
Για την παράσταση του Joël Pommerat, Η επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα, σε μετάφραση Μαριάννας Κάλμπαρη και σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν, μέχρι και τις 15 Ιανουαρίου 2017.
Του Νίκου Ξένιου
Στο έργο του Ζοέλ Πομερά Η επανένωση της Βόρειας με τη Νότια Κορέα το θέμα του «άλλου μου μισού» του Πλάτωνα μετατίθεται νοσταλγικά στην ερωτική σχέση των ανθρώπων και στο θνησιγενές της στοιχείο. Ο Νίκος Μαστοράκης ανεβάζει το σπονδυλωτό αυτό έργο στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, ενορχηστρώνοντας θαυμάσια τις ερμηνείες σπουδαίων ηθοποιών και εντάσσοντας στο περσινό του σχήμα και νέα ταλέντα.
Θέατρο που μιλά τη γλώσσα του καθημερινού ανθρώπου
Πεπεισμένος πως ό,τι λέγεται στο θέατρο λέγεται με κάποιον συγκεκριμένο «τρόπο» ερμηνείας, σκηνοθετικής σύλληψης και απόδοσης νοήματος σε κάθε μεμονωμένη φράση, ο Πομερά δείχνει περισσότερο παρά επεξηγεί.
Γεννημένος το 1963 στη Γαλλία, ο Ζοέλ Πομερά παρατάει το σχολείο στα δεκάξι του, γίνεται ηθοποιός στα δεκαοκτώ του, αρχίζει να γράφει στα είκοσι τρία του, σκηνοθετεί για πρώτη φορά στα είκοσι εφτά του και ιδρύει τον θίασο Louis Brouillard, που λειτουργεί στο πρότυπο του «Θεάτρου του Ήλιου» της Αριάν Μνούσκιν. Ο προβληματισμός του επικεντρώνεται στην απανθρωποποίηση, την αλλοτρίωση των σχέσεων και στη μοναξιά. Πεπεισμένος πως ό,τι λέγεται στο θέατρο λέγεται με κάποιον συγκεκριμένο «τρόπο» ερμηνείας, σκηνοθετικής σύλληψης και απόδοσης νοήματος σε κάθε μεμονωμένη φράση, ο Πομερά δείχνει περισσότερο παρά επεξηγεί: καταδεικνύει τις καταστάσεις, αλλά «δείχνει» και τις λέξεις που τις αποδίδουν. Με φράσεις τοξικές κάνει το κοινό να βγαίνει από τον εαυτό του, να αμφισβητεί τις έως τώρα παραδοχές του και ν’ αντιλαμβάνεται τον κόσμο με κατεξοχήν πολιτικό τρόπο. Αυτοπροσδιοριζόμενος ως «συγγραφέας θεάματος» («auteur de spectacle»), γράφει αυτά που θέλει να συζητήσει και σταδιακά αποδομεί τον μύθο της Αγάπης.
Ο σκηνοθέτης Νίκος Μαστοράκης επιλέγει κάποιες από τις είκοσι σεκάνς που ο Πομερά έγραψε για οκτώ ηθοποιούς, και όπου το φλέγον ζήτημα της Αγάπης αποκαλύπτεται σε διαφορετικές του εκφάνσεις ως ανεπαρκές. Δεν πρόκειται τόσο για τον έρωτα καθεαυτόν, όσο για τα στοιχεία που συνθέτουν την ερωτική σχέση: την ένταση που τη διέπει και μια μορφή στοιχειώδους «τύφλωσης» έναντι της πραγματικότητας. Γιατί όχι μια νέα πραγματικότητα που κατασκευάζει ο άνθρωπος για να αντέξει την αντικειμενική συνθήκη της ζωής του; Με σαρκαστική, πικρή ματιά ο γάλλος συγγραφέας και θεατράνθρωπος δίνει τη σκυτάλη στον δικό μας εξαιρετικό σκηνοθέτη για μια παράσταση υψηλών αξιώσεων.
Επεισόδια σουρρεαλιστικής πραγματικότητας
Λύνοντας και δένοντας τους συνδέσμους της ψυχολογικής εξάρτησης που ο έρωτας συνιστά, ο συγγραφέας αποκαλύπτει μη συνειδητές πτυχές του, ιδιοτέλεια και εθελοτυφλία, απόδραση από την πραγματικότητα και ψύχωση, επιθετικότητα και βία, αυτοκαταστροφικές τάσεις και ανταγωνισμό, τρέλα και κανιβαλισμό.
Πρόκεται για μια τραγική σάτιρα, που παίρνει διαφορετικές δραματουργικές φόρμες από μονόπρακτο σε μονόπρακτο. Λύνοντας και δένοντας τους συνδέσμους της ψυχολογικής εξάρτησης που ο έρωτας συνιστά, ο συγγραφέας αποκαλύπτει μη συνειδητές πτυχές του, ιδιοτέλεια και εθελοτυφλία, απόδραση από την πραγματικότητα και ψύχωση, επιθετικότητα και βία, αυτοκαταστροφικές τάσεις και ανταγωνισμό, τρέλα και κανιβαλισμό, αλλά και αυταπάρνηση, αυτοθυσία και συγκινητική αφοσίωση. Τη μέρα του γάμου της, μια γυναίκα συνειδητοποιεί πως ο υποψήφιος σύζυγός της είχε κατά καιρούς ερωτικές σχέσεις και με τις τέσσερις αδελφές της: «Αν παντρευτείτε θα πεθάνω!», λέει η πρώτη αδελφή διακόπτοντας τον γάμο. «Απόδειξέ μου πως την αγαπάς πιο πολύ από μένα και τότε θα σας αφήσω ήσυχους!». Η Χριστίνα Παπατριανταφύλλου και η Ανθή Σαββάκη αποδεικνύονται άξιες της εμπιστοσύνης που τους έδειξε ο Νίκος Μαστοράκης.
Αμέσως μετά την κηδεία του πατέρα της και λίγο πριν από το ταξίδι του μέλιτος με τον σύζυγό της μια γυναίκα προσκολλάται παθολογικά στον οικογενειακό της γιατρό: ρεσιτάλ ερμηνείας της Κωνσταντίνας Τάκαλου σε αυτήν τη σκηνή, όπως και στον ρόλο της μπέιμπι σίτερ δυο ανύπαρκτων παιδιών: δυο ψυχοπαθείς γονείς (εξαιρετικοί ο Χάρης Φραγκούλης και η Κατερίνα Λυπηρίδου) επιστρέφουν από την έξοδό τους και την κατηγορούν ότι κακοποίησε και εξαφάνισε τα φαντασιωσικά τους παιδιά, ακολουθώντας τη συμβουλή του ψυχιάτρου τους: «Δεν έχουμε τίποτε άλλο κοινό μεταξύ μας. Το καταλαβαίνετε; Δεν θα υπάρχουμε πια ως σχέση αν χαθούν τα παιδιά μας. Είμαστε σαν δυο φαντάσματα σε ένα σπίτι χωρίς τα παιδιά μας. Σας παρακαλώ, πείτε μας: πού είναι τα παιδιά μας;»
Μια πόρνη είναι ερωτευμένη με ένα ιερέα που είναι πελάτης της, αλλ’ αυτός την εγκαταλείπει γιατί για πρώτη φορά συνάπτει «κανονική» σχέση με μιαν άλλη γυναίκα. «Εγώ τι είμαι;» τον ρωτά. «Δεν είμαι γυναίκα εγώ; Δεν είμαι άνθρωπος εγώ;».
Μια πόρνη είναι ερωτευμένη με ένα ιερέα που είναι πελάτης της, αλλ’ αυτός την εγκαταλείπει γιατί για πρώτη φορά συνάπτει «κανονική» σχέση με μιαν άλλη γυναίκα. «Εγώ τι είμαι;» τον ρωτά. «Δεν είμαι γυναίκα εγώ; Δεν είμαι άνθρωπος εγώ;». Εκείνος δηλώνει πως πίστευε ότι η σχέση τους ήταν επί χρήμασι. Εκείνη του θυμίζει πως τα δύο τελευταία χρόνια δεν της είχε δώσει καθόλου χρήματα, και πως αυτό θα ’πρεπε να του λέει κάτι για τα συναισθήματά της. Επειδή λοιπόν εκείνος παγιδεύεται στις ενοχές του, η εγκαταλελειμμένη γυναίκα τού θέτει όρο σύναψης ενός νέου τύπου σχέσης: «Θα σου μαγειρεύω όλες τις μέρες τις εβδομάδας εκτός από τις σχολικές διακοπές. Τίποτε άλλο, καμιά σωματική επαφή δεν θα υπάρχει μεταξύ μας. Κι έτσι δεν θα έχεις τύψεις για την άλλη σου γυναίκα». Η Μαρία Καλλιμάνη και ο Χάρης Φραγκούλης κυριολεκτικά «κεντούν» σ’ αυτήν τη σκηνή.
Ο Χάρης Φραγκούλης κινείται με άνεση σε κάθε επιμέρους ρόλο: ανήσυχοι για τη συμπεριφορά του ανήλικου γιου τους, ένας πατέρας και μια μητέρα ζητούν να μάθουν τι διεμείφθη στη σχολική εκδρομή ανάμεσα στον γιο τους και τον δάσκαλό του: «Κάνω το επάγγελμά μου γιατί αγαπώ τα παιδιά, αν θέλετε να μάθετε, και όχι επειδή είμαι δημόσιος υπάλληλος. Και ναι, αν θέλετε να μάθετε, ναι, τον αγαπώ τον γιο σας και δεν ντρέπομαι να σας το πω κατάμουτρα!». Στις ειλικρινείς απαντήσεις του (αξιόλογη η παρουσία του Δημήτρη Πασσά στον ρόλο του δασκάλου) οι υποκριτές, αδιάφοροι γονείς αντιτάσσουν υπόνοια παιδεραστίας και τον κατηγορούν άδικα, αντιλαμβανόμενοι το συναίσθημα της αγάπης μόνον υπό τους όρους της τρέχουσας ηθικής και δικαιολογώντας τους εαυτούς τους.
«Δώσε μου πίσω αυτό που μου ανήκει»
Πολύ αξιόλογη ερμηνεία της Ιωάννας Μαυρέα, που συντονίζεται και φτάνει σε δραματική κορύφωση μαζί με τον Κλέωνα Γρηγοριάδη και σε μια πολύ συγκινητική σκηνή, όπου υποδύεται μια γυναίκα που πάσχει από αμνησία: έχει ουδέτερη, «παγερή» στάση απέναντι στα συναισθήματα του συζύγου της, που απελπίζεται μέχρι τη στιγμή που η αγκαλιά του τής ενεργοποιεί τον έρωτα.
Ξεκαρδιστικό είναι το επεισόδιο μιας γυναίκας που κατηγορεί τον προϊστάμενό της ότι την αποπλάνησε ερωτικά, αλλά αυτή η «αποπλάνηση» αφύπνισε μέσα της τον ερωτισμό. Πολύ αξιόλογη ερμηνεία της Ιωάννας Μαυρέα, που συντονίζεται και φτάνει σε δραματική κορύφωση μαζί με τον Κλέωνα Γρηγοριάδη και σε μια πολύ συγκινητική σκηνή, όπου υποδύεται μια γυναίκα που πάσχει από αμνησία: έχει ουδέτερη, «παγερή» στάση απέναντι στα συναισθήματα του συζύγου της, που απελπίζεται μέχρι τη στιγμή που η αγκαλιά του τής ενεργοποιεί τον έρωτα. Το ίνδαλμα του έρωτα, σ’ αυτήν τη σκηνή, διαφεύγει της προσοχής της ηρωίδας, ωστόσο η αύρα του έρωτα παραμένει, πιο αρχετυπική και πιο ισχυρή από την απολεσθείσα μνήμη. Η Ιωάννα Μαυρέα επίσης υποδύεται, στην αρχή του έργου, μια γυναίκα που καλεί δικηγόρο για να πάρει διαζύγιο με τον άντρα της μετά από τριάντα χρόνια κοινής ζωής. Μην μπορώντας με λέξεις να περιγράψει την απουσία του έρωτα από τη ζωή της, αναζητά την ενεργοποίηση αυτού του συναισθήματος μέσα της στη μοναξιά που θα της φέρει ο χωρισμός: «Το σκέφτηκα πολύ. Δεν αρκεί. Αγαπιόμαστε, αλλά αυτό δεν αρκεί. Λυπάμαι».
Ένα ερωτικό ζευγάρι γυναικών συγκρούεται λίγο πριν το χωρισμό: αυτή που εγκαταλείπεται ζητά αποζημίωση για την ερωτική επένδυση που έχει κάνει: «Ό,τι κρατάς δικό μου, αυτό το κομμάτι μου μέσα σου, αυτό που εναπόθεσα σε σένα, θέλω πρώτα να μου το δώσεις πίσω! Αν δεν μου το δώσεις δεν σε αφήνω!». Και η πόρνη που υποδύεται συγκλονιστικά η Κωνσταντία Τάκαλου στην τελική σκηνή είναι αντίστοιχη με τον χαρακτήρα της γυναίκας στο Δαμάζοντας τα κύματα του Λαρς Φον Τρίερ: ζητά αυτό που δικαιούται, ό,τι και αν είναι αυτό, το μέρισμά της στον έρωτα.
![]() Ο Joël Pommerat
|
Η «απουσία του έρωτα» λοιπόν είναι το θέμα του εξαιρετικού έργου του Πομερά, ένα σχόλιο στην εύκολη κατονομασία του, μια πολύπτυχη και ευφυής αναφορά στις ευνουχισμένες εκδοχές του. Στη σκηνοθεσία του κύριου Μαστοράκη αναδεικνύεται το κείμενο σε ελεγεία για το σπαρακτικό συναίσθημα της απόσχισης που έρχεται με ένα χωρισμό. Αυτό που θα ’πρεπε να είναι μια αποκάλυψη, τελικά δεν είναι παρά ένας προϊδεασμός θανάτου. Και ένα καυστικό σχόλιο πάνω στο ανεπίτρεπτο της προδοσίας του συναισθήματος της αγάπης και πάνω στην ανικανότητα των ανθρώπων ν’ ανοίξουν την καρδιά τους και να διακινδυνεύσουν να δώσουν, τελικά, ένα κομμάτι του εαυτού τους στον άλλον.
Το πρώτο έργο του Ζοέλ Πομερά που παρουσιάστηκε στην Ελλάδα ήταν οι Έμποροι, το 2009, από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης Θεσσαλονίκης και τον σκηνοθέτη Γιάννη Λεοντάρη. Το 2010 η Φρόσω Λύτρα ανέβασε Αυτό το παιδί και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών παρουσίασε τη Μεγάλη και θαυμαστή ιστορία του εμπορίου.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.