Πέντε λεπτά με έναν συγγραφέα. Σήμερα, ο Γρηγόρης Καλαϊτζής με αφορμή το δίτομο βιβλίο του «fiction black - 3 Iστορίες».
Επιμέλεια: Book Press
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε το βιβλίο σας; Θυμάστε το αρχικό ερέθισμα;
Τα ερεθίσματα ήταν πολλά· στον δεύτερο τόμο του βιβλίου μου υπάρχει μια νουβέλα που βασίζεται στη διάκριση του Κακού σε δύο υποστάσεις, τη Γοητεία και τη Φρίκη. Η έμπνευση για αυτήν την ανατομία του Κακού προήλθε από μια σειρά εφιαλτών τους οποίους έβλεπα πριν αρκετά χρόνια. Ήμουν αρκετά επηρεασμένος από το «Υπόγειο» του Ντοστογιέφσκι, στο οποίο περιγράφει το πώς ο άνθρωπος έλκεται από τη «σκοτεινή πλευρά του κόσμου μας». Τα έχουν πει και άλλοι συγγραφείς, όπως ο Μαρκήσιος ντε Σαντ. Ωστόσο, δεν είναι ακριβώς έτσι. Η πραγματική υπόσταση του Κακού είναι η Φρίκη, η Γοητεία του είναι μονάχα μια μάσκα. Αρκεί να ρίξει κανείς ένα βλέμμα πίσω από τη μάσκα, για να πετρώσει από τον τρόμο, σαν τα θύματα της Μέδουσας.
Ανάμεσα στην Ιστορία και την επινόηση, πού γέρνει η πλάστιγγα;
Όταν η ζωή μας θυμίζει πλοκή, σημαίνει πως αποκτά νόημα. Κατ' επέκταση, σε ένα λογοτεχνικό έργο η πλοκή προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη το χαώδες υλικό της πραγματικότητας. Για παράδειγμα στη νουβέλα «Far Darrig» δημιούργησα μια εγκληματική προσωπικότητα και την έβαλα να δει τους δικούς μου εφιάλτες. Εάν έκανα μια απλή καταγραφή τους, εν είδει ημερολογίου ονείρων, θα ήταν δημοσιογραφία, ή μαρτυρία, ή αναφορά – σίγουρα όχι λογοτεχνική αφήγηση με αρχή, μέση και τέλος. Στη δική μου περίπτωση η εμπειρία αυτών των ονείρων έπρεπε να αναμιχθεί με την επινόηση, να γίνει ιστορία· μόνο έτσι θα μπορούσα να μεταφέρω την ουσία τους.
Η πραγματική υπόσταση του Κακού είναι η Φρίκη, η Γοητεία του είναι μονάχα μια μάσκα. Αρκεί να ρίξει κανείς ένα βλέμμα πίσω από τη μάσκα, για να πετρώσει από τον τρόμο, σαν τα θύματα της Μέδουσας.
Το μυθιστόρημά σας εξελίσσεται στο παρελθόν, με ήρωες που, εκ πρώτοις, δεν έχουν καμία σχέση με εσάς. Πού βρίσκεστε ο ίδιος σε αυτό το βιβλίο;
Προφανώς αναφέρεστε στο μυθιστόρημα «Ο Μαύρος Ιππότης». Πλέον είμαι σίγουρος ότι υπάρχει η επικαιρότητα των εφημερίδων και η επικαιρότητα της λογοτεχνίας. Ο τόπος και ο χρόνος του μυθιστορήματος επιλέχθηκαν τυχαία. Θα μπορούσε η ιστορία να εκτυλίσσεται, π.χ., στην Ιαπωνία του 12ου αιώνα. Μονάχα το περίβλημα θα άλλαζε. Εφόσον, λοιπόν, το μυθιστόρημα αφορά τον διαχρονικό άνθρωπο, τόσο εγώ όσο και οι αναγνώστες πιθανόν να βρισκόμαστε κάπου ανάμεσα στους ήρωες.
Ονομάζετε τις ιστορίες σας «σχετικά σκοτεινές». Ανήκει σε κάποιο είδος το βιβλίο σας; Φιλοσοφικό θρίλερ, ιστορικό μυθιστόρημα;
Ο «Μαύρος Ιππότης» θα έλεγα πως είναι δράμα. Ωστόσο, γενικότερα, δεν ξέρω και δεν με απασχόλησε ποτέ σε ποιο είδος ανήκουν αυτά που γράφω. Ίσως να ανήκουν στη «φιλοσοφική λογοτεχνία».
Πόσο νωρίς ή πόσο αργά γνωρίζατε το τέλος της ιστορίας σας;
Γνώριζα εκ των προτέρων το τέλος κάθε ιστορίας, μάλιστα σε κάποιες το είχα γράψει προτού γράψω οτιδήποτε άλλο. Και ξεκινούσα από το τέλος προς την αρχή.
Κάποιοι λένε, «ένα μεγάλο μυθιστόρημα, χρειάζεται ένα μεγάλο θέμα». Το πιστεύετε;
Κάποιοι, επίσης, ταυτίζουν το «ταλέντο» με την τεχνική επιδεξιότητα, αλλά πιστεύω πως το ταλέντο συνδέεται μάλλον με την προσωπικότητα του δημιουργού. Έτσι όταν π.χ. μιμείσαι έναν άλλο συγγραφέα, δεν κλέβεις στοιχεία από την τεχνική του, αλλά από την προσωπικότητά του. Τόσο η προσωπικότητα του συγγραφέα, όσο και το θέμα του μυθιστορήματος, θα πρέπει σίγουρα να είναι καμωμένα από πολύ σπάνια υλικά, εάν θέσουμε ως κορυφαίο κριτήριο την αντοχή του μυθιστορήματος στον χρόνο.
Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα στις δικές σας ιστορίες;
Μου αρέσει να γράφω υπαινικτικά· στις δικές μου ιστορίες όλο το party συμβαίνει κάτω από τις γραμμές. Τούτο σημαίνει πως το βαθύτερο θέμα τους μπορεί να γίνει αντιληπτό μόνο εάν κάποιος τις διαβάσει από την αρχή μέχρι το τέλος.
Πώς θα περιγράφατε τον ιδανικό αναγνώστη του βιβλίου σας;
Μέσα στο e-shop «fiction.black», υπάρχει η γενική περιγραφή του βιβλίου. Εάν κάποιος την διαβάσει και νιώσει ότι τον εμπνέει, τότε σίγουρα ανήκει στους αναγνώστες μου.