
Ο Τσακ Πολάνικ, συγγραφέας του μυθιστορήματος Fight Club, που ενέπνευσε τη γνωστή ταινία του Ντέιβιντ Φίντσερ, υπερασπίστηκε μεταξύ σοβαρού και αστείου το λογοκριμένο, από το καθεστώς της Κίνας, τέλος της ταινίας, θυμίζοντας πως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και αλλού, το βιβλίο του έχει ήδη υποστεί, με διάφορους τρόπους, τη λογοκρισία.
Επιμέλεια: Book Press
Η είδηση για τη λογοκρισία του τέλους της ταινίας Fight Club, του σκηνοθέτη Ντέιβιντ Φίντσερ, από το καθεστώς της Κίνας, έκανε τον γύρο του κόσμου τις τελευταίες ημέρες και επανέφερε στην επικαιρότητα τις συζητήσεις περί της ελευθερίας της έκφρασης. Αυτό που έκανε ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση ήταν η δήλωση του συγγραφέα του ομότιτλου βιβλίου, του μυθιστορήματος Fight Club (μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς) που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αίολος όπως και πολλά άλλα βιβλία του συγγραφέα. Ο Τσακ Πολάνικ, ο οποίος ισχυρίστηκε πως το καινούριο τέλος της ταινίας είναι πιο πιστό στο μυθιστορηματικό τέλος, που είχε γράψει ο ίδιος.
(...) ο Τσακ Πολάνικ έγραψε στο Τουίτερ -υιοθετώντας φανερά περιπαιχτικό τόνο- πως εγκρίνει το καινούριο αυτό τέλος της Κίνας
Η ταινία του 1999, στην οποία πρωταγωνιστούν οι Μπραντ Πιτ, Έντουαρτ Νόρτον και Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, κλείνει με τον πρωταγωνιστή να έχει μόλις «σκοτώσει» το διεφθαρμένο alter ego του, τον Τάιλερ Ντέρτεν, και να παρακολουθεί, χέρι-χέρι με την αγαπημένη του, τα κτήρια του καταναλωτικού κόσμου να εκρήγνυνται, να καταρρέουν.
Όμως ένα τέτοιο φινάλε δεν θα μπορούσε να γίνει επιτρεπτό από τους νόμους περί λογοκρισίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, οι οποίοι επιτάσσουν πως κάθε μυθοπλαστικός εγκληματίας πρέπει να τιμωρείται επί οθόνης. Έτσι, προτού η ταινία γίνει διαθέσιμη στην κινέζικη streaming πλατφόρμα Τένσεντ Βίντεο, οι ιθύνοντες έκοψαν μέρος της τελικής σκηνής, αντικαθιστώντας το με μια μαύρη οθόνη στην οποία αναγράφονται τα εξής: «Η αστυνομία γρήγορα ανακάλυψε το σχέδιο και συνέλαβε όλους τους εγκληματίες, αποτρέποντας τις εκρήξεις. Μετά από τη δίκη τους, ο Τάιλερ εισήχθη σε ψυχιατρική κλινική, όπου και έλαβε ψυχολογική βοήθεια. Αφέθηκε ελεύθερος το 2012».
Μερικές ημέρες μετά από την είδηση περί λογοκρισίας, ο Τσακ Πολάνικ έγραψε στο Τουίτερ -υιοθετώντας φανερά περιπαιχτικό τόνο- πως εγκρίνει το καινούριο αυτό τέλος της Κίνας. Συνέχισε τη συζήτηση σε μία συνέντευξή του στην εφημερίδα TMZ, στην οποία υπογράμμισε πως το φινάλε με τη σύλληψη της συμμορίας συμβαίνει και στο βιβλίο του, στο οποίο η βόμβα επίσης δεν εκρήγνυται, αυτή τη φορά εξαιτίας μιας δυσλειτουργίας στον μηχανισμό της και όχι χάρη στις αρχές. Στο βιβλίο, ο αφηγητής πυροβολεί τον εαυτό του στο κεφάλι και ξυπνάει σε μία ψυχιατρική κλινική, πιστεύοντας πως βρίσκεται στον παράδεισο.
Στη συνέχεια, σε πιο σοβαρό τόνο, ο Πολάνικ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τη λογοκρισία που εφαρμόζει ο ίδιος ο δυτικός κόσμος στο έργο του.
Με τα δικά του λόγια:
«Αυτό που βρίσκω ενδιαφέρον είναι πως τα βιβλία μου λογοκρίνονται και στις ΗΠΑ. Το σωφρονιστικό σύστημα του Τέξας έχει απαγορεύσει την ύπαρξή τους στις βιβλιοθήκες των φυλακών της πολιτείας του. Όπως άλλωστε έχουν κάνει και πολλά δημόσια σχολεία, καθώς και τα περισσότερα ιδιωτικά. Και γίνεται θέμα τώρα που τα απαγορεύει η Κίνα; Ανέχομαι τη λογοκρισία εδώ και πολλά χρόνια. Σε άλλες ηπείρους, οι εκδότες έχουν αλλάξει το τέλος μου ώστε να συγκλίνει με το τέλος της ταινίας. Εδώ και είκοσι πέντε χρόνια το βιβλίο υφίσταται αναθεωρήσεις».