Για την παράσταση «Crash Park: Η ζωή ενός νησιού» σε σύλληψη, σκηνοθεσία & σκηνογραφία του Philippe Quesne, η οποία παρουσιάζεται μέχρι και τις 30 Δεκεμβρίου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Του Νίκου Ξένιου
Ο γάλλος δραματουργός, σκηνοθέτης και οπτικός καλλιτέχνης Φιλίπ Κεν έρχεται για δεύτερη φορά στην Ελλάδα ως προσκεκλημένος της Στέγης, με την παράσταση Crash Park: Η ζωή ενός νησιού. H παράσταση ανέβηκε στο TNB της Rennes και στο θέατρο της Nanterre-Amandiers, του οποίου ο Kεν προΐσταται από το 2014. Είναι μια συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου της Βρετάνης (Ρεν), του HAU του Βερολίνου, της Kammerspiele του Μονάχου και της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση.
Κατάλυση του εξωτισμού
Οι επτά επιζήσαντες αναδύονται από τα συντρίμμια, κολυμπούν μέχρι το νησί (πέντε χαρτονένιοι βράχοι που εγκυμονούν ένα ηφαίστειο) και αρχίζουν να ζουν μια γιγαντιαία φάρσα: με φωτορρεαλιστική ακρίβεια ενεργοποιείται η σκηνική φαντασίωση και τα φυσικά στοιχεία επιστρατεύονται ως θεμελιώδης δραματουργικός παράγοντας της ανθρώπινης παρέμβασης.
Ένα απρόσωπο πιάνο παίζει μόνο του. Βλέπουμε σε βίντεο το εσωτερικό ενός αεροπλάνου κατά τη διάρκεια μιας πτήσης. Οι επιβάτες τρώνε, διαβάζουν και κοιμούνται φορώντας μάσκα στα μάτια, κατάλληλη να τους «περάσει» σε ένα όνειρο αεροπορικού δυστυχήματος. Μια μακέτα αεροπλάνου από πολυεστέρα περνά σε πομπή μέσα στη σκοτεινή αίθουσα, ενώ φακοί υποδηλώνουν τα νυκτερινά του φώτα και καπνοί αναδίδονται από παντού σαν σύννεφα. Ακολουθεί ο υπαινιγμός αεροπορικού δυστυχήματος, κι έπειτα η γαλήνη και ένα νησιωτικό τοπίο στο πουθενά, όπου η μούρη του αεροπλάνου ακόμη καπνίζει και στο βάθος ακτινοβολούν στον ήλιο τρία φοινικόδεντρα. Στο ημίφως τρεις γιγαντιαίοι τρωγλοδύτες τυφλοπόντικες κυριαρχούν σ’ αυτό το νησί «Κινγκ Κονγκ». Οι επτά επιζήσαντες αναδύονται από τα συντρίμμια, κολυμπούν μέχρι το νησί (πέντε χαρτονένιοι βράχοι, που εγκυμονούν ένα ηφαίστειο) και αρχίζουν να ζουν μια γιγαντιαία φάρσα: με φωτορρεαλιστική ακρίβεια ενεργοποιείται η σκηνική φαντασίωση και τα φυσικά στοιχεία επιστρατεύονται ως θεμελιώδης δραματουργικός παράγοντας της ανθρώπινης παρέμβασης.
Με χιούμορ η ομάδα των επιζώντων «περνά» από τα συντρίμια του αεροπλάνου στο νησί ώστε το γνωστό σε όλους μας κλισέ του «Ροβινσώνα» ή της «Οικογένειας Ελβετών Ροβινσώνων», ένα στερεότυπο που για κάποιον περίεργο λόγο όλους τους ενδιαφέρει και τους ενθουσιάζει, να αποκαλύψει την αγριότητα, τον απόλυτο ιντιβιντουαλισμό, την αδιαφορία για τα φυσικά στοιχεία, την επινοητικότητα, τα στοιχεία «κοινότητας» που συνδέουν τους ανθρώπους υπό τη μία ή την άλλη συνθήκη. Κι εδώ οι αντικειμενικές συνθήκες δεν εμποδίζουν τους ναυαγούς να βγουν εκτός τόπου και χρόνου, να χορέψουν μια μπατουκάδα σάμπας με αυτοσχέδια κατσαρολικά και να επανανακαλύψουν την τέχνη και την ψυχαγωγία, στις στοιχειώδεις της μορφές. Eiναι ο αντίποδας του «Survival»: ο θίασος (Isabelle Angotti, Jean-Charles Dumay, Léo Gobin, Yulka Hokama, Sébastien Jacobs, Thomas Suire, Thérèse Songue, Gaëtan Vourc'h) κινείται σαν υπνωτισμένος «ανακαλύπτοντας» την pulp εκδοχή ήδη γνωστών στοιχείων του δυτικού πολιτισμού, περιλαμβανόμενων των ενδυμασιών από τους «Πειρατές της Καραϊβικής», και υπό τους ήχους μιας τέκνο ή κάποιων τραγουδιών του Φρανκ Σινάτρα. Τα ηχητικά περιβάλλοντα του Σάμιουελ Γκούτμαν, οι φωτισμοί των Τόμας Λελ και Μίκαελ Νοντέν, η πρωτότυπη μουσική του Πιερ Ντεσπρά, ο Σοπέν, ο Ντεμπισί και τα μουσικά αποσπάσματα του εικοστού αιώνα (Shea & Jasha Klebe, Pan Sonic, Frank Martin, Riz Ortolani, Daniel Johnston, Delinquent Habit, Frank Sinatra) συμβάλλουν σε μια αισθητική κιτς κόμικ τύπου Hergé.
Το είδος άνθρωπος παρελαύνει ανέμελα «εξερευνώντας» την περιστρεφόμενη ατόλλη, παραδομένη σε έναν ενθουσιασμό έντεχνα υπονομευμένο. Είτε είναι Οδυσσέας, είναι Φιλοκτήτης, είτε Ροβινσώνας, είτε είναι ένας από τους «Lost» της αμερικανικής τηλεοπτικής σειράς, ο άνθρωπος/εξερευνητής βιώνει σαν παραμύθι την πιτορέσκ σκηνική ψευδαίσθηση και αντιλαμβάνεται την έκρηξη του ηφαιστείουσαν παιχνίδι του συλλογικού ασυνείδητου σε υπόκρουση χαβανέζικης μουσικής. Η παιδικότητά του και η γυμνότητά του εγκαθίστανται σ’ αυτό το «ψυχαγωγικό πάρκο συντριβής του αεροσκάφους» (crash park), για να μας εισαγάγουν σε μια σκηνική αλήθεια ιδιότυπη. Γιατί το κυρίαρχο συναίσθημα του «ανθρωποτύπου» του Κεν είναι η ελευθερία και η νιρβάνα. Η αποδοχή της κατάστασης του αφιλόξενου Αρχιπελάγους με την (απόλυτα μη-δομημένη) προοπτική απόδρασης σ’ έναν ευφορικό κόσμο φαντασίας. Το «cheap» της νεραϊδοκατάστασης ως αντιπρόταση στη φτήνεια της κατασκευασμένης, δυτικού τύπου, ευζωίας.
Επανάσταση ή βαθύς ύπνος;
Στο «Crash Park: Η ζωή ενός νησιού», ο Κεν επιλέγει την εικονική ίδρυση ενός νέου πολιτισμού, μιας ουτοπίας του κακού αντλημένης από τον Μπάλαρντ, στερημένης από τον μοραλισμό του «Άρχοντα των Μυγών», του «Νησιού των σκλάβων» του Μαριβώ ή της «Τρικυμίας» του Σαίξπηρ: μιας μπανάλ συνθήκης παραδείσιας ψευδοβλάστησης όπου ο αρχετυπικός ανταγωνισμός, το σεξ, η βία υποτάσσονται σε μια γενικευμένη αδιαφορία και σε ματαίωση κάθε ενέργειας.
Ο Φιλίπ Κεν δεν μπορεί να ταξινομηθεί ως καλλιτέχνης. Kάποιες πρώτες ασκήσεις απογείωσης και πρόσκρουσης τον είχαν απασχολήσει ήδη από το 2003, στην πειραματική του παράσταση «Η φαγούρα των φτερών» («La Démangeaison des ailes»). Στα έργα του αναμειγνύει μιαν αρχετυπική μελαγχολία με έντονες δόσεις χιούμορ και ευφάνταστα σκηνικά κατασκευάσματα, τα οποία ο ίδιος αποκαλεί «θεατρικά οικοσυστήματα». Σαν ντόμινο, η τελευταία σκηνή της κάθε παραγωγής του «γεννά» την πρώτη σκηνή της επόμενης. Με αυτήν τη λογική, το Crash Park προέκυψε ως συνέχεια του Welcome to Caveland! (2016), ενός μουσικού fiction που καταδείκνυε την αλληλεπίδραση του ανθρώπου, των πετρωμάτων και της πανίδας, κατεβάζοντας το κοινό σε μιαν υπόγεια εκδοχή ζωής, κατάλληλη να χρησιμεύσει ως καταφύγιο και ως ορμητήριο μιας κάποιας μορφής επιβίωσης.
Τώρα, στο Crash Park: Η ζωή ενός νησιού, ο Κεν επιλέγει την εικονική ίδρυση ενός νέου πολιτισμού, μιας ουτοπίας του κακού αντλημένης από τον Μπάλαρντ, στερημένης από τον μοραλισμό του «Άρχοντα των Μυγών», του «Νησιού των σκλάβων» του Μαριβώ ή της «Τρικυμίας» του Σαίξπηρ: μιας μπανάλ συνθήκης παραδείσιας ψευδοβλάστησης όπου ο αρχετυπικός ανταγωνισμός, το σεξ, η βία υποτάσσονται σε μια γενικευμένη αδιαφορία και σε ματαίωση κάθε ενέργειας. Ούτε πολλά λόγια ανταλλάσσονται, παρά μόνο κραυγές. Άρτια tableaux και τραγούδια ενθουσιώδη, οργανωμένα γεύματα με μπανάνες και αισθησιασμός με χυμούς καρύδας, παγανιστικές χορευτικές εκστάσεις και αφελή θεατρικά παιχνίδια, ένας υπνωτικού ρυθμού οπτιμισμός που προοιωνίζεται την καταστροφή και ξεσηκώνει τις συνειδήσεις στην κατεύθυνση μιας πιθανής αντίδρασης. Οικολογική εγρήγορση; Συνειδητοποίηση της κατάστασης και επικοινωνία της ομάδας; Ή αντίδραση, εξέγερση, επανάσταση; Το ερώτημα παραμένει αναπάντητο. Ο ανερμάτιστος κόσμος των απολαύσεων και της ρηχής αντίληψης απειλείται, αλλά η ανθρωπινότητα φαίνεται να επιβάλλεται στην αγριότητα. Γιατί; Χάριν μιας αισιόδοξης έκβασης; Χάριν παρηγορίας/παραμυθίας;
Ο εξωτισμός και οι αισθητικές επιλογές της «ροβινσωνιάδας» αυτής αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να «συμβεί» κάτι. Όμως, ο ιλουζιονίστας του γαλλικού θεάτρου υιοθετεί τα διδάγματα του teatro povero για να μας μεταφέρει σ’ ένα κόσμο απροόπτου γεμάτο από θρύλους και περιπέτειες που «αδειάζει» ψυχολογικά τον θεατή όταν απολήγει στο τραγούδι «Fly Me To The Moon». Ο σκηνοθέτης μάς αιφνιδιάζει με ένα θέατρο «povero» όχι μόνο ως προς τις δραματουργικές δομές και την ερμηνευτική διδασκαλία, αλλά και ως προς τα νοήματα. Οι ηθοποιοί του δείχνουν να το διασκεδάζουν, σε στιγμές και το κοινό διασκεδάζει μαζί τους, όμως κατ’ ουσίαν δεν ερμηνεύουν, κι έτσι το αποτέλεσμα δεν ανταμείβει κανέναν. Η «μυστηριώδης» τροπική νήσος που περιστρέφεται και η τεχνητή θάλασσα ολόγυρα δεν είναι παρά μια παιγνιώδης εξτραβαγκάντζα που απογοητεύει. Αυτό που ξεσκεπάζεται με τη σταδιακή αποδιάρθρωση του σκηνικού είναι ένα νυκτερινό κέντρο διασκέδασης με τα φωτορρυθμικά του. Καθώς η αποδόμηση προχωρεί, αποκαλύπτεται ένας μηχανισμός απομύθευσης αντίστοιχος με εκείνον του «E la nave va» («Και το πλοίο φεύγει») του Φελλίνι. Απομένει ένα σύνολο από πλαστικά ανταλλακτικά. Το στερέωμα καταρρέει επίσης, μαζί με τη σκηνική ψευδαίσθηση. Η απομόνωση στον Ειρηνικό, η έκθεση στους κινδύνους και στα φυσικά στοιχεία, ο απειλητικός θρύλος του σκοτεινού βυθού που εισβάλλει και ενεργοποιεί τις φοβίες, τα τέρατα που καιροφυλακτούν, ακόμη και το ίδιο το γεγονός της επιβίωσης από ένα αεροπορικό δυστύχημα, ο επικός μύθος στο σύνολό του, συνθέτουν ένα μικρόκοσμο υπερρεαλιστικό, αντιφατικό, παράδοξο, κενό νοήματος, που αποσυντίθεται στα εξ ών συνετέθη και καταλύεται σε χρόνο μηδέν.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η νουβέλα «Το κυνήγι του βασιλιά Ματθία» (εκδ. Κριτική).