
Για το μυθιστόρημα του Robert Seethaler «Μια ολόκληρη ζωή» (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Utopia).
Του Διονύση Μαρίνου
Μια ημέρα από τη ζωή του Αντρέας Έγκερ θα έφτανε, αλλά δεν θα αρκούσε. Θα ήταν δηλωτική μα και μηδέποτε ολοκληρωμένη. Σαν ένα μονότονο αργοσάλεμα με τον στιβαρό τόνο της εμπειρίας, αλλά και την τρομώδη μηχανική της επαναληπτικότητας, αυτή η ζωή, η τόσο απαράλλαχτα ίδια και ολοένα πληθυντική σε γεγονότα, θα μπορούσε να περικλειστεί σε μία και μόνο ημέρα, σε ένα ολόκληρο 24ωρο.
Ο Ρόμπερτ Ζέεταλερ, μέσα σε μόλις 166 σελίδες, εμφανίζει το χρονικό της ζωής του Αντρέας Έγκερ, ενός ανθρώπου χωρίς ιδιότητες, με ισχνό μέγεθος και σκιά που περπατούσε μονίμως σε μια αχνάδα.
Ο Ρόμπερτ Ζέεταλερ, μέσα σε μόλις 166 σελίδες, εμφανίζει το χρονικό της ζωής του Αντρέας Έγκερ, ενός ανθρώπου χωρίς ιδιότητες, με ισχνό μέγεθος και σκιά που περπατούσε μονίμως σε μια αχνάδα. Αν και τα φαινόμενα μιας ζωής εξαρχής χτυπημένης από τη μοίρα θα προμήνυαν δραματικές εντάσεις και θα προσέφεραν τεκμήρια μιας κάποιας συναρπαστικής βιωτής, εντούτοις ο Αντρέας Έγκερ παραμένει ως το τέλος μια υποφωτισμένη περιπλοκή ανθρώπου. Το νήμα των παρορμήσεών του ποτέ δεν θα αναπτυχθεί, οι λαμπρές του στιγμές ουδέποτε θα καταυγάσουν τις μέρες του κι όλα θα κυλήσουν με μια ρυθμικότητα υποτονική, σταθμισμένη, αλλά και με αντοχή απαρασάλευτη.
Θα έλεγε κανείς πως με κάποιον αδιόρατο τρόπο, ο Έγκερ είναι ένας φτωχούλης συγγενής του περιώνυμου Στόουνερ του Τζον Γουίλιαμς. Δεν είναι εγγράμματος, δεν θα κοσμήσει το βιογραφικό του με πανεπιστημιακές σπουδές και καθηγητικές έδρες. Οι λέξεις και τα βιβλία δεν αποτέλεσαν ποτέ της ζωής του το μόνο ταξίδι. Κι όμως, με αδιόρατο και υπόρρητο τρόπο, οι ζωές τους είναι παράλληλες. Η χαμηλότονη παρτιτούρα τους, οι ήρεμοι βόμβοι των γεγονότων που τους καθόρισαν, αλλά και η δική τους αντίδραση σε όσα τους διέτρεξαν (κάτι μεταξύ στωικισμού και ηττοπαθούς αποδοχής) τους κάνει να έχουν βγει από το ίδιο καλούπι.
Μια ήρεμη αφήγηση που εισδύει στη χαρά και τη θλίψη μιας ολόκληρης ζωής όπως περπατάει ένας ταπεινός ταξιδιώτης μέσα στο παρήγορο σκοτάδι.
Βοηθάει ενδεχόμενα σε τούτη την ταύτιση και ο τρόπος με τον οποίο ο Ζέεταλερ έχει διαχειριστεί το υλικό του στο Μια ολόκληρη ζωή. Δεν αφήνει να περάσει κάτω από τις σχισμές των προτάσεων καμία ένταση που θα εκτρέψει το συνολικό ισοζύγιο. Αντιθέτως, επιλέγει μια ήρεμη αφήγηση που εισδύει στη χαρά και τη θλίψη μιας ολόκληρης ζωής όπως περπατάει ένας ταπεινός ταξιδιώτης μέσα στο παρήγορο σκοτάδι. Δεν βλέπει μπροστά του, δεν ξέρει τι τον περιμένει, αλλά δεν νοιάζεται και να προκαλέσει μέσα του τον φόβο ή την ελπίδα – απλώς ατενίζει το άγνωστο.
Ο Αντρέας είναι ένας άνθρωπος του καθήκοντος. Γι’ αυτόν η δράση είναι πάντα η κινητήρια δύναμη της ζωής. Οι λέξεις δεν βγαίνουν εύκολα από το στόμα του. Η ρητορική δεν είναι η τέχνη που τον συνέχει. Παιδί που οι γονείς του το εγκατέλειψαν, που χρειάστηκε να ζήσει ως έκθετο τέκνο σε μια οικογένεια συγγενών, που βίωσε από νωρίς τα χτυπήματα (κυριολεκτικά) στο σώμα του, που, τελικά, οι πληγές του σωματοποιήθηκαν και από νωρίς έμαθε να ζει με τη χωλότητά του (έμεινε κουτσός έπειτα από τα βάναυσα χτυπήματα του ανθρώπου που τον περιμάζεψε). Από μικρός, όμως, ο Αντρέας έμαθε να μην κλαίει, να μην αφήνει κανένα συναίσθημα να κατακλύζει τον εαυτό του. Το μειονέκτημά του, αντί να τον μετατρέψει σε εύκολο θύμα, του προσέφερε περισσότερη σωματική δύναμη. Λες και αποτέλεσε ένα αντιστάθμισμα στην άγευστη γενικότητα του βίου του.
![]() |
Ο Robert Seethaler |
Ο Αντρέας ζει σε ένα χωριό στις Άλπεις κι αυτή η επικράτεια του φτάνει. Είναι ικανός για κάθε χειρωνακτική ζωή ώστε να βγάλει τα προς το ζην και στα 18 του ορθώνει το ανάστημά του (από τις λίγες φορές που το κάνει) και πηγαίνει κόντρα στον συγγενή-πατριό του. Από εκείνη τη στιγμή θα αρχίσει να ανοίγεται ο μοναχικός του δρόμος. Τη ίδια στιγμή, στο μέχρι πρότινος απομονωμένο χωριό καταφτάνει πλησίστια η πρόοδος. Μια κατασκευαστική εταιρεία πρόκειται να μετατρέψει το ειδυλλιακό μέρος σε παραθεριστικό θέρετρο, προσδοκώντας να προσελκύσει πολλούς τουρίστες και να αλλάξει εντελώς, επί τα χείρω, το φυσικό τοπίο. Ο Αντρέας πιάνει δουλειά στο εργοτάξιο και βιώνει ταυτοχρόνως το πρώτο και μοναδικό ερωτικό του σκίρτημα. Η γνωριμία του με τη Μαρί, μια δασκάλα, θα είναι καθοριστική, αλλά και εξόχως δραματική. Θα τη χάσει έπειτα από μια φονική χιονοστιβάδα και το χτύπημα στη ζωή του θα είναι βαρύ, αλλά όχι σε βαθμό που να τον διαλύσει. Ο Αντρέας θα συνεχίσει να ζει. Είναι μαθημένος στην απώλεια και τον μονήρη βίο.
Η κτηνώδης βία, ο εξανδραποδισμός και η μεταλλική υφή του θανάτου που θα βιώσει στο πετσί του δεν θα τον μετατρέψουν σε ημιάγριο θύμα που δυνητικά θα ζητούσε να γίνει θύτης για να πάρει εκδίκηση.
Δεν θα μεταβληθεί ο κόσμος εντός του ούτε όταν θα σταλεί στο Ανατολικό Μέτωπο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Η κτηνώδης βία, ο εξανδραποδισμός και η μεταλλική υφή του θανάτου που θα βιώσει στο πετσί του δεν θα τον μετατρέψουν σε ημιάγριο θύμα που δυνητικά θα ζητούσε να γίνει θύτης για να πάρει εκδίκηση. Καίτοι πιάνεται αιχμάλωτος και στέλνεται σε στρατόπεδο εργασίας (έζησε εκεί οκτώ ολόκληρα χρόνια), θα ανέλθει ξανά στην επιφάνεια με την ίδια στωικότητα και αποφασιστικότητα. Από τη φύση του επινοητικός, καταφέρνει να προσαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες. Ακόμη και όταν τα πάντα γύρω του έχουν αλλάξει δραστικά, εκείνος καταφέρει μονίμως να βρίσκει μια δουλειά. Ολιγαρκής μεν, εύστροφος δε.
Λίγους μήνες πριν πεθάνει, παίρνει ένα λεωφορείο έξω από το χωριό. Όταν ο οδηγός τον ρωτάει πού θέλει να πάει, απαντά: «Δεν ξέρω… Απλά δεν το ξέρω». Αυτή, θα έλεγε κανείς, πως είναι η επιτομή της ζωής του. Πέρασε πολλά, χτυπήθηκε, ερωτεύτηκε, γνώρισε τον θάνατο, την απώλεια, τη λελογισμένη ελπίδα και σαρκώθηκε τη μοίρα. Και τελικά δεν έμαθε ποτέ πού πήγαινε και τι ήθελε να κάνει.
Ο Αντρέας είναι ένας κοινός άνθρωπος κι ας φαίνεται εκκεντρικός. Είναι ένας άνθρωπος του μέσου όρου που μπορεί να μη δείχνει ικανός να μεγαλουργήσει, όμως η δική του τέχνη της επιβίωσης είναι από μόνη της μια νίκη κόντρα στη φθορά. Ο Ζέελατερ έγραψε ένα βαθύτατα ανθρώπινο μυθιστόρημα. Και σε τέτοιου είδους έργα δεν χωράει ούτε ο φτηνός λυρισμός ούτε οι λούπες του συναισθήματος. Η λιτότητα είναι η χάρη του βιβλίου. Ο ήσυχος ρυθμός προσομοιάζει με τον χτύπο μιας ήρεμης καρδιάς ή με την ανάσα ενός ανθρώπου που ζει σε κατάσταση αδράνειας.
Η μοίρα του βιβλίου ήταν θαυμαστή. Μεταφράστηκε σε περισσότερες από 35 γλώσσες και πούλησε πάνω από 800.000 αντίτυπα. Παράλληλα ήταν στη βραχεία λίστα των Βραβείων Man Booker International για το 2016. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη μετάφραση του Γιάννη Καλιφατίδη. Είναι φανερό από την πρώτη πρόταση (παρεμπιπτόντως, πρόκειται για αρχή που σημαίνει αυτομάτως τι θα επακολουθήσει) έως το τέλος του βιβλίου πως έχει κατανοήσει απολύτως τις προθέσεις του συγγραφέα. Δεν μετέφρασε απλώς, αλλά πήρε ουσιαστικό μέρος στη διαδικασία της μετεγγραφής. Όπως συμβαίνει πάντα στις καλές μεταφραστικές προσπάθειες.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ROBERT SEETHALER