
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το ανέκδοτο θεατρικό έργο του Γρηγορίου Ξενόπουλου «Η κωμωδία του θανάτου ή Ο μακαρίτης Μαύσωλος», σε επιμέλεια & εισαγωγή της Κυριακής Πετράκου, το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Νίκας το επόμενο διάστημα.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: (εξακολουθεί προς τον Πέτρον, χωρίς να προσέχη εις κανένα) Ω, τι κηδεία! Και άνθη; Και πένθος;! Γενικό, πάνδημον πένθος, παιδί μου... το πιστεύεις, Πέτρε μου, που απ’ όπου επερνούσαμε, έκλειναν τα καταστήματα;
ΠΕΤΡΟΣ: Διατί όχι; Αφού το πένθος ήτο πάνδημον...
ΝΙΚΟΣ: (αποτόμως) Ε, ε, μ’ αυτό πια δεν υποφέρεται. Ποια καταστήματα έκλεισαν, αδελφέ; Ένας ανθοπώλης της οδού Σταδίου μονάχα έμπασε μέσα τις γάστρες του, για να μην τες ρίξουν οι μάγκες που έτρεχαν μπροστά με τη μουσική.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Είσαι κακός άνθρωπος.
ΝΙΚΟΣ: Ε, αφήστε με, ας είμαι.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Αν δεν ήσουν κακός, θα έβλεπες τα κλειστά καταστήματα.
ΝΙΚΟΣ: Τα χρεωκοπημένα; Βέβαια, όσα είχαν χρεωκοπήσει τα είδα κι εγώ κλειστά.
ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ: Αηδία καταντήσατε! Άφησε και συ, καημένε Νίκο!
ΑΓΑΘΗ: Αηδία, μα το ναι!
ΝΙΚΟΣ: Μα τι ν’ αφήσω, θείε; Δεν μπορώ ν’ αφήσω. Ο κόσμος μάς πήρε στο μεζέ. Από τη στιγμή που έκλεισε τα μάτια του ο μακαρίτης, γίνεται αυτή η ιστορία. Λίγο λίγο θ’ ακούσω πως θα του στήσουν ανδριάντα.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Όχι, όχι ανδριάντα. Αυτά τα σιχαίνομαι... Ρεζιλεύεται ο άνθρωπός σου, μπα, μπα, μπα! Κάτι αγάλματα, γυμνά μάλιστα, που έχουν εις το νεκροταφείο, είναι ό,τι αηδία και αδιαντροπιά.
ΝΙΚΟΣ: Ας είχατε χρήματα πολλά να το κάμετε και θα εβλέπαμε.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Μη με προκαλείς, γιατί ξεύρεις ότι έχω παράδες... Ευτυχώς δεν μου τους πήρες ακόμα... Χαλώ πενήντα χιλιάδες δραχμές και κάμνω ένα μνημείο, που να φέξη το κοιμητήριο.
ΠΕΤΡΟΣ: Βεβαίως!
ΝΙΚΟΣ: Έτσι να κάμετε. Να ρεζιλέψετε, καθώς είπατε σεις η ίδια, τον άνθρωπό σας, και να κάμετε δυστυχισμένα τα παιδιά σας. Ωραία!
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: (μειδιώσα σατανικώς) Χμ! Ο καυγάς για το πάπλωμα.
ΝΙΚΟΣ: Για μένα το λέτε αυτό;
ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ: (διακόπτων) Επί τέλους, σας διατάσσω να παύσετε. Εγώ είμαι ο γεροντότερος εδώ μέσα.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Μα πώς; Δεν θα μιλήσω για τα ιντερέσσα μου;
ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ: Ωραία ξέρετε τα ιντερέσσα σας, μα το ναι.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ: Έννοια σου και τα ξεύρω ωραιότατα. Μνημεία πολυτελείας δεν κάνω. (Πονηρώς) Τουλάχιστον δεν το απεφάσισα ακόμα. (Υπομειδιώσα). Έτσι το είπα, για να κόψω το αίμα του γαμπρού μου...
Λίγα λόγια για το έργο
Επηρεασμένος βαθιά από τα προσωπικά του βιώματα, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γράφει την Κωμωδία του θανάτου ή Ο μακαρίτης Μαύσωλος γύρω στα 1899. Η ρεαλιστική του γραφή και η αφιλτράριστη δημοτική γλώσσα αποτελούν σημαντική καινοτομία για τα δεδομένα της εποχής, αφού στόχος του συγγραφέα, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, είναι να «ζωγραφίσει την κοινωνίαν οποία είνε και όχι οποία πρέπει να είνε».
Στο έργο, ο θάνατος του Μαύσωλου αποτελεί το έναυσμα για την ανατροπή των ισορροπιών μέσα στην οικογένεια, αφού τα ηνία αναλαμβάνει η αυταρχική σύζυγος του Μαύσωλου, Κλεοπάτρα. Η τεθλιμμένη χήρα ανοίγει πόλεμο στον υποψήφιο γαμπρό της, Νίκο, ο οποίος δεν διστάζει να σατιρίσει τις υπερβολικές εκδηλώσεις πένθους και υπέρμετρης θλίψης. Οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των δύο γίνονται όλο και πιο έντονες, καθώς η Κλεοπάτρα φαίνεται να έχει άλλα σχέδια για την κόρη της.
Και όλοι περιμένουμε να δούμε ποιος θα έχει τον τελευταίο λόγο: η υποκρισία και η υπερβολή ή ειλικρίνεια και το μέτρο...