Ο Raymond Carver ήταν Αμερικανός συγγραφέας και ποιητής. Ο Carver, «ο Αμερικανός Τσέχωφ», όπως τον έχουν χαρακτηρίσει, άνοιξε νέους δρόμους στο είδος του διηγήματος, αφήνοντας το στίγμα του στη σύγχρονη πεζογραφία. Οι ήρωές του είναι μοναχικοί, συχνά αλκοολικοί και περιθωριοποιημένοι, πρώην σύζυγοι, πρώην εργαζόμενοι, πρώην αγαπημένοι· δυσκολεύονται να συνυπάρξουν με τις οικογένειές τους, το αφεντικό τους ή τους κοντινούς τους ανθρώπους, καθώς όλοι τους παλεύουν ενάντια στον ίδιο τους τον εαυτό.
Επιμέλεια: Book Press
Ακολουθούν οι δεκατρείς συγγραφικές συμβουλές του μεγάλου Αμερικανού διηγηματογράφου, που συνοψίζουν τη φιλοσοφία του περί απλότητας και ειλικρίνειας.
Να γράφετε όσα ξέρετε – όμως όχι όλα όσα ξέρετε:
Πρέπει να ξέρετε καλά τι κάνετε όταν μετατρέπετε τις προσωπικές σας ιστορίες σε λογοτεχνικές ιστορίες. Πρέπει να είστε απίστευτα τολμηροί, πολύ επιδέξιοι και πάνω από όλα πρόθυμοι να πείτε τα πάντα για εσάς. Όταν είστε νέοι, σαν συμβουλεύουν συνεχώς να γράφετε για όσα ξέρετε, και εντέλει, αυτό που ξέρετε καλύτερα είναι τα δικά σας μυστικά. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γράψετε ολόκληρους τόμους με τον τίτλο «Η ιστορία της ζωής μου». Αυτό είναι κάτι το επίφοβο, και συχνά είναι κι ένας μεγάλος πειρασμός, καθώς πολλοί συγγραφείς δίνουν έναν υπερβολικά αυτοβιογραφικό χαρακτήρα στις ιστορίες τους. Λίγη αυτοβιογραφία και πολλή φαντασία, αυτή είναι η καλύτερη αναλογία.
— από συνέντευξή του, το 1983, στο «The Paris Review»
Καμιά φορά, δεν πάνε όλα όπως τα θέλουμε, τόσο στη ζωή όσο και στη γραφή:
Όταν ήμουν είκοσι επτά ετών, το 1966, συνειδητοποίησα ότι δυσκολευόμουν να αφοσιωθώ στις μακροσκελείς αφηγήσεις. Δυσκολευόμουν να διαβάσω και να γράψω τέτοια κείμενα. Δεν είχα πια τη θέληση, δεν είχα την υπομονή να γράψω ένα μυθιστόρημα. Είναι μια μεγάλη ιστορία όλο αυτό, μια ιστορία μπερδεμένη – ας μην την αναλύσουμε καλύτερα. Πλέον, ξέρω ότι έχει να κάνει με την κλίση μου στα συγγραφή διηγημάτων και ποιημάτων. Σαν να μου λέει μια φωνή: «Γράψε γρήγορα. Μην καθυστερείς. Προχώρα στο επόμενο». Όλο αυτό μάλλον σχετίζεται με το ότι εγκατέλειψα τις μεγαλύτερες φιλοδοξίες μου εκείνη την περίοδο, λίγο πριν γίνω τριάντα. Αν πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο, νομίζω ότι ήταν κάτι το θετικό. Η φιλοδοξία και η λίγη τύχη είναι καλά πράγματα για έναν συγγραφέα. Η υπερβολική φιλοδοξία και η κακή τύχη, ή η έλλειψη τύχης, μπορούν να τον σκοτώσουν.
— από το «A Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Κάποια πράγματα θέλουν χρόνο:
Νομίζω ότι είναι σημαντικό για έναν συγγραφέα να αλλάζει, αλλά αυτό πρέπει να γίνεται οργανικά, από μόνο του, όχι συνειδητά. Οπότε, μόλις τελειώσω ένα βιβλίο, δεν γράφω τίποτα για τους επόμενους έξι μήνες, παρά μόνο κάποιο σύντομο δοκίμιο ή κάποιο ποίημα.
— από συνέντευξή του, το 1987, με τον Γάλλο δημοσιογράφο Claude Grimal
Να κάνετε υπομονή:
Όταν γράφω, γράφω κάθε μέρα. Είναι υπέροχο. Η μια μέρα οδηγεί στην επόμενη. Μερικές φορές δεν ξέρω καν ποια μέρα της εβδομάδας είναι. Το σύστημα «καθημερινό κουπί», έτσι το αποκαλούσε όλο αυτό ο John Ashbery. Όταν δεν γράφω, όπως τώρα, όταν αφοσιώνομαι στα διδακτικά μου καθήκοντα, αισθάνομαι σαν να μην έγραψα ποτέ στη ζωή μου, σαν να μην είχα ποτέ την παραμικρή επιθυμία να γράψω. Αποκτώ κακές συνήθειες. Μένω ξύπνιος μέχρι αργά το βράδυ και κοιμάμαι πολύ. Αλλά δεν πειράζει. Έχω μάθει να είμαι υπομονετικός, να περιμένω. Χρειάστηκε να το μάθω πριν από πολύ καιρό αυτό. Υπομονή. Αν πίστευα σε ζώδια, υποθέτω ότι το ζώδιό μου θα ήταν το ζώδιο της χελώνας.
— από συνέντευξή του, το 1983, στο «The Paris Review»
Η φιλοδοξία και η λίγη τύχη είναι καλά πράγματα για έναν συγγραφέα. Η υπερβολική φιλοδοξία και η κακή τύχη, ή η έλλειψη τύχης, μπορούν να τον σκοτώσουν.
Δείτε τον κόσμο μέσα από τα δικά σας μάτια:
Οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν κάποιο ταλέντο – δεν ξέρω έστω έναν συγγραφέα που να μην είναι ταλαντούχος. Αλλά μια μοναδική και ακριβής οπτική των πραγμάτων, και η εύρεση του κατάλληλου τρόπου ώστε την αποτυπώσεις στο χαρτί, αυτό είναι κάτι άλλο… Κάθε σπουδαίος, ή έστω κάθε πολύ καλός συγγραφέας, φτιάχνει τον κόσμο του σύμφωνα με τη δική του οπτική.
Θα νομίζετε πως μιλώ για το συγγραφικό ύφος, όμως στην πραγματικότητα δεν περιγράφω ακριβώς αυτό. Μιλώ για το ιδιαίτερο, μοναδικό αποτύπωμα που αφήνει ένας συγγραφέας σε όλα όσα γράφει. Γράφει για τον κόσμο του, όχι για τον κόσμο κάποιου άλλου. Αυτό είναι κάτι που διαχωρίζει τους συγγραφείς μεταξύ τους. Όχι το ταλέντο. Υπάρχουν πολλά ταλέντα. Αλλά ένας συγγραφέας που έχει τη δική του ματιά και την ικανότητα να την εκφράζει με τις λέξεις του: αυτός ο συγγραφέας θα γράψει ιστορία.
— από το «A Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Μην μιμείστε άλλους συγγραφείς:
Μην μιμείστε το ύφος άλλων συγγραφέων, μην μιμείστε το ύφος του Barthelme. Δεν θα καταφέρετε κάτι. Υπάρχει μόνο ένας Barthelme, και οποιοσδήποτε άλλος συγγραφέας που προσπαθεί να οικειοποιηθεί την περίεργη ευαισθησία του ή τον τρόπο με τον οποίο στήνει τις σκηνές του, μπλέκει με το χάος και την καταστροφή και, χειρότερα, με την αυταπάτη.
— από το «Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Να γράφετε για τους αναγνώστες σας – κάποιοι εκ των οποίων είναι οι συνάδελφοί σας:
Κάθε αξιόλογος συγγραφέας γράφει όσο καλύτερα μπορεί, με όση ειλικρίνεια διαθέτει, και ελπίζει σε ένα αναγνωστικό κοινό μεγάλο και αφοσιωμένο. Να γράφετε όσο καλύτερα μπορείτε και να εύχεστε να αποκτήσετε πολλούς αναγνώστες. Αλλά νομίζω ότι πρέπει να γράφουμε και για τους άλλους συγγραφείς – για τους νεκρούς συγγραφείς των οποίων το έργο θαυμάζουμε, καθώς και για τους ζωντανούς συγγραφείς που μας αρέσει να διαβάζουμε. Αν το έργο σας αρέσει και σε άλλους συγγραφείς, τότε θα αρέσει και σε άλλους, αφοσιωμένους αναγνώστες.
— από μια συνέντευξή του, το 1983, στο «The Paris Review»
Οι συγγραφείς δεν πρέπει να χρησιμοποιούν ευρήματα και τεχνάσματα, δεν πρέπει να συμπεριφέρονται λες και είναι οι εξυπνότεροι άνθρωποι της γειτονιάς.
Μην βασίζεστε σε κόλπα και σε συγγραφικά ευρήματα:
Μισώ τα συγγραφικά ευρήματα. Μόλις εντοπίσω ένα εύρημα ή ένα τέχνασμα σε ένα μυθιστόρημα, ένα φτηνό κόλπο ή ένα περίτεχνο κόλπο, χάνω το ενδιαφέρον μου. Τα κόλπα είναι εντέλει βαρετά και εγώ βαριέμαι εύκολα, κάτι που μάλλον συνάδει με το ότι δεν έχω μεγάλη προσοχή. Η εξαιρετικά στυλιζαρισμένη γραφή με αποκοιμίζει. Οι συγγραφείς δεν πρέπει να χρησιμοποιούν ευρήματα και τεχνάσματα, δεν πρέπει να συμπεριφέρονται λες και είναι οι εξυπνότεροι άνθρωποι της γειτονιάς. Ο συγγραφέας πρέπει να παραμένει σταθερός στη θέση του και να περιγράφει κάτι, είτε αυτό το κάτι είναι ο ήλιος, είτε είναι ένα παλιό παπούτσι, προκαλώντας το δέος του αναγνώστη.
— από το «A Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Δεν μου αρέσουν τα εντυπωσιακά συγγραφικά ευρήματα. Ο συγγραφέας δεν πρέπει να επιθυμεί να αποδείξει ότι είναι έξυπνος και πονηρός. Ένας συγγραφέας πρέπει να επικεντρώνεται στην ιστορία του. Δεν με ενδιαφέρουν τα επιφανειακά έργα, τα έργα χωρίς σάρκα και οστά. Υποθέτω ότι είμαι τόσο συντηρητικός που θεωρώ ότι ο αναγνώστης πρέπει με κάποιο τρόπο να συνδέεται συναισθηματικά με την ιστορία.
— από συνέντευξή του με τους Larry McCaffery και Sinda Gregory, το 1985
Να είστε ειλικρινείς:
Ο δάσκαλός μου, ο John Gardner, πίστευε ότι εάν οι λέξεις ενός κειμένου είναι ασαφείς λόγω της αδιαφορίας, της απροσεξίας ή του συναισθηματισμού του συγγραφέα, τότε η ιστορία έχει ένα τεράστιο μειονέκτημα, πάσχει. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο, που πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία: αν τα λόγια και τα συναισθήματα δεν είναι ειλικρινή, αν ο συγγραφέας προσποιείται και γράφει για πράγματα που δεν τον ενδιαφέρουν ή που δεν πιστεύει, τότε κανείς δεν θα ενδιαφερθεί για όσα γράφει. Οι αξίες και η τέχνη ενός συγγραφέα. Αυτό μου δίδαξε ο δάσκαλός μου, αυτό πίστευε, αυτό κράτησα από εκείνο το σύντομο, αλλά σημαντικό διάστημα που μαθήτευσα δίπλα του.
— από το «John Gardner: Writer and Teacher», 1983
Δημιουργήστε ένταση:
Μου αρέσει όταν υπάρχει η αίσθηση κάποιας αόριστης απειλής σε ένα διήγημα. Νομίζω ότι μια μικρή απειλή είναι καλό να υπάρχει σε μια ιστορία. Κατ’ αρχάς, είναι καλό για τη ροή της ιστορίας. Πρέπει να υπάρχει ένταση, η αίσθηση ότι κάτι είναι επικείμενο, ότι ορισμένα πράγματα βρίσκονται σε ακατάπαυστη κίνηση, ειδάλλως, τις περισσότερες φορές, απλώς δεν υπάρχει ιστορία. Αυτό που εν μέρει γεννά την ένταση είναι ο τρόπος με τον οποίο οι λέξεις συνδέονται μεταξύ τους και συνθέτουν την ορατή δράση της ιστορίας. Είναι όμως και τα πράγματα που μένουν εκτός της ιστορίας, που υπονοούνται, όσα κρύβονται κάτω από την ομαλή ή την τραχιά επιφάνειά της.
— από το «A Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Δώστε προσοχή στις λεπτομέρειες:
Δεν μου αρέσουν τα μεγάλα λόγια και οι αφηρημένες έννοιες στη ζωή μου, στη σκέψη μου ή στη γραφή μου, οπότε όταν γράφω θέλω οι ιστορίες μου να έχουν κάτι το χειροπιαστό. Έτσι, όταν τοποθετώ στο σκηνικό μου μια τηλεόραση ή ένα τραπέζι ή ένα στυλό που βρίσκεται πάνω σε ένα γραφείο, τότε θα πρέπει να τα αξιοποιήσω, θα πρέπει όλα αυτά να χρησιμεύσουν κάπου. Δεν εννοώ αναγκαστικά ότι θα πρέπει να είναι σημαντικά για την εξέλιξη της ιστορίας, εννοώ ότι θα πρέπει να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με κάποιο τρόπο. Αν πρόκειται να περιγράψετε ένα κουτάλι ή μια καρέκλα ή μια τηλεόραση, δεν πρέπει απλώς να τα περιγράψετε και να τα αφήσετε έτσι. Θα πρέπει να τους χαρίσετε μια σημασία, να τα συνδέσετε με τις ζωές των χαρακτήρων σας. Αυτά τα αντικείμενα παίζουν κάποιον ρόλο στις ιστορίες μου· δεν είναι «χαρακτήρες», δεν είναι άνθρωποι, αλλά είναι παρόντα, και θέλω οι αναγνώστες μου να ξέρουν ότι είναι παρόντα, να ξέρουν ότι αυτό το τασάκι είναι εδώ, ότι η τηλεόραση είναι εκεί, ότι μέσα στο τζάκι υπάρχουν πεταμένα τενεκεδένια κουτάκια.
— από συνέντευξή του με τους Larry McCaffery και Sinda Gregory, το 1985
Γράψτε με σαφήνεια:
Οι λέξεις είναι το μοναδικό εργαλείο που διαθέτουμε, οπότε πρέπει να βρούμε τις σωστές λέξεις, τα σωστά σημεία στίξης, ώστε να εκφράσουμε καλύτερα όσα επιθυμούμε να πούμε. Αν οι λέξεις είναι επιβαρυμένες από τα αχαλίνωτα συναισθήματα του συγγραφέα, αν για κάποιο λόγο οι λέξεις είναι ανακριβείς και ασαφείς, τότε τα μάτια του αναγνώστη θα τις προσπεράσουν, και δεν θα επιτευχθεί τίποτα. Δεν θα γοητεύσουμε τον αναγνώστη. Ο Χένρι Τζέιμς αποκαλούσε αυτό το είδος γραφής «κακή διατύπωση».
— από το «A Storyteller's Shoptalk», που δημοσιεύτηκε στους «New York Times» το 1981
Οι λέξεις είναι το μοναδικό εργαλείο που διαθέτουμε, οπότε πρέπει να βρούμε τις σωστές λέξεις, τα σωστά σημεία στίξης, ώστε να εκφράσουμε καλύτερα όσα επιθυμούμε να πούμε.
Δεν χρειάζεται να δίνετε απαντήσεις:
Η δουλειά του συγγραφέα δεν είναι να εξάγει συμπεράσματα ή να δίνει απαντήσεις. Αν η ίδια η ιστορία δίνει λύσεις στα προβλήματα και στις συγκρούσεις που περιγράφονται, τότε αυτό μας αρκεί. Βέβαια, θέλω οι αναγνώστες μου να μην αισθάνονται εξαπατημένοι όταν τελειώνουν τις ιστορίες μου. Είναι σημαντικό για τους συγγραφείς να παρέχουν αρκετά ώστε να ικανοποιούν τους αναγνώστες, ακόμα κι αν δεν τους χαρίζουν απαντήσεις ή σαφείς λύσεις.
— από μια συνέντευξη με τους Larry McCaffery και Sinda Gregory, το 1985
Η καλή μυθοπλασία είναι εν μέρει η μεταφορά των ειδήσεων από τον έναν κόσμο στον άλλο. Αυτό είναι αρκετό από μόνο του. Δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο. Μια καλή ιστορία δικαιολογεί την ύπαρξή της χάρη στην ευχαρίστηση που νιώθουμε όταν τη γράφουμε, και στην ευχαρίστηση που αισθάνεται κάποιος όταν διαβάζει κάτι που είναι διαχρονικό και φτιαγμένο ώστε να διαρκεί για πάντα, κάτι όμορφο. Κάτι που εκτοξεύει αυτές τις σπίθες, αυτή τη λάμψη που συνεχίζει να υπάρχει, όσο αμυδρή κι αν είναι.
— από μια συνέντευξή του, το 1983, στο «The Paris Review»
Ανακαλύψτε περισσότερες «Συγγραφικές συμβουλές» από 66 σπουδαίους συγγραφείς