Για το μυθιστόρημα του Giuzeppe Catozella «Μη μου πεις ότι φοβάσαι» (μτφρ. Άννα Παπασταύρου, εκδ. Κριτική).
Του Νίκου Ξένιου
Το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Giuzeppe Catozella Μη μου πεις ότι φοβάσαι κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική, στην άρτια και ευαίσθητη μετάφραση της Άννας Παπασταύρου. Το βιβλίο είναι βασισμένο στην αληθινή ιστορία της Σαμία Γιουσούφ Ομάρ, της σομαλής έφηβης αθλήτριας στίβου που έφτασε να εκπροσωπήσει τη χώρα της στο Πεκίνο και οραματίστηκε μια παγκόσμια πρωτιά στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου. Σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ο συγγραφέας αποδίδει μεγάλο ποσοστό συναισθηματικού φορτίου στην περιπέτεια της ηρωίδας του, γεγονός που καθιστά το βιβλίο ιδιαίτερα δημοφιλές και συγκινητικό. Όμως η φόρτιση αυτή δεν το στερεί από την αλήθειά του, ούτε αποτελεί, τουλάχιστον σε επίπεδο πρόθεσης, μια απλή «συνταγή» εμπορικής επιτυχίας: διότι η πρωταγωνίστρια, παρά το λαμπερό αθλητικό της ταλέντο και «άστρο», παραμένει μια αυθόρμητη έφηβη που ως κύριο στόχο της έχει θέσει την ανάδειξη της χώρας της και την αποκατάσταση της βαθύτατα θιγμένης αξιοπρέπειας του φύλου της.
Το όραμα της Ολυμπιάδας
Θέτοντας ως στόχο της να εκπροσωπήσει τη Σομαλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, η Σαμία ακολουθεί το πρότυπο του ινδάλματός της, του σομαλού δρομέα μεγάλων αποστάσεων Μο Φάρα.
Ήδη από τα οκτώ της, η Σαμία ζει για το τρέξιμο. Μοιράζεται το όνειρό της με τον Αλί, τον γείτονά της στο Μογκαντίσου, που υιοθετεί τον αυτόκλητο ρόλο του προπονητή της, μέσα σε ένα σκηνικό στέρησης, καταπάτησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, μισαλλοδοξίας και θανάτου. Θέτοντας ως στόχο της να εκπροσωπήσει τη Σομαλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, η Σαμία ακολουθεί το πρότυπο του ινδάλματός της, του σομαλού δρομέα μεγάλων αποστάσεων Μο Φάρα. Προπονείται μέσα σε απίστευτα αντίξοες συνθήκες, μέσα σ' ένα ερειπωμένο στάδιο, στη διάρκεια της νύχτας, ενώ γύρω μαίνονται οι πολιτικές εντάσεις των αφρικανικών φυλών που θα συγκρουστούν μέχρι θανάτου στο μετααποικιακό σκηνικό της κεντρικής Αφρικής. Η Σαμία θα φτάσει στους Ολυμπιακούς του 2008 στο Πεκίνο, και από εκεί θα επανατοποθετήσει τους στόχους της για πιο ψηλά, για τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου, του 2012.
Όμως το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός που η ισλαμική οργάνωση Αλ Σαμπάμπ έχει επιβάλει με τις πλάτες της Αλ Κάιντα, έχουν μετατρέψει τη Σομαλία σε μια αφιλόξενη έρημο όπου η θέση της γυναίκας επιδεινώνεται. Η Σαμία αναγκάζεται να προπονηθεί φορώντας την μπούργκα, πράγμα που δυσχεραίνει την απόδοσή της και ορθώνει ανυπέρβλητα εμπόδια στη βελτίωση των ατομικών της επιδόσεων στον στίβο. Η αδύνατη, νευρώδης αλλά διαρκώς υποσιτιζόμενη νεαρή αθλήτρια αισθάνεται πως ποτέ δεν θα έχει στη διάθεσή της τις ιδεώδεις συνθήκες προπόνησης των παγκόσμιων πρωταθλητριών του διαμετρήματος μιας Βερόνικα Κάμπελ, αλλά αυτό δεν την πτοεί. Έχει την αμέριστη ηθική και οικονομική συμπαράσταση της οικογένειάς της και κυρίως την παρήγορη και αδιάλειπτη αναφορά στην αδελφή της, με την οποία διατηρεί ισχυρό ψυχικό σύνδεσμο και η οποία έχει καταφέρει να διαφύγει στην Φινλανδία, αλλάζοντας δραματικά προς το καλύτερο τις συνθήκες της ζωής της.
Το "ταξίδι" προς το φάσμα της ελευθερίας
Η σύντομη μετανάστευση της ηρωΐδας στην Αιθιοπία, μετά από ψευδείς υποσχέσεις αξιοπρεπούς προπόνησης, την πείθουν πως σε αφρικανικό έδαφος ποτέ δεν θα μπορέσει να διαφύγει του πεπρωμένου μιας αφρικανής γυναίκας, που επιπλέον φέρει και το στίγμα της παράνομης μετανάστριας.
Η σύντομη μετανάστευση της ηρωΐδας στην Αιθιοπία, μετά από ψευδείς υποσχέσεις αξιοπρεπούς προπόνησης, την πείθουν πως σε αφρικανικό έδαφος ποτέ δεν θα μπορέσει να διαφύγει του πεπρωμένου μιας αφρικανής γυναίκας, που επιπλέον φέρει και το στίγμα της παράνομης μετανάστριας. Το καθεστώς της χώρας της δεν θα της επιτρέψει να λειτουργήσει φυσιολογικά πουθενά στην Αφρική: παντού θα τη διώκει ο Νόμος και παντού θα οφείλει να απολογείται για το φύλο της και για τις επιλογές της. Ένας πλούτος λεπτομερειών στο "Ταξίδι", αυτό που κάθε Αφρικανός ονειρεύεται και που ελάχιστοι καταφέρνουν να φέρουν σε αίσιο τέλος είναι μια βασική ποιότητα του βιβλίου και, παράλληλα, μια αντικειμενικότητα στην παρατήρηση που σπάει κόκκαλα.
Το ιδιάζον γνώρισμα του κειμένου (που η μεταφράστρια διατηρεί με θαυμαστό τρόπο) είναι η χρήση, στο πρωτότυπο, των όρων της σομαλικής γλώσσας που αποδίδουν τις λέξεις «μητέρα», «πατέρας» και «νεαρή Αφρικανή». Αυτή η τεχνική αφενός προσδίδει αληθοφάνεια στο κείμενο κι αφετέρου επιτρέπει στον αναγνώστη να μοιραστεί τα έντονα βιώματα που η νεαρή ηρωίδα εσωτερικεύει/λεκτικοποιεί αφηγούμενη την περιπέτειά της, και μάλιστα σε μια ηλικία διαμόρφωσης του συναισθηματικού της κόσμου. Πολύ ενδιαφέρον σημείο είναι η μεταστροφή της ηρωίδας, όταν διαπιστώνει με πολύ τραυματικό τρόπο ότι ο αγαπημένος παιδικός της φίλος και «προπονητής» έχει υποκύψει στις πολιτικές πιέσεις των ισλαμιστών, συμβάλλοντας με εγκληματικό τρόπο στην κακοδαιμονία των συμπολιτών της και της ίδιας της της οικογένειας. Αυτή η μεταστροφή μοιάζει, ως προς το ποιόν, με τη βίαιη αφύπνιση κάθε ελεύθερης συνείδησης ανά την υφήλιο, όταν συνειδητοποιεί πως ο γενέθλιος τόπος των ονείρων και των οραματισμών μπορεί, δοθεισών των συνθηκών να μετατραπεί σε μια ύδρα αδηφάγο που καταβροχθίζει κάθε ανθρώπινο στοιχείο και εξορίζει κάθε δημιουργική δύναμη και έμπνευση. Στενά συνδεδεμένη με το μοτίβο της μαζικής μετανάστευσης, η συνειδητοποίηση αυτή προσλαμβάνει κεντρική θέση στο βιβλίο του Κατοτσέλα.
Πολιτική στράτευση του βιβλίου
Η προσωπικότητα της Σαμία αναδεικνύεται σε σύμβολο, καθώς συνοψίζει τη θέληση κάθε γυναίκας, του λεγόμενου τρίτου κόσμου, να υπερβεί τους εθνικούς και φυλετικούς φραγμούς και την κακουργία των φορέων του ανθρώπινου trafficking.
Η προσωπικότητα της Σαμία αναδεικνύεται σε σύμβολο, καθώς συνοψίζει τη θέληση κάθε γυναίκας, του λεγόμενου τρίτου κόσμου, να υπερβεί τους εθνικούς και φυλετικούς φραγμούς και την κακουργία των φορέων του ανθρώπινου trafficking. Συμβολοποιεί τον πόθο για ελευθερία και το ακατάβλητο ανθρώπινο πνεύμα που αγωνίζεται για στόχους ευγενείς, υψηλούς και οικουμενικούς.
Ο Έρι ντε Λούκα χαρακτήρισε το βιβλίο του Κατοτσέλα «έπος της εποχής μας», και δικαίως: η άφιξη των προσφύγων από την Αφρική στη Λαμπεντούζα συνθέτει ένα ηρωϊκό χρονικό απίστευτης βίας και ιώβειας απαντοχής, ενώ η αφήγηση αποδίδει με αφοπλιστικό ρεαλισμό την απάνθρωπη μεταχείριση των διακινητών, την ανελέητη εκμετάλλευση των αφρικανών μεταναστών, οικονομική και κάθε είδους, την κτηνώδη βία και αναλγησία σε ό,τι αφορά κάθε ανθρώπινη ιδιότητα και την απληστία για το εύκολο, ανήθικο κέρδος που αναγορεύεται σε κυρίαρχο χαρακτηριστικό των νέων αυτών, πολυάνθρωπων κοινωνιών που συνθλίβουν την ανθρωπιά στο όνομα του ισλαμισμού και στη θέση της εγκαθιδρύουν ένα τερατογενές εξάμβλωμα πολιτικού αυταρχισμού.
Ο Τζουζέπε Κατοτσέλα γεννήθηκε το 1976 στο Μιλάνο και είναι πτυχιούχος Φιλοσοφίας. Έζησε για μια μεγάλη περίοδο στο Σίδνει της Αυστραλίας και με την επιστροφή του στο Μιλάνο συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Mondadori και σήμερα για τον Feltrinelli. Αρθρογραφεί για τα περιοδικά «L' Espresso», «Sette», «Il Corriere Nazionale», «Max», «Lo Straniero», και για την ιστοσελίδα milanomafia.com. Τα δύο μυθιστορήματά του έχουν διασκευαστεί για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ενώ ο ίδιος διατηρεί το μπλογκ Fatto Quotidiano. Το Μη μου πεις ότι φοβάσαι επιλέχτηκε για το Βραβείο Στρέγκα.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
→ Στην κεντρική εικόνα φωτογραφία από το graphic novel An Olympic Dream: The story of Samia Yusuf Omar, του Reinhard Kleist.
Μη μου πεις ότι φοβάσαι
Giuseppe Catozzella
Μτφρ. Άννα Παπασταύρου
Κριτική 2018
Σελ. 296, τιμή εκδότη €14,00
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ GIUSEPPE CATOZZELLA