Για την παράσταση «Alarme», μια σκηνική σύνθεση βασισμένη στην αλληλογραφία της Βασίλισσας Ελισάβετ και της Μαρίας Στιούαρτ, σε σκηνοθεσία-σκηνική εγκατάσταση και δραματουργική επεξεργασία του Θεόδωρου Τερζόπουλου, η οποία θα παρουσιάζεται στο θέατρο Άττις μέχρι και τις 12 Ιανουαρίου 2025.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Στην έξοχη παράσταση «Alarme», που έχει ως θεματική αφορμή την ιστορική σύγκρουση της Βασίλισσας Ελισάβετ Α' με τη Μαρία Στιούαρτ, βασίλισσα της Σκωτίας, και ως πρώτη ύλη την αλληλογραφία των δύο βασιλισσών, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος πραγματεύεται θεατρικά την εμμονική επιδίωξη της εξουσίας, τη διαφθορά, τον ερωτισμό και τη σχέση του με τον πόλεμο, τα ανδρικά στοιχεία της γυναίκας και την αλληλοπεριχώρηση και πάλη των δύο φύλων, την επιθυμία για συγχώνευση/σύντηξη και τον αφανισμό της ατομικότητας, τη σαγήνη [1] που φέρει η εξουσία και ένα σωρό άλλα ζητήματα, που ανακύπτουν από την προσέγγιση του κάθε θεατή ξεχωριστά.
Mετά τη θριαμβική τριετία 2010-2013, η παράσταση ανεβαίνει και πάλι στο θέατρο «Άττις». Πρωταγωνιστούν η Σοφία Χίλλ στον ρόλο της Ελισάβετ, η Αγλαΐα Παππά στον ρόλο της Μαρίας Στιούαρτ και ο Τάσος Δήμας στον ρόλο του αρσενικού Αφηγητή. Από τα σχεδόν ακινητοποιημένα σώματά τους τρεις γλώσσες εκφωνούνται: η γλώσσα της Γηραιάς Αλβιόνος από την Ελισάβετ, η διεκδικητική, διπλωματική Γαλλική από τη Μαρία Στιούαρτ και η οικεία Ελληνική από τον Αφηγητή. Η παράσταση τοποθετείται σχεδόν δοκιμιακά πάνω στην αντιστροφή των παραδοχών σχετικά με τις ιδιοσυγκρασιακές διαφορές ισχυρών και αδυνάμων.
Επαναχαρτογράφηση του σκηνικού χώρου
Σε μια σκοτεινή, μαύρη σκηνή διακρίνεται ένας κεκλιμμένος διάδρομος, σαν ήμισυ κλασικού ελληνικού αετώματος ναού, όπου σταδιακά το φως αναδεικνύει δύο γυναικείες μορφές με φιδίσια περιβολή: στο υπερυψωμένο μέρος, ξαπλωμένη μπρούμητα, η Ελισάβετ, με χαρακτηριστική κόμμωση, κινείται σαν Σφίγγα αρχαϊκή ή φαραωνική προς το κάτω μέρος, όπου σε στάση αναμονής θύματος βρίσκεται η Μαρία Στιούαρτ, κοιτάζοντας από μειονεκτική θέση την αντίπαλό της. Εξαρχής η αντιπαλότητα γίνεται ο καμβάς πάνω στον οποίον θα εξυφανθούν όλα τα άλλα συναισθήματα: σε μια από σκηνής πραγματεία περί έρωτος και θανάτου, η σύγκρουση των δυο γυναικών παρίσταται πρωτόγονη και αδυσώπητη [2].
«Σαν εκθέματα σε ένα μαύρο μουσείο» (έκφραση του Θ. Τερζόπουλου), τα δύο αυτά πλάσματα συνυπάρχουν σ’ ένα πλέγμα φιλότητος/νείκους, απαλλαγμένα από την ιστορικότητά τους. Οι λεπτομερώς επεξεργασμένοι φωτισμοί των Τερζόπουλου-Μπεθάνη αναδιαμορφώνουν το σχήμα των σωμάτων και των σκηνικών όγκων, υιοθετώντας μιαν ανθρωπολογική ματιά που ενοποιεί περισσότερο, παρά διχάζει – μια ματιά «απορρόφησης» στο σκότος του ασυνειδήτου.
Θα πενθήσει, θα θρηνήσει, θα αποκαλέσει τις δυο βασίλισσες «κλέφτρες» και «ψεύτρες», θα συμπαρασύρει στην κατάρα του και όλες τις μεταγενέστερες –και ακόμη τις σύγχρονές μας– εκδοχές εξουσίας
Έρποντας στον διαγώνιο άξονα/διάδρομο, ο Αφηγητής βρίσκεται σ’ ένα κατώτερο επίπεδο, μπρούμητα κι αυτός σαν να κινείται σε λαγούμι, ως αποδυναμωμένο έρμαιο της βούλησης των ισχυρών: πρόκειται για αλληγορία των λαϊκών μαζών, που κατά κανόνα πέφτουν θύματα της ανεξέλεγκτης, αιμοσταγούς, διεφθαρμένης ηγεσίας όλων των καιρών. Θα πενθήσει, θα θρηνήσει, θα αποκαλέσει τις δυο βασίλισσες «κλέφτρες» και «ψεύτρες», θα συμπαρασύρει στην κατάρα του και όλες τις μεταγενέστερες –και ακόμη τις σύγχρονές μας– εκδοχές εξουσίας: «Το αίμα σάς κυβερνά, πουτάνες!», «Καβούρια να φωλιάσουν στα μαλλιά σας!». Ένας υπέροχος Τάσος Δήμας παραπέμπει στον Κάλιμπαν της σαιξπηρικής «Τρικυμίας», έρποντας σαν ξεχαρβαλωμένο γρανάζι της σκηνικής «μηχανής» μέχρι να φτάσει στην ακραία του, ύπτια απόληξη, χωρίς να διασταυρώνεται ούτε στιγμή με τον άξονα των βασιλισσών.
Η Ιστορία στον παραδειγματικό άξονα
Η εμμονική διεκδίκηση του θρόνου από την καθολική Μαρία Στιούαρτ απείλησε κάποτε την καθεστηκυία τάξη της Βρετανίας, και γι’ αυτό η Μαρία Στιούαρτ εξοντώθηκε χωρίς ποτέ να έχει συναντηθεί με την εξαδέλφη/δήμιό της. Η επιδερμική αναφορά στην ιστορικότητα των δύο γυναικών ξεκινά με εξακοντισμό προσωπικών αντωνυμιών αιτίασης: «Εσύ!», «Εσύ φταις!», «Εγώ; Εσύ!», και αυτή είναι μια κλιμάκωση που αποκτά διαρκώς νέους επιτονισμούς και σημασίες: η καταιγιστική εξαπόλυση του αμοιβαίου κατηγορώ προϊδεάζει για αδυνατότητα συμβιβασμού και για πόλεμο, καθώς στο μυαλό του θεατή κυριαρχεί εκ προοιμίου η καρατόμηση της μιας εκ των δύο. Η Αγλαΐα Παππά και η Σοφία Χιλλ μάς εισάγουν με δεξιοτεχνία στον μεταθεατρικό άξονα, εκβάλλοντας ζωϊκή ενέργεια μοναδική, σαν ένα κορμί με δύο κεφάλια σε συνεχές προφίλ. Οι μορφασμοί, οι επιθετικές άναρθρες κραυγές, τα επιφωνήματά τους, αποκλίνουν του ειθισμένου ανθρώπινου κώδικα επικοινωνίας και κλιμακωτά οδηγούν σε μιαν αποκτηνωμένη εξεικόνιση των μορφών τους. Η απόλυτη αφαίρεση.
Η επιδερμική αναφορά στην ιστορικότητα των δύο γυναικών ξεκινά με εξακοντισμό προσωπικών αντωνυμιών αιτίασης: «Εσύ!», «Εσύ φταις!», «Εγώ; Εσύ!», και αυτή είναι μια κλιμάκωση που αποκτά διαρκώς νέους επιτονισμούς και σημασίες...
Παρά τις στερεοτυπικές προβολές καθενός, ο επιταχυνόμενος ρυθμός του διαλόγου, το «τακ-τακ» της γλώσσας και η πύκνωση των παραδηλώσεων εισάγουν σε τελείως διαφορετική θεματική: σταδιακά ανακύπτει ο έντονος ερωτισμός, το φλερτ της πρώτης μορφής εξουσίας προς τη δεύτερη, κατοπτρική της μορφή, ο ιστορικός χρόνος απαλείφεται και στη θέση του αναδύεται το άχρονον του παραστασιακού/εικαστικού γεγονότος. Δεν πρόκειται πλέον για δυο διακριτές ιστορικές persones, αλλά για ένα ενιαίο, αδιαφοροποίητο πλέγμα εξουσιαστικής γλώσσας που είναι διαχρονική. Γι’ αυτό και η σωματικότητά τους υποκαθίσταται από τον ήχο του εκφερόμενου λόγου τους, επειδή ο αμοιβαίος κανιβαλισμός και η κατασπάραξη της μιας από την άλλη παράγει ένα φαινόμενο μυθικού φοίνικα: αναγέννησης εκ της κόνεώς των.
Η ανάδυση του διονυσιακού στοιχείου
Ο έξοχος συνδυασμός προκλασικής μουσικής, κρωξιμάτων ορνέων και βοκαλισμών των ηθοποιών (Παναγιώτης Βελιανίτης) ενδυναμώνει τη θεατρική πράξη και τον αμοιβαίο εξακοντισμό ρημάτων σε έγκλιση προστακτική: love-me, kill-me, hate-me, trust-me. Αλλά και παιδικά τραγουδάκια, και βωμολοχίες, και ρυθμικές γλωσσοπλασίες συνθέτουν μια «κριτική της ταυτότητας, της αναπαράστασης και της Ιστορίας» (έκφραση της Π. Χατζηδημητρίου) [3]. Δύο φαρμακόγλωσσες εκτινάσσονται καταλύοντας την ορθολογική δομή της πρότασης και παράγουν μια jargon παραληρηματική, όπου με χαρακτηριστικό χιούμορ και δηκτικότητα εμπλέκουν τα ονόματα των σύγχρονων εξουσιαστών/αποικιοκρατών/στρατοκρατών: Μακρόν, Πούτιν, Τραμπ, Ερντογάν, Μητσοτάκης. Το ηχητικό τοπίο διακρίνεται για την οικουμενικότητά του, είναι αναγνωρίσιμο και υπηρετεί το duende του Τερζόπουλου.
Μια συνεχής παλινδρόμηση, ένας εγκλωβισμός στον διαγώνιο κεκλιμμένο άξονα, η ερπετοειδής κίνηση μπρος και πίσω, η οδυνηρή ανάταση του άνω ημίσεος του σώματος, ο θύλακας φωτός που φιλοτεχνεί ο κύριος Τερζόπουλος για να αποκόψει το καρέ της μορφής τους από τον ευρύτερο σκηνικό χώρο, ο σφιχτός φιδίσιος εναγκαλισμός τους «εις σάρκαν μίαν», η ανταλλαγή του νομίσματος/όστιας μέσω των στομάτων, η αλληλοαπορρόφησή τους που μπορεί να εκληφθεί και ως ερωτική, όλα μοιάζουν με τελετουργική θυσιαστική πράξη όπου το σφάγιον δεν διαφοροποιείται από τον σφαγέα.
Ευγενή εγκλήματα, παρακμή και σήψη
Η παράσταση κλείνει με «το συγκλονισμένο ανδρικό υποκείμενο» [4]: ο Αφηγητής, εκπρόσωπος μιας αλλότριας συνείδησης, αποξενωμένος από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, ολοκληρώνει το πολυφωνικό αυτό τρίγωνο. Ως φορέας αρσενικού λόγου, παράγει έντονη αντίστιξη προς τον «θηλυκό» λόγο που τον συνθλίβει: η ένστασή του, το εγρηγορός πνεύμα των φράσεών του, εξαπολύουν ανελέητη κριτική κατά της εξουσίας, των τεχνικών και των πρακτικών της, ενώ η τραυματισμένη στάση του (σχεδόν «ασώματη», σαν κάποιες αναπαραστάσεις από μετόπες) είναι η στάση των πολιτών και μιας δημοκρατίας που βρίσκεται σε κρίση.
Δημιουργώντας τις σκηνικές συνθήκες για μιαν εφιαλτική αλληγορία, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος φιλοτεχνεί σπάνιους αντικατοπτρισμούς των ιστορικών περιστάσεων: της αλληλοεξόντωσης των «μεγάλων», της σύνθλιψης των «μικρών», της προσχηματικής και της ουσιαστικής αντιπαλότητας, της κατ’ επίφασιν συμφιλίωσης.
Δημιουργώντας τις σκηνικές συνθήκες για μιαν εφιαλτική αλληγορία, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος φιλοτεχνεί σπάνιους αντικατοπτρισμούς των ιστορικών περιστάσεων: της αλληλοεξόντωσης των «μεγάλων», της σύνθλιψης των «μικρών», της προσχηματικής και της ουσιαστικής αντιπαλότητας, της κατ’ επίφασιν συμφιλίωσης. Με παιγνιώδη διάθεση, και αξιοποιώντας τον μόχθο των ηθοποιών του, ανασύρει από τις σαρκοφάγους τους τα σαρκία μιας αδηφάγου βασίλισσας και της αντιπάλου της, ώστε να υπαινιχθεί τα δίπολα Κυρίαρχου/Κυριαρχούμενου, Προτεσταντισμού/Καθολικισμού, Αποικιοκράτη/Τρίτου Κόσμου, που εκφυλίζονται και απεκδύονται του μύθου που τα περιβάλλει για να συνθέσουν τη σύγχρονη τραγωδία. Ο «εσωτερικός ίλιγγος» στον οποίο μας υποβάλλει η παράσταση είναι προϋπόθεση για την εστίασή μας στο κατεπείγον: την επανεξακρίβωση της ατομικότητάς μας και των περιθωρίων χειραφέτησής μας, την εγρήγορσή μας απέναντι σε όσους καταπατούν την ανθρωπότητα, την ανταπόκρισή μας στον συναγερμό που σημαίνει ο μεγάλος δημιουργός [5].
1. Αικατερίνη Κήκου, «Η “σαγήνη” στο θέατρο του Θεόδωρου Τερζόπουλου και στην παράσταση “Alarme”», μεταπτυχιακή εργασία, Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, 2021.
2. Προοίμιο του Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη στο θεατρικό πρόγραμμα του Attis για το «Αlarme».
3. Πηνελόπη Χατζηδημητρίου, Θεόδωρος Τερζόπουλος: Από το Προσωπικό στο Παγκόσμιο, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2010.
4. Έκφραση του Γιώργου Σαμπατακάκη, από την Εισαγωγή του στο πρόγραμμα του Attis για το «Αlarme».
5. «Οι παραστάσεις «Mauser», «Alarme», «Amor» και «Endgame», ως πολιτική τετραλογία, συμπίπτουν με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και αναφέρονται στη βαθύτερη πολιτιστική κρίση ενός πολιτισμού που κάποτε θεμελιώθηκε στα ιδεώδη του Διαφωτισμού», Πηνελόπη Χατζηδημητρίου: Revealing the trauma underneath: Theodoros Terzopoulos’ Mauser, Alarme, Amor and Endgame as a political tetralogy, Goldsmiths University of London International Programmes
*Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Αλλοτεκοίτη – Εκεί που χάθηκε η βλάστηση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.