Ζητήσαμε από πεζογράφους, ποιητές, μεταφραστές και επιμελητές να μας στείλουν μια καλοκαιρινή φωτογραφία από το προσωπικό τους αρχείο και να την πλαισιώσουν με μια ανάμνηση. Σήμερα, ο Νίκος Ξένιος.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Εικονογράφηση: Πάρις Κούτσικος - parisko.com
ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΜΙΛΑΣ...
Σταμάτα να μιλάς. Μόνο αφουγκράσου το κύμα όπως σκάει πάνω στις πέτρες. Πάρε το κινητό σου κι άρχισε να μαζεύεις φωτογραφίες από τις πέτρες. Για τη συλλογή σου. Το καλοκαίρι τελειώνει στις Βόρειες Σποράδες και οι νύμφες των νερών αρχίζουν να μαζεύουν τα πέπλα τους. Βλέπεις τα σύννεφα; Μαζεύουν κι αυτά όση δύναμη έχουν. Τα χρώματα είναι λίγο πιο μελανά, δεν έχω όρεξη σήμερα για συζητήσεις. Εγώ θα κρυφτώ πίσω από το βιβλίο μου. Γλείψε το δάχτυλό σου και σήκωσέ το ψηλά, να δεις από πού φυσάει. Ξέρεις εσύ απ’αυτά.
Τι είπες; Θα βρέξει; Μπορείς να πας πιο ‘κει; Σε παρακαλώ, πήγαινε πιο ‘κει, έχει χώρο και για τους δύο στην ψάθα. Λες να μπω στο νερό πριν πιω καφέ; Μην ανησυχείς που θα βρέξει. Έχω παρκάρει πίσω από το αρμυρίκι. Όταν αρχίσει η βροχή θα γυρίσουμε στη χώρα και θα μαζευτούμε όλοι στον «Μαύρο Γάτο». Το καράβι με τον γυάλινο πάτο σήμερα δεν θα φύγει για τις σπηλιές. Οι τουρίστες δεν θα δουν τον βυθό. Σου είπα να προλάβουμε να πάρουμε το καράβι με τον γυάλινο πάτο και δεν με άκουσες. Μόνο χάιδευες εκείνη τη θαλάσσια χελώνα και όλο έλεγες, έλεγες, για τα ζώδια, για την πολιτική. Μιλούσες ακατάπαυστα, γλώσσα δεν έβαλες μέσα.
Το καλοκαίρι τελειώνει, ό,τι προλάβουμε τώρα, μας έμειναν τρεις μέρες. Γιατί να μιλάμε; Έτσι κι αλλιώς θα μιλάμε τον χειμώνα. Είπαν πως ούτε το καράβι της γραμμής θα φύγει σήμερα. Ο καιρός δεν το επιτρέπει. Δεν έχει βαλίτσες στην προβλήτα και μόνο αυτός ο τύπος με τα μαλλιά ράστα έχει ανοίξει τον πάγκο του και πουλάει χαϊμαλιά και σκουλαρίκια. Στο βάθος, πίσω από το βουνό, σκοτεινιάζει σιγά σιγά. Οι ακτίνες του πρωϊνού ήλιου διαθλώνται και το νερό είναι δροσερό, μπορείς να δεις τα φύκια στον βυθό και μικρές ομάδες από κεφαλόπουλα μαζεύονται στα πόδια μας και κάνουν απολέπιση. Τσιμπάνε λίγο λίγο, εκνευριστικά, βιάζονται γιατί δεν έχουν χρόνο. Και μετά στρίβουν κι αλλάζουν κατεύθυνση όλα μαζί. Και οι πρώτες σταγόνες κάνουν ομόκεντρους κύκλους στα ρηχά. Τα πράσινα γίνονται λίγο πιο σκούρα, τα κίτρινα εξαφανίζονται.
Θα καθίσουμε σ’ ένα από τα τραπεζάκια που είναι κοντά στην ανοιχτή τζαμαρία, να βλέπουμε τη βροχή χωρίς να βρεχόμαστε. Όλοι θα είναι νωθροί και μισοκοιμισμένοι ακόμα, και θα παίζει Doors, το L.A. Woman, κι εγώ δεν έχω όρεξη για συζητήσεις. Να το ξέρεις, θα καθίσουμε χωρίς πολλές κουβέντες. Θα παραγγείλουμε ένα τσάι με λίγο μπέρμπον. Θα ζητήσουμε το σκάκι από τους διπλανούς. Δεν θέλεις σκάκι; Τι θέλεις; Σταμάτα να μιλάς. Φέρε το σκραμπλ, φέρε όποιο παιχνίδι θες, αρκεί να μην μιλάς.
Βλέπεις τα σύννεφα; Μαζεύτηκαν πια κι αυτά πάνω από τα τραπεζάκια. Να βλέπουμε τη βροχή, μόνο αυτό θέλω, χωρίς κουβέντες. Γιατί το φθινόπωρο είναι σε λίγες μέρες και γιατί όταν φεύγει το καλοκαίρι θέλω να κλαίω μόνος μου. Αν θέλεις μπορείς να κλάψεις κι εσύ, αρκεί να φοράς τα γυαλιά του ηλίου σου και ν’ αφουγκράζεσαι το κύμα. Πώς αλλιώς; Θα κλάψουμε για διαφορετικά πράγματα, αυτό είναι βέβαιο. Εσύ θα κλάψεις για τον χρόνο που φεύγει. Εγώ για άλλο πράγμα θα κλάψω. Για το καλοκαίρι που πέθανε πριν γεννηθεί καλά καλά. Ακούς; Ακούω, να λες. Ή μάλλον ούτε αυτό. Τίποτε να μην πεις. Μην μιλάς. Σταμάτα να μιλάς.