
Για την περφόρμανς της Τάνια Ελ Χούρυ «Cultural Exchange Rate» η οποία παρουσιάστηκε στη Στέγη από τις 6-8 Μαρτίου και για το μιούζικαλ «Moby Dick» σε μουσική Δημήτρη Παπαδημητρίου και σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, το οποίο παρουσιάστηκε στο θέατρο Παλλάς.
Του Νίκου Ξένιου
Η περφόρμερ Τάνια Ελ Χούρυ1 στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση μοιράζεται τις μνήμες της οικογένειάς της που ζει στα σύνορα Λιβάνου και Συρίας, σημαδεμένη από τον πόλεμο, τον πληθωρισμό και τη μετανάστευση. Η διαδραστική εγκατάστασή της βασίζεται σε μαγνητοσκοπημένες συνεντεύξεις της γιαγιάς της, που γεννήθηκε πριν από την ίδρυση του Λιβάνου.
Στον αντίποδα της εγκατάστασης της Ελ Χούρυ, στο Θέατρο Παλλάς η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση είναι συμπαραγωγός στο παραμύθι-περιπέτεια «Μόμπι Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ που μετέτρεψε σε υπερφιλόδοξο μιούζικαλ ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε συνεργασία με τον Γιάννη Κακλέα.
Η τιμή της πολιτιστικής ανταλλαγής
Θανατηφόρες παγίδες σε μάζες ωκεανών και κρυφή στρατιωτικοποίηση απομακρυσμένων χωριών, οριακή επιβίωση από πολέμους, ταχύρρυθμη αλλαγή τόπου διαβίωσης, ποτάμια που αγνοούν τα εθνικά και τα αποικιακά σύνορα. Τα πιο απάνθρωπα σύνορα είναι αόρατα στο γυμνό μάτι.
Ξεκινώ με την ταπεινή εγκατάσταση της Λιβανέζας καλλιτέχνιδας στο υπόγειο της Στέγης. Η περιφέρεια Άκαρ βρίσκεται στα βορειοανατολικά σύνορα του Λιβάνου με τη Συρία και είναι ο γενέθλιος τόπος της. Ήχος, εικόνα, υφάσματα, αρώματα και γεύσεις συμβάλλουν στη ζωντανή αυτήν διάδραση: μαρτυρίες της προφορικής παράδοσης του Άκαρ διαγράφουν έναν αιώνα πολεμικών συγκρούσεων και περάσματος συνόρων και οικοδομούν μιαν ανατρεπτική performance σχετική με την ταλαιπωρία των φτωχών ανθρώπων που αναγκάζονται να μεταναστεύσουν και την καταλυτική, απάνθρωπη γραφειοκρατία που αντιμετωπίζουν μέχρι να καταλήξουν σε κάποιον νέο, ασφαλή τόπο.
Ένα μεγάλο μέρος του project βασίζεται στην αναζήτηση χαμένων συγγενών της οικογένειας στο Μεξικό και στην περιπέτεια εξασφάλισης της μεξικανικής ιθαγένειας. Πρόκειται για μιαν ιδιότυπη αναδιήγηση της παγκόσμιας, αέναης ιστορίας της μετανάστευσης μέσα από ένα οικογενειακό χρονικό ταλαιπωρίας. Θανατηφόρες παγίδες σε μάζες ωκεανών και κρυφή στρατιωτικοποίηση απομακρυσμένων χωριών, οριακή επιβίωση από πολέμους, ταχύρρυθμη αλλαγή τόπου διαβίωσης, ποτάμια που αγνοούν τα εθνικά και τα αποικιακά σύνορα. Τα πιο απάνθρωπα σύνορα είναι αόρατα στο γυμνό μάτι.
Διάβαινε σύνορα, διάβαινε...
Κάθε θεατής ξεχωριστά καλείται να «μπει» κυριολεκτικά στα ντουλαπάκια ενός φορεαμού, χρησιμοποιώντας μιαν αρμαθιά δέκα κλειδιών για να «ξεκλειδώσει» ένα-ένα τα ντοκουμέντα και να συνθέσει, κατόπιν, το παζλ της εξιστόρησης πάνω σ’ ένα τραπέζι τραπεζαρίας.
Κάθε θεατής ξεχωριστά καλείται να «μπει» κυριολεκτικά στα ντουλαπάκια ενός φορεαμού, χρησιμοποιώντας μιαν αρμαθιά δέκα κλειδιών για να «ξεκλειδώσει» ένα-ένα τα ντοκουμέντα και να συνθέσει, κατόπιν, το παζλ της εξιστόρησης πάνω σ’ ένα τραπέζι τραπεζαρίας. Επίσης, καλείται να τοποθετηθεί γραπτώς πάνω στην περφόρμανς και να ανταλλάξει ελληνικά χρήματα με τα νομίσματα της προσωπικής συλλογής του πατέρα της καλλιτέχνιδος. Η όλη ξενάγηση στο οικογενειακό ιστορικό απαιτεί καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας, καθώς –για μιαν ακόμη φορά– δεν υπάρχει μετάφραση στα Ελληνικά.
Μετά από το «Gardens Speak» (2016) και το «The Search for Power» (2019), το «Cultural Exchange Rate» είναι η τρίτη συνεργασία της live artist Τάνια Ελ Χούρυ με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Οι διαδραστικές εγκαταστάσεις της Λιβανέζας περφόρμερ κινούνται σε τριάντα δύο χώρες, από το Λονδίνο ως τη Βηρυτό, από το Βρετανικό μουσείο έως τον Λίβανο, σε ναούς που χρησιμοποιούνταν ως στρατιωτικές βάσεις στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Εδώ και δέκα χρόνια προετοιμάζει το «Cultural Exchange Rate» με αφόρμηση την οικονομική υποστήριξη που είχε από τον πατέρα της καθώς επιχειρούσε να διαφύγει στη Μεγάλη Βρετανία.
Το μιούζικαλ «Μόμπι Ντικ» στο Παλλάς
Η υπαινικτική ολογραφία και η παραπομπή σε εικαστικά πρότερα, όπως σε πίνακες του Γκόγια και του Ζερικό και σε κινηματογραφική αισθητική τύπου Ρον Χάουαρντ είναι τα στοιχεία που επιλέγει ο κύριος Κακλέας, σε μια παράσταση χωρίς αίσθηση οικονομίας, για να πλαισιώσει εικαστικά τις δύσκολες σκηνές της ανατροπής του σκάφους.
Εντυπωσιακές καινοτομίες στη σκηνή του θεάτρου «Παλλάς», όπου η Στέγη συγχρηματοδοτεί τη μετατροπή σε μιούζικαλ του μνημειώδους μυθιστορήματος του Χέρμαν Μέλβιλ Μόμπι Ντικ 2, κατά κάποιους λογοτεχνικού δοκιμίου περί Καλού και Κακού, την ανθρώπινη προσπάθεια υπέρβασης της πατρικής φιγούρας και υπερνίκησης των ακατάβλητων δυνάμεων της Φύσης. Ο αφηγητής Ισμαήλ έχει βαρεθεί τη μονοτονία της καθημερινότητας κι επιθυμεί να γνωρίσει εμπειρίες και καινούργιους ανθρώπους. Ο Αιμιλιανός Σταματάκης τα καταφέρνει αξιοπρεπώς, ανοίγοντας και κλείνοντας την παράσταση με ερμηνεία μιας δύσκολης παρτιτούρας.
Στην αρχή της περιπέτειάς του, στο «Πανδοχείο του Φυσητήρα», ο Ισμαήλ γνωρίζει τον Κουίκουιγκ (ο Θοδωρής Μπουζικάκος, καλά γυμνασμένος, ερμηνεύει κατά ένα αμερικανικό πρότυπο μιούζικαλ), έναν Ινδιάνο που θα γίνει φίλος του και θα ταξιδέψει μαζί του με το φαλαινοθηρικό «Πίκουοντ», όπου καπετάνιος είναι ο Αχαάβ (Μπάμπης Βελισσάριος), ένας άντρας που τρέφει μίσος για τη λευκή φάλαινα που τον έχει σακατέψει. Σε μια σκληρή αναμέτρηση με το κήτος, το πλοίο θα βυθιστεί και μοναδικός επιζών, για να αφηγηθεί την ιστορία, θα είναι ο Ισμαήλ. Η υπαινικτική ολογραφία και η παραπομπή σε εικαστικά πρότερα, όπως σε πίνακες του Γκόγια και του Ζερικό και σε κινηματογραφική αισθητική τύπου Ρον Χάουαρντ είναι τα στοιχεία που επιλέγει ο κύριος Κακλέας, σε μια παράσταση χωρίς αίσθηση οικονομίας, για να πλαισιώσει εικαστικά τις δύσκολες σκηνές της ανατροπής του σκάφους. Πολύ εντυπωσιακά τα σκηνικά του Μανώλη Παντελιδάκη και τα ψηφιακά σκηνικά του Στάθη Αθανασίου, καθώς και τα ολογράμματα και τα 3D animations του Βαγγέλη Κουλουκύθα (Candy Shop VFX). Υπέροχοι οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου.
Σύμπτυξη του μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος
Ο Θοδωρής Βουτσικάκης στον ρόλο του υποπλοιάρχου Στάρμπακ επιτυγχάνει να ενσαρκώσει τον αντίπαλο του Αχαάβ, τον εκπρόσωπο μιας ηθικά άρτιας κοσμοθεωρίας. Στον ρόλο του δεύτερου υποπλοιάρχου Σταμπ, ο Ιβάν Σβιτάιλο αποδεικνύεται η πιο λαμπερή παρουσία της παράστασης, με άνεση, χιούμορ και αρρενωπή κίνηση επί σκηνής.
Ο Θοδωρής Βουτσικάκης στον ρόλο του υποπλοιάρχου Στάρμπακ επιτυγχάνει να ενσαρκώσει τον αντίπαλο του Αχαάβ, τον εκπρόσωπο μιας ηθικά άρτιας κοσμοθεωρίας. Στον ρόλο του δεύτερου υποπλοιάρχου Σταμπ, ο Ιβάν Σβιτάιλο αποδεικνύεται η πιο λαμπερή παρουσία της παράστασης, με άνεση, χιούμορ και αρρενωπή κίνηση επί σκηνής, ενώ στον τρίτο ρόλο του Φλασκ ο Ορφέας Ζαφειρόπουλος είναι πολύ πειστικός. Οι τρεις πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από σειρά άλλων χαρακτήρων, όπως είναι η ιδιότυπη φιγούρα του Πιπ στην απόδοση της οποίας ο Λίνος Μάνεσης φαντάζει «ξεκάρφωτος».
Στα προτερήματα της παράστασης καταλέγω τα επιμέρους επεισόδια ανάμεσα σε μια σειρά ιερωμένων, ξυλουργών, μαγείρων, σιτιστών και ναυτών 3 εξαιρετικά χορογραφημένων να κινούνται «σταβέντο» από την Αγγελική Τρομπούκη. Από αυτούς άλλοι κατάγονται από το Έσσεξ και το Νάντακετ κι άλλοι από το Λονγκ Άιλαντ, άλλοι από την Ισπανία κι άλλοι από τη Μάλτα, τη Δανία, την Ιρλανδία, την Ισλανδία, τη Σικελία ή τις χώρες της Ανατολής, όπως δηλώνουν τα εύγλωττα κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδήρη.
Η μεταφυσική τοποθέτηση του κειμένου χρησιμοποιεί ως όχημα μια ναυτική περιπέτεια, επιστρατεύοντας το φαλαινοθηρικό «σινάφι» στην αναζήτηση της ανθρώπινης ταυτότητας του αμφιλεγόμενου κυβερνήτη με το φιλντισένιο πόδι και τον τυχοδιωκτικό χαρακτήρα. Η παράσταση επιχειρεί, ατυχώς κατά την άποψή μου, να συγκρατήσει το δαιμονικό στοιχείο αυτού του χαρακτήρα. Επιβλητικός στον ρόλο του Αχαάβ, ο Μπάμπης Βελισσάριος έχει ωστόσο να χειριστεί ένα λογοτεχνίζον λιμπρέτο που ως ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Η στεντόρεια, επιβλητική φωνή του επωμίζεται το πιο άχαρο μέρος της μουσικής σύνθεσης, καθώς καλείται ν’ αναπαραστήσει, λυρικώ τω τρόπω, τον ανέλπιδο αγώνα του ανθρώπου ενάντια στο Ανοίκειο.
Ένα τιτάνειο εγχείρημα άνισο στα επί μέρους
Ενώ παραμένει δύσκολη η ηθική αποτίμηση του ταντάλειου εγχειρήματος του ήρωα, το φιλοσοφικό-επικό αφήγημα του Μέλβιλ επανεπικαιροποιεί σαφέστατα το σύμβολο του βιβλικού Λεβιάθαν και τον Ιωνά της Παλαιάς Διαθήκης.
Η σύνθεση του κ. Παπαδημητρίου, αποδεσμευμένη από τη φόρμα της συμφωνικής, αναπαράγει συνειδητά τις εθνικές µουσικές επιρροές των ναυτικών του 1849 κι επιστρατεύει στίχους του Κόλεριτζ, όπως και στοιχεία τζαζ ή κινηματογραφικής πειρατικής µουσικής, γι’ αυτό και ακούγονται όργανα όπως το µπάντζο, το γιουκαλίλι, το µαντολίνο, τα ντραμς τάικο, το τζέμπε, το ντούντου, ο ιρλανδικός αυλός. Το επικό ύφος του κειμένου δικαιολογεί και τις έκδηλες επιρροές της μουσικής από τον Θάνο Μικρούτσικο και τον Μίκη Θεοδωράκη. Αξιέπαινη η ενδεκαμελής Ορχήστρα Φιλαρμόνια υπό τη μουσική διεύθυνση του Πάνου Βλάχου, καθώς και η χορωδία του Δημήτρη Κτιστάκη, με φωνητική διδασκαλία που είναι αποτυπωμένη στο αποτέλεσμα.
Η παντοδυναμία του Μόμπι Ντικ φέρνει τον τραγικό καπετάνιο προ αδιεξόδου μπροστά στην τελική Κρίση. Ενώ παραμένει δύσκολη η ηθική αποτίμηση του ταντάλειου εγχειρήματος του ήρωα, το φιλοσοφικό-επικό αφήγημα του Μέλβιλ επανεπικαιροποιεί σαφέστατα το σύμβολο του βιβλικού Λεβιάθαν και τον Ιωνά της Παλαιάς Διαθήκης. Το κλασικό σύμβολο του πλοιάρχου που πηγαίνει να συναντήσει το πεπρωμένο του επαναλαμβάνεται, στην ιστορία της λογοτεχνίας, τόσο στο διήγημα Καλόμβι του Ντίνο Μπουτζάτι, όσο και στη νουβέλα Ο γέρος και η θάλασσα του Χέμινγουεϊ.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
1. Η Τάνια Ελ Χούρυ καταλέγεται στα ιδρυτικά μέλη του Dictaphone Group, μιας κολεκτίβας ερευνητικού και καλλιτεχνικού χαρακτήρα που έχει την έδρα της στη Βηρυτό και έχει θέσει ως στόχο τη διερεύνηση της σχέσης των κατοίκων της Βηρυτού με την πόλη τους και τον επαναπροσδιορισμό του «δημόσιου χώρου». Η φεμινίστρια περφόρμερ είναι καλλιτεχνικό μέλος του ιδρύματος Soros και έχει τιμηθεί με το διεθνές Live Art Prize, με το Total Theatre Innovation Award και με το Arches Brick Award. Είναι διδάκτορας Παραστατικών Τεχνών από το Royal Holloway του πανεπιστημίου του Λονδίνου, curator του Κολλεγίου Fisher Center Bard της Νέας Υόρκης και μέλος της συλλογικότητας Forest Fringe. Ενδιαφέρεται πρωτίστως για το ηθικό περιεχόμενο και πολιτική δυναμική που μπορεί να προσλάβει η ενεργή συμμετοχή του κοινού στις εγκαταστάσεις που φιλοτεχνεί.
2. Κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση Α.Κ. Χριστοδούλου από τις εκδόσεις Gutenberg και τη σειρά Orbis Literae/Editio Minor.
3. Παίζουν ακόμη: Δημήτρης Γεωργαλάς, Νικόλας Καραγκιαούρης, Jerome Kaluta, Βασίλης Κούρτης, Λίνος Μάνεσης, Θοδωρής Μπουζικάκος, Μάριος Πετκίδης, Γιάννης Στόλλας, Samuel Akinola, Αντώνης Βλάχος, Κωνσταντίνος Ευστρατίου, Κώστας Μαγκλάρας, Γρηγόρης Ποιμενίδης, Δημήτρης Σταματελόπουλος, Ορφέας Τσαρέκας, Πολύκαρπος Φιλιππίδης, Δημήτρης Φουρλής, Αλέξανδρος Ψυχράμης.