Για το βιβλίο του François Rabelais «Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ» (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια: Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, εκδ. Εξάντας).
Του Νίκου Ξένιου
Το βιβλίο Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ είναι μια σειρά δύο εκ των πέντε ιστοριών που γράφτηκαν στον 16ον αιώνα από τον François Rabelais (1494-1553). Τα ανθρώπινα όντα παρουσιάζονται με σωματικές μεταμορφώσεις, τα αυτιά, οι ώμοι και η κοιλιά τους διογκώνονται και προσλαμβάνουν γιγαντιαίες διαστάσεις. Έτσι γεννιούνται οι γίγαντες, σαν τον Πανταγκρυέλ, τον γιο του Γαργαντούα.
Κείμενο που γλωσσικά ισορροπεί ανάμεσα σε δύο κόσμους, αυτόν της ανθρωπιστικής κουλτούρας και πολυμάθειας και αυτόν της λαϊκής γιορτής, επιτυγχάνοντας να τις ενώσει σε ένα λυρικό σύμπαν, στα πλαίσια του οποίου γίνεται ανεκτό ακόμη και το «θανάσιμο αμάρτημα» της λαγνείας.
Μπουρλέσκ και φιλοσοφικό ως προς τη διάθεση, το κείμενο απηχεί τον Ουμανισμό αυτού του φραγκισκανού μοναχού, γιατρού και συγγραφέα που υπήρξε ο Φρανσουά Ραμπελαί: κείμενο που γλωσσικά ισορροπεί ανάμεσα σε δύο κόσμους, αυτόν της ανθρωπιστικής κουλτούρας και πολυμάθειας και αυτόν της λαϊκής γιορτής, επιτυγχάνοντας να τις ενώσει σε ένα λυρικό σύμπαν, στα πλαίσια του οποίου γίνεται ανεκτό ακόμη και το «θανάσιμο αμάρτημα» της λαγνείας.
Το Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εξάντας («Λευκή σειρά») σε αναθεωρημένη μετάφραση και σχολιασμό του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή, που ήταν και ο πρώτος μεταφραστής του. Πραγματικά αξιόλογη είναι η εκτεταμένη εισαγωγή του μεταφραστή.
Πανταγκρυέλ (1532), βασιλιάς των βαρελοφρόνων
Ο Ραμπελαί στις 3 Νοεμβρίου του 1532, υπό το ψευδώνυμο Alcofrybas Nasier, εκδίδει το βιβλίο του Οι τρομερές και φοβερές πράξεις και ανδραγαθίες του ξακουστού Πανταγκρυέλ, βασιλέως των Διψωδών. Το έργο αφηγείται την παιδική ηλικία, την εφηβεία, τις σπουδές και τις περιπέτειες του Πανταγκρυέλ, ενός γίγαντα από βασιλική γενιά, και του πολυμήχανου αλλά δειλού φίλου του Πανούργου (Panurge). Πηγή του αποτελούν τα ιπποτικά μυθιστορήματα της εποχής, τα οποία περιγράφουν αναλυτικά την ανατροφή, τις αρετές καθώς και το ταξίδι του ήρωα, ο οποίος στο τέλος πρέπει να σώσει το βασίλειο από τον εχθρό. Στον «Πανταγκρυέλ» συναντούμε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά με μία παρωδική χροιά, ένα «ψευδοϊπποτισμό», που κυριαρχεί στη μεθόριο της τέχνης με την πραγματική ζωή.
Πηγή του αποτελούν τα ιπποτικά μυθιστορήματα της εποχής, τα οποία περιγράφουν αναλυτικά την ανατροφή, τις αρετές καθώς και το ταξίδι του ήρωα, ο οποίος στο τέλος πρέπει να σώσει το βασίλειο από τον εχθρό.
Την επόμενη χρονιά ο Ραμπελαί δημοσιεύει το «πανταγκρυελίνειον προγνωστικάρειον», ένα είδος λαϊκού καζαμία [1]. Το Τρίτο Βιβλίο (Tiers Livre) εκδίδεται το 1546 στο Παρίσι και είναι το πρώτο που φέρει το αληθινό όνομα του συγγραφέα, καθώς και τη σφραγίδα του βασιλιά και την άδειά του για την έκδοση. Τελειώνει με την απόφαση του Πανούργου να βρει το θρυλικό μαντείο του Μπακμπίκ (της Θείας Μπουκάλας) και να πάρει από εκεί συμβουλή για το αν θα πρέπει να παντρευτεί ή όχι. Ο Πανταγκρυέλ επιστρατεύει κάθε πιθανή εκδοχή μαγείας για να τον βοηθήσει. Οι πρωταγωνιστές ξεκινούν ένα μακρύ ναυτικό ταξίδι το οποίο θα αποτελέσει και τον κορμό του Τέταρτου Βιβλίου: μια κωμική εκδοχή της Οδύσσειας ή της Αργοναυτικής Εκστρατείας, όπου ο Ραμπελαί, με ένα γκροτέσκο ρεαλισμό, σατιρίζει την υπεροψία και τον πλούτο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, πολλούς πολιτικούς και διανοούμενους της εποχής του (λόγου χάριν, τον «μαστροφρανσουά Βιγιόν»), καθώς και τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες του όχλου.
«Πανταγκρυελίνο» (ή απλώς χασίς) και γλώσσα rabelaisienne
Το ραμπελαισιανό μυθιστόρημα απηχεί κάποια υπαίθρια φιέστα με έντονες οσμές, με χαρακτηριστική γαλλική δυσοσμία, συνθέτει ένα μείγμα της επίσηµης και της ανεπίσηµης εκδοχής της κοινωνικής ζωής, παίρνει ύφος αδιάκριτο, χαρακτηριστικά σαρκαστικό ως προς την παρακμή της φεουδαρχίας και το διανθίζει με την πιο vulgaire εκδοχή του λαϊκού χιούµορ, μέσα από το πρίσμα μιας κρασοκανάτας ασκεί δριμεία κριτική στη στενότητα αντίληψης των χριστιανών, παρουσιάζοντας τα άτομα που ακολούθησαν τον Ιωάννη Καλβίνο ως «κανιβάλους». Είναι δύσκολη η γλώσσα του Ραμπελαί: «Ο κοντοπεοφόρος ελλογιμώτατος Ιωαννίκειος, κουρεμένος καισαρικά, ντυμένος με το λειριπιπιόνι του, με καλά ανοσιοποιημένο το στομάχι του με κυδωνόπαστο ψητό και κελαρίσιο αγιασμό... »
Ο θάνατος του Φραγκίσκου του Α’ (1547) θα σημάνει και το τέλος της εύνοιας προς τον Ραμπελαί, που θα πεθάνει τον Μάρτιο του 1553, πέντε χρόνια πριν από την αναρρίχηση στον θρόνο της Βρετανίας της Μεγάλης Ελισάβετ.
Αν κανείς λάβει υπόψιν του και το γεγονός ότι η διαλογική μορφή του Τρίτου Βιβλίου είναι επηρεασμένη από το Συμπόσιο και τον Τίμαιο του Πλάτωνα, τα πράγματα περιπλέκονται κι άλλο. Ο μεταφραστής καλείται να αποδώσει την εκπεπτωκυία εκδοχή της πλατωνικής διαλεκτικής ώστε να αποδώσει τον γήινο νατουραλισμό του Ραμπελαί: Το κείμενο σοκάρει, κυριαρχεί η σκατολογία, ενώ σε κάποιο σημείο πλέκεται το εγκώμιο ενός μαγικού βοτάνου, του «πανταγκρυελίνου», που φαίνεται να αντιστοιχεί στην ινδική κάνναβη [2]. Αναγκαστικά ο μεταφραστής υιοθετεί ένα κατά το μάλλον ή το ήττον δημώδες ιδίωμα ή ιδιόλεκτο εκλαϊκευσης παρασύνθετων νεολογισμών του Ραμπελαί (π.χ. βρεγμενογουρουνομούρης, φωτοεμφανοδιαφανής κ.ο.κ.), που συντηρεί το δυσπρόσιτο του κειμένου, ιδιαίτερα στα έμμετρα σημεία του.
Το Τέταρτο Βιβλίο (Quart Livre) εκδόθηκε το 1552, επίσης με βασιλική σφραγίδα, αλλά η κυκλοφορία του διακόπηκε για δεκαπέντε ημέρες, έπειτα από νέο αίτημα της Θεολογικής Σχολής της Σορβόννης και λίγο μετά από τον θάνατο του Λούθηρου. Ο θάνατος του Φραγκίσκου του Α’ (1547) θα σημάνει και το τέλος της εύνοιας προς τον Ραμπελαί, που θα πεθάνει τον Μάρτιο του 1553, πέντε χρόνια πριν από την αναρρίχηση στον θρόνο της Βρετανίας της Μεγάλης Ελισάβετ. Έντεκα χρόνια μετά από τον θάνατό του (1564) θα εμφανιστεί το υποτιθέμενο Πέμπτο Βιβλίο (Cinquiesme Livre), η πατρότητα του οποίου θα αμφισβητηθεί έντονα.
Ξυλογραφία του Gustave Doré (1854) |
Τερψιλαρύγγια στο στόμα του Γαργαντούα
Το 1534-35 ο Ραμπελαί δημοσίευσε τη Θαυμαστή ζωή του Μεγάλου Γαργαντούα, όπου η περιφρόνηση των εγκόσμιων (contemptus mundi) τέθηκε οριστικά υπό αίρεσιν και στη θέση της αναδύεται μια νέα αντίληψη για τη σωματικότητα και την αξία της εγκόσμιας ζωής. Οι πράξεις του Γαργαντούα ξεκινούν από τη γέννησή του, στον ενδέκατο μήνα κύησης της μάνας του, της Γκαργκαμέλ, μιας κύησης τόσο δύσκολης ώστε η μητέρα απειλεί να ευνουχίσει τον πατέρα του, Λόρδο Γκρανγκουσιέ. Δεκαοκτώ χιλιάδες αγελάδες αρμέγονται καθημερινά για να εξασφαλιστεί το γάλα του μικρού γίγαντα.
Ο Ραμπελαί γράφει με τρόπο γκροτέσκο και το πλάσμα που κατασκευάζει είναι δύσμορφο, παράδοξο, υπερβολικό. Όμως το τερατάκι του δεν χαρακτηρίζεται μόνο από αχαλίνωτη σωματική βουλιμία, αλλά και από βουλιμία για γνώση.
Σε ένα άλλο σημείο του βιβλίου, ο Αδελφός Τζων αναχαιτίζει τους απεργούς στη Σεβίλη με τη βοήθεια του Γαργαντούα και παίρνει ως ανταμοιβή το Αββαείο του «Thélème» («Θελήματος»). Ο κανονισμός του Αββαείου του «Θελήματος» δεν υπακούει στο ειθισμένο της ιεραρχίας ή του μοναστικό βίου (όπως μαρτυρεί και η επονομασία «Θέλημα» του αββαείου, λέξη που στην Καινή Διαθήκη υποδηλώνει τη Θεία Βούληση), αλλά είναι διαλεκτικός, παιγνιώδης, συμφιλιωτικός. Πρόκειται για επανασυγγραφή της Ουράνιας Ιερουσαλήμ της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Είναι μια ευτοπία που ενεργοποιεί την «καλή» φύση του ανθρώπου. Οι κάτοικοι του «Θελήματος» έχουν υψηλό αίσθημα τιμής και υπευθυνότητας λόγω της ευζωίας και της πολύπλευρης ανθρωπιστικής τους ανατροφής, ενώ η κοινωνία τους συντίθεται από μιαν ελίτ των δύο φύλων, της οποίας η κομψότητα, η ευγένεια και η εμβρίθεια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά.
Ο Ραμπελαί γράφει με τρόπο γκροτέσκο και το πλάσμα που κατασκευάζει είναι δύσμορφο, παράδοξο, υπερβολικό. Όμως το τερατάκι του δεν χαρακτηρίζεται μόνο από αχαλίνωτη σωματική βουλιμία, αλλά και από βουλιμία για γνώση. Το κωμικό πάνω του αποκλίνει από τα γνωρίσματα του κωμικού στην αρχαιοελληνική ή τη λατινική λογοτεχνία [3]: είναι πλησιέστερο στη notion του γέλιου που έχουν τα πάνδημα, λαϊκά καρναβάλια, η ελευθεροστομία του δεν ορρωδεί προ ουδεμίας εξουσίας, κοσμικής ή εκκλησιαστικής. Και, το κυριότερο, έχει τη δύναμη να γκρεμίζει την παλιά τάξη ώστε να γεννηθεί το νέο, συνιστώντας, έτσι, πανίσχυρο κίνητρο ανατροπής του παλιού κόσμου των «βλοσυρών αγέλαστων» χριστιανών [4].
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η νουβέλα «Το κυνήγι του βασιλιά Ματθία» (εκδ. Κριτική).
Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ
François Rabelais
Μτφρ.-Εισ.-Σχόλ. Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής
Εξάντας 2018
Σελ. 642, τιμή εκδότη €23,00