
Για την παράσταση «Καραγκιόζης Mad Max» των Σπύρου Αγγελόπουλου & Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Ένα υπέροχο σύγχρονο λαογραφικό-πολιτικό κείμενο δίνει ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, συνδημιουργώντας με τον Σπύρο Αγγελόπουλο την παράσταση θεάτρου σκιών «Καραγκιόζης Mad Max», για το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, στην Πειραιώς 260. «Ο Καραγκιόζης μάς έχει κοροϊδέψει και υπογράφει ως Καραγκιόζης φούρναρης, ως Καραγκιόζης γιατρός, αλλά δεν είναι ο τυπικός πρωταγωνιστής μιας ιστορίας. Είναι ο κορυφαίος ενός Χορού. Οι φίλοι του είναι αρχέτυπα και κάθε φορά έρχεται ένας ήρωας ο Κατσαντώνης, ο Μέγας Αλέξανδρος, γιατί όχι και ο Mad Max. Κάπως έτσι, για μένα δένει με τον κινηματογραφικό ήρωα των George Miller και Byron Kennedy», δηλώνει ο δημιουργός, που πάντρεψε παραδόξως τον παμβαλκανικό ήρωα της λαϊκής παράδοσης και του θεάτρου σκιών με έναν κινηματογραφικό ήρωα του 1979.
Πρόκειται για μια δραματουργική συνθήκη που συστεγάζει τον παραδοσιακό καραγκιοζο-μπερντέ με τους εξαιρετικούς σκιοπαίκτες Άθω Δανέλλη και Αγγελίνα Λυκογιάννη και ταυτόχρονη προβολή του μπερντέ σε μεγα-οθόνη, με συνεχείς έντεχνες παρεμβάσεις προτζέκτορα και χαρτοκοπτικής σκιών και με επί σκηνής μουσική ερμηνεία του σχήματος Sinika. Η μετα-αποκαλυπτική ατμόσφαιρα μιας ηπείρου που δεν έχει νερό και καύσιμα ενισχύεται από τους ήχους του λαουτιέρη Δημήτρη Σιδέρη και των μουσικών Θάνου Καζατζή και Κώστα Νικολόπουλου. Τσάμικα, καντάδες και ρεμπέτικα συνηχούν με ηλεκτροακουστικές καινοτομίες. Ξεκινώντας από κινηματογραφική αντίληψη της χρονικής ροϊκότητας, η παράσταση γίνεται εξωπραγματική, απόκοσμη, δυστοπική (το τέλος ενός πολιτισμού) αλλά και αισιόδοξη ταυτόχρονα (το ξαναγέννημα των πολιτιστικών δεδομένων της φιλίας και της συνεργασίας).
Εκεί όπου τελειώνουν οι ελπίδες
Επαναδιαπραγμάτευση της δυστοπίας, λοιπόν, κάνει ο λαϊκός, «φευγάτος», τσιγγάνος Καραγκιόζης που δεν μπορείς να του φορέσεις καμία νόρμα, γιατί είναι εκ φύσεως αναρχικός. Έκνομος και αποκλίνων, κοντραμπαντιέρης βενζίνης φτιαγμένης από... φασολάδα και επικηρυγμένος, ο Καραγκιόζης του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου θα αφήσει την Τουρκοκρατία, θα έρθει στο σήμερα ανάμεσα σε σαμπρέλες και ράκη αυτοκινήτων και θα κάνει ένα σουρεαλιστικό ταξίδι για να βρει καταφύγιο στις εσχατιές του ρουμελιώτη θείου του, του Μπαρμπα-Γιώργου, που δεν έχει πια κοπάδι και έχει περιπέσει σε βαθύτατη (και κωμική) θλίψη, μη έχοντας επαφή με την πραγματικότητα: όχι μόνο η γλωσσική του ιδιαιτερότητα, αλλά και η φυσική του αγριότητα δίνουν τον καμβά για κάποιες από τις πιο ξεκαρδιστικές ατάκες της παράστασης.
Βρισκόμαστε σε μιαν «αυστραλιανή» έρημο, που όμως θα μπορούσε να είναι και μια έρημος με παλιοσίδερα και παλιά συνεργεία στο Μενίδι ή στα Μεσόγεια. Εκεί θα δούμε την καταδίωξη με τα αυτοκινητάκια/χάρτινες φιγούρες, με πλαγιές βουνών που είναι η σκιά της...πλάτης του κάμεραμαν. Εκεί θα δούμε τον «κατηραμένον όφιν» να βαδίζει αμέριμνος μέσα στην ξεραḯλα και θα γίνουμε και αυτόπτες μάρτυρες του θανάτου του ήρωά μας. Όλες οι χαρτονένιες φιγούρες, τα τρία παιδιά του (το Κολλητήρι, ο Σβούρας και ο Πιτσικόκος), ο ταλαίπωρος, υποταγμένος στην εξουσία αλλά και αφοσιωμένος στον ήρωά μας Χατζηαβάτης/Χατζηχαβιάρης, ο Σταύρακας, τα τσιράκια του Πασά (ο Βεληγκέκας εδώ είναι τσιράκι ενός νεοναζί Υπουργού Νερού και Καυσίμων), ο «αεί πενθών», βαρύθυμος Μπαρμπα-Γιώργος, ο στούμπος Καραμεμέτης (ο τάχατέ μου κωμικός «γίγαντας») με τη σπάθα, όλοι θα συναντηθούν πάνω στον μπερντέ με τη φιγούρα του Μελ Γκίμπσον ως... Mad Max που αναπλάθει τον δικό του «δρόμο της οργής» και ξεσηκώνει λαϊκό κίνημα κατά των εξουσιαστών κάθε λογής.
Εκεί όπου οι ελπίδες ξαναγεννιούνται
Ο Καραγκιόζης, οθωμανικής καταγωγής φιγούρα, φτάνει από την Προύσα στην Ελλάδα το 1890, ενώ στην περιοχή του Αμβρακικού οι καραγκιοζοπαίχτες τον εμπλουτίζουν με φιγούρες του ΄21, με τον Μεγαλέξαντρο και με τον δρακοκτόνο Αϊ Γιώργη. Ο Μίμαρος καθιερώνει, στην Πάτρα, τον Μπαρμπα-Γιώργο, τον Σιορ Διονύσιο και τον Σταύρακα, μετατρέποντας το πλαίσιο του θεάτρου σκιών σε ηθογραφικό σχόλιο. Η νεοελληνική μυθιστορία περνά από το τσελιγκάτο του τσοπάνη στο αστικό καφενείο και περιλαμβάνει, πλέον, τα πάντα: γυναικείες μορφές, τον υπόκοσμο ολόκληρο, το σχόλιο για τη φτώχεια, το σπέρμα της κοινωνικής επανάστασης, σύγχρονη γλώσσα, δηλαδή όλα όσα με ευαισθησία, επινοητικότητα και ανοιχτή αντίληψη επιστρατεύονται στην παράσταση των Τσιοτσιόπουλου-Αγγελόπουλου.
Το πιο υπέροχο (και υπερρεαλιστικό) μέρος της παράστασης διαδραματίζεται στον Αχέροντα, όπου οι ψυχές του Νιόνιου και του Μορφονιού υπερίπτανται σαν σε Νέκυια, όπου ο ψυχοπομπός Ερμής είναι ένα διαφημιστικό παπούτσι με...φτερά, σαν κι αυτό που προβλήθηκε σκανδαλωδώς πάνω απ’ την Ακρόπολη, όπου ο Χάροντας ζητά τον οβολό του αλλά...ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος! «Σε έναν μετα-αποκαλυπτικό, δυστοπικό κόσμο, ο μόνος που μπορεί να επιβιώσει είναι εκείνος που έχει μάθει να μην έχει τίποτα», λέει ο δημιουργός. Χρειάζεται αυτή η επιστράτευση των δυνατοτήτων και των εικαστικών δεδομένων της παράδοσής μας, αφενός γιατί είναι διαχρονική η λειτουργία τους κι αφετέρου γιατί αγαπήθηκαν και εξακολουθούν να αγαπιούνται από τον λαό.
Δεν είναι, όμως, όλα μαύρα κι άραχλα. Ο φασισμός επιβάλλει τους όρους του, όμως η αδούλωτη λαϊκή ψυχή ξέρει πως τα νομίσματα του κόσμου μας είναι κάλπικα και «παίζει» με αυτό το δεδομένο. Εδώ, επί σκηνής φεστιβάλ, συναντιούνται τα πιο απίθανα φαινόμενα και τα λόγια μπαίνουν στο στόμα της πιο απίθανης φιγούρας. Είναι η ελευθερία της καλλιτεχνικής δημιουργίας: έτσι ο furioso Mad Max θα παραστεί στη σκηνή της εξόντωσης του Καραγκιόζη, ενώ -σε μιαν απόλυτα λυρική πορεία πένθιμης επιστροφής εν μέσω πυρηνικών εκλάμψεων- ο Χατζηαβάτης θα κουβαλήσει το σώμα του φίλου του για να το εκθέσει σε δημόσια διαπόμπευση στην πλατεία και να βιώσει, εκεί, την ανατροπή της φυσικής τάξης των πραγμάτων και τον επαναστατικό οραματισμό της αποκατάστασης της Δικαιοσύνης.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και κριτικός θεάτρου.
Συντελεστές
Συγγραφέας: Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Εικαστική επιμέλεια-Περφόρμανς: Σπύρος Αγγελόπουλος
Σκηνοθεσία: Σπύρος Αγγελόπουλος, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Μουσική: Sinika – Θάνος Καζατζής τύμπανα, electronics, Κώστας Νικολόπουλος ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, synth, sampler, Δημήτρης Σιδερής ηλεκτρικό/ακουστικό λαούτο, pedal effects
Σκιοπαίχτες: Άθως Δανέλλης, Αγγελίνα Λυκογιάννη
Κάμερα-Βίντεο Πάνος Ανδριανός
Σχεδιασμός φωτισμού: Τάσος Παλαιορούτας
Σχεδιασμός ήχου: Νίκος Κόλλιας, Δημήτρης Δημητριάδης
Οργάνωση παραγωγής: Γιάννης Περίδης
Παραγωγή: Celestial Arts & Entertainment Productions