Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κυριακού «Το μποστάνι του Μποστ – Μια σύνθεση / συμπλήρωση / διασκευή κειμένων του Μποστ», το οποίο κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
ΜΗΔΕΙΑ:
Τι θες να πεις, Ιάσωνα; Εις τι σου έχω φταίξει;
Δεν είναι το ανάκτορον έτοιμον εις τας έξι;
Δεν μαγειρεύω, δεν σκουπώ, δεν πλένω, συγυρίζω,
δεν υπομένω στωικώς, ενώ πολλά γνωρίζω;
Δεν ετοιμάζω τα παιδιά να πάνε στο σχολείο,
δεν τα φροντίζω καθαρά να είναι και τα δύο;
Και λόγον τής λιτότητος που έχεις επιβάλει,
δεν εκτελώ χρέη σκοπού με κράνος στο κεφάλι;
Θέλεις να γίνω σαλπιγκτής, να βγω με την τρομπέτα,
θέλεις να κόψω και το φως, να ζω με σπαρματσέτα;
Θέλεις να φάω απόβλητα, πετρέλαια να φάω,
θέλεις να βγάλω τον σκασμό, θέλεις να μη μιλάω;
Θέλεις να κόψω το φαΐ, τα μπάνια των θαλάσσων,
τι άλλο θέλεις, λέγε μου, τι θέλεις, πες μου, Ιάσων;
Πες μου τι σού παρέλειψα και έχεις παραπόνων;
Ορίστε, πες τα καθαρά, μη χάνομαι και χρόνον.
ΙΑΣΩΝ:
Παρέλειψες να μου ειπείς ότι οι δύο νέοι,
τα δύο νέα μας παιδιά εγίναν διανομαίοι.
ΜΗΔΕΙΑ:
Αφού δεν ήσουνα εδώ! Τι ήθελες να κάνω;
Πώς να σ’ το πω; Πού να σε βρω, και τι να πρωτοκάνω;
Δεν είναι άσχημα θαρρώ να εργασθούν κι οι δύο
να έχουν και εισόδημα απ’ το Ταχυδρομείο.
ΙΑΣΩΝ:
Μάθε ότι δυσάρεστα είναι πολύ τα πράματα
τούς απολύσαν και τους δυο, δεν έπαιρναν τα γράμματα.
ΜΗΔΕΙΑ:
(Έξαλλη.) Δεν έπαιρναν τα γράμματα, κι έπαιρναν μόνο τον
μισθό!;
ΙΑΣΩΝ:
Ο Διευθυντής μού έδειξε τα γράμματα σωρό.
ΜΗΔΕΙΑ:
Και δεν μου λες, Ιάσωνα… τα χρήματα που πέρναν
τι διάολο τα κάνανε, σε μένα δεν τα φέρναν!
ΙΑΣΩΝ:
Δεν σου ’πα το χειρότερο. Τα ξόδευαν σε δώρα
για τη μικρή καλόγρια, αυτή τη ρασοφόρα.
ΜΗΔΕΙΑ:
Θέλεις να πεις πως και τα δυο κάναν τον υπνοβάτη
και εναλλάξ εχώνοντο στης Πόλυς το κρεβάτι;
ΙΑΣΩΝ:
Όλες τις μέρες με μονό πηδούσε ο μεγάλος
κι όλες τις μέρες με ζυγό βολεύετο ο άλλος.
ΜΗΔΕΙΑ:
Α, τα μπαστάρδικα παιδιά! Πρέπει να δώσω λύση
έκαναν το ποτήρι μου πλέον να ξεχειλίσει.
Προχθές τα εσυγχώρεσα που έγραφαν στους τοίχους
«Αρχίδια» κι άλλες προστυχιές με γράμματα τρεις πήχους.
Μέχρι πρωί ασβέστωνα, μ’ έπνιγαν οι ασβέσται
σβήνων «φασίσταις δολωφώνοι, τον πέρνεται, γαμηέσται».
Και όλα ανορθόγραφα. Με μαύρον μαρκαδόρον.
Εν πράγμα απαράδεκτον για τοίχους ανακτόρων.