Ζητήσαμε από πεζογράφους, ποιητές, μεταφραστές και επιμελητές να μας στείλουν μια καλοκαιρινή φωτογραφία από το προσωπικό τους αρχείο και να την πλαισιώσουν με μια ανάμνηση. Ξεκινήσαμε με τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο. Συνεχίζουμε, σήμερα, με τη Διώνη Δημητριάδου.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Εικονογράφηση: Πάρις Κούτσικος - parisko.com
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ
[Θάσος 1985]
Ποια σημασία έχει μια φωτογραφία που αποτυπώνει μια στιγμή λίγο πριν; Συνήθως το ενδιαφέρον το μονοπωλούν αυτές του ακριβώς τότε ή του λίγο μετά. Κι όμως, αυτό το πριν, που ακόμη δεν ξέρεις τίποτα από όσα θα συμβούν, έχει μια άλλη βαρύτητα, ας πούμε πιο προσωπική. Το τότε και το μετά το μάθαν όλοι, είτε βρισκόντουσαν εκεί ή από τις εφημερίδες και την τηλεόραση: «Καίγεται η Θάσος!» Προς το παρόν όμως, στον χρόνο του ακόμη πριν, η χαλάρωση της αμεριμνησίας, η άγνοια του κακού. Και το αντίσκηνο κάτω από το πεύκο, δυο μέτρα από τη θάλασσα. Τότε που αρκούσαν τόσο λίγα, όλος ο εξοπλισμός φορεμένος στον ώμο, βιβλία, τσιγάρα και δυο τρία μακώ αλλαξιές, δυο φίλοι να ψαρεύουν… όλα στην ύπαιθρο, που συχνά πυκνά λαμπαδιάζει το κατακαλόκαιρο. Τις μέρες του Αυγούστου. Κι ο ένας της παρέας να ανησυχεί αν η φωτιά κάψει τη σκηνούλα μαζί με το καινούργιο του μπλουτζίν – άλλοι καιροί και άλλες έγνοιες.
Εκείνο το βράδυ που κάηκε το μισό νησί, μπήκαμε και κοιμηθήκαμε στις σκηνές μας – και πού αλλού να πας; Μόνο που ξυπνάγαμε και αγγίζαμε το πανί που έκαιγε. Δεν πάθαμε τίποτα. Η ηλικία της άγνοιας μάς προστάτεψε. Με τα χρόνια σκορπίσαμε, δεσμοί χαλάσανε, μεγαλώσαμε. Δεν μας χωράνε πια τα αντίσκηνα –είναι και σκληρό το χώμα– άσε που… εντελώς αιφνιδιαστικά ανακαλύψαμε τα ξενοδοχεία· πού ήταν τόσα χρόνια;
Κάποιες φωτογραφίες έμειναν. Μα πάλι, δεν μπορείς να τις δείχνεις και να λες: να, εδώ είμαστε στο νησί, στη μεγάλη φωτιά. Δεν πείθει η εικόνα, γιατί είναι τραβηγμένη λίγο πριν.