Για το μυθιστόρημα του Jo Nesbo «Μάκβεθ» (μτφρ. Γωγώ Αρβανίτη, εκδ. Μεταίχμιο).
Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’70, σε μια υποβαθμισμένη πόλη της Σκοτίας με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας και τρομακτικούς δείκτες εγκληματικότητας. Ο νέος διοικητής της αστυνομίας, ο αδιάφθορος Ντάνκαν, πρέπει να αντιμετωπίσει τη μάστιγα ενός χημικού ναρκωτικού που παράγεται στην πόλη και καταστρέφει τους απαθείς κι απελπισμένους κατοίκους της, και τη συμμορία μηχανόβιων εγκληματιών ονόματι Νορς Ράιντερ. Η κατάντια της πόλης οφείλεται στη σταδιακή και σχεδόν πλήρη αποβιομηχάνισή της και στην προηγούμενη διεφθαρμένη διοίκηση της αστυνομίας. Ο Ντάνκαν όμως έχει στο πλευρό του την Ομάδα Κρούσης με επικεφαλής τον αστυνομικό Μάκβεθ, έναν έμπειρο και σκληροτράχηλο άνδρα που έχει ανέβει τις βαθμίδες της ιεραρχίας με σκληρή δουλειά.
Το βιβλίο ξεκινά όταν η Ομάδα Οργανωμένου Εγκλήματος του αστυνόμου Ντοφ αποτυγχάνει να συντρίψει τους Νορς Ράιντερ και ο Μάκβεθ παρεμβαίνει σώζοντας την επιχείρηση. Είναι προφανές ότι ο Μάκβεθ είναι ο πιο ικανός άνδρας του αστυνομικού σώματος και διαθέτει διοικητικές ικανότητες, παρότι έχει ξεκινήσει από πολύ χαμηλά, ως τρόφιμος ορφανοτροφείου. Η φιλόδοξη και πανέξυπνη κοκκινομάλλα Λαίδη, ιδιοκτήτρια του καζίνου Ινβερνές, με την οποία συζεί ο Μάκβεθ, τον πείθει ότι θα ήταν ιδανικός διευθυντής της αστυνομίας αν… αν έφευγε από τη μέση ο Ντάνκαν. Κι έτσι αρχίζει ο κύκλος του αίματος, των δολοφονιών και της εξόντωσης πολιτικών, φίλων και αντιπάλων.
Στο συλλογικό ασυνείδητο, ο Μάκβεθ είναι ο φιλόδοξος άρχοντας που δεν διστάζει να σφάξει εχθρούς και φίλους για να φτάσει στην κορυφή της πυραμίδας: στον βασιλικό θρόνο.
Η υπόθεση του Μάκβεθ είναι γνωστή, λίγο ως πολύ, όχι μόνο στους θεατρόφιλους. Τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ είναι το υπόδειγμα Τέχνης (με κεφαλαίο Τ), που έχει φτιαχτεί από λαϊκά υλικά, μύθους, θρύλους και κομμάτια αληθινής ιστορίας, και διαπραγματεύονται τα αιώνια θέματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα από τη γέννησή της: το πάθος για εξουσία, η ζήλια, ο φθόνος, ο αδηφάγος έρωτας, η προδοσία, η απληστία. Στο συλλογικό ασυνείδητο, ο Μάκβεθ είναι ο φιλόδοξος άρχοντας που δεν διστάζει να σφάξει εχθρούς και φίλους για να φτάσει στην κορυφή της πυραμίδας: στον βασιλικό θρόνο. Με την παρότρυνση της Λαίδης Μάκβεθ θα εξολοθρεύσει όσους στέκονται ή υπάρχει περίπτωση να σταθούν εμπόδιο στον δρόμο του, αλλά θα ξεχάσει τον πιο ανίκητο αντίπαλο: τις Ερινύες, τις τύψεις για τον φόρο του αίματος. Και το μήνυμα, με δυο λόγια: όσοι διεκδικούν την εξουσία ως αυτοσκοπό, αργά ή γρήγορα οδηγούνται στην αυτοκαταστροφή.
Διαβάζοντας διάφορα σχόλια για τον Μάκβεθ του Σαίξπηρ (αφού δεν είμαι ειδική στο θέατρο ή στην αγγλική γραμματεία), σε μια προσπάθεια να αποκωδικοποιήσω τον Μάκβεθ του Νέσμπο, είδα ότι το έργο είναι από τις μικρότερες σε διάρκεια τραγωδίες του Σαίξπηρ. Γύρω στις εκατό σελίδες ο πρώτος Μάκβεθ· ξεπερνάει τις 600 η διασκευή του. Με τη γνωστή μαεστρία του, ο Νορβηγός συγγραφέας γεμίζει τη λιτή σχετικά ιστορία του φιλόδοξου Σκοτσέζου στρατηγού με λουτρά αίματος, αλλεπάλληλες συγκρούσεις συμμοριών και αστυνομικών, εκτελέσεις αμάχων και τίμιων αστυνομικών από διεφθαρμένους συναδέλφους τους, σκηνές δράσης με αυτοκινητικές καταδιώξεις και επιθέσεις με πολυβόλα. Η βία σε κάθε μορφή κι εκδήλωσή της. Δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο από τον Νέσμπο, προφανώς γι' αυτό του ανατέθηκε η διασκευή του Μάκβεθ στo πλαίσιo του Hogarth Shakespeare Project. (Hogarth Press ήταν ο εκδοτικός οίκος που ίδρυσαν η Βιρτζίνια και ο Λέναρντ Γουλφ το 1917, και εν έτει 2015 εγκαινίασε τη σειρά διασκευών έργων του Σαίξπηρ από σύγχρονους επιτυχημένους συγγραφείς).
Ο Νέσμπο επιλέγει ως έδρα της ιστορίας του μια ανώνυμη πόλη της Σκοτίας, και ως χρονική στιγμή τη δεκαετία του ’70. Ηλίου φαεινότερο: η Γλασκόβη της αποβιομηχάνισης και της ανεργίας, η πόλη με τη μεγαλύτερη διάδοση των ναρκωτικών την εποχή εκείνη, οι συνθήκες απόγνωσης και φτώχειας που δημιούργησαν τη σχολή του tartan noir. Συγχρόνως, κλείνει το μάτι στη σαιξπηρική παράδοση, αφού οι μελετητές του βάρδου πιστεύουν ότι ο Μάκβεθ στηρίχθηκε στα Χρονικά Holinshed (1587), ένα συλλογικό έργο που διηγείτο, εκτός άλλων, την ιστορία της Σκοτίας και ανέφερε τον Σκοτσέζο βασιλιά Μάκβεθ (πραγματικό πρόσωπο, με διαφορετική μοίρα από τον τραγικό ήρωα).
Τα ναρκωτικά αποτέλεσαν μια έξυπνη δραματουργική λύση για τον Νέσμπο: οι κυριότεροι αντίπαλοι του Ντάνκαν και του Μάκβεθ είναι ο Εκάτης, γνωστός και ως Αόρατο Χέρι (αναφορά στον Άνταμ Σμιθ;), ο οποίος παρασκευάζει το χημικό ναρκωτικό «φίλτρο» στα υπόγεια της πόλης, και ο Σβένο, ο αρχηγός των Νορς Ράιντερ που θέλει να πλασάρει τα δικά του ναρκωτικά, φερμένα από «αλλού» – η εισβολή της ηρωίνης στη Γλασκόβη στα ’70s και η ραγδαία κλιμάκωση του οργανωμένου εγκλήματος. Τη θέση της μάγισσας Εκάτης και των τριών μαγισσών που παρασύρουν τον Μάκβεθ με τις προφητείες τους έχουν πάρει οι παρασκευαστές του «φίλτρου», του ναρκωτικού που υποδουλώνει και καταστρέφει τους χρήστες του – αναφορά στο κρακ, πιθανότατα.
Έχοντας μελετήσει ενδελεχώς τη συγκεκριμένο περίοδο, ο Νέσμπο στήνει τη δυστοπία του με τα στοιχεία της αποβιομηχάνισης που έπληξε τη Σκοτία μετά τη δεκαετία του ’60, και με το μολυσμένο περιβάλλον της πόλης.
Έχοντας μελετήσει ενδελεχώς τη συγκεκριμένο περίοδο, ο Νέσμπο στήνει τη δυστοπία του με τα στοιχεία της αποβιομηχάνισης που έπληξε τη Σκοτία μετά τη δεκαετία του ’60, και με το μολυσμένο περιβάλλον της πόλης (συνέπεια της καταστροφής που προκάλεσαν στους φυσικούς πόρους τα τοξικά βιομηχανικά απόβλητα). Η πόλη εμφανίζεται εγκαταλειμμένη από την κεντρική εξουσία που βρίσκεται στο Καπιτώλιο, την πρωτεύουσα η οποία παραπέμπει μάλλον στο Εδιμβούργο. Η μαύρη μολυσμένη βροχή που πέφτει ασταμάτητα, τα βαριά σύννεφα που, όταν παραμερίζουν, αφήνουν την πόλη ακόμα πιο έκθετη και γυμνή μέσα στη διάλυσή της, εντείνουν τη δυστοπική ατμόσφαιρα.
Κι εδώ σταματούν οι ομοιότητες και αρχίζουν οι προβληματισμοί. Αντιγράφω από τη βικιπαίδεια: «Στο έργο, οι τρεις μάγισσες αντιπροσωπεύουν το σκοτάδι, το χάος και τη σύγκρουση, ενώ παίζουν και τον ρόλο των μαρτύρων.Την εποχή του Σαίξπηρ, οι μάγισσες θεωρούνταν χειρότερες από επαναστάτες, αφού ήταν όχι μόνο πολιτικοί αλλά και πνευματικοί προδότες. Στο έργο του Σαίξπηρ, οι μάγισσες κινούνται μεταξύ πραγματικότητας και υπερφυσικού. Αψηφούν τη λογική και δεν υπόκεινται στους κανόνες του πραγματικού κόσμου. Οι μάγισσες είναι τόσο βαθιά ριζωμένες στους δύο κόσμους που δεν είναι σαφές αν αυτές ελέγχουν τη μοίρα ή αν είναι αντιπρόσωποί της. Τα λόγια τους στην πρώτη Πράξη: “Είν’ τα ωραία φρίκη, φρίκη τα καλά / Άνεμοι πάρετέ μας, πάχνη κρύψε μας!” λέγεται συχνά ότι δίνουν τον τόνο για το υπόλοιπο έργο, δημιουργώντας το αίσθημα της σύγχυσης. Πράγματι, το έργο είναι γεμάτο με περιπτώσεις όπου το κακό παρουσιάζεται ως καλό, ενώ το καλό καθίσταται κακό. Άλλοι στίχοι κοινωνούν ξεκάθαρα την πρόθεση των μαγισσών να δημιουργήσουν προβλήματα στους θνητούς γύρω τους».
Ο Jo Nesbo |
Αντικαθιστώντας τις τρεις μάγισσες με δύο αδελφές που παρασκευάζουν το «φίλτρο» και μια αντρογυναίκα –ίσως τραβεστί–, τη Στρέγκα, πόσο μάλλον την Εκάτη με τον ηλικιωμένο Εκάτη, χάνεται ένας από τους βασικούς πυλώνες του έργου, χάνεται η αμφισημία ανάμεσα στο κακό και το καλό.
Αντικαθιστώντας τις τρεις μάγισσες με δύο αδελφές που παρασκευάζουν το «φίλτρο» και μια αντρογυναίκα –ίσως τραβεστί–, τη Στρέγκα, πόσο μάλλον την Εκάτη με τον ηλικιωμένο Εκάτη, χάνεται ένας από τους βασικούς πυλώνες του έργου, χάνεται η αμφισημία ανάμεσα στο κακό και το καλό. Έτσι βέβαια εξηγούνται ρεαλιστικά οι παραισθήσεις του Μάκβεθ, αφού παρουσιάζεται εξαρτημένος από το «φίλτρο».
Η ανάγκη να συμπληρωθούν κάποιες τρύπες στην πλοκή, οδήγησαν τον Νέσμπο στην αλλαγή μερικών αρχικών ηρώων (ο ΜακΝταφ γίνεται σκέτος Ντοφ, ο Κεθνές αλλάζει φύλο και γίνεται η ερωμένη του Ντοφ), όπως επίσης στην εισαγωγή νέων προσώπων που μπερδεύουν τον αναγνώστη (ή εμένα ως αναγνώστρια): για παράδειγμα, ο Μπόνους, που εμφανίζεται στην αρχή του βιβλίου και παίζει καίριο ρόλο, ξεχνιέται μέσα στα ονόματα των ανδρών της Ομάδας Κρούσης και της Δίωξης Ναρκωτικών.
Οι τύψεις της Λαίδης ενισχύονται με συμβάντα από την παιδική της ηλικία και την προσωπική της ζωή – σαν να μην αρκεί στην εποχή μας ο φόνος από μόνος του για να προκαλέσει παράνοια, αλλά πρέπει να τον στηρίξουμε με «ψυχαναλυτικά» δεδομένα. Με ανάλογο τρόπο εμπλουτίζεται το παρελθόν του Μάκβεθ, με το μεγάλωμά του σε ορφανοτροφείο και το ταλέντο του στο στιλέτο λόγω της εμπειρίας του σε τσίρκο. Κι εδώ, είναι σαν να μην αρκεί η δίψα για εξουσία του Μάκβεθ, αλλά να πρέπει να ενισχυθεί η παράνοιά του με την εξάρτηση από τα ναρκωτικά.
Είχα διαρκώς την αίσθηση ότι πίσω από τον Μάκβεθ παραμόνευε ο Χάρι Χόλε – τον οποίο φαντάζομαι πάντοτε με την εμφάνιση του ίδιου του Νέσμπο.
Οι αλλεπάλληλες προδοσίες και τα «καρφιά» του Εκάτη σε κάθε στρώμα της κοινωνίας και τομέα της διοίκησης προσιδιάζουν περισσότερο στην εμμονή του Σκορτσέζε με τα κινηματογραφικά έπη της Μαφίας. Άλλωστε, από την πρώτη σελίδα βλέπουμε ότι ο Νέσμπο επιλέγει μια αμιγώς κινηματογραφική αισθητική: παρακολουθούμε την πορεία μίας σταγόνας της βροχής, η οποία δίνει την ευκαιρία στον συγγραφέα να αφηγηθεί συνοπτικά την ιστορία της ανώνυμης πόλης και να μας γνωρίσει τους βασικούς ήρωες. Σε άλλο σημείο, η «κάμερα» ακολουθεί ένα γλάρο που διασχίζει την πόλη πετώντας ψηλά και παρατηρεί τα τεκταινόμενα.
Εν κατακλείδι, ο κατά Νέσμπο Μάκβεθ θα ενθουσιάσει τις καινούργιες γενιές αναγνωστών, που θέλουν «χορταστικά» βιβλία με πολλή δράση η οποία να παραπέμπει στις δημοφιλείς σειρές. Και αυτό το πέτυχε άριστα ο Νορβηγός που κατέκτησε τον κόσμο. Εγώ όμως είχα διαρκώς την αίσθηση ότι πίσω από τον Μάκβεθ παραμόνευε ο Χάρι Χόλε – τον οποίο φαντάζομαι πάντοτε με την εμφάνιση του ίδιου του Νέσμπο. Ίσως είναι δική μου αδυναμία να ξεχωρίσω τον ήρωα από τον δημιουργό του. Ή ίσως ο Νέσμπο να έχει ταυτιστεί οριστικά με τον Χάρι Χόλε.
* Κεντρική εικόνα: Illustration © Owen Freeman/The New York Times
* H ΧIΛΝΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡIΟΥ είναι μεταφράστρια και συγγραφέας.
Μάκβεθ
Jo Nesbo
Μτφρ. Γωγώ Αρβανίτη
Μεταίχμιο 2018
Σελ. 632, τιμή εκδότη €18,80