
Προδημοσίευση αποσπάσματος από την εισαγωγή του βιβλίου «Η μεταμοντέρνα αμερικανική ποίηση», σε ανθολόγηση-εισαγωγή-μετάφραση του Γιάννη Λειβαδά, το οποίο θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα από τις εκδόσεις Κουκούτσι.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
«Ο μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε ρητός κατά την έναρξη της δεκαετίας του 1950. Ως τεκμηριωμένος τομέας της νεότερης αμερικανικής λογοτεχνίας, όμως, έκανε την εμφάνισή του το 1972. Τον όρο μεταμοντέρνος, με τις διαστάσεις και το νοηματικό βάρος που σχετίστηκαν με την ποίηση, τον εισήγαγε ο Τσαρλς Όλσον και κατεγράφη για πρώτη φορά ως τέτοιος, το 1951, σε μία του επιστολή προς τον Ρόμπερτ Κρίλι. Εντούτοις οι απόψεις του Όλσον, μήτε καθόρισαν τη μεταμοντέρνα ποίηση, μήτε καθορίστηκαν από αυτή, κατά τον τρόπο που εξελίχθηκε σε δύο, πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, περιόδους. Από το 1972, ο ίδιος όρος, ήταν πλέον μετασχηματισμένος, και άρχισε βαθμηδόν να αποκτά μία εξεζητημένη, μα συγχρόνως, θεσμική διάσταση».
«Ο μεταμοντερνισμός της πρώτης περιόδου (1950-1972) διέφερε σχεδόν ριζικά από εκείνον της δεύτερης περιόδου, ο οποίος ξεκίνησε το 1972 και διήρκησε έως το τέλος του εικοστού αιώνα. Οι δύο αυτοί μεταμοντερνισμοί διακρίθηκαν για δύο κυρίως πράγματα. Ο πρώτος αποτέλεσε μία άκρως δημιουργική μεταστροφή όντας εξέλιξη του μοντερνισμού, ενώ ο δεύτερος αποτέλεσε μορφική διαπλάτυνση των εσωτερικών ενστάσεων του πρώτου. Η παράφορη πίστη στην οργανική μεταβατικότητα, ήταν εκείνη που κατέστησε τον μεταμοντερνισμό της πρώτης περιόδου κορυφαίο, τόσο σε σχέση με το ποιητικό παρελθόν, όσο και σε σχέση με το, μέχρι των ημερών μας, μέλλον. Ο μεταμοντερνισμός της δεύτερης περιόδου αναλώθηκε στην «επαναστατική» του υποχρέωση να «αποσυγχωνευθεί» και να «αυτονομηθεί» από την οργανική φύση της ποίησης».
«Ο μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε ρητός κατά την έναρξη της δεκαετίας του 1950. Ως τεκμηριωμένος τομέας της νεότερης αμερικανικής λογοτεχνίας, όμως, έκανε την εμφάνισή του το 1972».
«Η ανάπτυξη της συλλογιστικής των επιρροών ήταν μία αντίστροφη συνέπεια, εντελώς προβλέψιμη, διότι σε αντίθετη περίπτωση, η ανακάλυψη πως όλες οι επιρροές συναποτελούν όντως ένα αγνό τίποτα, θα μπορούσε να ήταν αφανιστική. Οι της πρώτης περιόδου, όντας καλοί γνώστες της αγνωστικιστικής και μεταφυσικής ρουτίνας, μετέτρεψαν αυτή τη συλλογιστική σε ζώπυρο∙ επανέφεραν την αυτότητα στην κορυφή της ιεραρχίας. Οι της δεύτερης περιόδου όχι».
«Ένα κούφιο πρόταγμα πρωτοπορίας είναι λογικό να μην αντέξει τέτοιο εποπτικό βάρος, και να προσπαθήσει να αντισταθεί με τη διευκόλυνση της επινόησης ενός ιδεολογήματος αρίφνητων επιρροών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ποιητική του μεταμοντερνισμού θα "λογοδοτούσε" σε άβακα αρεστών, προεπιλεγμένων επιμετρήσεων».
«Η αδιάκοπη περιφρόνηση προς την ποίηση και η προσκόλληση στην ποιητική, οδήγησε σε φαινόμενα όπως, να μπαίνουν στην ίδια μοίρα η ραθυμία με τις διακυμάνσεις και το απειρότεχνο με το περιπετειώδες. Ο μεταμοντερνισμός ευχαριστήθηκε τόσο την ασάφειά του, στον βαθμό που κατασκεύασε μία διακειμενική ποιητική, η οποία απέφευγε κατά βάθος την, κατά τα άλλα προέχουσα, διακειμενική ποίηση. Η ευφάνταστη ανύψωση του "διακειμενικού" μοντέλου, καθώς και η μεθοδολογία που το ακολούθησε, ήταν λίαν ελκυστικές, ακριβώς επειδή αντικαθιστούσαν οτιδήποτε θα μπορούσε να προσφέρει πρωτότυπο περιεχόμενο».
«Η ανθρώπινη ζωή λειτουργεί μέσα στο χάος, το πνεύμα είναι ατέρμονο. Μιλώ μαζί σας και για να επανεξετάσω πολλά απ’ αυτά που προτείνω. Η ποίηση, (είμαι αναγκασμένος να προβώ σε άγαρμπη, μα υποχρεωτική για τον σκοπό του κειμένου, τοποθέτηση) είναι, ας πούμε, σημαντική, εξαιτίας του απολύτου τίποτα μέσα στο οποίο δημιουργείται. Ως εκ τούτου, το ποίημα είναι η απάντηση μίας ερώτησης που δεν έχει ακόμα τεθεί».