alt

Για την παράσταση της ομάδας bijoux de kant, βασισμένη στη νουβέλα της Μέλπως Αξιώτη, Θέλετε να χορέψομε, Μαρία;, σε σκηνοθεσία Ηλέκτρας Ελληνικιώτη, στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων-«Λευτέρης Βογιατζής».

Του Νίκου Ξένιου

«Μια επίμονη πρόσκληση σε χορό προσκαλεί σε κίνηση τις ιστορίες των ανθρώπων του ασήμαντου, αυτών των ελάχιστων που ατάραχοι παρατηρούν τα θαύματα που τους περιστοιχίζουν και μόνη τους έγνοια είναι να τα καταλάβουν ολοκληρωτικά, με όλη τους την τρομακτική λεπτομέρεια», λέει η σκηνοθέτις της παράστασης, Ηλέκτρα Ελληνικιώτη. Στη δραματουργική προσαρμογή του Γιάννη Σκουρλέτη διακρίνεται η ποιητική, υπερρεαλιστική γραφή ως στίγμα που υπαγορεύει τις καλές ερμηνείες και την πολυμορφική σκηνογραφία.

Η διστακτική ομιλία

H συγγραφέας επιστρατεύει τη μνήμη ως μηχανισμό μυθοποιητικής ανάπλασης της πραγματικότητας, χωρίς να θέτει χρονικούς προσδιορισμούς.

H συγγραφέας επιστρατεύει τη μνήμη ως μηχανισμό μυθοποιητικής ανάπλασης της πραγματικότητας, χωρίς να θέτει χρονικούς προσδιορισμούς. Στο Θέλετε να χορέψομε, Μαρία;, η ρωγμή στην αχρονική αυτήν αφήγηση ξεκινά από την τοποθεσία όπου γεννιέται ο ήρωας. Η λέξη «βατραχοφωλιά», απέναντι απ’ την οποία γεννιέται ο Γιάννης μάς συνδέει με την ιστορική πραγματικότητα, γιατί αντιπαραβάλλεται στον τεράστιο κάμπο και στην απέραντη θάλασσα· οι βάτραχοι, με αρχηγό το «γέρο βάτραχο σκούρο» κάνουν την εμφάνισή τους ως απειλή για τον «κάμπο» στην αρχή της άνοιξης (τον Μάρτιο). Οι χρονικές ενδείξεις μέσα στη συνειδησιακή ροή είναι ο «Γενάρης», ο «Μάρτης» και ο «Σεπτέμβριος», υπαινιγμοί για κοινωνικοϊστορικές τομές, σε ένα βαθύ, «πίσω» μέρος της αφήγησης: «Βροχές, όμως, κι ανήλιος χρόνος εκείνη τη χρονιά, κι εξεπεζέψανε το Μάρτη βατράχια στον κάμπο, ποιος ξέρει πούθε, με ένα γέρο βάτραχο σκούρο για αρχηγό, μέσα από τον ορίζοντα, όλο φούρια και βιάση να κατοικήσουν τον τοίχο τον ξεροτρόχαλο, που έφραζε γύρω γύρω τη μάντρα και τα γεννήματα».

Οι  βάτραχοι που επελαύνουν τον Μάρτιο παραπέμπουν στην άνοδο του Γ’ Ράιχ και τις στρατιές της Βέρμαχτ, τον Μάρτιο του 1938 και 1939. Η βαριά ατμόσφαιρα από την προϊούσα σκιά του Ναζισμού, η επέλαση των βατράχων στο τοίχο, που θα γινόταν εφαλτήριο για την προέλαση στον κάμπο «των γεννημάτων», δίνουν στην παρ’ ολίγον νουβέλα το βεληνεκές μυθιστορήματος.

Ο παραμυθικός λόγος του Γιάννη

Σε κάποιο σημείο του κειμένου ρωτά την Άννα: «Άννα, νομίζεις ότι είσαι έτοιμη για να υποδεχτούμε μαζί εκείνο που έρχεται, το τρομαχτικό;». «Νομίζω», λέει εκείνη, «γιατί ετοιμαζόμουν όλη τη ζωή, μέχρι σήμερα».

Ο αισθαντικός Γιάννης, ο αλλόκοτος επαρχιώτης που ως μωρό κόντεψε να πεθάνει και που είναι φτιαγμένος να πιστεύει σε ιδανικά, αποδίδεται ποιητικά από τον Ανδρέα Κωνσταντίνου. Ο Γιάννης ψιθυρίζει: «Θέλετε να χορέψομε;» και το έργο ξεκινά με μιαν ανοικτή πρόσκληση «οικοδόμησης» μιας αφήγησης. Σε κάποιο σημείο του κειμένου ρωτά την Άννα: «Άννα, νομίζεις ότι είσαι έτοιμη για να υποδεχτούμε μαζί εκείνο που έρχεται, το τρομαχτικό;». «Νομίζω», λέει εκείνη, «γιατί ετοιμαζόμουν όλη τη ζωή, μέχρι σήμερα». Ο Γιάννης αγαπά την Άννα και την περιμένει, θέλοντας να της προσφέρει παρηγοριά, παραμυθία, στήνοντας ένα είδος μεταφορικού «θρόνου» μέσα στην αφήγησή του: «Ήσουνα μακριά μου τόσον καιρό, όσο είναι μακριά η άνοιξη από το καλοκαίρι».

Ο λόγος/το κάλεσμα του Γιάννη προς την Άννα είναι φορέας ανθρωπιστικής κλήσης, της ανάγκης να στηθεί το ιδεώδες πάνω από την απόκρουση της πραγματικότητας: «Άκουσα πως μεγάλωσες μες στην αμφιβολία. Είναι απαραίτητο να πιστέψεις παραπάνω τον άνθρωπο και τη βοήθειά του». Όμως η απάντηση της Άννας είναι η απάντηση της νέας γενιάς που, όπως εύστοχα παρατηρεί η Ηλέκτρα Ελληνικιώτη: «κακοποιημένη και πεταμένη από τους προηγούμενους, προσπαθεί να βρει τα βήματά της στην πορεία προς το σπουδαίο», μιας γενιάς που ως κύριο στόχο της έχει θέσει την υπαρξιακή αναζήτηση: «Όχι. Εγώ μεγάλωσα μέσα σε μια σακούλα χαρτοπόλεμο. Προσπαθούσα να ξεχωρίσω μέσα σ’ εκείνο το πλήθος τα χρώματα, το ιδιαίτερο που δεν θα εξαφανίζονταν με τη γοργή στροφή, να μπερδευτεί με τα άλλα χρώματα. Σε ποια μεριά της γης να βρίσκουνται άραγε, συλλογιζόμουν πάντα, τα σπουδαία πράγματα (...). Έτρεμα μήπως δεν προλάβω να γνωρίσω όλα γύρω μου. Έτρεμα πάλι, ύστερα, μήπως τελειώσουν όλα και δεν πομείνει τίποτα άλλο, για τη συνέχεια της ζωής. Αλλά η ζωή είναι μεγάλη, και ησύχασα». Δύο λογοτεχνικές περίοδοι συγκρούονται.

alt

Το ποιητικό σκηνικό του Γιάννη Σκουρλέτη

Ένα σπίτι έτοιμο να σαλπάρει, με τοίχους-ιστία που στήνονται και έωλα κάδρα, με ασαφή ταπετσαρία και διόδους, ένα «γιαπί» που εμπεριέχει τη δυναμική μικρών σκηνικών αντικειμένων και λίγο λίγο φτιάχνεται, πηγαίνοντας το ρολόι προς τα πίσω και στρέφοντας τη ροή της απεύθυνσης από «μέσα» προς τα «έξω».

Ένα σπίτι έτοιμο να σαλπάρει, με τοίχους-ιστία που στήνονται και έωλα κάδρα, με ασαφή ταπετσαρία και διόδους, ένα «γιαπί» που εμπεριέχει τη δυναμική μικρών σκηνικών αντικειμένων και λίγο λίγο φτιάχνεται, πηγαίνοντας το ρολόι προς τα πίσω και στρέφοντας τη ροή της απεύθυνσης από «μέσα» προς τα «έξω», με εξαιρετική αισθητική και τοποθέτηση του εκφωνούμενου κειμένου «εν τόπω». Προέχει η ποιητικότητα, που φαίνεται να είναι το κύριο μέλημα του Γιάννη Σκουρλέτη: «Το σύμβολο του σπιτιού και οι μεταμορφώσεις που υφίσταται, οι γυναικείες μορφές που τριγυρνούν αδιάκοπα, ο ρόλος των ταπεινών και ασήμαντων μικροαντικειμένων, κοντολογίς η ποιητική του ελάχιστου, η αγωνιώδης προσπάθεια να διατηρηθούν οι λέξεις και οι γνωστοί ήχοι, το λαβυρινθώδες και απρόβλεπτο ταξίδι μέσω της μνήμης στο παρελθόν και (...) η λειτουργία του χρόνου είναι ζητήματα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επανέρχονται και αποτελούν υπόγειες ή φανερές διόδους επικοινωνίας ανάμεσα στα ποιητικά και στα πεζά» της Αξιώτη. Ποιο είναι το απόσταγμα αυτής της αντιπαραβολής;

Το θεατρικό ανέβασμα ενός τέτοιου κειμένου έχει ν’ αντιμετωπίσει τη μακροπερίοδη σύνταξη, την πολυστρωματική αφήγηση, το ασυνάρτητο, ασθματικό ύφος, τα ανακόλουθα, ελλειπτικά σχήματα, τις εμβόλιμες φράσεις, τις λεκτικές συμβάσεις: για παράδειγμα, στο κείμενο δεν υπάρχει Μαρία και, αντ’ αυτής, βλέπουμε τη νεαρότερη ηρωΐδα, την Άννα (εύθραυστη ερμηνεία της Νάνσυ Μπούκλη), να μεγαλώνει σε μια πενταμέλη οικογένεια χωρίς καθόλου αγάπη και να ενηλικιώνεται μέσα στη μοναξιά, περιστοιχισμένη από μηδαμινά, ευτελή πράγματα, με το Ποταπό να κυριαρχεί στη συνείδησή της, αλλά και με την ελπίδα κάποτε στη ζωή της να δει κάτι σπουδαίο: «...μπροστά σ’ ένα ψιλικατζίδικο. Κάθε πρωί, χειμώνα καλοκαίρι, με χιόνια και βροχή, βγαίναν τα ψιλικά από μέσα, και τα κρεμνούσανε γύρω γύρω. Και στην ψηλότερη θέση κρεμνούσανε τρία μαξιλαράκια, και ήταν ζωγραφισμένα απάνω τρία γατιά, καφέ, μαύρο και μολυβί. Αλλά δεν τα αγόρασε ποτέ κανείς. Και εγώ τα λυπόμουνα και ήθελα να αγοράσω το καφέ γατάκι. Αλλά η μητέρα δεν έδινε χρήματα. Έλεγε η μητέρα ότι τα χρήματα είναι προορισμένα για καλύτερα πράγματα...».

Στην αφήγηση βρίσκονται τα σπουδαία πράγματα

Η εξαιρετική κυρία Θαλή που ενσαρκώνει η Αγγελική Παπαθεμελή είναι μόνη, αισθησιακή και ώριμη. Ο λόγος της είναι σταράτος, εκπεφρασμένος σε σκληρές φράσεις που εκφέρονται με απόλυτη ακρίβεια και συναισθηματική εγκράτεια, η στάση του σώματός της είναι υπολογισμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.

H νουβέλα εκδίδεται το 1940 από της εκδόσεις «Πυρσός». Μόνο ο Γρ. Ξενόπουλος και ο Τ. Μάλανος χαιρετούν με ενθουσιασμό την έκδοση και περιέλαβαν τη συγγραφέα στο νεωτερικό κίνημα της εποχής. Η δεύτερη έκδοση γίνεται τον Μάρτη του 1967 από τον «Κέδρο» στο τυπογραφείο του Γ. Αργυρόπουλου, με εξώφυλλο Αντρέα Φραγκιά και ελάχιστες γλωσσικές αναπροσαρμογές κι αλλαγές στη δομή από την ίδια τη συγγραφέα. Η Αξιώτη έχει επιστρέψει, δυο χρόνια μόλις πριν, από τη μακρόχρονη εξορία της στις σοσιαλιστικές χώρες. Το κείμενο εμφανίζεται την ίδια χρονιά με την Eroica του Κοσμά Πολίτη.  

Η εξαιρετική κυρία Θαλή που ενσαρκώνει η Αγγελική Παπαθεμελή είναι μόνη, αισθησιακή και ώριμη. Ο λόγος της είναι σταράτος, εκπεφρασμένος σε σκληρές φράσεις που εκφέρονται με απόλυτη ακρίβεια και συναισθηματική εγκράτεια, η στάση του σώματός της είναι υπολογισμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Η κυρία Θαλή έχει χηρέψει πολύ νέα, έχει μεγαλώσει το παιδί της μόνη της και μόνη της συντροφιά έχει τους τοίχους του σπιτιού της, που στη συγκεκριμένη σκηνοθεσία «εγείρονται» σταδιακά και την περικλείουν, σε μια χρονικότητα που υπαγορεύεται από τις αφηγήσεις των άλλων. Στην αφήγησή της διαγιγνώσκονται οι ματαιώσεις μιας γενιάς αστικοποίησης, που απώλεσε τη σύνδεσή της με τα δομικά, γενεσιουργά της στοιχεία: γι’ αυτό το οικοδόμημα της ζωής της παραμένει γιαπί, ως «ημι-εγειρόμενη» υπαρξιακή κατάσταση, γεμάτο παράθυρα, διάτρητο προς και από το κοινό, ημιϋπαίθριο. Το μη νόμιμο, αυτό που πρέπει να νομιμοποιηθεί. Η απεύθυνση που δεν προλαβαίνει να απαρτιωθεί, τα μισόλογα της προσωπικής απολογίας, δικαιολογίας. Μια Ελλάδα που έρχεται να στηθεί  πάνω στα υπολείμματα της παλιάς: η παλιά πολυθρόνα, η πεταμένη καρέκλα που ξαναστήνεται, τα «σπουδαία» πράγματα που δεν είναι και τόσο σπουδαία, αν το ξανασκεφτείς. Και, η καταληκτική σκηνή: ένα πάρτυ που στήνεται σε σαθρά θεμέλια.

L’ état des choses est ainsi.

Οι αδυναμίες, οι επιθυμίες και τα συναισθήματά τους δεν προκύπτουν από την εποχή τους, αλλά «συμβαίνουν» στο δικό μας παρόν, ανασύροντας, μέσω των δικών τους τραυματικών αφηγήσεων, το δικό μας τραύμα.

Τα τρία πρόσωπα του κειμένου διάγουν παράλληλο βίο, εκ πρώτης όψεως ανεξάρτητο. Χωρίς σαφείς χρονολογικές ενδείξεις, θα μπορούσαν να έχουν ζήσει το 1940, αλλά και νωρίτερα ή και αργότερα. Οι αδυναμίες, οι επιθυμίες και τα συναισθήματά τους δεν προκύπτουν από την εποχή τους, αλλά «συμβαίνουν» στο δικό μας παρόν, ανασύροντας, μέσω των δικών τους τραυματικών αφηγήσεων, το δικό μας τραύμα. Κύριο γνώρισμά τους, η διστακτική ομιλία. Κυρίαρχος τρόμος του κειμένου είναι μήπως κάποιο από αυτά τα πρόσωπα τολμήσει να πει το ανείπωτο, γιατί σ’αυτήν την περίπτωση ο πυρετός των άλλων θα ανέβαινε κατακόρυφα. Έτσι, η συγγραφέας υπονομεύει σκόπιμα την πλοκή στο έργο της, επιτρέποντας την «εσωτερική» σύνθεση της πλοκής από τον αναγνώστη. Η δεξιοτεχνία της Ελληνικιώτη συνίσταται στο να το επιτρέψει, πράγματι, αυτό στον θεατή, βάζοντάς τους να ετοιμάζονται για ένα χορό φαντασμάτων, στο σκηνικό του αστικού διαμερίσματος, στο τέλος.

Ο ένας ήρωας αφηγείται τη ζωή του στον άλλον, παρά το γεγονός ότι στην ουσία δεν επικοινωνούν σε ρεαλιστικό επίπεδο.

Ο ένας ήρωας αφηγείται τη ζωή του στον άλλον, παρά το γεγονός ότι στην ουσία δεν επικοινωνούν σε ρεαλιστικό επίπεδο. Ο ήρωας της αφήγησης μπορεί να είναι ένας πραγματικός (Άλλος) συνομιλητής, μπορεί να είναι ο τωρινός, σοφότερος εαυτός του αφηγητή, μπορεί να είναι ένας ανύπαρκτος, φανταστικός ή και ‒τώρα πια‒ νεκρός αποδέκτης· μπορεί να είναι και όλα αυτά μαζί. Η διαλογική σχέση/απεύθυνση που επιτρέπει η εκδοχή της bijoux de kant επιχειρεί την αναπαράσταση εύθραυστων, αντιφατικών ανθρώπινων σχέσεων, γεμάτων ρωγμές και εντάσεις, όπως και τη συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία «εις εαυτόν» και την ενσυναίσθηση που αυτή συνεπάγεται. Οι ήρωες εναγκαλίζονται, στο σκηνικό του φτωχού διαμερίσματος της πόλης, το σύνολο των στοιχείων που τους έχουν διαμορφώσει και τους «συνιστούν», κάνουν μια μετωπική θεώρηση και αποδοχή των στοιχείων αυτών, επιτρέποντάς τους, έτσι, να διατηρήσουν τη στοιχειώδη ποιητικότητά τους, αλλά και τη μεταμορφωσιγένειά τους: εν ολίγοις, να αλλάξουν. Υπό αυτό το πρίσμα, ένα τόσο ποιητικό κείμενο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως κάλεσμα σε μια προσωπική ένσταση και επανάσταση.

«Άννα, νομίζεις ότι είσαι έτοιμη για να υποδεχτούμε μαζί εκείνο που έρχεται, το τρομαχτικό;».
«Νομίζω», λέει εκείνη, «γιατί ετοιμαζόμουν όλη τη ζωή, μέχρι σήμερα».
Και τότε ο Γιάννης την αγάπησε.
Από την αρχή, ως το τέλος.

* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Festen» του Τόμας Βίντερμπεργκ, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου

«Festen» του Τόμας Βίντερμπεργκ, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου

Για το «Festen» του Τόμας Βίντερμπεργκ, σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, στο θέατρο ΑΛΜΑ. 

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

Στο θέατρο «Άλμα» ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος επέλεξε να σκηνοθετήσει τη δύσκολη θεατρική διασκευή της κινηματογραφικής ταινίας «FESTEN» («Οικογενειακή γιορ...

«Θέλω να δω τον Πάπα» – Η 85χρονη οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, επίκαιρη και απολαυστική

«Θέλω να δω τον Πάπα» – Η 85χρονη οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, επίκαιρη και απολαυστική

Για την οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη «Θέλω να δω τον Πάπα!», σε μουσική διεύθυνση Νίκου Βασιλείου και σκηνοθεσία Νατάσας Τριανταφύλλη, η οποία παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής μέχρι και τις 16 Φεβρουαρίου.

Γράφει η Έλενα Χουζούρη

...
«MAMI» του Μάριο Μπανούσι, στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση – Ποικίλες πτυχές της θηλυκής υπόστασης

«MAMI» του Μάριο Μπανούσι, στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση – Ποικίλες πτυχές της θηλυκής υπόστασης

«MAMI» του Μάριο Μπανούσι, στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση. «Έντονες επιρροές από τον Καστελούτσι και τον Παπαϊωάννου, εξαιρετική μουσική υπόκρουση». Φωτογραφίες © Ανδρέας Σιμόπουλος

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

Το «ΜΑΜΙ» του ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Το αρχαίο θέατρο μέσα από τις πηγές» των Έρικ Τσάπο και Γουίλιαμ Τζ. Σλάτερ (κριτική) –  Πρωτότυπη μελέτη για τις ρίζες του δράματος και της κωμωδίας

«Το αρχαίο θέατρο μέσα από τις πηγές» των Έρικ Τσάπο και Γουίλιαμ Τζ. Σλάτερ (κριτική) – Πρωτότυπη μελέτη για τις ρίζες του δράματος και της κωμωδίας

Για το βιβλίο των Έρικ Τσάπο [Eric Csapo] και Γουίλιαμ Τζ. Σλάτερ [William J. Slater] «Το αρχαίο θέατρο μέσα από τις πηγές», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε μετάφραση Βάιου Λιαπή. Στις εικόνες, θεατρικές μάσκες σκαλισμένες σε μάρμαρo, όπως βρίσκονται στη Νεκρόπολη της αρχαίας ...

Αφιέρωμα στον Χρήστο Βακαλόπουλο [ΙΙ] –  Διαβάζοντας τη Γραμμή του Ορίζοντος τότε και τώρα

Αφιέρωμα στον Χρήστο Βακαλόπουλο [ΙΙ] – Διαβάζοντας τη Γραμμή του Ορίζοντος τότε και τώρα

«Η Γραμμή του Ορίζοντος», το τελευταίο μυθιστόρημα του Χρήστου Βακαλόπουλου, συμπυκνώνει το πεζογραφικό του σύμπαν και συμπληρώνει το ψηφιδωτό μιας ανήσυχης, δημιουργικής και έκκεντρης προσωπικότητας.

Γράφει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης

Habent sua fata...

Βαγγέλης Μπέκας: «Το Ελεγεία και Σάτιρες του Καρυωτάκη σημάδεψε την εφηβεία μου»

Βαγγέλης Μπέκας: «Το Ελεγεία και Σάτιρες του Καρυωτάκη σημάδεψε την εφηβεία μου»

Από τις «20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα» μέχρι το «Υπόγειο», μια «Ελεγεία και Σάτιρες» δρόμος. Αυτά είναι κάποια από τα βιβλία της ζωής του Βαγγέλη Μπέκα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Το πρώτο βιβλίο που θυμάμαι...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Ηθική και Ανήθικοι» του Κωνσταντίνου Γιατρά (προδημοσίευση)

«Ηθική και Ανήθικοι» του Κωνσταντίνου Γιατρά (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Γιατρά «Ηθική και Ανήθικοι», το οποιο κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Stamora Moravita

...
«Στη σκόνη» της Μοργκάνα Κρέτζμαν (προδημοσίευση)

«Στη σκόνη» της Μοργκάνα Κρέτζμαν (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Βραζιλιάνας Μοργκάνα Κρέτζμαν [Morgana Kretzmann] «Στη σκόνη» (μτφρ. Ζωή Καραμπέκιου), το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Επιμέλεια: Κωστας Αγοραστός

Ρόδια και Τσιγάρα

...
«Απάρνηση» του Άρη Μαραγκόπουλου (προδημοσίευση)

«Απάρνηση» του Άρη Μαραγκόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπασμάτων από το μυθιστόρημα του Άρη Μαραγκόπουλου «Απάρνηση», το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 24 Φεβρουαρίου από τις εκδόσεις Τόπος.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Επιφάνεια Ι
(Ο Νικόλας δεν είναι πια εδώ)

...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Πόσα είναι τα φύλα, τελικά; Βιβλία και μελέτες που δίνουν τις απαντήσεις

Πόσα είναι τα φύλα, τελικά; Βιβλία και μελέτες που δίνουν τις απαντήσεις

Πόσα φύλα υπάρχουν; Ποια είναι η διαφορά μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου; Υπάρχει φάσμα όσον αφορά το βιολογικό φύλο; Μια προσεκτική εξέταση των παραπάνω ερωτημάτων που αναδύονται στην επικαιρότητα τα τελευταία χρόνια.

Γράφει ο Αντώνης Γουλιανός

...
«Τι να διαβάσω;» – 15 επανεκδόσεις ελληνικής πεζογραφίας που έρχονται στα βιβλιοπωλεία το επόμενο διάστημα

«Τι να διαβάσω;» – 15 επανεκδόσεις ελληνικής πεζογραφίας που έρχονται στα βιβλιοπωλεία το επόμενο διάστημα

Δεκαπέντε βιβλία πεζογραφίας, εξαντλημένα (τα περισσότερα), επανεκδίδονται και διεκδικούν νέους αναγνώστες.

Γράφει ο Κώστας Αγοραστός

Νίκος Καζαντζάκης, Ταξιδεύοντας: Αγγλία (εκδ. Διόπτρα)

...
«Τι να διαβάσω;» – 15 βιβλία ελληνικής πεζογραφίας που κυκλοφορούν το επόμενο διάστημα

«Τι να διαβάσω;» – 15 βιβλία ελληνικής πεζογραφίας που κυκλοφορούν το επόμενο διάστημα

Δεκαπέντε βιβλία ελληνικής πεζογραφίας (μυθιστορήματα, νουβέλες και διηγήματα) που αναμένουμε τις επόμενες μέρες ή εβδομάδες. Στην κεντρική εικόνα, ο Αλέξης Πανσέληνος, η Μάρω Βαμβουνάκη και ο Μιχάλης Μοδινός.

Γράφει ο Κώστας Αγοραστός

Μυθιστ...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

ΦΑΚΕΛΟΙ