Για το βιβλίο του Maurice Level «Ιστορίες του Γκραν Γκινιόλ» (μτφρ. Ιλέην Ρήγα, εκδ. Αρχέτυπο).
Του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Όπως σημειώνεται ήδη στην αρχή του προλόγου της μεταφράστριας, Ιλέην Ρήγα, ο Maurice Level της κίνησε την προσοχή με αφορμή την αναφορά του σε ένα δοκίμιο που έχει ως θέμα τη λογοτεχνία του φανταστικού, και ειδικότερα του υπερφυσικού τρόμου – συγκεκριμένα ήταν η πραγματεία του H.P. Lovecraft, περί της πρόκλησης τρόμου από υπερφυσικά (δηλαδή μη ψυχολογικά) αίτια, στην λογοτεχνία. Ο Lovecraft αναφέρει τον Level, εξετάζοντας το λεγόμενο «conte cruel», δηλαδή τις ιστορίες σκληρότητας, που έγραφαν αρκετοί Γάλλοι του 19ου αιώνα. Ήταν σύντομες διηγήσεις, με κεντρικό θέμα την αδίστακτη και απάνθρωπη δράση του ανθρώπου ενάντια στον άνθρωπο, οι οποίες πήραν το όνομα τους από την συλλογή Contes Cruels, του Villiers de l' Isle-Adam. Τα τεκταινόμενα σε διηγήματα αυτού του είδους μας θυμίζουν το δυσοίωνο λατινικό ρητό, «Homo Homini Lupus»: ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άλλο άνθρωπο...
Ο Level, σε αντίθεση με έναν άλλο σημαντικό Γάλλο διηγηματογράφο, τον Guy de Maupassant, δεν ενδιαφέρεται για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δηλαδή δεν σκοπεύει να παρουσιάσει τις φρικτές πράξεις που περιγράφονται ως κάποιο είδος περιθωριακής και περιορισμένης εμβέλειας παραξενιάς.
Στο βιβλίο παρουσιάζονται τα πιο γνωστά έργα του Level. Από την τραγική ειρωνεία, στο πρώτο διήγημα, με την κοπέλα που επιχειρώντας να τιμήσει, με μια δόση υπερβολής που οφείλεται στην γνήσια αγάπη, τη μνήμη του νεκρού αγαπημένου της, γίνεται αθέλητα μια που την ατιμάζει τώρα αντικειμενικά, μέχρι την ψυχρότητα του απολύτως συνειδητοποιημένου και ηθικού δράστη της καταστροφής ενός καλλιτέχνη επικίνδυνων επιδείξεων, και από την αυτοκαταστροφή ενός τέως έμπιστου υπαλλήλου μέχρι την φαινομενική μόνο συγχώρεση του θύματος μιας επίθεσης με βιτριόλι για τον θύτη του, στα διηγήματα βρίσκει κανείς πλοκές που αποπνέουν μεθοδικά και υπολογισμένα την παγωνιά κάποιων ανθρώπινων ψυχών.
Ο Level, σε αντίθεση με έναν άλλο σημαντικό Γάλλο διηγηματογράφο, τον Guy de Maupassant, δεν ενδιαφέρεται για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δηλαδή δεν σκοπεύει να παρουσιάσει τις φρικτές πράξεις που περιγράφονται ως κάποιο είδος περιθωριακής και περιορισμένης εμβέλειας παραξενιάς – όπως συμβαίνει συχνά με τις αντίστοιχες πράξεις σκληρότητας από τους χωρικούς ή τους στρατιώτες του Γάλλο-Πρωσικού πολέμου, στον Maupassant. Στα δικά του έργα δεν βλέπουμε τον χώρο γύρω από τον θανάσιμο ιστό της αράχνης, αφού έχουμε κληθεί ακριβώς να πάρουμε θέση λίγα χιλιοστά από τους ανθεκτικούς και επικίνδυνους ιστούς του... Τα διηγήματά του μοιάζουν με μικρές θεατρικές παραστάσεις που με πλήρη επίγνωση του θέματός τους το κοινό συρρέει να τις παρακολουθήσει – άλλωστε πολλά από αυτά τα έργα παρουσιάστηκαν με την μορφή θεατρικού έργο, στο φημισμένο θέατρο Grand Guignol, του Παρισιού.
Τα διηγήματα αυτά είναι φτιαγμένα με κομψότητα, και ας είναι τόσο σκοτεινά. Άλλωστε και στην λεία επιφάνεια ενός κοφτερού μαχαιριού θα μπορούσε κανείς να δει το ίδιο καθαρά όπως σε έναν καλογυαλισμένο καθρέπτη.
Η μετάφραση, που έγινε από το πρωτότυπο γαλλικό κείμενο, παρουσιάζει τον σκοτεινό λυρισμό του Level. Ίσως η πιο πικρή από τις σταγόνες του δηλητηρίου που εκχέεται από αυτά τα διηγήματα –και το οποίο, αναμφίβολα, είναι πόσιμο και μάλιστα αποκτά ευχάριστη γεύση για τους αναγνώστες που καταναλώνουν μικρές ποσότητες αυτού του τύπου της λογοτεχνίας– να είναι αυτό που έχει για πρωταγωνιστή του έναν άνθρωπο φανερά τρελό, ο οποίος όμως ξέρει να κρύβει καλά την τρέλα του. Πρόκειται για τον θαμώνα διάφορων χώρων όπου οργανώνονται καλλιτεχνικά νούμερα στα οποία πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο ένα μικρό ανθρώπινο σφάλμα να έχει ως συνέπεια τον θάνατο του καλλιτέχνη. Ο άνθρωπος αυτός πηγαίνει με μοναδικό στόχο –με μοναδική ελπίδα– να γίνει μάρτυρας ενός τέτοιου ατυχήματος. Καθώς κανείς δεν θα υποψιαζόταν τον ψυχισμό του, και τις επιδιώξεις του, συμβαίνει κάποτε να του εκμυστηρευθεί ένας από τους ταλαντούχους ισορροπιστές ενός εξαιρετικά δύσκολου από αυτά τα νούμερα, ότι εστίαζε πάντα στο πρόσωπο του, εκείνου του τρελού, προκειμένου να αποκτήσει την απαραίτητη αυτοσυγκέντρωση που θα του εξασφάλιζε την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου του επί σκηνής. Και ο τρελός, αμείλικτος, αδιαφορώντας πλήρως για την εμπιστοσύνη του άλλου, απίστευτα χαιρέκακος, εκμεταλλεύεται την αναπάντεχη αποκάλυψη ώστε –δίχως καθόλου να κινδυνεύσει κάποιος να τον κατηγορήσει ως υπαίτιο– να σηκωθεί απότομα από την θέση του την κρίσιμη στιγμή που στην σκηνή ο καλλιτέχνης εξαρτιόταν ολότελα από την ακινησία του υποτιθέμενου αρωγού του και αφοσιωμένου του θεατή σε τόσες παραστάσεις!
Τα διηγήματα αυτά είναι φτιαγμένα με κομψότητα, και ας είναι τόσο σκοτεινά. Άλλωστε και στην λεία επιφάνεια ενός κοφτερού μαχαιριού θα μπορούσε κανείς να δει το ίδιο καθαρά όπως σε έναν καλογυαλισμένο καθρέπτη...
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΛΚΟΠΟΥΛΟΣ είναι μεταφραστής και συγγραφέας.
Ιστορίες του Γκραν Γκινιόλ
Maurice Level
Μτφρ. Ιλέην Ρήγα
Αρχέτυπο 2018
Σελ. 168, τιμή εκδότη €12,50