
Μια μεγάλη και φιλόδοξη έκθεση στο Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην οποία παρουσιάζονται έργα σημαντικών καλλιτέχνιδων. Κεντρική εικόνα: Η Λήδα Παπακωνσταντίνου, Κωφάλαλη, 1971, Φωτογραφία: Roy Tunnicliffe - ευγενική παραχώρηση της καλλιτέχνιδας.
Γράφει η Τόνια Μάκρα
Διανύουμε ήδη τον τρίτο μήνα παρουσίασης της έκθεσης Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο; (“What if Women Ruled the World?”), που φιλοξενείται στους χώρους του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Πρόκειται για μια γιγαντιαία εκδήλωση, ουσιαστικά για έναν κύκλο τεσσάρων εκθέσεων –αναδρομικής της Λήδας Παπακωνσταντίνου, δύο ατομικών: της αείμνηστης Χρύσας Ρωμανού και της Bελγίδας εικαστικού με ελληνική καταγωγή Δανάης Ανεσιάδου. Ο κύκλος κλείνει ή ανοίγει ανάλογα από ποιον όροφο θα ξεκινήσουμε την επίσκεψη, με την ομαδική έκθεση με έργα από τις συλλογές του Μουσείου, όπου η έμφαση έχει δοθεί στα νέα αποκτήματα από δωρεές ή πρόσφατες αγορές.
Στον χρόνο που κύλησε από τα εγκαίνια του Δεκεμβρίου –πραγματικά– πληθώρα δημοσιευμάτων κάλυψε το καλλιτεχνικό γεγονός, με αποτέλεσμα πολλές φορές να αναρωτηθώ τι πραγματικά θα πρόσφερε κι ένα δικό μου «κομμάτι» για ένα συμβάν που έχει καλυφθεί από τον Τύπο με επάρκεια και ενθουσιασμό.
Όταν όμως επί δεκαετίες παρακολουθεί κανείς, όπως εγώ, την πορεία στην Τέχνη τόσο της σπουδαίας εικαστικού Λήδας Παπακωνσταντίνου όσο και της αείμνηστης Χρύσας Ρωμανού, η οποία με τους εντυπωσιακούς Χάρτες της τυπωμένους σε πλεξιγκλάς, μας έχει ταξιδεύσει εικονικά στα πέρατα του κόσμου, τότε λοιπόν δεν μπορώ να αντισταθώ στην ανάγκη να μιλήσω για το έργο τους. Διαφορετικά θα σήμαινε ότι έχω λησμονήσει τα μοναδικά βιώματα που μου είχε προκαλέσει η συνομιλία μαζί τους, για τις ανάγκες παλαιότερων συνεντεύξεων. Θα σήμαινε ότι έχω απολέσει τα έντονα συναισθήματα που μου μεταλαμπαδεύσανε όταν τις άκουγα να μου αφηγούνται με λεπτομέρειες τις διαδοχικές περιόδους της δουλειάς τους.
Τώρα, λοιπόν, που όλη τους η Τέχνη είναι εδώ, απλωμένη μπροστά μας χάρη στις καλοστημένες παρουσιάσεις που έχει αφιερώσει το ΕΜΣΤ σε αυτές τις δύο σημαντικές εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής τέχνης, δεν μπορώ παρά να τις τιμήσω κι εγώ –το κατά δύναμιν.
Μέσα στα σπίτια–εργαστήριά τους με την καθημερινότητα να μας συντροφεύει όταν πάσχιζαν να με μυήσουν στην πολυσχιδή πορεία τους με τη βοήθεια βίντεο, φωτογραφιών και καταλόγων. Με μαρτυρίες–δείγματα από τη μακροχρόνια καλλιτεχνική πορεία που έγινε γνωστή στην ελληνική σκηνή κάπως αργά, αφού και οι δύο τους ξεκίνησαν και εξελίχθηκαν καλλιτεχνικά ζώντας σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τις δεκαετίες 60 & 70. Τώρα, λοιπόν, που όλη τους η Τέχνη είναι εδώ, απλωμένη μπροστά μας χάρη στις καλοστημένες παρουσιάσεις που έχει αφιερώσει το ΕΜΣΤ σε αυτές τις δύο σημαντικές εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής τέχνης, δεν μπορώ παρά να τις τιμήσω κι εγώ –το κατά δύναμιν.
Υποθετικό το ερώτημα
Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν αυτός ο κύκλος εκθέσεων που θα ολοκληρωθεί τέλος του 2024 στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης παρουσιάζει καλλιτέχνες και έργα που έχουν επιλεχθεί για να εξυπηρετήσουν ένα υποθετικό ερώτημα – που επαναλαμβάνεται συχνά κυρίως στον επαναπροσδιορισμό και την ερμηνεία δεδομένων της σύγχρονης πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας.
Κάτω, λοιπόν, από τον ευρύτερο τίτλο: Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο; (“What if Women Ruled the World?”) –εμπνευσμένος από το έργο του Ισραηλινού φωτογράφου και κινηματογραφιστή, Yael Bartana– έχει συγκεντρωθεί το έργο αποκλειστικά γυναικών εικαστικών. Διαφορετικής ηλικίας και εποχής με αναγνωρισμένο κύρος και πρωτοτυπία στην καλλιτεχνική έκφραση. Φυσικά δεν περιμένουμε από αυτές να απαντήσουν στο παραπάνω ερώτημα, αφού ουσιαστικά η έκθεση διοργανώθηκε για να επαναφέρει στο προσκήνιο την ανισότητα, την περιθωριοποίηση των καλλιτεχνών, τουλάχιστον σε θέσεις ευθύνης, που παραμένει η πραγματικότητα στη διεθνή Τέχνη όπως και στη Δημοσιογραφία.
Ας επανέλθουμε λοιπόν στο ρητορικό ερώτημα-ομπρέλα της έκθεσης και στον λόγο ύπαρξής της όπως τον συνέλαβε η καλλιτεχνική διευθύντρια Κατερίνα Γρέγου:
«Τι θα συνέβαινε αν η διακυβέρνηση του κόσμου είχε θηλυκά χαρακτηριστικά, αν βασιζόταν στην ενσυναίσθηση, την φροντίδα, την κατανόηση και όχι στον ανταγωνισμό, τη βία, και τη διαρκή αναζήτηση της ισχύος; Άραγε θα ήταν καλύτερος ο κόσμος μας; Μήπως κάτι τέτοιο θα σήμαινε το τέλος των πολιτικών και ένοπλων συγκρούσεων και αδιεξόδων; Θα ήταν σε καλύτερη μοίρα τα ανθρώπινα δικαιώματα; Οι οικονομικές πολιτικές θα ήταν κοινωνικά πιο δίκαιες και με ευαισθησία για το περιβάλλον και τους μη ανθρώπινους συντρόφους μας; Θα υπήρχαν περισσότερες συζητήσεις και συμβιβασμοί; Ή μήπως θα γινόμασταν μάρτυρες των ίδιων ανθρώπινων ελαττωμάτων, της διαφθοράς και των καταχρήσεων εξουσίας στις οποίες επιδίδονται όσοι κατέχουν κρίσιμες θέσεις λήψης αποφάσεων; Σε μια εποχή κατά την οποία βλέπουμε την ενίσχυση ανδροκρατούμενων αυταρχικών διακυβερνήσεων σε διάφορα μέρη του κόσμου, που οδηγούν σε κοινωνική και πολιτική πόλωση και αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, μοιάζει να είναι η κατάλληλη στιγμή για να προβληματιστούμε πάνω σε αυτά τα ερωτήματα που επανέρχονται ολοένα και συχνότερα (στον δημόσιο διάλογο)».
Άρση της περιθωριοποίησης
Η έκθεση διοργανώθηκε χάρη στην πρωτοβουλία της κας Κατερίνας Γρέγου η οποία θέλησε το Μουσείο να συμβάλει στην άρση των ανισοτήτων και στις μειωμένες ευκαιρίες προβολής του έργου των γυναικών εικαστικών σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου δεν υπήρξε ποτέ ένα οργανωμένο φεμινιστικό κίνημα στις εικαστικές τέχνες και οι γυναίκες καλλιτέχνιδες περιθωριοποιούνταν συστηματικά για δεκαετίες, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία του Μουσείου μας αποτελεί μια σημαντική δήλωση και, ταυτόχρονα, αποκατάσταση μιας μεγάλης ανισότητας».
«ΓΥΝΑΙΚΕΣ, μαζί»
Ομαδική έκθεση με έργα από τη συλλογή του ΕΜΣΤ
Από 14.12.2023 Χώρος έκθεσης: 3
Επιμέλεια: Κατερίνα Γρέγου, Ελένη Κούκου
Η ομαδική έκθεση «ΓΥΝΑΙΚΕΣ, μαζί» στοχεύει να αναδείξει όψεις της γυναικείας εικαστικής δημιουργίας που έχουν μείνει στη σκιά και «να ξαναγράψει με έναν ξεκάθαρο και τολμηρό τρόπο την ιστορία της ελληνικής τέχνης». Μέσα λοιπόν από έργα σημαντικών ελληνίδων εικαστικών καθώς και ξένων συναδέλφων τους, το Μουσείο αναλαμβάνει δράση ώστε να παταχθεί «η υποεκπροσώπηση των γυναικών και να γίνει πράξη η επιτακτική ανάγκη να αγωνιστούμε για την έμφυλη ισότητα – μία από τις κύριες και κοινές προβληματικές που διέπει όλα τα «κύματα» φεμινισμού ανά τα χρόνια, όσες διαφορές κι αν έχουν μεταξύ τους. Πράγματι, παρά τις πρόσφατες προόδους, οι γυναίκες καλλιτέχνιδες και επαγγελματίες στον χώρο του πολιτισμού εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στις θέσεις ευθύνης και να αναγνωρίζονται λιγότερο από τους μηχανισμούς καλλιτεχνικής, επιστημονικής και θεσμικής καταξίωσης του κόσμου της τέχνης».
Στην έκθεση παρουσιάζονται συνολικά 49 έργα από 25 καλλιτέχνιδες διαφορετικών γενεών και προέλευσης, 10 από τις οποίες είναι Ελληνίδες. Οι 12 από τις 25 προέρχονται από την πρόσφατη δωρεά της συλλογής Δημήτρη Δασκαλόπουλου και οι υπόλοιπες 13 από την υπάρχουσα συλλογή του ΕΜΣΤ, ενώ να σημειώσουμε ότι 7 από τα 49 έργα είναι νέα αποκτήματα του Μουσείου. Η παρουσίαση περιλαμβάνει επίσης ένα σημαντικό, μουσειακό έργο της Etel Adnan (Λίβανος), το οποίο αποτελεί νέο μακροχρόνιο δανεισμό στο Μουσείο, με την ευγενική παραχώρηση της Saradar Collection (Παρίσι/Βηρυτός).
Μέσα λοιπόν από έργα σημαντικών ελληνίδων εικαστικών καθώς και ξένων συναδέλφων τους, το Μουσείο αναλαμβάνει δράση ώστε να παταχθεί «η υποεκπροσώπηση των γυναικών και να γίνει πράξη η επιτακτική ανάγκη να αγωνιστούμε για την έμφυλη ισότητα – μία από τις κύριες και κοινές προβληματικές που διέπει όλα τα «κύματα» φεμινισμού ανά τα χρόνια, όσες διαφορές κι αν έχουν μεταξύ τους.
Η επιμέλεια υπογράφεται από κοινού από την Κατερίνα Γρέγου και την ιστορικό τέχνης, Ελένη Κούκου. Ουσιαστικά πρόκειται για την πρώτη επανέκθεση της συλλογής του Μουσείου μετά την εναρκτήρια παρουσίασή της, το 2019, στη μόνιμη έδρα του στο ανακαινισμένο ριζικά πρώην εργοστάσιο ζυθοποιίας ΦΙΞ. Μέσα από την έκθεση δηλώνεται ξεκάθαρα η «αποστολή» του ΕΜΣΤ –όπως χαρακτηρίζεται από τους υπεύθυνους– που δεν είναι άλλη από την κατά τακτές περιόδους εναλλαγή των έργων στη μόνιμη συλλογή, ώστε σταδιακά να φωτίζονται αθέατες όψεις της μέσα από καινούριες επιμελητικές προτάσεις.
Η έκθεση οι «ΓΥΝΑΙΚΕΣ, μαζί» δεν χαρακτηρίζεται από ενιαία θεματολογία υπάρχουν ωστόσο πολλά κοινά σημεία αναφοράς και διαλόγου ή εννοιολογικές και αισθητικές συγγένειες μεταξύ των έργων. Θέματα που απασχολούν τις δημιουργούς αφορούν την ταυτότητα φύλου όπως και ευρύτερα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Το Σώμα διερευνάται με πολλαπλούς τρόπους όπως και η σημασία του στα πλαίσια της οικογενειακή ζωής, της εργασίας, την σεξουαλικότητα και την αυτό-αναπαράστασή του. Τέλος, αρκετές καλλιτέχνιδες διερευνούν ζητήματα ιστορίας, μνήμης και συλλογικών/πολιτισμικών ταυτοτήτων, ενώ διευρυμένο είναι το ενδιαφέρον για την υλικότητα και τη χειροποίητη δημιουργία καθώς πολλά έργα ενσωματώνουν και μετασχηματίζουν νοηματικά αντικείμενα και υλικά που προέρχονται από το οικιακό/καθημερινό περιβάλλον.
Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση «ΓΥΝΑΙΚΕΣ, μαζί»: Etel Adnan (1925, Βηρυτός, Λίβανος), Diana Al-Hadid (1981, Χαλέπι, Συρία), Ghada Amer (1963, Κάιρο, Αίγυπτος), Helene Appel (1976, Καρλσρούη, Γερμανία), Bertille Bak (1983, Αράς, Γαλλία), Karla Black (1972, Αλεξάντρια, Σκωτία), Πάκυ Βλασσοπούλου (1985, Αθήνα), Hera Büyüktaşciyan (1984, Κωνσταντινούπολη, Τουρκία), Μαρίνα Γιώτη (1972, Αθήνα), Χριστίνα Δημητριάδη (1967, Θεσσαλονίκη), Ελένη Καμμά (1973, Αθήνα), Μαρία Λοϊζίδου (1958, Λεμεσός, Κύπρος), Tala Madani (1981, Τεχεράνη, Ιράν), Δέσποινα Μεϊμάρογλου (1944, Αλεξάνδρεια, Αίγυπτος), Annette Messager (1943, Μπερκ, Γαλλία), Tracey Moffatt (1960, Μπρίσμπεϊν, Αυστραλία), Ελένη Μυλωνά (1944, Αθήνα), Rivane Neuenschwander (1967, Μπέλο Οριζόντε, Βραζιλία), Cornelia Parker (1956, Τσέσαϊρ, Αγγλία), Agnieszka Polska (1984, Λούμπλιν, Πολωνία), Χριστιάνα Σούλου (1961, Αθήνα), Άσπα Στασινοπούλου (1935, Αθήνα), Μαρία Τσάγκαρη (1981, Πειραιάς), Aleksandra Waliszewska (1976, Βαρσοβία, Πολωνία) και Gillian Wearing (1963, Μπέρμιγχαμ, Αγγλία).
«ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ»
Λήδα Παπακωνσταντίνου. Αναδρομική
Από 14.12.2023 μέχρι και 21.04.2024 Χώρος έκθεσης: -1
Επιμέλεια: Τίνα Πανδή
Από τις σημαντικότερες εικαστικούς της σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα η Λήδα Παπακωνσταντίνου δεν είχε μέχρι στιγμής την ευκαιρία να παρουσιάσει συνολικά το πολυσχιδές έργο της «που αποτελεί τομή για το πεδίο της τέχνης στην Ελλάδα και είναι σημείο αναφοράς και έμπνευσης για τις νεότερες γενιές καλλιτεχνών». Την, κατά τη γνώμη μου, αυτή αδικία ήρθε να άρει το ΕΜΣΤ με την μεγάλη αναδρομική που της αφιερώνει καλύπτοντας τη δουλειά της από τα πρώτα δημιουργικά χρόνια έως σήμερα.
Η Λήδα Παπακωνσταντίνου συνεχίζει να αναπτύσσει για πάνω από έξι δεκαετίες ένα πολυσήμαντο έργο έχοντας υιοθετήσει πολλαπλές μορφές έκφρασης (περφόρμανς, γλυπτικά έργα, βίντεο, in situ εγκαταστάσεις, ζωγραφική, βίντεο-εγκαταστάσεις κ.ά.). Η θεματολογία της, ιδιαίτερα πλούσια, έχει ως επίκεντρο το Σώμα και επεξεργάζεται θέματα φύλου και σεξουαλικότητας, συλλογικής και προσωπικής μνήμης, ιστορίας, πολιτικής και οικολογίας. Τις τελευταίες δεκαετίες θα έλεγα ότι η μνήμη έχει συναντήσει την βαθιά συναισθηματική της ενασχόληση με την απώλεια γεννώντας έργα βαθυστόχαστα, σύνθετα σε νοήματα που επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες.
Η καλλιτέχνης (γεν. 1945, Αμπελώνας Λάρισας), ζει και εργάζεται εδώ και πολλά χρόνια στις Σπέτσες, τόπο με τον οποίο την συνδέουν μακροχρόνιοι δεσμοί. Το ένα της πόδι όμως το είχε πάντα στην Αθήνα. Όταν γνωριστήκαμε κατοικούσε σε μια μονοκατοικία στο Μετς με μεγάλα ψηλοτάβανα δωμάτιο και ένα κήπο με λεμονιές. Εκεί συναντηθήκαμε δύο τουλάχιστον φορές για συνεντεύξεις παραμονές εκθέσεών της. Τη θυμάμαι να μου αφηγείται με χαρά και με κάθε λεπτομέρεια την πρώτη της δημιουργική περίοδο στην Αγγλία όταν υιοθέτησε σαν μέσο έκφρασης την περφόρμανς που τότε ήταν ένα μόλις αναδυόμενο καλλιτεχνικό μέσο.
Η εικαστικός υπήρξε από τους πρώτους καλλιτέχνες διεθνώς που πειραματίστηκαν δημιουργώντας τις πρώτες εικονοκλαστικές της περφόρμανς, «όπου διερευνά ζητήματα συγκρότησης έμφυλης ταυτότητας, και θηλυκού υποκειμένου μέσα από μια φεμινιστική οπτική αμφισβήτησης πατριαρχικών δομών και άλλων ιεραρχικών σχέσεων εξουσίας». Μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε τη δεκαετία του ’70 και η Ευρώπη συγκλονίζεται από μια γενικότερη τάση απελευθέρωσης που αγγίζει το σύνολο των κοινωνικών και πολιτισμικών πεπραγμένων.
Η έκθεση συγκεντρώνει για πρώτη φορά έναν μεγάλο αριθμό εγκαταστάσεων, ζωγραφικών, γλυπτικών, και οπτικοακουστικών έργων, καθώς και σπάνιων και ανέκδοτων φωτογραφικών και κειμενικών αρχειακών τεκμηρίων/ιχνών των περφόρμανς.
Από τις πρώτες περφόρμανς των ετών 1969-1971, στις πρώτες εγκαταστάσεις στην Ελλάδα τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 και από εκεί στην κοινοτική θεατρική ομάδα «Σπετσιώτικο Θέατρο» των ετών 1975-1979, ο επισκέπτης της έκθεσης φθάνει στις υπέροχες μεγάλης κλίμακας βίντεο-εγκαταστάσεις των τελευταίων δεκαετιών οι οποίες προσωπικά με συγκινήσανε πολύ. Η έκθεση συγκεντρώνει για πρώτη φορά έναν μεγάλο αριθμό εγκαταστάσεων, ζωγραφικών, γλυπτικών, και οπτικοακουστικών έργων, καθώς και σπάνιων και ανέκδοτων φωτογραφικών και κειμενικών αρχειακών τεκμηρίων/ιχνών των περφόρμανς. Ο τίτλος της «Χρόνος στα χέρια μου» προέρχεται από την ομότιτλη in situ εγκατάσταση που δημιούργησε η καλλιτέχνιδα το 2010 για το σταθμό του μετρό στο Μοναστηράκι.
Η δημιουργός σπούδασε στην Αθήνα στα μέσα της δεκαετία του ’60 (γραφικές τέχνες στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη και προπαρασκευαστικό έτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας). Το 1966 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου σπούδασε Καλές Τέχνες στο Loughton College of Art, Λονδίνο (1967-1968) και στη συνέχεια στο Maidstone College of Art (Kent Institute of Art & Design) (1968-1971), όπου πραγματοποίησε τις πρώτες περφόρμανς και τα φιλμ περφόρμανς.
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1971 περίοδο που η τέχνη πάλευε ακόμα να αποτινάξει τα δεσμά της «ελληνικότητας». Τα χρόνια που ακολούθησαν παρουσιάζει τη δουλειά της σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις (Το κουτί, Γκαλερί 3, Αθήνα (1981), 20η Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1989), Λήδα Παπακωνσταντίνου – Performance, Film, Video 1969-2004, Μπέη Χαμάμ, Θεσσαλονίκη, διοργάνωση Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (2006), Εις το όνομα, 1η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (2007), Για πάντα, Παλαιό Ελαιουργείο Ελευσίνας (2009), Ναι + όχι κ.ά).
Το εννοιολογικό έργο της κινείται με δυναμική σε προφανείς, διεθνείς κατευθύνσεις και προσανατολισμούς. Χαρακτηρίζεται από ποιητικότητα και αρχέγονο συμβολισμό. Θεωρώ σταθμό στην καλλιτεχνική της πορεία την ενότητα έργων με τον τίτλο «Υγρό Δάσος» που εκτέθηκε με μεγάλη επιτυχία αρχές δεκαετίας του ’90 στην Γκαλερί Ιλεάνα Τούντα. Γιατί είναι η έκθεση που σφράγισε την στροφή της προς τις γλυπτές κατασκευές και την ζωγραφική γεγονός που ίσως συνετέλεσε στο να γίνει η δουλειά της πιο εύκολα αντιληπτή σε νοήματα και η καλλιτέχνης περισσότερο γνωστή σε ένα ευρύτερο φιλότεχνο κοινό. Η επιμέλεια της έκθεσης στο ΕΜΣΤ ανήκει στην Τίνα Πανδή (διάρκεια έως 21 Απριλίου), η οποία όπως έχει δηλώσει συνεργάστηκε πολύ στενά με την εικαστικό στον σχεδιασμό και την παρουσίαση των έργων. Τα συγχαρητήρια μου και στις δύο η έκθεση δικαιώνει την αγαστή συνεργασία τους και είναι από τις ωραιότερες που έχω επισκεφτεί τα πολλά τελευταία χρόνια σε ελληνικό μουσείο.
«Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΓΙΝΕΤΑΙ»
Χρύσα Ρωμανού
Από 14.12.2023 μέχρι και 27.10.2024 Χώρος έκθεσης: 4
Επιμέλεια: Ελένη Κούκου – Δημήτρης Τσουμπλέκας
Ιδιαίτερη περίπτωση της ελληνικής τέχνης είναι η Χρύσα Ρωμανού (1931-2006). Παρόλο που συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες Ελληνίδες καλλιτέχνιδες που αναδύθηκαν τη δεκαετία του 1960 δεν έγινε ποτέ γνωστή στο ευρύτερο κοινό και μάλλον ούτε καν το προσπάθησε. Σύντροφος στη ζωή και στην Τέχνη του Νίκου Κεσσανλή έζησαν και εργάστηκαν στη Ρώμη και το Παρίσι, μητροπόλεις που υπήρξαν τα μεταπολεμικά καλλιτεχνικά κέντρα της Δύσης. Πειραματίστηκαν με πρωτοπόρες τεχνοτροπίες και συνέβαλαν στη διαμόρφωση διεθνών ρευμάτων της εποχής τους.
Σύντροφος στη ζωή και στην Τέχνη του Νίκου Κεσσανλή έζησαν και εργάστηκαν στη Ρώμη και το Παρίσι, μητροπόλεις που υπήρξαν τα μεταπολεμικά καλλιτεχνικά κέντρα της Δύσης. Πειραματίστηκαν με πρωτοπόρες τεχνοτροπίες και συνέβαλαν στη διαμόρφωση διεθνών ρευμάτων της εποχής τους.
Ειδικά τα είκοσι χρόνια που η Ρωμανού έζησε στο Παρίσι (1961-1981) ήταν καθοριστικά για την διάπλαση της καλλιτεχνικής της ταυτότητας.
«Το έργο της χαρακτηρίζεται από τις ανοιχτές αφηγηματικές δομές, τη μηχανική αναπαραγωγή, το τυχαίο, τη διαφάνεια, το παιχνίδι. Από τα πρώτα της βήματα, το μοτίβο του λαβύρινθου, τα ταξίδια, η κριτική στην κοινωνία της κατανάλωσης, το πολιτικό ενδιαφέρον για τις κοινωνικές ανισότητες και την αδικία, ο εκδημοκρατισμός της τέχνης, η ώσμωση τέχνης και καθημερινότητας επανέρχονται ως κεντρικοί θεματικοί άξονες και εξελίσσονται όσο η καλλιτέχνης ωριμάζει και συγχρόνως μεταβάλλεται το κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον».
Η έκθεση «Η αναζήτηση της ευτυχίας για όσους περισσότερους γίνεται» περιλαμβάνει έργα από όλες τις ενότητες της δουλειάς της, προκειμένου να αναδειχθεί η συνάφεια και η οργανική σχέση μεταξύ τους. Παράλληλα, εντάσσει τα έργα της στο ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό τους πλαίσιο. Η περιήγηση του επισκέπτη ξεκινά με τους Μύθους, τα πρώτα της ζωγραφικά έργα. Συνεχίζει με τα ιστορικά κολάζ του 1965 (όπου χρησιμοποιεί μοτίβα του Τύπου και της διαφήμισης), τις μεγάλες γλυπτικές κατασκευές Meccano –εμπνευσμένες από το ομώνυμο παιχνίδι κατασκευών το οποίο απευθυνόταν στερεοτυπικά στα αγόρια. Εξαιρετικού ενδιαφέροντος και για την καλλιτεχνική τεχνική που χρησιμοποιεί η δημιουργός είναι οι μεταξοτυπίες που έχουν παραχθεί από το περίφημο ατελιέ της Mec Art Graphic στο Παρίσι. Μεγάλη επίσης η ενότητα με τα ωριμότερα έργα της, τους Χάρτες-Λαβυρίνθους με την χαρακτηριστική τεχνική του ντεκολάζ τυπωμένου πάνω σε πλέξιγκλας που χαρίζει στις δημιουργίες της μια μοναδική αίσθηση διαφάνειας και ομορφιάς.
«ΑΜΟΥΡ – Η Χρύσα στις πόλεις»
Η έκθεση, ολοκληρώνεται με το ομώνυμο βίντεο βασισμένο στο πλούσιο φωτογραφικό αρχείο της Χρύσας Ρωμανού και του εξίσου σπουδαίου καλλιτέχνη και δάσκαλου της ΑΣΚΤ, Νίκου Κεσσανλή. Αφετηρία του είναι το ομότιτλο βιβλίο Amour, μια ερμηνεία του φωτογραφικού αρχείου του Νίκου Κεσσανλή, εμπλουτισμένο με επιπλέον οπτικοακουστικό υλικό που γεννήθηκε από τη δημιουργική συνεργασία των καλλιτεχνών Δημήτρη Τσουμπλέκα και Γιώργου Σαλαμέ και της συγγραφέα Αμάντας Μιχαλοπούλου. «Σε μια αλυσιδωτή οπτικοακουστική αφήγηση, η Χρύσα, σαν δρομέας μεγάλων αποστάσεων, στήνει εκθέσεις, καπνίζει, συζητάει και διατρέχει πόλεις και εξοχικά τοπία – στην ουσία την ίδια της τη ζωή».
Μια από τις σημαντικότερες καλλιτέχνιδες της γενιάς της, η Χρύσα Ρωμανού γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1958 βραβεύτηκε στο Α' Σαλόνι Νέων Καλλιτεχνών της Γκαλερί Ζυγός. Τα επόμενα δύο χρόνια παρουσίασε την πρώτη της ατομική έκθεση στο Ζυγό και συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στην Γκαλερί Νέες Μορφές και στην 6η Πανελλήνια Έκθεση στην Αθήνα. Το 1961 έφυγε από την Ελλάδα για να διευρύνει τις δημιουργικές της αναζητήσεις και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι για είκοσι χρόνια. Η απόφαση αυτή αποδείχθηκε καθοριστική για την καριέρα της καθώς έγινε, μαζί με τον Νίκο Κεσσανλή, ενεργό μέλος της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας της εποχής. Παρουσίασε τη δουλειά της σε περιορισμένο αριθμό ατομικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά συμμετείχε σε πολλές ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις τέχνης, όπως: Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών (Παρίσι, 1961), Μπιενάλε Χαρακτικής (Λουμπλιάνα, 1961), Μπιενάλε Σάο Πάολο (1965, 1994), Μπιενάλε της Βενετίας (1976 ως μέρος του Projetto Arcevia), και Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης (1997), διάφορα Σαλόνια του Παρισιού (1967, 1971, 1972, 1974, 1976, 1978, 1980), Europalia (Βέλγιο, 1982) και πολλές άλλες. Στην Ελλάδα πραγματοποίησε ατομικές εκθέσεις στην Γκαλερί Δεσμός (1981) και στο Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης (1986), και συμμετείχε στην έκθεση Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου: Η Ελληνική Εμπειρία, στην Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα (1992). Το 1994 οι Εκδόσεις Εξάντας δημοσίευσαν μια μονογραφία για το έργο της.
«D POSSESSIONS»
Δανάη Ανεσιάδου
Από 14.12.2023 μέχρι και 27.10.2024 Χώρος έκθεσης: 4
Επιμέλεια: Ιόλη Τζανετάκη
Σε επιμέλεια της Ιόλης Τζανετάκη το EΜΣΤ διοργανώνει την πρώτη ατομική έκθεση στην Ελλάδα της Δανάης Ανεσιάδου, που ζει στην Βρυξέλλες από νεαρή ηλικία. Στην καλλιτέχνιδα παραχωρήθηκε μια πολύ ευρύχωρη και ωραία αίθουσα όπου τοποθετήθηκε ένας μεγάλος αριθμός έργων της τελευταίας δεκαπενταετίας τα οποία δεν εμφανίζονται να έχουν ουδεμία μεταξύ τους εννοιακή ή αισθητική συνοχή. Ουσιαστικά πρόκειται για κατασκευές με αναφορές στον κινηματογράφο, τον αποκρυφισμό, την ελληνική αρχαιότητα, τον υπερρεαλισμό, καθώς και σε ζητήματα της επικαιρότητας. Μοιάζουν κάποια από αυτά σαν αντικείμενα καλλιτεχνικού ντιζάιν. Όλα μαζί όπως δηλώνει η ίδια «προσκαλούν τους επισκέπτες σε μια αλληγορική σκηνογραφία, η οποία απαρτίζεται, μεταξύ άλλων, από γλυπτά, κολάζ, σκηνικά εξαρτήματα ταινιών, κρυστάλλους και σιδερένια αντικείμενα, τα οποία υπαινίσσονται μια εποχή όξυνσης πολιτικών, κοινωνικών και πνευματικών κρίσεων».
Επιπλέον η Ανεσιάδου, θέλοντας λέει να απαλλαγεί οριστικά από όλα τα υπάρχοντά της, «τα χύτευσε σε εποξική ρητίνη (…), πρόσθεσε στο μείγμα μεταλλικά ρινίσματα και κρυστάλλους χαλαζία και τα μετέπλασε σε οργονίτες, δηλαδή, σε αντικείμενα μετατροπής ενέργειας που, όπως θεωρούν ορισμένοι, προσελκύουν την οργόνη (ζωτική ενέργεια), η οποία απορροφά την αρνητική ενέργεια και τη μετατρέπει σε θετική (…). Λειτουργώντας σαν μια εξορκίστρια της εποχής μας, η δημιουργός επιχειρεί να εξαγνίσει και να μεταμορφώσει όχι μόνο τα υλικά της υπάρχοντα, αλλά και τις ενέργειες που αυτά φέρουν».
Φιλόδοξες πολύ οι προσδοκίες της τις οποίες ακόμα και ο πιο βαθιά μυημένος στην Τέχνη θεατής ούτε να μοιραστεί μαζί της μπορεί αλλά ούτε καν να τις αντιληφθεί. Ούτε όμως και καμία αισθητική συγκίνηση θα βιώσει διατρέχοντας την έκθεση.
Φιλόδοξες πολύ οι προσδοκίες της τις οποίες ακόμα και ο πιο βαθιά μυημένος στην Τέχνη θεατής ούτε να μοιραστεί μαζί της μπορεί αλλά ούτε καν να τις αντιληφθεί. Ούτε όμως και καμία αισθητική συγκίνηση θα βιώσει διατρέχοντας την έκθεση. Αφού το έργο της παραμένει ερμητικά κλειστό σε κάθε ερμηνευτική προσέγγιση ακόμα και οι συνδέσεις που επιχειρεί η ίδια να αναπτύξει ή να εντοπίσει ανάμεσα σε πράγματα που επιφανειακά μοιάζουν τελείως άσχετα μεταξύ τους ούτε προφανείς είναι ούτε τελικά ξέρουμε αν υπάρχουν («από τα fake news και τις θεωρίες συνωμοσίας, το βιομηχανικό σύμπλεγμα ψυχαγωγίας του Χόλιγουντ και του αμερικανικού Πενταγώνου, τα τηλεοπτικά ριάλιτι και τη βιομηχανία της μόδας, μαζί με αναφορές στην αρχαιοελληνική γλυπτική, τον σουρεαλισμό κ.ά.»).
Η καλλιτέχνης σπούδασε στο KASK (Γάνδη, BE) και στο DasArts (Άμστερνταμ, NL). Το έργο της και οι παραστάσεις της έχουν παρουσιαστεί στας: Musée d'Art Moderne de la Ville de Paris, (2020), Casa Luis Barragan, Πόλη του Μεξικού, Μεξικό (2019), documenta 14, Αθήνα/Κάσελ, Ελλάδα/Γερμανία (2017), Swiss Institute Contemporary Art, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ (2016), Palais de Tokyo, Παρίσι, Γαλλία (2016) και σε αρκετές ακόμα χώρες. Η έκθεση διοργανώνεται από κοινού με το WIELS των Βρυξελλών.
* Η ΤΟΝΙΑ ΜΑΚΡΑ είναι δημοσιογράφος.