
Για τις θεατρικές παραστάσεις «Άνθρωπος του Θεού» του Ανδρέα Κεντζού, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Γεωργαλά στο Θέατρο 104 και «Η ταράτσα» του Ζαν-Κλοντ Καριέρ, σε σκηνοθεσία Τάσου Πυργιέρη στο Σύγχρονο Θέατρο. Κεντρική εικόνα: Από την παράσταση «Άνθρωπος του Θεού».
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Το καλοκαίρι έχει μπει για τα καλά και το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μας απορροφά πλέον κανονικά. Ωστόσο, κάποιες από τις τελευταίες παραστάσεις της άνοιξης συνεχίστηκαν για λίγο στα αθηναϊκά θέατρα. Δύο απ’ αυτές αξίζουν την προσοχή μας, είτε γιατί τα έργα αυτά παίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, είτε γιατί η σκηνοθετική προσέγγιση και στα δύο είναι ιδιότυπη. Στον «Άνθρωπο του Θεού» του Ανδρέα Κεντζού θα ’λεγε κανείς πως η σκηνοθεσία ερμηνεύει διαφορετικά την αρχική σύλληψη του θεατρικού κειμένου, ενώ στην «Ταράτσα» του Ζαν-Κλοντ Καριέρ η σκηνοθεσία αναδεικνύει την ουσία του.
«Άνθρωπος του Θεού» του Ανδρέα Κεντζού, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Γεωργαλά
Eίδα -και, χάρη στην ευγενή προσφορά του συγγραφέα, διάβασα κιόλας- το νέο θεατρικό έργο του Ανδρέα Κεντζού «Άνθρωπος του Θεού». Το έργο ανεβαίνει στο Θέατρο 104, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Γεωργαλά. Τρία πρόσωπα συναντιούνται σ’ ένα αθηναϊκό διαμέρισμα και εκμυστηρεύονται μεγάλες αλήθειες, σε έντονο τόνο, αποκομίζοντας την προσοχή του κοινού σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Εκτός από το πολύ καλογραμμένο κείμενο, στην επιτυχία του έργου συμβάλλει ιδιαίτερα η πολύ καλή ερμηνεία από την Έλενα Τυρέα, τη Δήμητρα Σύρου και τον Αυγουστίνο Ρεμούνδο.
Η πίστη (σε κάποια ιδεώδη, στην αλήθεια των ανθρώπων, ακόμη και στον Θεό) είναι το διακύβευμα του έργου του κύριου Κεντζού. Με μιαν ειρωνική αντιστροφή της έκβασης των πραγμάτων, ο συγγραφέας μοιάζει να μας «κλείνει το μάτι» σε ό,τι αφορά την πολύ ελαστική ηθική των ανθρώπων. Το βεβαρημένο παρελθόν μιας γυναίκας (η Έλενα Τυρέα σε μιαν εσωτερική ερμηνεία αντάξια του ρόλου της) έρχεται σε αντιπαράθεση με την ευπιστία μιας άλλης (επίσης πολύ καλή η Δήμητρα Σύρου) και με την εξοργιστική καλοτυχία ενός άνδρα. Οι δύο γυναίκες αγνοούν την πραγματικά ζοφερή όψη που έχουν τα πράγματα μέσα στον περίκλειστο χώρο του διαμερίσματός τους, ενώ αφουγκράζονται τις οδομαχίες απ’ έξω. Ο άντρας φαίνεται να αποτελεί μέρος της «έξω» κατάστασης, ωστόσο συμβολοποιεί κι ένα ολόκληρο σύστημα παρακολούθησης, υποβολής απόψεων και υπονόμευσης των δημοκρατικών ελευθεριών.
Βολεμένοι στο σύστημα παραδοχών και στην comfort zone τους, οι ήρωες του έργου υπονομεύουν ο ένας τον άλλον, παράγοντας ένα τρίγωνο αναφορών που πρωτοτυπεί ως προς τη σύλληψη, γιατί πραγματεύεται την έννοια της εξουσίας. Έτσι, με άξονα την έννοια της εξουσίας στις διαφορετικές της εκφάνσεις, ο κύριος Κεντζός ψηλαφεί την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα, ευτυχώς χωρίς να κατονομάζει καλούς και κακούς. Ωστόσο, μέσα στη μεταμοντέρνα ασάφεια των προσώπων, ανιχνεύεται ένα ίζημα ρεαλισμού, ίσως και ηθογραφίας. Στο πρώτο μέρος της παράστασης η φυσικότητα των διαλόγων ρέει απρόσκοπτα. Από το σημείο των πρώτων αποκαλύψεων κι έπειτα, κάποιες σκηνοθετικές παρεμβάσεις μάς εκτινάσσουν σε μιαν άλλη σφαίρα, εκτός πλαισίου πραγματικότητας. Προς το τέλος οι διάλογοι ακολουθούν μιαν επιτάχυνση που κατά την ανάγνωση του έργου δεν την είχα εντοπίσει, άρα οφείλεται σε κάποια σκηνοθετική παρέμβαση. Επίσης, η τεχνοτροπία αλλάζει: για παράδειγμα, η αργή κίνηση στην τελευταία σκηνή της παράστασης είναι τελείως εκτός κλίματος.
Η σκηνοθετική προσέγγιση του Δ. Γεωργαλά είναι ψυχαναλυτική
Το έργο, εκτός από ειρωνικό, ως προς τον τόνο θα το χαρακτήριζα και διδακτικό: δεν μιλώ όμως για έναν στείρο διδακτισμό, αλλά για μια κατασταλαγμένη, αλλόκοτη ματιά στην τυχαιότητα που διέπει τα ανθρώπινα. Ο συγγραφέας φλερτάρει με την ιδέα ενός απόλυτου προορισμού, ενώ τα τρία πρόσωπα που φιλοτεχνεί σαρκάζουν μπροστά στην ανάγκη νοηματοδότησης της ζωής τους. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Δ. Γεωργαλά είναι ψυχαναλυτική, εφόσον μια απώλεια του παρελθόντος έχει στοιχειώσει την κεντρική ηρωίδα χωρίς να της στερεί το δικαίωμα στην έγερση αντιρρήσεων, χωρίς να την αφήνει να βουλιάξει άπραγη στο πένθος.
Κείμενο: Ανδρέας Κεντζός
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Γεωργαλάς
Επιμέλεια σκηνικών/κοστουμιών: Κατερίνα Μωροπούλου
Φωτισμοί: Δημήτρης Κουτάς
Κινησιολογία: Αναστασία Γεωργαλά
Επιμέλεια μουσικής: Δημήτρης Γεωργαλάς
Γραφιστική Επιμέλεια: Κατερίνα Σεμερτζόγλου
Φωτογραφίες: Παναγιώτης Ανδριόπουλος
Video/Trailer παράστασης: Νικήτας Χάσκας
Sound Editing: Γιώργος Γιαννακούλας
Επικοινωνία: Καλλ. Εταιρεία CALD/Le Canard qui Parle
Εκτέλεση Παραγωγής: ΜΑΝΤΑΜ ΣΑΡΔΑΜ
Ερμηνεύουν: Αυγουστίνος Ρεμούνδος, Δήμητρα Σύρου, Έλενα Τυρέα
«Η Ταράτσα» του Ζαν-Κλοντ Καριέρ, σε σκηνοθεσία Τάσου Πυργιέρη
Μετά την ατυχέστατη μεταφορά του «L' aide memoire» του Jean-Claude Carrière1 από τον Κώστα Βασαρδάνη στο Στούντιο Μαυρομιχάλη, είχα την τύχη να παρακολουθήσω τη σκηνοθεσία του Τάσου Πυργιέρη στο άπαιχτο μέχρι σήμερα στην Ελλάδα έργο του Καριέρ «Η ταράτσα» (1997), στο Σύγχρονο Θέατρο (το έργο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ηριδανός, σε μετάφραση Γιάννη Θηβαίου).
Τον Ζαν-Κλοντ Καριέρ τον πρωτογνώρισα από το σενάριό του για την υπέροχη «Μαχαμπχαράτα» του Πήτερ Μπρουκ (εκδόσεις Λιβάνης-Νέα Σύνορα) και από τα σενάριά του στις ταινίες του Μπουνιουέλ. Ιδιότυπος συγγραφέας, ουδέποτε πραγματικά μου άρεσαν τα έργα του, ωστόσο αισθάνομαι πως η ιδιαιτερότητά τους (συνδυασμός δραματικών καταστάσεων και αντι-ηρωϊκού ύφους) είναι που τα καθιέρωσε, όπως και η υπερρεαλιστική έκβαση κάποιων σκηνών τους. Υπό αυτό το πρίσμα θεωρούμενη, η «Ταράτσα» δικαίως εκτιμήθηκε ως πρωτότυπο έργο, παρά το γεγονός ότι αφήνει τον θεατή ανικανοποίητο ως προς την έκβαση των γεγονότων.
Το παράλογο στοιχείο που χαρακτηρίζει τον «χωρισμό» στο ξεκίνημα του έργου, το γεγονός ότι στην ουσία αυτός ο χωρισμός θα επιτελεσθεί «εκτός έργου» και τα πάντα θα χρονοτριβήσουν επί σκηνής, όλα αυτά παράγουν το έντονο αίσθημα του κωμικού. Είναι, αναμφίβολα, μια κωμωδία: όχι, όμως, κωμωδία χαρακτήρων, αλλά κωμωδία καταστάσεων: και έτσι το έργο αποτελεί φυσική προέκταση της vaudeville και ικανό συνοδοιπόρο στο θέατρο του παραλόγου. Όλοι μας θέλουμε να είμαστε αγαπητοί, όλοι μας θέλουμε να εισακουστούμε, αλλά τα πράγματα έχουν διαρκείς ανατροπές κι εμείς τρέχουμε να τις παρακολουθήσουμε να εκτυλίσσονται στο ενδιαφέρον σκηνικό του Χρήστου Χαμζαλάρη.
Μια γυναίκα περιμένει ένα τηλεφώνημα με έτοιμη τη βαλίτσα. Έχει μόλις εγκαταλείψει μια περίοδο συνύπαρξης στον χώρο αυτόν, που τώρα είναι διαθέσιμος προς ενοικίασιν. Εάν οι ερμηνείες ήταν λιγότερο σχηματικές, η πρόσληψη της παράστασης θα ήταν πιο ενθουσιώδης. Η Αγγελική Καρυστινού σίγουρα αποτελεί την εξαίρεση σ’αυτό: η ατζέντισσα που εισβάλλει για να δείξει το «διαμέρισμα με ταράτσα» στους υποψήφιους ενοικιαστές είναι μια φιγούρα σπαρταριστή, όπως ιδιότυποι είναι και οι χαρακτήρες που θα παρελάσουν. Από αυτούς, ο πιο εφευρετικά δομημένος χαρακτήρας είναι ένας άστεγος (δεν γράφω περισσότερα, γιατ να μην κάνω spoil στην υπόθεση): και από το στόμα αυτού του –κατά βάσιν τραγικού- χαρακτήρα εκπορεύονται τα πιο σημαντικά λόγια του έργου: αυτά που αφορούν τη μοναξιά.
Το πώς θα διαμορφωθούν στο εξής οι σχέσεις θα εξαρτηθεί από τον βαθμό αποδοχής των αντιφάσεων που προκύπτουν. Το ανεξήγητο των αλλεπάλληλων θανάτων που επίκεινται αλλά δεν επισυμβαίνουν, το ανεξήγητο της «λούπας» που σύρει τους χαρακτήρες σ’έναν χορό αδιανόητης ασυμφωνίας προς τον χώρο και τον χρόνο, την ανισόρροπη πλοκή, ο κύριος Πυργιέρης τα ψηλαφεί όλα τόσο τολμηρά, ώστε κατορθώνει να αναδείξει τις υποκείμενες αλήθειες.
Μετάφραση: Γιάννης Θηβαίος
Σκηνοθεσία-Μουσική Επιμέλεια: Τάσος Πυργιέρης
Δραματολόγος: Ελένη Γκίνη
Σκηνικά/Κοστούμια: Ελίνα Δράκου
Σχεδιασμός φωτισμών: Στέβη Κουτσοθανάση
Βοηθός σκηνοθέτη: Σοφία Καστρησίου
Ειδικές κατασκευές: Βασιλική Τσιλιγκρού
Οργάνωση Παραγωγής: Νίκος Τσαούσης
Διεύθυνση Παραγωγής: Άννα Κουρελά
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Λέπουρης
Trailer: Γιώργος Δασκαλόπουλος
Μακιγιάζ: Σοφία Καραθανάση
Κομμώσεις: Ξένια Μουτέν
Βοηθός Ενδυματολόγου: Παρθενία Τσεκούρα
Κατασκευή σκηνικού: Χρήστος Χαμζαλάρης
Νομικός Σύμβουλος: Δημήτρης Καλοχαιρέτης
Παραγωγή: Boiling Point
Κύριος Αστρύκ: Θάνος Μπίρκος
Μωρίς: Ιάσονας Παπαματθαίου
Η γυναίκα του μεσιτικού γραφείου: Αγγελική Καρυστινού
Μαντλέν: Μαριλένα Μόσχου
Ετιέν: Βασίλης Αθανασόπουλος
Η σύζυγος του λοχαγού: Χριστίνα Ροκαδάκη
Λοχαγός Νταλόζ: Ντίνος Γκελαμέρης
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και κριτικός θεάτρου και χορού.