Προδημοσίευση από το καινούργιο μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου Χορεύουν οι ελέφαντες (Μεταίχμιο).
– Σ’ αυτή τη συνεδρίαση, κατ’ εξαίρεση, θα παραστούν εκπρόσωποι των μαθητών, δήλωσε ο διευθυντής μόλις μπήκε.
– Θα σας μεταφέρω την απόφαση του δεκαπενταμελούς συμβουλίου, άρχισε τον πρόλογο η πρόεδρος του Λυκείου. Θα θέλαμε να εγκρίνετε την πραγματοποίηση ημερίδας στο σχολείο μας με θέμα την παγκόσμια οικονομική κρίση...
– Αφήστε τις βλακείες κι αρχίστε να διαβάζετε, έπονται διαγωνίσματα, ψιθύρισε στον διπλανό του κάποιος.
– Εμείς, κύριε, θα υποστούμε την κρίση, πρόσθεσε ο εκπρόσωπος του Γυμνασίου ψιθυριστά, μπορεί και ικετευτικά, στον διευθυντή του σχολείου.
– Να τελειώνει η συζήτηση, παρενέβη ο χημικός που είχε στις οκτώ ιδιαίτερο και βιαζόταν να φύγει.
– Να μας προτείνετε εισηγητές, πέταξε μια φιλόλογος ειρωνικά.
– Αμ,η ημερίδα θέλει δουλειά, τι νομίσατε, αναφώνησε περήφανη.
– Δικαιολογίες για να χάσουν μάθημα, σχολίαζαν σκωπτικά οι περισσότεροι.
– Όλα τα σχολεία στη γειτονιά έχουν κατάληψη, είχε δηλώσει η πρόεδρος, η Ντινοπούλου, με το γνωστό της μπλαζέ ύφος, τρεις μέρες πριν από την παιδαγωγική συνεδρίαση. Μας κοροϊδεύουν, αποκάλυψε στον διευθυντή.
– Σας λένε φλώρους, ε; ρώτησε ο διευθυντής, για να δείξει ότι κάτι ξέρει κι αυτός από μαθητικό λεξιλόγιο.
– Ε, κάπως έτσι, μουρμούρισε η πρόεδρος.
–Τέλος πάντων, επανήλθε η πρόεδρος, σκεφτήκαμε ότι μπορούμε να διοργανώσουμε μια ημερίδα.
– Ή διημερίδα, τη σκούντησε ο Μηνάς που ήταν παρών στη συζήτηση.
– Ή διημερίδα, πρόσθεσε ανόρεχτα η πρόεδρος.
– Έτσι,θα χάσουμε δυο μέρες μάθημα, αλλά με την άδεια σας, πρόσθεσε με ειλικρίνεια ο Μηνάς για να τελειώνει η βαρετή συνάντηση. Οι μαθητές θα είναι ευχαριστημένοι, γιατί ο βασικός στόχος θα επιτευχθεί, οι γονείς θα είναι ευχαριστημένοι γιατί η διημερίδα για την κρίση ακούγεται μαθησιακά πιο σκόπιμη από μια κατάληψη. Όλοι θα είμαστε ευτυχείς που το σχολείο δεν θα πάθει τίποτα, έκλεισε την παρέμβασή του απολύτως ικανοποιημένος.
– Λοιπόν; Τι είπε ο διευθυντής για την ημερίδα; ρώτησε τον Μηνά ένα πρωτάκι. Απ’ αυτά που γυρνούν σαν την άδικη κατάρα στο διάλειμμα και ψάχνουν παρέα.
– Θα δούμε, άφησε την αμφιβολία να πλανάται ο Μηνάς κι επέστρεψε στο σκουλήκι.
– Το ξέρω πως δεν σας γεμίζω το μάτι, ξεκίνησε τον λόγο του. Είμαι και κουτσός, βιάστηκε να προσθέσει δείχνοντας το πόδι του. Σήκωσε το μπατζάκι της φόρμας του απροειδοποίητα. Μπανταρισμένος σίδερα ως το γόνατο.
– Χαζό είναι, σχολίασε η Ντινοπούλου. Όμως ο Μηνάς χειροκρότησε.
– Λοιπόν; προσπάθησε να παραστήσει τον άνετο ο μικρός. Πώς σου φαίνονται οι καθηγητές;
– Είναι κι αυτοί μορφή ζωής, απάντησε στωικά ο Μηνάς κι επέστρεψε στο σκουλήκι.
– Σήμερα το πρωί, την ώρα που πήγαινα το παιδί στο σχολείο, με ρώτησε: Μαμά, έχει πεθάνει ο μπαμπάς; Ήθελε να ξέρει αν ζεις, επανέλαβε. Έχει να σε δει πέντε μέρες.
– Κανόνισε την πορεία σου, προειδοποίησε.