανθολογία «Ἀνύτη, ἡ Τεγεᾶτις, Τὰ ποιήματα», που επιμελήθηκε η Τασούλα Καραγεωργίου, γράφοντας τον πρόλογο, μεταφράζοντας και υποσημειώνοντας την ποίηση της Τεγεάτιδος Ἀνύτης (3ος αἰ. π.Χ.). Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η Ανύτη, σημαντική λυρική ποιήτρια, έζησε τον τρίτο αιώνα προ Χριστού και καταγόταν από την Τεγέα της Αρκαδίας, πόλη την οποία εξυμνεί με περηφάνια στα επιγράμματά της. Το ποιητικό έργο της Ανύτης εκτιμήθηκε ιδιαίτερα ήδη κατά την ύστερη αρχαιότητα, ενώ η ίδια χαρακτηρίστηκε ως θῆλυς Ὅμηρος (θηλυκός, δηλαδή, Όμηρος) και παράλληλα εντάχθηκε στον κανόνα των εννέα ποιητριών της ελληνικής αρχαιότητας, που ήταν ισάριθμες με τις Μούσες. Είναι η πρώτη λυρική ποιήτρια που έχει παραδώσει επιτύμβια επιγράμματα για αγαπημένα οικόσιτα ζώα (όπως λ.χ., ο πετεινός και η μικρή σκυλίτσα), ενώ παράλληλα έχει ζωντανέψει σκηνές της καθημερινής ζωής – στοιχείο που το συναντάμε ακόμα και όταν θρηνεί για τον πρόωρο θάνατο νέων γυναικών τη νύχτα του γάμου. Στην Ανύτη οφείλουμε ειδυλλιακές περιγραφές της φύσης, δροσερών πηγών με κελαρυστά νερά ή ιερών και τόπων λατρείας.
Είναι η πρώτη λυρική ποιήτρια που έχει παραδώσει επιτύμβια επιγράμματα για αγαπημένα οικόσιτα ζώα (όπως λ.χ., ο πετεινός και η μικρή σκυλίτσα), ενώ παράλληλα έχει ζωντανέψει σκηνές της καθημερινής ζωής.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως είναι η αρχαία ποιήτρια από το έργο της οποίας σώζονται τα περισσότερα ολοκληρωμένα (άρτια και όχι σπαραγμένα) ποιήματα – όλα ανήκοντα στο ποιητικό είδος των επιγραμμάτων. Πρόκειται για ένα είδος στο οποίο η Ανύτη εισάγει πρώιμα, αλλά ιδιαίτερα ευπρόσδεκτα για την εποχή μας, ένα οικολογικό αίτημα που συνίσταται στην προστασία και στη στοργή την οποία δικαιούται το ζωικό και φυτικό βασίλειο.
Η Ανύτη υπήρξε μια διανοούμενη ποιήτρια· από στοιχεία του έργου της προκύπτει ότι ταξίδεψε αρκετά και γνώρισε πολλῶν ἀνθρώπων ἄστεα. Το έργο της σφραγίζεται από μια σαφή γυναικεία οπτική, ενώ είναι η πρώτη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας που διαμαρτύρεται για την κακοποίηση των γυναικών σε συνθήκες πολέμου.
Παρατίθενται ενδεικτικά δύο επιγράμματα:
Α. Ένα επιτύμβιο επίγραμμα στο οποίο η ποιήτρια θρηνεί τον άδικο θάνατο του οικόσιτου πετεινού, θύματος της πονηρής αλεπούς:
[στον πετεινό]
Τώρα πιά, όπως πρώτα, δεν θα με ξυπνάς,
με το χάραμα πάντα λαλώντας
και χτυπώντας σαν να ’ταν κουπιά
τις πυκνές σου φτερούγες˙
μες στον ύπνο σου ήρθε κρυφά ο πανούργος ληστής
και σε σκότωσε μπήγοντας
στον λαιμό το γαμψό του το νύχι.
Β. Και ένα δεύτερο επίγραμμα της Ανύτης στο οποίο εγγράφεται ο σπρακτικός θρήνος της μάνας Κλεινώς για τον πρόωρο θάνατο της μικρής της κόρης:
[η μάνα Κλεινώ]
Μ’ οδυρμούς και με θρήνους πάνω απ’ της κόρης το μνήμα
συνέχεια η μάνα Κλεινώ το λιγόζωο κορίτσι της φώναζε,
την ψυχή της μικρής Φιλαινίδος καλώντας, που αντί γάμου
είχε πλέον διαβεί το θολό του Αχέροντα ρεύμα.
Σήμερα που η οικολογική καταστροφή αποτελεί πραγματική απειλή για τη μητέρα Γη, η χαμηλόφωνη ποίηση της Ανύτης, που μας καλεί να απολαύσουμε τον ίσκιο της φτελιάς και να θρηνήσουμε για το δελφίνι που κείτεται νεκρό στην αμμουδιά, είναι εξαιρετικά επίκαιρη.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Στὸν κόσμο τῆς Ἀνύτης ὅλα ἔχουν ὄνομα: τὰ μικρὰ ἢ μεγάλα ἀναθηματικὰ ἀντικείμενα, οἱ δωρητές τους καὶ αὐτοὶ ποὺ τὰ φιλοτέχνησαν, τὰ ἀγαπημένα οἰκόσιτα ζῶα, τὰ νεκρὰ δελφίνια, οἱ νέες γυναῖκες ποὺ φεύγουν ἀπ’ τὸν κόσμο προτοῦ χαροῦν τὸν ἔγγαμο βίο, οἱ γονεῖς ποὺ θρηνοῦν γιὰ τὴν ἀπώλεια, οἱ ἄνδρες ποὺ ἀριστεύουν στὴ μάχη, οἱ βρύσες ποὺ προσφέρουν τὴ δροσιά τους στοὺς ὁδοιπόρους, οἱ τόποι λατρείας καὶ οἱ θεότητες ποὺ τοὺς κατοικοῦν. Ὅ,τι ἀντιστέκεται στὸν θάνατο ἐξασφαλίζει θέση στὴν αἰωνιότητα χαραγμένο στὰ ἐπιγράμματα τῆς Ἀνύτης. Τὸ ἔργο της σφραγίζεται ἀπὸ μιὰ σαφὴ γυναικεία ὀπτική, ἐνῷ εἶναι ἡ πρώτη λυρικὴ ποιήτρια τῆς ἀρχαιότητας ποὺ διαμαρτύρεται γιὰ τὴν κακοποίηση τῶν γυναικῶν σὲ συνθῆκες πολέμου.
Λίγα λόγια για την μεταφράστρια
Ἡ Τασούλα Καραγεωργίου γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου τὸ 1954. Ἐργάσθηκε ὡς φιλόλογος καὶ σύμβουλος φιλολόγων στὴ Δημόσια Μέση Ἐκπαίδευση. Εἶναι κάτοχος διδακτορικοῦ διπλώματος στὴν Κλασικὴ Φιλολογία. Ἔχει ἐκδώσει δέκα ποιητικὰ βιβλία, μεταφράσεις ἀρχαίας ἑλληνικῆς λυρικῆς ποίησης (Σαπφώ, Ἤριννα καὶ ἐπιγράμματα τῆς Παλατινῆς Ἀνθολογίας), ἕνα βιβλίο μὲ λυρικὰ ἀφηγήματα, μία συλλογὴ δοκιμίων γιὰ τὴν ποίηση καὶ δύο μελέτες γιὰ τὴν ποίηση τοῦ Ἀνδρέα Κάλβου καὶ τοῦ Μίλτου Σαχτούρη, ἀντίστοιχα. Ὑπῆρξε μέλος τῆς συγγραφικῆς ὁμάδας τοῦ σχολικοῦ βιβλίου Νεοελληνικὴ Λογοτεχνία Θεωρητικῆς Κατεύθυνσης, (ΟΕΔΒ 1999). Γιὰ τὴ συλλογὴ Τὸ μετρὸ (2004) τῆς ἀπονεμήθηκε τὸ βραβεῖο Γεωργίου Ἀθάνα τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν καὶ γιὰ τὴ συλλογὴ Ἡ πήλινη χορεύτρια (2019) τὸ βραβεῖο Λάμπρου Πορφύρα τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. Ποιήματά της ἔχουν μεταφραστεῖ στὰ ἀγγλικά, ἱσπανικά, ἀραβικά, γερμανικὰ καὶ ρουμάνικα. Ἡ συλλογὴ Τὸ μετρὸ (2004) μεταφράστηκε στὰ ἰταλικὰ ἀπὸ τὴν Gilda Tentorio. Εἶναι μέλος τῆς Ἑταιρείας Συγγραφέων, τοῦ Κύκλου τῶν Ποιητῶν, καὶ τῆς Ἑταιρείας Παπαδιαμαντικῶν Σπουδῶν. Ἔχει διατελέσει πρόεδρος τῆς Πανελλήνιας Ἕνωσης Φιλολόγων γιὰ δύο θητεῖες. Ἀπὸ τὸ 2007 ἕως σήμερα διδάσκει ἑλληνικὴ ποίηση στὸ Ἐργαστήρι Ποίησης τοῦ Ἱδρύματος Τάκης Σινόπουλος.