
Ο Γιώργος Στόγιας, αφού διάβασε εκατοντάδες παιδικά βιβλία στις κόρες του και τους μαθητές του, έκατσε να γράψει το δικό του. Ένα βιβλίο για παιδιά που να είναι όπως ακριβώς θα το ήθελε, ως πατέρας, δάσκαλος και αναγνώστης λογοτεχνίας.
Η Book Press και ο συγγραφέας προσκαλούν μικρούς και μεγάλους να γίνουν οι «δοκιμαστές» της σειράς Ιστορίες σαν αυτοκόλλητα στον ουρανό. Να τις κάνουν θέατρο στο παιδικό δωμάτιο, στην τάξη ή απλά στη σκηνή του μυαλού τους με τα φώτα της φαντασίας. Εντυπώσεις ευπρόσδεκτες, σε οποιαδήποτε μορφή: ένα σχόλιο γονιού, μια ζωγραφιά ενός παιδιού, ένα τραγούδι μουσικού εμπνευσμένο από μια ιστορία. Όλα έχουν σημασία για το βιβλίο που θα φτιαχτεί στο τέλος αυτής της δημιουργικής διαδικασίας. Κάθε Κυριακή στην Book Press θα δημοσιεύεται μια από τις είκοσι ιστορίες της σειράς, συνοδευόμενη από ένα σχέδιο του moican και υποστηρικτικό υλικό για γονείς και εκπαιδευτικούς. Ένα ελάχιστο γλυκό δώρο για την εβδομάδα που ξεκινά...
Ιστορία 4η: Αγόρια, αγόρια, αγόρια
Παντρεύτηκε η θεία του, η μικρή αδελφή της μητέρας του, η καλή του νεράιδα.
Φαινόταν χαρούμενη, ο Φοίβος όμως καθόλου, ζήλευε που την έχανε από άλλον.
Ο κακός της ιστορίας μάλιστα του έδωσε να πιει μια γουλιά κρασί που τον έκαψε.
Όλοι γελούσαν μέσα στο τρελό κέφι, ακόμη κι οι γονείς του, πού ήταν το αστείο;
Γύρω στις 11 κοιμήθηκε πάνω σε ένα τραπέζι, οι μπούκλες του μέσα στο γλυκό.
Ο πατέρας του έφτιαξε ένα κρεβάτι με έξι καρέκλες και το παλτό του για σκέπασμα.
Το πρωί που τον ξύπνησαν για το σχολείο ήταν σίγουρος ότι είχε γίνει λάθος.
Βούρτσισε δόντια, πλύθηκε, ντύθηκε σαν ένα λυπημένο ρομπότ.
Δεν μπόρεσαν όμως να τον ταΐσουν τίποτα, ούτε τα αγαπημένα του δημητριακά.
Ανέβηκε στην τάξη τρέχοντας, είχε χτυπήσει το κουδούνι, έφαγε παρατήρηση.
Ήθελε να πει «δεν φταίω εγώ!». Έκατσε. Η ανάσα του αξύριστου δασκάλου μύριζε.
Τους ρώτησε πώς πέρασαν το Σαββατοκύριακο. Το στομάχι του Φοίβου πονούσε.
Οι συμμαθητές του έλεγαν για σινεμά, βόλτες, παιδικά πάρτι και νέα ηλεκτρονικά.
Πάντα τα καλύτερα συμβαίνουν στους άλλους, άσε που έχουν πιο μεγάλο σπίτι.
Κοίταξε τον Χριστό πάνω από τον πίνακα σαν να είδε την εικόνα για πρώτη φορά.
Τον παρακάλεσε να ανταλλάξει ζωή με τον μπροστινό του.
Να γινόταν έτσι απλά, όπως ανταλλάσσουν τάπες στο διάλειμμα.
Καλά, αυτό ήταν αδύνατον να γίνει, το καταλάβαινε κι ο ίδιος.
Παρακάλεσε τότε να μην ρωτήσει ο δάσκαλος αυτόν για το Σαββατοκύριακο.
Μια χαρά, ούτε αόρατος να ήταν. Τη γλυτώσαμε και σήμερα, σκέφτηκε.
«Βγάλτε το "Σκέφτομαι και γράφω", καιρό έχουμε να κάνουμε έκθεση».
«Μα Δευτέρα πρωί;» διαμαρτυρήθηκε έντονα ο Φοίβος, από μέσα του.
Τα παιδιά αντέγραψαν το θέμα. Θα προτιμούσαν να τους είχε βάλει να σκάψουν.
«Πώς φαντάζομαι τον εαυτό μου όταν θα είμαι μεγάλος».
Ο δάσκαλος: «Δεν θα δώσω εξηγήσεις, αφήστε τον εαυτό σας ελεύθερο. ΗΣΥΧΙΑ!»
Ο ήρωάς μας (δικός μας και κανενός άλλου) ξεκίνησε να γράφει:
« Πάντα ήθελα μια χρονομηχανή, έτσι όταν με πλησίασε ένας μυστικός πράκτορας
και μου είπε ότι με διάλεξαν ανάμεσα σε εκατομμύρια παιδιά να είμαι ο πρώτος
που θα ταξίδευε στο μέλλον, ζήτησα χιλιάδες ευρώ, και δέχτηκα με πολλή χαρά...»
Έφτασε στον προορισμό του, κάπου στα 2040, το μολύβι του χόρευε στο χαρτί.
Είδε την Άννα πρωταθλήτρια στο τρέξιμο να κερδίζει στο φώτο-φίνις,
τον Κωστή ηθοποιό στην τηλεόραση με τα ίδια αστεία που ξεκαρδίζανε την παρέα,
τη Δέσπω με δίδυμα, τον Τάσο να καπνίζει, τον Μάκη παπά της ενορίας,
τη Νίτσα να κλαίει και να σπαράζει που δεν την παίζουν οι φιλενάδες της,
τον Μιχάλη πλούσιο, όπως άλλωστε ήταν κι οι γονείς του,
τη Φωτεινή γιατρό, τόσο διάβασμα δεν πήγε χαμένο (ούτε εκείνη έγινε φυτό).
Άλλων η τύχη έπαιρνε δέκα με τόνο και άλλων ζοριζόταν να φτάσει το πέντε
(στα μηδενικά ο Φοίβος γύρισε το κεφάλι, δεν ήθελε να κοιτά).
Πουθενά όμως δεν έβλεπε τον εαυτό του και ανησυχούσε τρομερά.
Αν έχανε τη μοναδική πτήση, θα έπρεπε να μείνει για πάντα εκεί.
Του πέρασε η ιδέα ότι κανονικά ζούσε στο μέλλον και με μια χρονομηχανή
είχε γυρίσει για λίγο στο παρελθόν, όταν ήταν στο σχολείο και έγραφε έκθεση.
Ένιωθε το μυαλό του να σαλεύει όπως κολυμπά μια μέδουσα.
Δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο πέρα από το να συνεχίσει να γράφει.
Μπήκε σε ένα σπίτι, οι τοίχοι, τα τραπεζομάντηλα, τα σεντόνια, όλα λευκά.
Ο νέος θείος του ήταν όπως χτες, μόνο ένα δόντι τού έλειπε. Πάλι του έδωσε κρασί.
Τσουγκρίσανε και ο Φοίβος ακούμπησε το ποτήρι στα χείλη. Μπήκε η θεία.
Ήταν γριά, άσχημη, και σαλιάρα. Πλησίασε να τον αγκαλιάσει και να τον φιλήσει.
Από την τελευταία σειρά, ο Φοίβος έτρεξε στην έδρα, κρατώντας το τετράδιό του.
«Κύριε, κύριε, μπορώ να πάω στην τουαλέτα;»
«Τελείωσες την έκθεσή σου; ΚΙΟΛΑΣ;»
Ο Φοίβος έδωσε το τετράδιο, ο δάσκαλος είδε έκπληκτος πέντε γραμμένες σελίδες.
«Πήγαινε, φρόνιμα όμως στις σκάλες» είπε, και ξεκίνησε να τη διαβάζει.
Το λιγότερο παράξενο από όλα ήταν πως δεν είχε ούτε ένα ορθογραφικό λάθος.
Ο δάσκαλος έκοψε τις σελίδες από το τετράδιο και τις κράτησε δικές του για πάντα.
Ο Φοίβος στην τουαλέτα έσκυψε και έβγαλε ό,τι είχε καταπιεί χτες το βράδυ.
Το νερό τα καθάρισε. Ένιωσε πολύ καλύτερα.
Σε ένα λεπτό θα χτυπούσε κουδούνι για διάλειμμα.
Καθυστέρησε πλένοντας τα χέρια και το πρόσωπο.
Μετά βγήκε να παίξει μπάλα κι έβαλε γκολ με κεφαλιά ψαράκι.
ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ
Οι ερωτήσεις που μπορείτε να βρείτε είναι εδώ είναι ανοιχτές και προσφέρονται για συζήτηση. Είναι καλό να χρησιμοποιηθούν, προσαρμοσμένες στο επίπεδο των παιδιών, αφού έχει επιτευχθεί η βασική κατανόηση της ιστορίας.
- Τι μπορεί να εννοεί ο Φοίβος όταν σκέφτεται τη θεία του σαν την «καλή του νεράιδα»;
- Σου έχει τύχει ποτέ να κοιμηθείς λίγες ώρες τη νύχτα; Θυμάσαι το λόγο που συνέβη αυτό; Το μυαλό σου δούλευε με τον ίδιο τρόπο όπως σαν να είχες κοιμηθεί κανονικά; Αν όχι, σε τι διέφερε ο τρόπος που σκεφτόσουν και αισθανόσουν;
- Θυμήσου μια λεπτομέρεια που σου άρεσε από έναν παλιό σου δάσκαλο (π.χ. στην εξωτερική του εμφάνιση, στη διδασκαλία, ή τη συμπεριφορά). Και μια λεπτομέρεια που δεν σου άρεσε, από τον ίδιο ή από κάποιον άλλο. Τι σημασία είχαν αυτές οι λεπτομέρειες (αν είχαν) για το πώς ήσουν εσύ μέσα στο μάθημα;
- Ποιο είναι τελικά το πρόβλημα του Φοίβου σε αυτή την ιστορία, και πόσο μεγάλο είναι; Δικαιολόγησε την άποψή σου.
- Είναι γνωστό ότι άλλοι έχουν περισσότερα, μεγαλύτερα και ακριβότερα υλικά αγαθά (σπίτια, αυτοκίνητα, παιχνίδια τα παιδιά) και άλλοι λιγότερα, μικρότερα και φτηνότερα. Πώς εξηγείς αυτή την ανισότητα, και τι σκέφτεσαι πάνω σε αυτή;
- Θυμάσαι κάποια έκθεση που έγραψες στο σχολείο και σου άρεσε πολύ; Ποιο ήταν το θέμα της και γιατί πιστεύεις ότι σε έκανες να γράψεις καλά; Την έχεις ακόμα κάπου φυλαγμένη ή χάθηκε;
- Ο συγγραφέας αναφέρεται στον Φοίβο ως τον «ήρωά μας και κανενός άλλου». Τι καταλαβαίνεις ότι θέλει να πει;
- Προσπάθησε να φανταστείς για λίγο εσένα και τους συμμαθητές σου είκοσι χρόνια από σήμερα. Δεν χρειάζεται να πεις κάτι για αυτό, εκτός αν το θες.
- Σε όλη την ιστορία υπάρχει ένα σαφώς μη ρεαλιστικό στοιχείο, δηλαδή κάτι που δεν θα μπορούσε να γίνει λογικά με τίποτα στην πραγματικότητα. Ποιο νομίζεις ότι είναι, και γιατί λες να το έβαλε ο συγγραφέας;
- Γιατί στην ιστορία ο δάσκαλος κράτησε την έκθεση του Φοίβου για πάντα;
- Ξέρεις τι σημαίνει στην ποδοσφαιρική ορολογία η έκφραση «κεφαλιά ψαράκι»; Βρες σε ποιο σημείο της εικόνας ο ζωγράφος σχεδίασε, με τον δικό του τρόπο, αυτή την έκφραση. Διάλεξε κι εσύ μια πρόταση από την ιστορία και ζωγράφισέ τη με τον δικό σου τρόπο.