
Προδημοσίευση αποσπάσματος από βιβλίο του Βίτο Μανκούζο [Vito Mancuso] «Ο δρόμος της ομορφιάς» (μτφρ. Παναγιώτης Αρ. Υφαντής), το οποίο θα 3κυκλοφορήσει στις 15 Δεκεμβρίου από τις εκδόσεις Αρμός.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
1. Είναι όμορφη η ζωή;
Είναι όμορφη η ζωή; Ή μήπως δεν είναι; Για να δώσουμε σωστή απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει πρώτα να απαντήσουμε στο εξής ερώτημα: μπορούμε να καταλάβουμε αν ένα πράγμα, ένα ον (ένα αντικείμενο, ένα φυσικό φαινόμενο ή και ένα πρόσωπο) είναι όμορφο ή όχι; Σε πρώτη προσέγγιση η απάντησή μου στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι πως πράγματι μπορούμε να αντιληφθούμε την ομορφιά ενός όντος από την επιθυμία της ένωσης που γεννιέται μέσα μας όταν το βλέπουμε ή το φέρνουμε στον νου μας: από το πόσο θέλουμε να ενωθούμε μ’ αυτό και να απομακρυνθούμε από το αντίθετό του. Πρόκειται για ένα ένστικτο φυσικό, ή μάλλον φυσιολογικό, δηλαδή εγγεγραμμένο στη λογική που διέπει τη φύση, συμπεριλαμβανομένης και της ανθρώπινης, την οποία είχε συλλάβει ήδη πριν από εικοσιπέντε αιώνες ο Έλληνας ποιητής Θέογνις και την είχε εκφράσει με τα ακόλουθα λόγια που απέδωσε στις Μούσες και στις Χάριτες: «Ό,τι είναι όμορφο, αγαπιέται· ό,τι δεν είναι όμορφο, δεν αγαπιέται», όπου η λέξη αγάπη εκφράζει την ερωτική επιθυμία.
Για τον λόγο αυτό η αισθητική έχει τόσο μεγάλη σημασία στο εμπόριο, από τα διαφημιστικά σποτ, η δημιουργία των οποίων κοστίζει εκατομμύρια, μέχρι τα φρούτα και τα λαχανικά στους πάγκους των λαϊκών αγορών: όταν ο νους μας εντοπίζει την ομορφιά, νιώθει έναν πόθο συχνά ακατανίκητο να ενωθεί μαζί της. Ας επιστρέψουμε όμως στη ζωή.
Είναι όμορφη ή όχι;
Η απάντησή μου είναι πως η ζωή είναι εξαιρετικά όμορφη, πράγμα που αποδεικνύει το γεγονός ότι το πιο ισχυρό ένστικτο των ζωντανών είναι αυτό της επιβίωσης. Νιώθουμε κυριευμένοι από την επιθυμία να ζήσουμε και αγκιστρωνόμαστε στη ζωή με μια δύναμη ισχυρότερη από εκείνη που κρατά καθηλωμένη μια πεταλίδα σε ένα βράχο, πράγμα που αποδεικνύει ότι η ζωή είναι τόσο όμορφη που (σχεδόν) δεν μπορούμε να σκεφτούμε τίποτα πιο όμορφο και πιο ελκυστικό απ’ αυτήν.
Νιώθουμε κυριευμένοι από την επιθυμία να ζήσουμε και αγκιστρωνόμαστε στη ζωή με μια δύναμη ισχυρότερη από εκείνη που κρατά καθηλωμένη μια πεταλίδα σε ένα βράχο, πράγμα που αποδεικνύει ότι η ζωή είναι τόσο όμορφη που (σχεδόν) δεν μπορούμε να σκεφτούμε τίποτα πιο όμορφο και πιο ελκυστικό απ’ αυτήν.
Συνεπώς, ολόκληρη η ζωή θα έπρεπε να μοιάζει με γιορτή. Δεν είναι όμως έτσι. Ο Μπόρις Πάστερνακ έγραψε: «Πόσο όμορφος είναι ο κόσμος! Γιατί όμως αυτή η ομορφιά προκαλεί μια αίσθηση οδύνης;».
2. Ο σκοπός αυτού του βιβλίου
Η προσπάθεια να κατανοήσουμε τη γοητεία που ασκεί η ομορφιά· η προσπάθεια να κατανοήσουμε την ευχαρίστηση και ενίοτε τον ενθουσιασμό που γεννά μέσα μας η συνάντηση με την ομορφιά· ταυτόχρονα, η προσπάθεια να κατανοήσουμε τη μελαγχολία και ενίοτε τη θλίψη που μας προκαλεί άλλες στιγμές η θέα της ομορφιάς· η προσπάθεια να κατανοήσουμε πώς διακρίνεται η αληθινή από την κίβδηλη ομορφιά (διάκριση που σχετίζεται και με την αυθεντικότητα της ζωής, γιατί η ομορφιά δεν είναι ζήτημα που αφορά μόνο την αισθητική αλλά και την ηθική και το συνολικό νόημα του όντος, τη λεγόμενη οντολογία, εφόσον η ομορφιά, όπως θα επιχειρήσω να αναδείξω, είναι «η λάμψη του αληθινού»)· η προσπάθεια να κατανοήσουμε, προπάντων, πώς η εμπειρία της αληθινής ομορφιάς μπορεί να είναι σωτήρια, δηλαδή πώς μπορεί να απελευθερώνει την πολυτιμότερη ενέργειά μας, στην οποία παραδοσιακά αναφέρεται κανείς λέγοντας ψυχή, αλλά που μπορεί εναλλακτικά να την ονομάσει καρδιά, συνείδηση ή και με άλλους τρόπους· σκοπός αυτού του σύντομου δοκιμίου είναι να μας βοηθήσει να τα κατανοήσουμε και να τα ερμηνεύσουμε όλ’ αυτά φωτίζοντας τη σημασία της ομορφιάς για τη ζωή μας. Στις σελίδες του θα υποστηρίξω την άποψη ότι η αναζήτηση και η προστασία της ομορφιάς συνιστά τον προνομιακό δρόμο που μας επιτρέπει να αποκτήσουμε εμπειρία του βαθύτερου νοήματος της ζωής, που αποκαλύπτεται σε όποιον το αξίζει. Γιατί είναι ξεκάθαρο πως στη φύση των όντων υπάρχει ο ακόλουθος νόμος στον οποίο υπόκεινται τα πάντα: σε αυτόν που έχει, θα δοθεί, και από εκείνον που δεν έχει, θα αφαιρεθεί και αυτό που έχει. Ο Λεονάρντο έγραφε σχετικά: «Αν το αγαπώμενο ον είναι αισχρό, αυτός που το αγαπά γίνεται αισχρός», ενώ «όταν ένα ον ταιριάζει σε αυτόν που ενώνεται μαζί του, ακολουθεί χαρά και ευχαρίστηση και ικανοποίηση»5.
3. Υπάρχει στ’ αλήθεια;
Όποιος στοχάζεται τον πυρήνα της προβληματικής αυτού του βιβλίου έρχεται αβίαστα αντιμέτωπος με το εξής ερώτημα: η ομορφιά υπάρχει ως αυθύπαρκτη πραγματικότητα ή είναι απλώς ζήτημα προσωπικού γούστου ή και κάθε εποχής και κάθε τόπου; Ποιος από μας θα είχε τα ίδια γούστα αν είχε γεννηθεί στο κέντρο της Αφρικής, στις Άνδεις ή σε ένα νησί της Ιαπωνίας; Ή αν είχε γεννηθεί ακριβώς στον ίδιο τόπο αλλά τριακόσια χρόνια πριν; Ή και μόνο τριάντα χρόνια πριν;
Αναρίθμητες είναι οι φορές που βλέποντας κάποιον να προχωρεί περήφανος για τον τρόπο που ντύνεται (το λεγόμενο σήμερα look ) αναρωτηθήκαμε: «Μα πώς γίνεται να κυκλοφορεί ντυμένος έτσι;».
Δεν είναι εξάλλου απαραίτητο να ταξιδέψει κανείς στον χώρο και στον χρόνο για να διαπιστώσει την ανομοιότητα που διακρίνει τις αισθητικές επιλογές των ανθρώπινων όντων· αρκεί να βγει από το σπίτι του και να παρατηρήσει την εμφάνιση των περαστικών: παραδοσιακά δαχτυλίδια στα χέρια, αλλά και κρίκοι στη μύτη, στα χείλη και στη γλώσσα (τα λεγόμενα piercing 6)· μαλλιά βαμμένα μπλε, πράσινα, ροζ και άλλα ασυνήθιστα χρώματα· τατουάζ κάθε λογής σε οποιοδήποτε θεατό μέρος του σώματος (ποιος ξέρει και στα άλλα)· παντελόνια καλοσιδερωμένα και άλλα σχισμένα και κατασχισμένα· ο ένας φοράει με περηφάνια ένα ρολόι, που ένας άλλος το παρατηρεί με αποστροφή· εκείνη πηγαίνει μια βόλτα με ένα αυτοκίνητο, το οποίο σε μια άλλη προκαλεί ντροπή και μόνο η σκέψη να ανοίξει την πόρτα του· κάποιος καμαρώνει για ένα σκύλο που σε όλους προ- καλεί τρόμο· μία κορδώνεται για ένα καπέλο που οι άλλες δεν θα το φορούσαν ούτε στο καρναβάλι. Αναρίθμητες είναι οι φορές που βλέποντας κάποιον να προχωρεί περήφανος για τον τρόπο που ντύνεται (το λεγόμενο σήμερα look ) αναρωτηθήκαμε: «Μα πώς γίνεται να κυκλοφορεί ντυμένος έτσι;». Εσύ, για παράδειγμα, θα μπορούσες ποτέ να εμφανιστείς με εκείνα τα τεράστια γυαλιά στο κόκκινο της φωτιάς, με τσάντα λεοπάρδαλη και με μαύρα γυαλιστερά παπούτσια με χάλκινες μύτες, όπως εκείνη η κυρία που περπατά αχτένιστη; Μπαίνουμε σε ένα σπίτι και νιώθουμε να μας τυλίγει μια διακόσμηση ζεστή σαν χαμόγελο· μπαίνουμε σε ένα άλλο σπίτι και, αντιθέτως, μας υποδέχεται με μια κραυγή, ίσως και με μια γροθιά. Το συμπέρασμα είναι μια καθημερινή παρέλαση από κακόφωνες αισθητικές αντιθέσεις που αμφισβητεί σοβαρά την πιθανότητα να υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα της ομορφιάς. Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε επίσης ότι η ομορφιά του ανθρωπίνου όντος υπόκειται στην εξέλιξη των εποχών και των τόπων, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι σε ορισμένες εποχές η πληθωρικότητα, για να μην πω η παχυσαρκία, του γυναικείου σώματος ήταν αξιοζήλευτη (αρκεί να σκεφτεί κανείς μερικούς πίνακες του Ρούμπενς). Ενώ, όπως παρατηρούμε σήμερα σε κάποιες αφρικανικές κοινωνίες, το λιπόσαρκο, κάτισχνο σώμα, που τόσο εκτιμά η Δύση, αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση και καμία γυναίκα δεν επιθυμεί να χάσει βάρος. Συνεπώς, η ανακολουθία πηγάζει όχι μόνο από τους δικούς μας δρόμους, αλλά και από την ιστορία και τη γεωγραφία μας.
Συνεπώς, επανέρχεται το ερώτημα: η ομορφιά είναι κάτι (ένα μέγεθος) στη δημιουργία του οποίου συμβάλλουμε εμείς οι ίδιοι, ένα είδος κοινωνικής σύμβασης που αλλάζει με την αλλαγή των εποχών και των τόπων, ή είναι μια ποιότητα που προϋπάρχει της υποκειμενικότητας, και εναπόκειται σε μας να την αναγνωρίσουμε; Είναι πιο σωστό να σκεφτόμαστε την ομορφιά σαν ένα τρόπο ενατένισης και αξιολόγησης, ο οποίος αλλά- ζει όπως αλλάζουν σχεδόν όλα στην τρικυμισμένη θάλασσα του κόσμου, ή σαν ένα μέγεθος αυθύπαρκτο, μία από εκείνες τις σπάνιες και εξαιρετικά πολύτιμες πραγματικότητες που δεν είναι εφήμερες και δεν αλλάζουν; Με άλλα λόγια, η ομορφιά είναι επινόηση (που αφορά κυρίως την ανθρώπινη δημιουργικότητα) ή ανακάλυψη (που συνεπάγεται πρωτίστως τη μελέτη και τη θεωρία από την πλευρά του ανθρώπου);
Όλοι συμφωνούν πως η ομορφιά τις περισσότερες φορές συνδέεται με την ευχαρίστηση: είναι όμως η αντικειμενική ομορφιά που γεννά την ευχαρίστηση των υποκειμένων, ή είναι η αναπόφευκτα υποκειμενική ευχαρίστηση που γεννά μία σύμβαση σχημάτων και γούστων, την οποία εκ των υστέρων ονομάζουμε ομορφιά; Ποιος έχει δίκιο: αυτός που υποστηρίζει την ύπαρξη ενός αισθητικού κανόνα, στον οποίο όλα τα ατομικά γούστα πρέπει να προσαρμοστούν αν θέλουν να αποκτήσουν εμπειρία ομορφιάς, ή αυτός που υποστηρίζει ότι μόνο η φαντασία και η επιθυμία των ατόμων είναι ικανές να γεννήσουν ομορφιά και, συνεπώς, καλεί τον καθένα να ακολουθήσει τα δικά του απολύτως αναντίρρητα και απείρως δημιουργικά γούστα; Εν κατακλείδι: αν είναι αναμφισβήτητο πως υπάρχει το αίσθημα του ωραίου, νομιμοποιείται κανείς να υποστηρίζει ότι υπάρχει και μία αντικειμενική πραγματικότητα της ομορφιάς;