alt

Για την παράσταση «Μάρτυρες των Αθηνών» του Μάνου Καρατζογιάννη, η οποία παρουσιάζεται στο Θέατρο Σταθμός.

Του Νίκου Ξένιου

Στο θέατρο Σταθμός ο Μάνος Καρατζογιάννης, μετά το θεατρικό του έργο Για την Ελένη, έρχεται και πάλι να καταθέσει τη συμπυκνωμένη του αλήθεια και την ευαίσθητη ματιά του στο ιστορικό τραύμα των Ελλήνων στο έργο του Μάρτυρες των Αθηνών. Αντλώντας από γραπτές μαρτυρίες και πλάθοντας οκτώ διακριτούς χαρακτήρες, εβδομήντα πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, περνά τη συλλογική, οδυνηρή εμπειρία της Κατοχής σε οκτώ παράλληλες αφηγήσεις/μονολόγους, διαπλέκοντάς τους επί σκηνής ως υπόμνηση ενός μαρτυρίου εθνικού βεληνεκούς. Συμβουλευόμενος τον Χρήστο Σολωμό κι επιστρατεύοντας τις μνήμες της μητέρας του, ο κύριος Καρατζογιάννης φτιάχνει ένα κείμενο μυθοπλαστικό που βασίζεται σε ιστορίες ανθρώπων της εποχής.

Οι φαινομενικά παράλληλες αυτές εξιστορήσεις συνδέονται υπόγεια με ένα νήμα πολύ ισχυρό. Το νήμα αυτό δεν είναι τόσο θεματικό, όσο ιδιοσυγκρασιακό: ο θεατής αφήνει την παράσταση με την αίσθηση ότι η συνείδηση των Ελλήνων εκείνης της εποχής ήταν ενιαία.

Μια περίοδος όπου η ατομική συνείδηση γίνεται συλλογική

Παρά το χιούμορ που, ως εθνική αξία επιβίωσης, χαρακτηρίζει πολλά από τα κείμενα, η πικρία είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που αποτυπώνεται στην αφήγηση των προσώπων που πρωταγωνιστούν. Αναζητώντας νοσταλγικά την αλήθεια (ταυτόχρονα ανθρώπινη και θεατρική) στις καταγεγραμμένες λέξεις και έχοντας θητεύσει στα κείμενα της Λούλας Αναγνωστάκη, ο συγγραφέας επιδίδεται στην καταγραφή της μαρτυρίας/ή του μαρτυρίου, με την καυστική γραφίδα ενός ρεπόρτερ.

Όπως εύστοχα λέει στο εισαγωγικό του σχόλιο στο έργο ο Θανάσης Θ. Νιάρχος: «Η Κατοχή συνιστά ένα κλειστό σύμπαν πολύ πιο ελέγξιμο σε σχέση με περιόδους ειρηνικές, όπου μια φαινομενική πολυμορφία μπορεί να σε ξεγελάσει και να φανταστείς ως άπειρες τις μορφές της ζωής. Κάτι που κάνει τη γλώσσα να αποκτά τρομακτική δύναμη, καθώς, υποχρεωμένη να διεξέλθει μια ακραία ανθρώπινη συνθήκη, αναγκάζεται να εξαντλήσει το άκρον άωτον των δυνατοτήτων της». Όπερ μεθερμηνευόμενον οδηγεί στη διαπίστωση πως οι φαινομενικά παράλληλες αυτές εξιστορήσεις συνδέονται υπόγεια με ένα νήμα πολύ ισχυρό. Το νήμα αυτό δεν είναι τόσο θεματικό (έτσι κι αλλιώς στα καταφύγια εκείνης της σκοτεινής περιόδου συναντώνται και, υπό το κοινό όραμα της απελευθέρωσης, αγκαλιάζονται όλοι οι ανθρώπινοι τύποι), όσο ιδιοσυγκρασιακό: ο θεατής αφήνει την παράσταση με την αίσθηση ότι η συνείδηση των Ελλήνων εκείνης της εποχής ήταν ενιαία.

Βασιλικός, γεράνι, ελπίδα, αγωνία, γέλιο και κλειστά παντζούρια

Η Αθηνά Τσιλύρα πετυχαίνει, σε τόνο οικείο και καθημερινό, να εκφωνήσει το αδύνατο: την εικόνα από τα δυο της αδέλφια και από τη μάνα της που εκτελούνται εν ψυχρώ μπροστά στα μάτια της.

Το κυρίαρχο κλίμα της παράστασης είναι το ημίφως που επιλέγει ο Αλέξανδρος Αλεξάνδρου. Στην αφαιρετική σκηνογραφία της Πουλχερίας Τζόβα οι οκτώ χαρακτήρες (δύο άντρες και έξι γυναίκες) απευθύνονται στο κοινό με οκτώ μονολόγους κατατμημένους και διαπλεκόμενους σε ένα σκηνικό διάλογο άψογα εκτελεσμένο από οκτώ εξαιρετικούς ηθοποιούς, ώστε αφενός ο θεατής να αναμένει τη συνέχεια κι αφετέρου να αναζητά τον υπόγειο ειρμό. «Οι γέροι θυμούνται πιο καλά τα παλιά. Άμα μου πεις τι έφαγα το μεσημέρι, παραδείγματος χάρη, τρέχα γύρευε. Τα παλιά όμως τα θυμάμαι...». Η Μαριέτα Σγουρδαίου δίνει τον τόνο και την αρχή, ως Πειραιώτισσα ξεχασμένη, λίγο αφημένη μα κυρίως συγκινητική που αρνείται να δει την ανθρωπιά στους Γερμανούς και ανακαλεί τους βομβαρδισμούς του Πειραιά από τους Συμμάχους: «Κοπελίτσα ήμουνα μικρή και μου ’χαν πει: “Πάμε, πάμε να δούμε τους Γερμανούς”. Κι είδαμε κάποιους με κάτι σορτσάκια και λέω: “Μα πού είναι οι Γερμανοί;” Λένε: “Να τοι, αυτοί είναι οι Γερμανοί”. “Μα αυτοί είναι άνθρωποι!”».

Η ενάργεια της μνήμης του παιδικού παιχνιδιού επιλέγεται ως προεξάρχον σύμβολο μιας ειρηνικής παιδικής ηλικίας, σε αντίθεση με την αμβλυμμένη μνήμη του πολέμου, της απαγόρευσης κυκλοφορίας, της πείνας, των συσσιτίων, της επαναλαμβανόμενης γεύσης των ρεβιθιών. «Λίγα πράγματα απέμειναν απ’ τη σφαγή»: η Αθηνά Τσιλύρα πετυχαίνει, σε τόνο οικείο και καθημερινό, να εκφωνήσει το αδύνατο: την εικόνα από τα δυο της αδέλφια και από τη μάνα της που εκτελούνται εν ψυχρώ μπροστά στα μάτια της. Καθυστερώντας για λίγο την ταφή, κρατά άσβεστη τη φρούδα ελπίδα κάποιος να μην έχει πεθάνει ανάβοντας μικρά κεράκια πάνω σε ένα μπαούλο. Και, μαζί με την ελπίδα, και τη μνήμη, σαν ήλιο που φέγγει στο στερέωμα.

alt

«Κι αν μας τη σκάσανε με μπαμπεσιά οι σύμμαχοι στη μοιρασιά»

Η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου μπαίνει με θαυμαστό χιούμορ στο πετσί μιας Στερεοελλαδίτισσας τυμπανίστριας του Μεταξά που δεν θέλει να «παρηγορήσει» τα γεγονότα. Επιλέγοντας τη συνειδητή μνήμη, μεταστρέφεται από θεατρίνα σε ηρωίδα της αντίστασης και, παρόλο που ερωτεύεται πλατωνικά ένα Γερμανό, αποστρέφει οριστικά το βλέμμα της από τον κατακτητή.

Ο Γιώργος Παπαπαύλου, με μεγάλο εκτόπισμα επί σκηνής και με μοναδική στιβαρότητα, αποδίδει τη λεπτή γραμμή συγκίνησης που βρίσκεται στη μεθόριο του αγωνιστικού πνεύματος επιβίωσης και της αποκαρδίωσης: αξιοποιώντας ένα βόθρο και κομμάτια από συρματόπλεγμα, δημιουργεί ένα μοναδικό μποστάνι-πηγή τροφής μέσα στο μάτι του κατακτητή, επιστρατεύει την εφευρετικότητά του για να ξεγελάσει την Κομαντατούρ, όμως στο τέλος καταρρέει ψυχικά με τον θάνατο της αγαπημένης του και την εμπειρία της μαζικής εκτέλεσης όλων των δικών του ανθρώπων στο σκοπευτήριο Καισαριανής. Ερμηνευτικό κρεσέντο πολύ αξιόλογο, που θεμελιώνει ιδεολογικά το οικοδόμημα της παράστασης: οι άνθρωποι μπορεί να βασανίζονται, να περνούν δια πυρός και σιδήρου, να αποστερούνται των πιο αγαπημένων πραγμάτων και ποιοτήτων, όμως η ζωή τους νοηματοδοτείται με τη θυσία και τα πιστεύω τους μένουν άθικτα. Ο Παπαπαύλου κατορθώνει να αποδώσει αυτήν την κλασική αξία χωρίς μελοδραματισμούς, αλλά με επίγνωση της επικινδυνότητας του ρόλου του.

Η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου μπαίνει με θαυμαστό χιούμορ στο πετσί μιας Στερεοελλαδίτισσας τυμπανίστριας του Μεταξά που δεν θέλει να «παρηγορήσει» τα γεγονότα. Επιλέγοντας τη συνειδητή μνήμη, μεταστρέφεται από θεατρίνα σε ηρωίδα της αντίστασης και, παρόλο που ερωτεύεται πλατωνικά ένα Γερμανό, αποστρέφει οριστικά το βλέμμα της από τον κατακτητή: «Όταν ήρθαν οι Γερμανοί, εκεί πια... όταν περάσανε κι άκουσα τη μπότα τους, γκράπα γκρούπα, γκράπα γκρουπα... δεν ξέρω τι, κάτι μ’ έπιασε. Μια στεναχώρια, ένα πείσμα. Και κει, όταν περνούσαν πολλοί πολλοί, έτσι συγχίστηκα και γυρίζω τα μούτρα μου!» Ο Μάρκος Μπούγιας με την αποστεωμένη, τόσο πειστική φιγούρα του, κρατά έναν τόνο ψηλότερα τον σαρκασμό της πείνας, της κυρίαρχης αίσθησης του αθηναϊκού πληθυσμού στην περίοδο της κατοχής, προκαλώντας στο κοινό γλυκόπικρο γέλιο, γνώριμο και αμιγώς ελληνικό ως προς το ήθος. Ο χαρακτήρας αυτός συνοψίζει τους 500.000 ανθρώπους που στην Κατοχή έχασαν τη ζωή τους από την πείνα. Αντίστοιχα, η Θεοδώρα Μαστρομηνά ενσαρκώνει με απόλυτη πειστικότητα την πόρνη που κατορθώνει να επιβιώσει, παρά τις αντίξοες συνθήκες και που, λόγω χαρακτήρα και ενοχών, μεταμορφώνεται στην ελληνική εκδοχή της «Χοντρομπαλούς»: δίνει το υστέρημά της στους πεινασμένους και απαρνιέται το συμφέρον της, με έναν τρόπο είναι και αυτή ηρωίδα. 

«Και να, αδερφέ μου, που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά»

Ο Μάνος Καρατζογιάννης στρέφει τον φακό του στις μεμονωμένες περιπτώσεις ανώνυμων ηρώων/κατοίκων της πρωτεύουσας και φτιάχνει ένα κείμενο με ανθρωπιά, κατανόηση για την αδυναμία του ανθρώπινου υποκειμένου, χωρίς να το ευτελίζει, παρά αποδίδοντάς του, αντιθέτως, τις τιμές που του αρμόζουν για το «γράπωμά» του από τη ζωή.

Η Eβίτα Ζημάλη υποδύεται με άκρα ευαισθησία τον ρόλο της νοσοκόμας που μεταφέρει σε επιστολές την τελευταία δήλωση έρωτα του βαριά τραυματισμένου Πέτρου στην αγαπημένη του, μετά την αναγκαστική παράδοση ενός νοσοκομείου στους κατακτητές: «Από εκείνη την ώρα είμαι ουσιαστικά κι εγώ νεκρή» θα πει η αρραβωνιαστικιά μόλις παραλάβει τα γράμματα. Το άνοιγμα των σφαλισμένων παραθύρων και η απελευθέρωση έρχονται ως ψευδαίσθηση, φως που θα συσκοτισθεί εκ νέου με την ακόμη οδυνηρότερη εμπειρία του Εμφυλίου. Τέλος, δεν θα ήταν δυνατόν η μνεία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου να μην επικεντρώσει στα κατεξοχήν θύματά του: η Κατερίνα Φωτιάδη, με την αλληλογραφία της καταδικασμένης Εβραίας μητέρας προς ένα παιδί που παραμένει μια διαρκής απουσία, εξυφαίνει τον συνδετικό ιστό που, σε δεύτερο πρόσωπο, θα δώσει σάρκα και οστά στην ανεπίδοτη επιστολή και στην ανεκπλήρωτη προσδοκία. Κρατώντας μια βαλίτσα προσφυγιάς, μεταφέρεται στο εβραϊκό γκέτο και από εκεί στέλνει μηνύματα μοναξιάς και ζητά από τους ανθρώπους «να μην ξεχάσουν».

Μνήμη παππούδων και γιαγιάδων, Αθηναίων γονιών και ανθρώπων που εγκατέλειψαν σ’ εκείνα τα στεγνά, απάνθρωπα χρόνια την αθωότητα και τη νεότητά τους, έχασαν τους αγαπημένους τους, παραιτήθηκαν από τους έρωτες ή τους παρ’ ολίγον έρωτές τους, απώλεσαν τα ίχνη των αισθημάτων τους και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Ο Μάνος Καρατζογιάννης στρέφει τον φακό του στις μεμονωμένες περιπτώσεις ανώνυμων ηρώων/κατοίκων της πρωτεύουσας και φτιάχνει ένα κείμενο με ανθρωπιά, κατανόηση για την αδυναμία του ανθρώπινου υποκειμένου, χωρίς να το ευτελίζει, παρά αποδίδοντάς του, αντιθέτως, τις τιμές που του αρμόζουν για το «γράπωμά» του από τη ζωή.

* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική). 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί κατακλύζουμε τα θέατρα; – Το θέατρο ως το τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας

Γιατί κατακλύζουμε τα θέατρα; – Το θέατρο ως το τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας

Σκέψεις για το θέατρο, τη «μοναδική θνησιγενή τέχνη», που όμως επιβιώνει ως το «τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας» στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Στην κεντρική εικόνα, φωτογραφία από την παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό», του Σάμιουελ Μπέκετ, σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου στη Στέγη. ...

«Η Λένι Ρίφενσταλ κοιμάται τα βράδια;» του Άγγελου Ανδρεόπουλου, σε σκηνοθεσία Βάνας Πεφάνη

«Η Λένι Ρίφενσταλ κοιμάται τα βράδια;» του Άγγελου Ανδρεόπουλου, σε σκηνοθεσία Βάνας Πεφάνη

Για την παράσταση «Η Λένι Ρίφενσταλ κοιμάται τα βράδια;» του Άγγελου Ανδρεόπουλου, σε σκηνοθεσία Βάνας Πεφάνη, στο θέατρο «Φούρνος». Μια επινοημένη συνέντευξη με «την ιέρεια των προπαγανδιστικών ταινιών του Γ’ Ράιχ».

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

...
«Relic» του Ευριπίδη Λασκαρίδη, στη Στέγη – Το φλεγόμενο από επιθυμίες, κινητικό και ρευστό ον μιας «προσωρινής ύπαρξης»

«Relic» του Ευριπίδη Λασκαρίδη, στη Στέγη – Το φλεγόμενο από επιθυμίες, κινητικό και ρευστό ον μιας «προσωρινής ύπαρξης»

Για την παράσταση «Relic» του Ευριπίδη Λασκαρίδη, στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μια «over the top πολιτική persona», μια σειρά από «συνεχείς μεταμορφώσεις ενός αλλόκοτου πλάσματος που το υποδύεται ο ίδιος ο καλλιτέχνης ως περφόρμερ». 

Γράφει ο Νίκος Ξένιος ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Θεόδωρος Γρηγοριάδης: «Tα διηγήματα του Γιώργου Ιωάννου μου πρόσφεραν την ελληνικότητα της γλώσσας»

Θεόδωρος Γρηγοριάδης: «Tα διηγήματα του Γιώργου Ιωάννου μου πρόσφεραν την ελληνικότητα της γλώσσας»

Από «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» μέχρι τη «Νανά» και από τα «Ποιήματα» του Καβάφη μέχρι τη «Στέπα», αυτά είναι κάποια από τα βιβλία της ζωής του Θεόδωρου Γρηγοριάδη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Το πρώτο βιβλίο που θυμάμαι

Πρώτη δημοτικού μο...

Γιατί κατακλύζουμε τα θέατρα; – Το θέατρο ως το τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας

Γιατί κατακλύζουμε τα θέατρα; – Το θέατρο ως το τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας

Σκέψεις για το θέατρο, τη «μοναδική θνησιγενή τέχνη», που όμως επιβιώνει ως το «τελευταίο προπύργιο ανθρωπινότητας» στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Στην κεντρική εικόνα, φωτογραφία από την παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό», του Σάμιουελ Μπέκετ, σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου στη Στέγη. ...

Τι είναι Ποίηση; «Ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου», «ενθύμια φρίκης» ή «αντικλείδια» – 15 ποιητές ιχνηλατούν μια απάντηση

Τι είναι Ποίηση; «Ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου», «ενθύμια φρίκης» ή «αντικλείδια» – 15 ποιητές ιχνηλατούν μια απάντηση

Τι είναι η ποίηση; Το ερώτημα είναι αδύνατον να απαντηθεί με πληρότητα, μια και η ίδια η φύση της ποίησης διαφεύγει κάθε ορισμού, κάθε περιορισμού, κάθε κλειστής ταυτότητας. Ίσως εξίσου προκλητικό θα ήταν να ρωτήσει κανείς, «τι κάνει η ποίηση;», ερώτημα που επίσης επιδέχεται πολλές και ποικίλες απαντήσεις. Κεντρική ...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«...άμμος» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«...άμμος» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το αφήγημα του Μιχάλη Μακρόπουλου «...άμμος», το οποίο κυκλοφορεί στις 24 Μαρτίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Φυσοῦσε καὶ φυσοῦσε ἔπειτα ὁ βοριάς. Ἦταν λὲς καὶ ὁ κόσμος ἄφηνε ἐπιτέλους νὰ βγεῖ...

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη 
στην αναθεωρημένη επανέκδοση του Μαξίμ Γκόρκι [Maxim Gorky] 
«Η εξομολόγηση» (μτφρ. Σ.Ι. Ζήζηλας), η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«γάμπαρη Αμβρακικού» της Γεωργίας Τάτση (προδημοσίευση)

«γάμπαρη Αμβρακικού» της Γεωργίας Τάτση (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος της νουβέλας της Γεωργίας Τάτση «γάμπαρη Αμβρακικού», με αφορμή την επανέκδοσή της από τις εκδόσεις Βακχικόν, την ερχόμενη εβδομάδα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Η Αλεξάνδρα έξι χρονών. Πικραλίδα. Φορούσε το κίτρινο ...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης: Τρία σημαντικά έργα ποίησης και ποιητικής

Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης: Τρία σημαντικά έργα ποίησης και ποιητικής

Τρία βιβλία εντελώς ανόμοια μεταξύ τους μας καλούν να σταθούμε, να διαβάσουμε και να στοχαστούμε την ποίηση και την ποιητική της. Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...

Στην καρδιά του Τρόμου: 12 βιβλία που αλλάζουν την αντίληψή μας για το είδος

Στην καρδιά του Τρόμου: 12 βιβλία που αλλάζουν την αντίληψή μας για το είδος

Φαντάσματα, εκκλησίες όπου δοξάζεται το κακό, βρικόλακες της ελληνικής επαρχίας, αλλόκοτα και περίεργα συναντάμε σε μυθιστορήματα, νουβέλες και συλλογές ιστοριών που κυκλοφόρησαν πρόσφατα. Παντού κυριαρχεί το στοιχείο του τρόμου. Κεντρική εικόνα, στιγμιότυπο από την ταινία «The Witch» (2015) του Ρόμπερτ Έγκερς.

...
Τι διαβάζουμε τώρα; 5 σημαντικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που μόλις κυκλοφόρησαν

Τι διαβάζουμε τώρα; 5 σημαντικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που μόλις κυκλοφόρησαν

Πέντε σύγχρονα-κλασικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που κυκλοφόρησαν προσφάτως στη γλώσσα μας σε προσεγμένες μεταφράσεις. Τρία μυθιστορήματα, μία συλλογή από νουβέλες και ένα εξέχον έργο της «φυσιογραφικής γραμματείας» κοσμούν εδώ και λίγες μέρες τις προθήκες των βιβλιοπωλείων.

...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ