
Ο George Saunders μίλησε για την τέχνη της γραφής και για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τις αβεβαιότητές του καθώς δημιουργεί. Το παρακάτω κείμενο προέρχεται από το substack Story Club with George Saunders, όπου ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας προσφέρει εβδομαδιαίες συμβουλές για την τέχνη του διηγήματος.
Επιμέλεια: Book Press
Τα βιβλία του Τζορτζ Σόντερς κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Πατήστε εδώ, για να ανακαλύψετε το Story Club with George Saunders.
Πριν από μερικά χρόνια, στο μάθημα δημιουργικής γραφής ενός μεταπτυχιακού στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών, σχολιάσαμε μια ιστορία, γραμμένη από μια πραγματικά υπέροχη συγγραφέα, και ήταν μια πραγματικά καλή ιστορία. Στην ιστορία, ένας αδελφός και μια αδελφή ζούσαν μαζί επειδή ο αδελφός, πρώην διάσημος αθλητής, είχε υποστεί εγκεφαλική κάκωση και δεν μπορούσε να ζήσει μόνος του. Την ιστορία αφηγούταν ένας άνδρας που ήταν ερωτευμένος με την αδελφή. Σε μια σκηνή, ένα καλοκαιρινό βράδυ, καθώς ο άνδρας περνάει έξω από το σπίτι με το αυτοκίνητό του, βλέπει την αδελφή στη βεράντα, ανεβαίνει πάνω - και τότε ξεκινούν οι γλύκες μεταξύ τους. Ήταν μια από τις καλύτερες απεικονίσεις έντονης, αμοιβαίας επιθυμίας που έχω διαβάσει ποτέ. Ήταν ξεκάθαρο πως και οι δυο τους ήταν έτοιμοι να το κάνουν, ακριβώς εκεί, στη βεράντα. Παρόλο που ο αδελφός κοιμόταν, ακριβώς στην άλλη πλευρά της πόρτας με τη σίτα.
Ήταν μια από τις καλύτερες απεικονίσεις έντονης, αμοιβαίας επιθυμίας που έχω διαβάσει ποτέ.
Έτσι, η συγγραφέας είχε δημιουργήσει μια υπέροχη, γεμάτη-με-συνέπειες στιγμή. («Πώς γίνεται να κάνουν σεξ στη βεράντα; Πώς γίνεται να αντισταθούν; Κι αν ξυπνήσει; Ω Θεέ, αυτό θα ήταν τρομερό. Ωστόσο, θα ήταν επίσης ωραίο. Τα στοιχήματά σας!») Στη συνέχεια, την κρίσιμη στιγμή, καθώς ο άντρας πήγαινε να πιάσει τη γυναίκα - μια τσαγιέρα μέσα στο σπίτι ολοκλήρωσε το βράσιμό της.
Η γυναίκα μπήκε μέσα, η σεξουαλική ενέργεια εξαφανίστηκε, ο άντρας επέστρεψε σπίτι.
Τότε, όπως το θυμάμαι, είχαμε επικρίνει την παράβλεψη της συγγραφέως - δεν μας είχε πει ότι υπήρχε μια τσαγιέρα στο μάτι της κουζίνας. Μετά από το μάθημα, η συγγραφέας παραδέχτηκε πως δεν ήταν απολύτως βέβαιη για το τι ήθελε να συμβεί σε εκείνη τη σκηνή - και ένα μικρό φως άναψε μέσα στο κεφάλι μου.
Συνειδητοποίησα πως η τσαγιέρα δεν ήταν παράβλεψη ή λάθος, ήταν ένα σύμβολο υπενθύμισης - ήταν μια υπόδειξη που έγραφε: «Να είσαι πιο αποφασιστικός», ο τρόπος του υποσυνείδητου να πει: «Ξέρω πως αυτό το κομμάτι είναι σημαντικό και δεν θέλω να τα θαλασσώσω. Μπορώ να επανέλθω αργότερα;» (Όπως και η Μαγική Μπάλα με το νούμερο Οκτώ, έτσι και η ιστορία μας έλεγε: «Ρωτήστε ξανά αργότερα»).
Σκέφτομαι πως το συγκεκριμένο κομμάτι ήταν μια «στιγμή αποφυγής». Μια στιγμή αποφυγής δεν είναι ένα πραγματικό συμβάν στην ιστορία - είναι απλώς μια μέθοδος για να ξανασκεφτείς τα σημεία της ιστορίας που δεν έχουν ωριμάσει ακόμα, που δεν είναι πολύ σωστά· είναι τα σημεία όπου η γλώσσα γίνεται ασαφής, ή η λογική είναι κάπως λάθος, ή ο συγγραφέας κάνει ανεξήγητα ένα άλμα προς τα εμπρός ή προς τα πίσω στον χρόνο, ή ένα διαστημόπλοιο κατεβαίνει από το πουθενά – εκείνα τα σημεία τα οποία οι δάσκαλοι τείνουν να κυκλώνουν, σημειώνοντας δίπλα ένα ερωτηματικό, ή ένα χαρούμενο, «Ας το συζητήσουμε!»
Μια στιγμή αποφυγής δεν είναι ένα πραγματικό συμβάν στην ιστορία - είναι απλώς μια μέθοδος για να ξανασκεφτείς τα σημεία της ιστορίας που δεν έχουν ωριμάσει ακόμα, που δεν είναι πολύ σωστά.
Στον κόσμο της δημιουργικής γραφής, έχουμε την τάση να θεωρούμε πως αυτά τα σημεία είναι προβλήματα που χρειάζονται επίλυση. Η ιστορία είναι ένα αυτοκίνητο με χαλασμένο ψυγείο και δύο σκασμένα λάστιχα: ο μηχανικός μάς συμβουλεύει να φτιάξουμε τα λάστιχα και να αντικαταστήσουμε το ψυγείο, και όλα θα πάνε καλά.
Όμως μια ιστορία δεν είναι ένα αυτοκίνητο· είναι ένα οργανικό, εξελισσόμενο σύστημα που προέρχεται από το υποσυνείδητό μας με τους δικούς του, περιέργους ρυθμούς.
Όπως μπορούν να επιβεβαιώσουν όσοι έχουν παρευρεθεί σε κάποιο εργαστήρι δημιουργικής γραφής, η διαδικασία μπορεί να είναι… μη ευχάριστη. Ο συγγραφέας μπορεί να καταλήξει να αισθάνεται πληγωμένος και μπερδεμένος· απελπισμένος, ντροπιασμένος, σαν τον αρραβωνιασμένο που πληρώνει για ένα μεγάλο πυροτέχνημα ώστε να συνοδεύσει την πρόταση γάμου που σκοπεύει να κάνει, και εντέλει εισπράττει αρνητική απάντηση. Δώσαμε τα πάντα για αυτή την ιστορία, προσπαθήσαμε τόσο πολύ – για ποιον λόγο όλοι δίπλα μας απλώς κάθονται χωρίς να αντιδρούν; Γιατί η όμορφη ωδή μου στη ζωή αντιμετωπίζεται σαν ένας σάκος γεμάτος με προβλήματα; Μερικές φορές, όταν η συμβουλή που λαμβάνουμε είναι αρνητική και αόριστη, νιώθουμε σαν τον Μότσαρτ, όταν ο Βασιλιάς του λέει ότι υπάρχουν «πάρα πολλές νότες» στο κομμάτι του (και ότι δεν χρειάζεται να ανησυχεί, το μόνο που έχει να κάνει είναι να αφαιρέσει μερικές από αυτές). «Μα Μεγαλειότατε», γκρινιάζει ο Μότσαρτ, «ποιες;»
Το πρόβλημα αυτής της προσέγγισης είναι πως αποτυγχάνει να προσδιορίσει αυτό που πραγματικά είναι μια όμορφη ιστορία: είναι το αποκορύφωμα μιας σειράς αναθεωρήσεων.
Δηλαδή: μια καλή ιστορία εμφανίζεται σε δόσεις.
Ας πούμε ότι κοιτάζουμε στην κρυστάλλινη σφαίρα μας και βλέπουμε πως μια ιστορία θα χρειαστεί 100 προσχέδια για να πετύχει την τελική, υπέροχη, τέλεια μορφή της. Ο συγγραφέας φέρνει το προσχέδιο 46 στο εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Το συγκεκριμένο προσχέδιο θα περιέχει ορισμένα κομμάτια που, όπως είπαμε παραπάνω, δεν είναι ακόμα έτοιμα. Τι άλλο θα μπορούσε να ισχύει, άλλωστε; Είναι το προσχέδιο 46, για όνομα του θεού.
Ας πούμε ότι κοιτάζουμε στην κρυστάλλινη σφαίρα μας και βλέπουμε πως μια ιστορία θα χρειαστεί 100 προσχέδια για να πετύχει την τελική, υπέροχη, τέλεια μορφή της.
Έτσι: ένα προχειρογραμμένο κομμάτι σε μια ιστορία δεν είναι λάθος ή ατέλεια ή απόδειξη έλλειψης ταλέντου ή απόδειξη ότι είμαστε απατεώνες, εφόσον δεν ανιχνεύουμε κάποια βασική συχνότητα που μεταδίδεται από το Κέντρο Ιστοριών. Είναι ένας δείκτης ότι το ηρωικό, λαμπρό υποσυνείδητό μας επιλύει ένα πρόβλημα καθώς οδεύει προς την ομορφιά, και ζητάει τη βοήθειά μας, και αυτό που χρειάζεται να κάνουμε, μόλις τώρα, είναι να έχουμε πίστη. Και να περιμένουμε. Και, ενώ περιμένουμε (ως ενεργή μορφή αναμονής), να συνεχίσουμε να αναθεωρούμε (αναθεωρώντας αυτό το σημείο και οποιοδήποτε άλλο). Να αισθάνεστε καλά, προς το παρόν, με την φαινομενική του ατέλεια (η οποία στην πραγματικότητα είναι μόνο μια στιγμιαία καθυστέρηση). Συνεχίστε να επεξεργάζεστε το προβληματικό σημείο, με στοργή και ελπίδα, μέχρι να γίνει τέλειο.
Το προβληματικό σημείο της ιστορίας είναι όπως ο αθλητής που κάποια μέρα θα γίνει σπουδαίος παίκτης, αλλά προς το παρόν όλο αστοχεί με τις βολές του. Πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως έναν μελλοντικό all-star, σαν μια δεξαμενή τρομερών δυνατοτήτων. (Αυτό το μέρος της ιστορίας συχνά υστερεί ακριβώς επειδή έχει τόσες πολλές δυνατότητες· συχνά αποδεικνύεται, θα μπορούσαμε να πούμε, πως «φέρει βαρύ φορτίο» - περιέχει το κλειδί για την ταυτότητα της ιστορίας.)
Και είναι ενδιαφέρον: αν υπάρχει ένα σημείο σε μια ιστορία που μπορώ να αναγνωρίσω ως «στιγμή αποφυγής», μάλλον θα υπάρχουν και άλλα. Τα ερμηνεύω ως ένα είδος αλληλοεξαρτώμενου συστήματος, όπως μια ομάδα ανθρώπων που περιμένουν γύρω από μια πισίνα, για να δουν ποιος θα πηδήξει πρώτος. Αυτά τα σημεία σχετίζονται· βρίσκονται κοντά. Συχνά, καθώς διορθώνουμε, μόλις βρούμε ένα από αυτά, ακολουθεί γρήγορα κάποιο άλλο. Καθώς διορθώνουμε/βελτιώνουμε ένα προβληματικό σημείο, αυτό βοηθά και στη διόρθωση των άλλων προβληματικών σημείων. (Εάν, για παράδειγμα, στην ιστορία της μαθήτριάς μου, μια μεταγενέστερη στιγμή αποφυγής επρόκειτο να αναθεωρηθεί σε μια καταπληκτική πρώτη σεξουαλική επαφή, τότε αυτό σημαίνει πως τίποτα δεν θα έπρεπε/δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί στη βεράντα, νωρίτερα. Και η σκηνή της βεράντας θα αποδεικνυόταν ευκολότερη για αναθεώρηση, καθώς το κεντρικό ερώτημά της -«Σεξ ή όχι;»- θα είχε επιλυθεί.)
Μπορεί όλο αυτό να ακούγεται κάπως τρελό, το ξέρω. Ή, αν είστε συγγραφέας, ίσως και να μην ακούγεται έτσι. Στην πραγματικότητα, είμαστε επαγγελματίες υποδοχείς δώρων που δίνει το υποσυνείδητο. Μία από τις δεξιότητές μας είναι να καθόμαστε με τις ώρες, ερμηνεύοντας τη θέληση του υποσυνείδητου. Γινόμαστε αρκετά καλοί στο να γνωρίζουμε τι απαιτεί το υποσυνείδητό μας από εμάς.
Από τότε που σκαρφίστηκα την παραπάνω θεωρία, τη βρήκα παραδόξως παρηγορητική. Αν έχω μια ιστορία που είναι χάλια, γεμάτη με ανυπόφορα κομμάτια, αντί να σκέφτομαι: «Ώστε αποκαλείς τον εαυτό σου συγγραφέα; Κοίτα όλο το χάος που έχεις προκαλέσει!», προσπαθώ να σκέφτομαι: «Α, έχεις δουλέψει επιδέξια με τον εαυτό σου και έχεις καταλήξει στο σημείο όπου το κλειδί για να εξυψώσεις μια ιστορία βρίσκεται σε αυτή τη μικρή χούφτα από προβληματικά κομμάτια. Μπράβο σου! Και κοίτα, υπάρχουν μόνο έξι από αυτά. Και είναι προβληματικά γιατί - καλά, γιατί έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε κάτι όμορφο, αλλά δεν ξέρουν ακόμα πώς, τα καημένα».
Αν έχω μια ιστορία που είναι χάλια, γεμάτη με ανυπόφορα κομμάτια, αντί να σκέφτομαι: «Ώστε αποκαλείς τον εαυτό σου συγγραφέα; Κοίτα όλο το χάος που έχεις προκαλέσει!», προσπαθώ να σκέφτομαι: «Α, έχεις δουλέψει επιδέξια με τον εαυτό σου και έχεις καταλήξει στο σημείο όπου το κλειδί για να εξυψώσεις μια ιστορία βρίσκεται σε αυτή τη μικρή χούφτα από προβληματικά κομμάτια. Μπράβο σου!
Έτσι, αντί να βλέπω την ιστορία ως ένα μπερδεμένο κατασκεύασμα που δημιούργησα επειδή δεν ξέρω πώς να δουλέψω σωστά -αντί να είναι η ζωντανή απόδειξη της αποτυχίας που χαρακτηρίζει εμένα, τον Άρχοντα της Αποτυχίας-, βλέπω τον εαυτό μου ως έναν πιστό, χρήσιμο συνεργάτη για εκείνον τον άλλο τύπο εκεί πέρα, που είναι το ταλέντο μου, και έχω πίστη σε αυτόν, παρόλο που μερικές φορές μπερδεύεται λίγο. Και προσπαθώ να τον βοηθήσω να κάνει το καλύτερο δυνατό. Αδειάζει τις τσέπες του πάνω στο τραπέζι και ορισμένα από αυτά που αφήνει είναι καλά, και ορισμένα άλλα είναι… «όχι ακόμα καλά». Προχωρώ προς το τραπέζι, βάζω το χέρι μου στην πλάτη του και το συναίσθημα που προσπαθώ να του προξενήσω είναι το εξής:
«Τι έχουμε εδώ; Ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Όλα θα πάνε καλά».