
Δυο νέες συλλογές διηγημάτων και μία νουβέλα καθώς και δυο ενδιαφέρουσες επανακυκλοφορίες έρχονται από τις εκδόσεις Βακχικόν. Στην κεντρική εικόνα, λεπτομέρεια από το εξώφυλλο της νουβέλας «γάμπαρη Αμβρακικού» της Γεωργίας Τάτση.
Επιμέλεια: Book Press
Το γέλιο των σκύλων, Ευγενία Μακαριάδη
Μία νεαρή που τρέχει ολόγυμνη στη λεωφόρο, ένα κορίτσι που ονειρεύεται να κοιμηθεί εκατό χρόνια και να μην έρθει ποτέ κανένας πρίγκιπας να τη φιλήσει, η δεσποινίς Αλίκη που βαδίζει ολοταχώς προς την υπόγεια είσοδο των θαυμάτων και μία γυναίκα με βρόμικο δαντελένιο φόρεμα σε ερωτικό ραντεβού. Η Μάινα, με το άσεμνο λεξιλόγιό της, ένας serial killer αγοριών, το καπέλο που δίνει χώρο άφεσης στον γέροντα πατέρα από τον υιοθετημένο γιο του. Η μήνυση μιας ηλικιωμένης γυναίκας στην πετσέτα της οποίας αφόδευσε κάποια λουόμενη, και το φαλακρό κεφάλι που ψάχνει τις ξανθόμαλλες κοτσίδες του είναι λίγα μόνο από τα όσα πραγματεύονται οι αφηγητές των διηγημάτων.
Για μια ανάσα ελευθερίας μάχονται οι ήρωες του έργου, εγκλωβισμένοι σε περιβάλλοντα απανθρωπιάς και απαξίωσης. Κάποιες προσπάθειες απεγκλωβισμού οδηγούν στην καταστροφή, άλλες στον έρωτα, στη φαντασία, στο όνειρο μα και στο έγκλημα.
Βαθύ ποτάμι, Γιώργος Σπηλιόπουλος
Δύο αδελφάκια παίζουν με την καθιστή αρκούδα, ενώ θα έπρεπε να διαβάζουν τα μαθήματά τους. Ακούγονται βήματα. Η αδελφή τους έρχεται να τα ελέγξει. Ο Λευτέρης κρύβει βιαστικά το παιχνίδι κάτω από το κρεβάτι. Ο Μουσταφά το βάζει στην ντουλάπα και την κλειδώνει. Γρήγορα γρήγορα στρώνονται στο γραφείο τους και κάνουν πως μελετούν. Η Γιωτούλα φεύγει ικανοποιημένη για να ενημερώσει τη μητέρα. Όταν η πόρτα κλείσει και μείνουν οι δυο τους ξανά, ο Λευτέρης θα ψάξει για το παιχνίδι, όμως δεν θα το βρει…
Οι ήρωες κουβαλάνε αναμνήσεις φτιαγμένες από μoβ υλικά. Λίγη απογοήτευση, περισσότερη ελπίδα. Και μια πινελιά φαγούρα, κάπου στα γεννητικά όργανα. Έχουν επιστρατευτεί εικόνες, ήχοι και μυρωδιές, έχουν σωρευτεί περιγραφές με χρώματα, χαρές και λύπες. Άλλοτε εμφανίζονται τα επεισόδια της ζωής του ενός, άλλοτε του άλλου, ορισμένα από την παιδική ηλικία. Κι ύστερα, να που μερικά περιστατικά συνέβησαν μετά από κείνη τη μέρα που κάποιοι τους κλάδεψαν το δέντρο. Τα παθήματα, η μνήμη του Μουσταφά και του Λευτέρη, κείνο που τον τρώει, κείνο που τον σώζει. Είναι ευχή και κατάρα οι τόσοι αξιόπιστοι επιζήσαντες. Ίσως και τίποτα από τα δυο. Ένας εαυτός, δισυπόστατος, που αισθάνεται. Επειδή θυμάται.
Το Μαριουλάκι, Μαργαρίτα Κοντού
Η Μαρία, ή αλλιώς το Μαριουλάκι, είναι μια νέα κοπέλα που από την εφηβεία της αναγκάστηκε να καταφύγει στην πρωτεύουσα, ψυχοκόρη στο σπίτι της κυρίας Θάλειας. Εκεί θα τη βρει ο πόλεμος, η κατοχή κι ο Εμφύλιος. Σ’ αυτά τα χρόνια, το Μαριουλάκι μεγαλώνει και ωριμάζει παράλληλα, μέσα από τις δυσκολίες της εποχής, διατηρώντας ωστόσο τη φρεσκάδα της ηλικίας της.
Το μυαλό κι η καρδιά της ταξιδεύουν συχνά στο νησί της και στην οικογένειά της. Θα καταφέρει στα σκληρά αυτά χρόνια να αντεπεξέλθει και να επιβιώσει; Κι αν ναι, με τι κόστος;
Με έντονο το στοιχείο της περιγραφής αλλά και της διακειμενικότητας, η συγγραφέας μάς μεταφέρει στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’40, με τον αναγνώστη να βυθίζεται σ’ αυτό το ταξίδι και να παρακολουθεί βήμα βήμα τη ζωή της πρωταγωνίστριας.
Αδιέξοδο, Μιχάλης Σκολιανός
O Κώστας, ένας νέος δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη, αγωνίζεται να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις και τις δυσκολίες της σύγχρονης μνημονιακής Ελλάδας. Στην ιστορία αυτή, μέσω της κατακερματισμένης αφήγησης, ξεδιπλώνεται η πορεία της ζωής του νεαρού άνδρα, από την αποφοίτησή του από τη Νομική Σχολή μέχρι το επαγγελματικό, προσωπικό και εντέλει υπαρξιακό του αδιέξοδο.
γάμπαρη Αμβρακικού, Γεωργία Τάτση
Οι άγνωστες πληροφορίες από τον ιατρικό φάκελο του πεθαμένου πατέρα της και τα έργα τέχνης στους επτά σταθμούς του μετρό πυροδοτούν τη μνήμη της ηρωίδας και την κατεβάζουν στα υπόγεια του εαυτού της. Διατρέχει τη ζωή της ανάποδα και θυμάται ό,τι μέχρι τώρα προσπαθούσε να ξεχάσει.
Ένα ταξίδι από το τέλος προς την αρχή, από το πένθος στη ζωή, από την εμπλοκή στην απόσταση, από τη βεβαιότητα στην αμφιβολία, από το προσωπικό στο συλλογικό, από την ιστορία στην Ιστορία.
…Έπρεπε να το έχεις κάνει μάνα, έπρεπε να το έχεις κάνει για το ανάπαυσον. Ας έθαβες σκυλί στη θέση του, μια σαύρα, ένα σπουργίτι, ένα τζιτζίκι, χρυσόμυγα, την πεταλούδα που καιγόταν στη λάμπα σου, έστω μια πέτρα. Τίποτα να μην έθαβες. Κενοτάφιο. Ας έμπηγες στο χώμα ένα σταυρό, άντε ένα όρθιο ξύλο, ένα σχήμα, ένα σήμα για το ενθάδε κείται...