Του Νίκου Ξένιου
Στο απόγειο της οικονομικής κρίσης, η αυστριακή συγγραφέας Ελφρίντε Γέλινεκ (Νόμπελ Λογοτεχνίας 2004[1]) είναι κατηγορηματική, δογματική και στρατευμένη στις αποφάνσεις της: «Η τέχνη δεν μπορεί να προσφέρει απολύτως τίποτα, μακάρι να μπορούσε. Σε μια κοινωνία της οποίας το οξυγόνο της το έχουν αποστερήσει τα μέτρα λιτότητας, η τέχνη προσλαμβάνει σίγουρα άλλες έννοιες».
Η βάση του προβληματισμού είναι η φενάκη του ισχύοντος χρηματοοικονομικού συστήματος, που παγιδεύει εκατομμύρια ανυποψίαστα θύματα
Τα συμβόλαια του εμπόρου (Die Kontrakte des Kaufmanns), με τον υπότιτλο «Μια οικονομική κωμωδία», γράφτηκαν το 2008, ένα μήνα πριν από την πτώχευση της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στην Κολωνία και λίγο αργότερα στο Αμβούργο, εγείροντας αντικρουόμενες κριτικές. Αυτό δεν είναι αξιοπερίεργο, αν αναλογιστεί κανείς την υπερβολή και τον μελοδραματισμό με τον οποίο σχολιάζει τη μοίρα των μικρών επενδυτών, ξεκινώντας από την εκστατική επιδίωξη μετοχών που αντιστοιχούν στο απόλυτο μηδέν, για να συνεχίσει με τη βουλιμική επιδίωξη μεγάλων κερδών. Η βάση του προβληματισμού είναι η φενάκη του ισχύοντος χρηματοοικονομικού συστήματος, που παγιδεύει εκατομμύρια ανυποψίαστα θύματα. Όταν θα σκάσει η σαπουνόφουσκα και η Ιστορία θα γράψει τις σελίδες της εξαπάτησής τους, δεν τους μένει παρά η μετάθεση ευθυνών, η εθελοτυφλία, η ψευδαίσθηση, η καταβύθιση στο χώμα, που κι αυτό ακόμα είναι αφιλόξενο εαν περιέχει κοιτάσματα κέρδους.
Οι λύκοι και τα πρόβατα
H Γέλινεκ αφορμάται από τα χρηματιστηριακά σκάνδαλα που έλαβαν χώρα στην Αυστρία τα τελευταία χρόνια και τον ίλιγγο του χρήματος στον οποίο παρασύρθηκαν τραπεζίτες και επενδυτές, πριν ακόμη κορυφωθούν τα συμπτώματα της κρίσης. Πρωταγωνιστής είναι «το κεφάλαιό μας, που δεν τα ‘παιξε, αλλά απλώς την έκανε γι’ αλλού: έφυγε για ένα ωραίο νησί της Καραϊβικής με όμορφη παρέα κι ένα σωρό παιχνίδια και σπορ». Τα νοήματα αναδύονται σε κορυφούμενους ποιητικούς τόνους, ενώ η τεχνολογία έρχεται να υπογραμμίσει τον αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα των ερμηνειών. Ένα από σκηνής δοκίμιο, μια υπόδειξη, μια παρενδυσιακή αλληγορία και ταυτόχρονα ένα θεατρικό παιχνίδι εναλλαγής θρήνων και θριάμβων, βίας και τρυφερότητας. Αισθητική μπαρόκ και πανκ, θαυμάσιες μουσικές ερμηνείες και έντονος συναισθηματισμός. Λογοπαίγνιο που παγιδεύει τις συνειδήσεις του κοινού, πιρουέτες πάνω στη σημειολογία των πιο εύχρηστων όρων της σύγχρονης οικονομικής συναλλαγής, υπόσκαψη της «λογικής» που διέπει τον ύστερο καπιταλισμό, σε μια χορογραφία τρέλας και εκπλήξεων. Μια ομάδα ηθοποιών δεμένη και καλά ενορχηστρωμένη ενσαρκώνει τον μέσο πολίτη, που αυταπατάται παρέα με τις χίμαιρές του, ενώ στο κουφάρι του στήνουν χορό οι σύγχρονοι «λύκοι» της πιάτσας.
Ένα διανοητικό καμπαρέ που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν το όραμα του μικροαστού, στημένο στη βάση της ωμής πραγματικότητας που αντιμετωπίζει ήδη η Ευρώπη
Ένα διανοητικό καμπαρέ που αποκαλύπτει τις αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν το όραμα του μικροαστού, στημένο στη βάση της ωμής πραγματικότητας που αντιμετωπίζει ήδη η Ευρώπη. Φορώντας μάσκες λύκων και αρνιών και παρωδώντας τη Μέρκελ, θέτουν ερωτήματα: Ποιος είναι ο οργανισμός που θα φροντίσει για τη διασφάλιση των χρημάτων μας; Ποιος είναι ο θεσμός που θα φροντίσει για τα γεράματά μας; Για ποιον λόγο τα χρέη μας δεν εκτίονται ποτέ; Σε ποιον χρωστάμε και γιατί; Ανακύκλιση λέξεων (που από ένα σημείο και μετά γίνεται κουραστική για τον θεατή), σε μια παράσταση-μαραθώνιο όπου, με την αισθητική και τη δομή μιας work in progress, οι μικροεπενδυτές, οι τζογαδόροι, οι χρηματιστές, οι ντόπιοι πολιτικοί, οι κυνικοί δανειστές και οι υποταγμένοι χρεώστες, όλοι επιτίθενται στον πιο αδύναμο κρίκο: τον συνταξιούχο, τον άνεργο, τον συντεθλιμμένο πολίτη μιας ολοκληρωτικής οικονομικής δομής. Τα χρήματα καταβροχθίζονται κυριολεκτικά, φοριούνται σαν ρούχο, βάφονται, σκίζονται, καίγονται, όμως αυγατίζουν στις τσέπες των μεν, ενώ εξαφανίζονται από τις τσέπες των δε.
Η ελληνική προσθήκη
Στη μελέτη που έκανε η συγγραφέας για να συντάξει τις είκοσι επιπλέον «ελληνικές» σελίδες των Συμβολαίων ως χορικό αρχαίας Τραγωδίας εντόπισε το πρόβλημα στην ανευθυνότητα και τις «αρπαχτές» στον τόπο μας: «Εννοείται πως διαφθορά υπάρχει παντού, φαίνεται όμως ότι στην Ελλάδα έχει λάβει καταστροφικές διαστάσεις, ακόμα και για το δημοκρατικό της πολίτευμα (...) Αυτό είναι πρόβλημα, αν αναλογιστούμε ότι η ελληνική τραγωδία γέννησε την ελληνική δημοκρατία». Η Γέλινεκ αναφέρεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα: «Μιλώντας για την τυραννία, ο Πλάτωνας εξηγεί ότι μπορεί να εμφανιστεί από παιδαριώδεις αφορμές. Απλοϊκοί άνθρωποι παρασύρονται από τον όχλο, ιδιαίτερα στην τυραννία. Αυτό, άλλωστε, είναι το επικίνδυνο και με κόμματα, όπως η Χρυσή Αυγή. Από τετριμμένες αφορμές μπορεί να προκύψει η καταστροφή. (...). Το να θεσπίσουν οι Γερμανοί νόμους για τους Ελληνες το θεωρώ απλοϊκό. Είναι σαν μια συνταγή την οποία κανείς δεν θα την τηρούσε! Πώς θα μπορούσε ένας νόμος να προκαλέσει το καλό ή το αντίθετό του;»
Σε ενενήντα εννέα σελίδες συμπαγούς κειμένου που διαβάζεται και σκίζεται σελίδα-σελίδα στη διάρκεια τεσσάρων εξαντλητικών ωρών σκηνικής performance, τα Συμβόλαια του Εμπόρου είναι μια διαδραστική παράσταση που υποστηρίζει επάξια ένα μάλλον αδύναμο κείμενο.
Σκηνικά: Katrin Nottrodt
Κοστούμια: Marysol del Castillo
Δραματουργία: Benjamin von Blomberg
Μουσική: Thomas Kürstner, Sebastian Vogel
Βίντεο: Claudia Lehmann
Βοηθός Σκηνοθέτη: Nora Bussenius
Βοηθός Βίντεο: Hanna Linn Wiegel
Διεύθυνση Σκηνής: Corinna Fussbach
Υποβολέας: Antje Kreusch
Δραματουργικά δικαιώματα: Rowohlt Theaterverlag, Reinbek
Με την υποστήριξη: Hapag-Lloyd Hamburg