
Για την παράσταση της Kat Válastur «Rasp Your Soul», η οποία παρουσιάζεται και σήμερα, 17 Ιουνίου, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Του Νίκου Ξένιου
H Kat Válastur (Κατερίνα Παπαγεωργίου), μια από τις πιο αναγνωρισμένες χορογράφους της χορευτικής σκηνής του Βερολίνου, παρουσιάζει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση την περφόρμανς «Rasp Your Soul», από τις 15 έως τις 17 Ιουνίου. Η παράσταση εκκινεί μιαν υπαρξιστικού προβληματισμού ενότητα την οποία η ελληνίδα δημιουργός τιτλοφορεί: «The Staggered Dances of Beauty» και θέμα της οποίας είναι η αλλοτριωτική επίδραση του χρόνου στην ανθρώπινη φύση (άλλα έργα της με παρόμοια θεματική ήταν το «Oh! Deep sea corpus I-IV» και το «Marginal sculptures of Newtopia») και η διαμόρφωση των διάφορων πολιτιστικών inputs σε διακριτές παραστασιακές συνθήκες: το πιο αποτελεσματικά από αυτά τα inputs φαίνεται να είναι η φωνή/γλώσσα, ως κώδικας επικοινωνίας, και η ψηφιακή τεχνολογία. Μια από τις σημαντικότερες παραστάσεις χορού της χρονιάς, που κλείνει τον χειμερινό κύκλο της Στέγης.
Σκίζοντας το δέρμα
Αντιμετωπίζοντας τον χορό ως θέατρο του σώματος, η δημιουργός βάζει τον χορευτή της να αφαιρεί ένα «δεύτερο» χόριο δέρματος, μια διαφανή μεμβράνη που μεταμορφώνει το ανθρωποειδές αυτό σε ημι-μυθικό, ημι-άγριο ον.
Αντιμετωπίζοντας τον χορό ως θέατρο του σώματος, η δημιουργός βάζει τον χορευτή της να αφαιρεί ένα «δεύτερο» χόριο δέρματος, μια διαφανή μεμβράνη που μεταμορφώνει το ανθρωποειδές αυτό σε ημι-μυθικό, ημι-άγριο ον. Οι φωτισμοί παράγουν λάμψεις που το «δέρμα» αυτό υποδέχεται με αλλόκοτους τρόπους, καθώς περιβάλλεται μια νέα πρόταση «ανθρωπινότητας». Κυριαρχεί η αίσθηση που δίνει ένα παλιό φιλμ του βωβού κινηματογράφου σε μια φθαρμένη μπομπίνα, όπου έχουν απομείνει κάποιες φάσεις μόνο της κίνησης, με «άλματα» από τη μια στάση στην άλλη, όπως φωτίζεται το σώμα από το στροβοσκόπιο ενός night club. Το ανθρωποειδές της Kat Vàlastur θα μπορούσε να εκληφθεί ως ρέπλικα, ως μαριονέτα κάποιου αθέατου χειριστή, ως ψηφιακή ψευδαίσθηση ή «πεδίο δεδομένων», ως ολογραφία, αλλά και ως ακαθόριστης υπόστασης «άβαταρ» που κινείται, ρέει και μεταλλάσσεται σε μιαν αλλόκοτη εκτέλεση των γνωστών κινησιολογικών κωδίκων. Η σκηνή γίνεται στίβος σύγκρουσης της ανάγκης του να υπάρχει και να εκφράζεται με κάποιον εξωσκηνικό, απρόσωπο αλλά ιδιαίτερα αυταρχικό παράγοντα/χειριστή, που επικαθορίζει τις κινήσεις και τους φθόγγους που εκβάλλει από το στόμα του.
Ως εκ τούτου, την αφαίρεση στιβάδων «δέρματος» από το κορμί την αντιλαμβάνομαι ως διαδικασία που το καθιστά διαρκώς οικειότερο και σαρκικότερο, υποβάλλοντας το σώμα του θαυμάσιου ερμηνευτή στην αναζήτηση της οριακότητάς του. Συνθήκη της μελέτης αυτής είναι να καταγραφεί ο τρόπος με τον οποίο η υλική υπόσταση του σώματος εκτίθεται τελετουργικά σε ένα τεχνητό «πεδίο δυνάμεων» και μεταπλάθεται σε κινησιολογική συνθήκη. Μόνος επί σκηνής, ο Enrico Ticconi (στενός συνεργάτης της χορογράφου από το 2007) κινείται και δρα σε περιορισμένο δάπεδο, που λειτουργεί ταυτόχρονα ως ενεργειακό πεδίο, ενώ υπόκειται, ταυτόχρονα, στην «εισβολή» μιας ηχολαλιάς που τροποποιείται ψηφιακά και δημιουργεί την αίσθηση θραυσμάτων ομιλίας: κύρια γνωρίσματα της παραποιημένης αυτής φωνής είναι οι διακοπές, η εναλλαγή ψιθύρων και ηλεκτρονικών μικροθορύβων, η κραυγή, ο βρυχηθμός. Οι τρυφερές, οι αδιόρατες, οι βίαιες κινήσεις του χορευτή μπορούν να ερμηνευθούν ως ποικίλα πολιτιστικά «σήματα», ως «θραύσματα» γλωσσικών κωδίκων που άλλοτε είναι αρχαϊκοί και άλλοτε ψηφιακοί, πάντως είναι απλά δομημένοι, λιτοί, σαν μάντρα που ερμηνεύουν ποικιλοτρόπως την εκάστοτε πραγματικότητα που βιώνει το δοχείο/κορμί του. Ανεξάντλητο κινησιολογικό ρεπερτόριο, μιμική, «σφιχτή» οργάνωση της χρονικής ροϊκότητας στη βάση των χρονικών κενών, αποσπασματικότητα, εικονική πραγματικότητα και, πάνω απ’ όλα, μαγεία και δημιουργία ενός νέου σκηνικού μύθου: του βιολογικού σώματος που αποβάλλει τις επιστρώσεις του, ενώ εν τη γενέσει του μεταστοιχειώνεται σε κάτι άλλο, πρωτόγονο, ποιητικό και ταυτόχρονα μεταλλαγμένο και υπερτεχνολογικό.
Το «ομιλούν» σώμα
Το πλάσμα της Válastur κινείται σαν ανδράποδο, παρασύρεται από δίνες αισθήσεων που απορρέουν από την επαφή του με μια σειρά σκηνικών αντικειμένων, ξύλων και σπασμένων καλαμιών, που τα περιεργάζεται, τα δαγκώνει, τα φτύνει, τα σπάει, τα μεταφέρει, τα αφομοιώνει, τα διαφοροποιεί από τα δικά του μέλη «καθηλώνοντας» τις μικροκινήσεις (motion capture) και λυτρώνεται σχεδιάζοντας την ατομικότητά του.
Η Kat Válastur σπούδασε στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης της Αθήνας και συνέχισε τις σπουδές της, με υποτροφία Fulbright, στα στούντιο Trisha Brown της Νέας Υόρκης και στο Inter-University Center for Dance του Βερολίνου. Το 2013-2014 επισκέφθηκε το Institut für Raumexperimente για να επεξεργαστεί, υπό τον Olafur Eliasson, τη σειρά «The marginal sculptures of Newtopia», που θέμα της είχε τη συνάντηση ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα και την τελετουργική «τοπολογία» στα πλαίσια της οποίας αυτό λειτουργεί: trance εκδοχές του σώματος από τελετουργίες βου-ντου της Αϊτής όπως τα είδε μέσα στα φίλμς της Maya Deren, τα κινούμενα σχέδια τύπου manga του 1995 με τίτλο «Ghost in the shell» και άλλα ερεθίσματα, υβριδικές εκδοχές των οποίων οδήγησαν στην παρούσα εκδοχή θραυσματικής (micro stop) κίνησης: στο «Rasp your Soul» ο χορευτής, εκτεθειμένος σε ένα «ρεύμα» αντίρροπων δυνάμεων, γίνεται φορέας των λαθών και των απόηχων της γλώσσας, καθώς και όλου του πληροφοριακού φορτίου της εποχής μας. Κάθε γεγονός δίνει το έναυσμα για μια διαφορετική μυθολογική αναφορά, ενώ το πάσχον σώμα ανακλά τις επιδράσεις, απορροφά τις δονήσεις, αντιδρά ή υποτάσσεται, μεταμορφώνεται οπτικά από τους φωτισμούς και ενεργοποιεί διαφορετικές «μνήμες ζωής». Το πλάσμα της Válastur κινείται σαν ανδράποδο, παρασύρεται από δίνες αισθήσεων που απορρέουν από την επαφή του με μια σειρά σκηνικών αντικειμένων, ξύλων και σπασμένων καλαμιών, που τα περιεργάζεται, τα δαγκώνει, τα φτύνει, τα σπάει, τα μεταφέρει, τα αφομοιώνει, τα διαφοροποιεί από τα δικά του μέλη «καθηλώνοντας» τις μικροκινήσεις (motion capture) και λυτρώνεται σχεδιάζοντας την ατομικότητά του.
Θεμελιώδη δομή της παράστασης συνιστά το γεγονός ότι η σωματικότητα αυτού του όντος συνδέεται με τη στοματική/γλωσσική του έκφραση. Η άναρθρη ή επισφαλώς αρθρωμένη φράση που με δυσκολία εκστομίζει συντονίζεται με την τρεμάμενη, διακεκομμένη ή σπασμωδική του κίνηση στον χώρο, αλλά και με μιαν αρχετυπική συνθήκη πρωτογονισμού ή ενστικτώδους λεκτικοποίησης, πλησιέστερης στο ζωώδες. Το στόμα κομίζει δυναμικά στο προσκήνιο όλες τις λειτουργίες του μετατρέποντας τη σκηνή σε ένα τεράστιο λάρυγγα και αναδεικνύοντας τον αφομοιωτικό χαρακτήρα της τροφής και το πέρασμα από την αφασική στη δομημένη εκφορά του λόγου. Θα ενέτασσα τη μορφή αυτήν στην ανθρωποζωϊκή σύλληψη, σε ένα πέρασμα, μια νοσηρή μεταμόρφωση από τη διάσταση του τερατώδους και από το δέμας του ζώου (υπανθρώπου) στον σταδιακό εξανθρωπισμό ή στη μεταμόρφωση σε ένα είδος «σύγχρονου δαίμονα» (τεχνολογικού υπερανθρώπου). Όπως λέει η χορογράφος σε συνέντευξή της: «Το σώμα αναμασά και μεταβολίζει τις εικόνες και τις έννοιες που το καθορίζουν, αρθρώνοντας στη συνέχεια ένα δικό του λόγο». Θα προσέθετα πως πρόκειται για μια σκέψη εκπεφρασμένη σε κινήσεις» («pensée en gestes»). Χορογραφία σκληρά και επίμονα δουλεμένη στη λεπτομέρειά της, που δημιουργεί απατηλά φάσματα σε κάθε επιμέρους κινησιολογική ακολουθία και συνθέτει διαφορετικές, ανά περίσταση, «σωματικές ταυτότητες» οργανωμένες σε μια γριφώδη, εναγώνια αφήγηση.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.