Για το βιβλίο του Siegfried Kracauer «Η γραφομηχανούλα - Nietzsche ex Machina: Έξι επιστολές και ένα ποίημα του Φρίντριχ Νίτσε για τη "γραφόσφαιρα"» (μτφρ. Νικήτας Σινιόσογλου, εκδ. Κίχλη).
Του Θωμά Συμεωνίδη
Τι είναι αυτό που μας διαμορφώνει και τι σημαίνει διαμορφώνομαι, ορίστε δύο ερωτήματα που θα μας οδηγήσουν στον Κρακάουερ και τον Νίτσε και από εκεί στη «Γραφομηχανούλα», βιβλίο διαστάσεων 11.5 επί 16.5 εκατοστά, 88 σελίδων, με 8 σχέδια της Εύης Τσακνιά και 24-σέλιδη εισαγωγή του Νικήτα Σινιόσογλου, ο οποίος μεταφράζει το ομώνυμο κείμενο του Κρακάουερ («Γραφομηχανούλα»), καθώς και 6 επιστολές και 1 ποίημα του Νίτσε, προσθέτοντας σχόλια, σημειώσεις και πηγές όπου χρειαστεί, με την έκδοση να περιλαμβάνει επίσης 4 φωτογραφίες (οι δύο κρυμμένες) των Κρακάουερ και Νίτσε και 6 εικόνες δακτυλόγραφων (επιστολή, ποιήματα, στιχάκια/δοκιμές, εξώφυλλο) του Νίτσε.
H πίστη στη μικρή κλίμακα των γεγονότων και της ζωής είναι δηλωτική όλης της προσέγγισης του Κρακάουερ και των μεθόδων που ακολουθεί ως θεωρητικός του κινηματογράφου, ως ιστορικός, ως κοινωνιολόγος, γενικότερα, ως διανοητής και συγγραφέας.
Τα ερωτήματα τώρα (διαμορφώνει, διαμορφώνομαι). Είναι αυταπάτη η πίστη πως τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας είναι αυτά που δρουν πιο αποφασιστικά στις ζωές των ανθρώπων και μας ορίζουν, αυτό ισχυρίζεται ο Κρακάουερ και επισημαίνεται εύστοχα ως σχόλιο στο βιβλίο. Στην πραγματικότητα, «τους ανθρώπους διαμορφώνουν αδιαλείπτως και με τρόπο υπόγειο οι μικρές καταστροφές που συνθέτουν την καθημερινή ζωή» (σελ. 79), αυτό πιστεύει ο Κρακάουερ. Αυτή η πίστη στη μικρή κλίμακα των γεγονότων και της ζωής είναι δηλωτική όλης της προσέγγισης του Κρακάουερ και των μεθόδων που ακολουθεί ως θεωρητικός του κινηματογράφου, ως ιστορικός, ως κοινωνιολόγος, γενικότερα, ως διανοητής και συγγραφέας. Και αυτή η πίστη στη μικρή κλίμακα, τον φέρνει σε άμεση επαφή με τον Βάλτερ Μπένγιαμιν, για τον οποίο ο επιστήθιος φίλος του Γκέρσομ Σόλεμ είχε πει κάποτε ότι ήταν αιχμάλωτος αυτού που είναι μικρό και ότι ονειρευόταν (ο Μπενγιαμιν) να ανακαλύψει το απόλυτο μέσα στο απεριόριστα μικρό και να εκφράσει, μέσα από μινιατούρες, την τελειότητα. Αυτή την πίστη ότι το μεγάλο εκδηλώνεται στο μικρό, την αποδίδει ο Σόλεμ με μία (έξοχη) φράση του Αμπι Βάρμπουργκ: «Ο καλός Θεός κατοικεί στη λεπτομέρεια».
Ο Κρακάουερ όπως και ο Μπένγιαμιν συνδέθηκαν με τη Σχολή της Φρανκφούρτης, τα πιο επιφανή μέλη της οποίας ήταν ο Τέοντορ Αντόρνο και ο Μαξ Χορκχάιμερ. Ο ιστορικός Μάρτιν Τζέι προχωράει σε μία πιο διευρυμένη ομαδοποίηση θεωρώντας ένα κοινό πλαίσιο συνθηκών και προβληματισμών για τους Γερμανούς διανοούμενους που γεννήθηκαν μεταξύ 1885 και 1910 και στους οποίους συμπεριλαμβάνει επίσης τους Ερνστ Μπλοχ, Νόρμπερτ Ελίας αλλά και τη Χάνα Άρεντ και τον Γκύντερ Άντερς. Ποιο είναι αυτό το κοινό πλαίσιο συνθηκών και προβληματισμών; Η αστικοποίηση και κατά προέκταση η μητροπολιτική συνθήκη, η μοναχική ύπαρξη, η εργασία χωρίς νόημα, η μηχανική παραγωγή. Αλλά και η Γερμανία του μεσοπολέμου, η εβραϊκότητα, η άνοδος του ναζιστικού κόμματος στην εξουσία, η εξορία. Μέσα λοιπόν από τον κατακερματισμό της εμπειρίας και την απώλεια αναφορών που άλλοτε παρείχαν οι μικρότερες κοινότητες και γενικότερα οι πολύ πιο απλές δομές κοινωνίας, παραγωγής και συνύπαρξης, οι στοχαστές τους οποίους αναφέρει ο Τζέι, προσπάθησαν να αποκαταστήσουν διαρρηγμένες ενότητες και ολότητες, μέσα από τον αναστοχασμό της καθημερινής εμπειρίας, αλλά και μέσα από την αξιοποίηση των νέων μέσων της εποχής όπως το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η φωτογραφία, το γραμμόφωνο.
Σε αυτά τα νέα μέσα, ας προστεθεί και η γραφομηχανή. Και ας συμπληρωθεί εδώ ότι το σύνολο σχεδόν των στοχαστών που αναφέρθηκαν, συνδέθηκαν με αυτό που έγινε γνωστό αργότερα ως κριτική θεωρία, μία γενικότερη κατεύθυνση της θεωρίας που μέσα από τον αναστοχασμό αποσκοπεί, σε ατομικό επίπεδο, στη χειραφέτηση της σκέψης και στην αυτονομία, και σε συλλογικό, σε μορφές κοινωνικής οργάνωσης και συνύπαρξης που θα χαρακτηρίζονται από λιγότερες παθογένειες (διακρίσεις, αποκλεισμούς, σχέσεις εκμετάλλευσης και κυριαρχίας). Στην κριτική θεωρία μπορεί να διακρίνει κάποιος δύο επίπεδα πραγματικότητας: πώς είναι η πραγματικότητα (διαγνωστική προσέγγιση), πώς θα έπρεπε να είναι η πραγματικότητα (αξιολογική/υπερβατική προσέγγιση). Και αυτά τα δύο επίπεδα πραγματικότητας όπως τέθηκαν, μπορεί να τα αντιληφθεί κάποιος στην φράση του Βάμπουργκ («Ο καλός Θεός κατοικεί στη λεπτομέρεια»), η οποία μας οδηγεί πίσω στον Μπένγιαμιν και στον Κρακάουερ.
Η εστίαση στη λεπτομέρεια και ο αναστοχασμός της παρέχει τη δυνατότητα μίας όρασης απαλλαγμένης από όλους τους προσδιορισμούς που έχουν υποστεί τα πράγματα μέσα από την υπαγωγή τους σε συστήματα, καταμερισμούς, ιεραρχήσεις.
Η εστίαση στη λεπτομέρεια και ο αναστοχασμός της παρέχει τη δυνατότητα μίας όρασης απαλλαγμένης από όλους τους προσδιορισμούς που έχουν υποστεί τα πράγματα μέσα από την υπαγωγή τους σε συστήματα, καταμερισμούς, ιεραρχήσεις. Ο αναστοχασμός και κατά προέκταση η χειραφέτηση της λεπτομέρειας από τους προσδιορισμούς της απελευθερώνει ένα νέο δυναμικό συνδέσεων, οδηγεί σε νέους σχηματισμούς του χρόνου και της ύλης. Αλλά αυτές οι νέες συνδέσεις μπορούν να προκύψουν και από τις διαμεσολαβήσεις που μπορεί να υποστεί η πραγματικότητα μέσα από τα νέα μέσα. Ο Νίτσε για παράδειγμα είναι φοβερά ενθουσιασμένος από το τεχνικό επίτευγμα που ονομάζεται «γραφομηχανή» και τη διαμεσολάβηση της γραφής στην οποία οδηγεί. Θα δηλώσει: «Η γραφομηχανή με συναρπάζει κατ’ αρχάς περισσότερο απ’ όλα τα γραπτά» (σελ. 80).
Όμως αυτές οι διαμεσολαβήσεις δεν έχουν διάρκεια και δεν είναι καθοριστικές (διαμορφωτικές) σε βάθος χρόνου. Ο Κρακάουερ και ο Νίτσε στην προκειμένη περίπτωση καταδικάζονται σε μία μετεώριση ανάμεσα στο υπερβατικό από τη μία, το μικρό και το ασήμαντο τελικά, από την άλλη. Μία μετεώριση, αλλά και μία μορφή περιπλάνησης – σωματικής, πνευματικής, νοερής που καταδικάζει σε μελαγχολία γιατί ακριβώς αυτό το τόσο πνευματικά σημαντικό που αποκαλύπτεται, την ίδια στιγμή χάνεται, είναι αποσπασματικό, φευγαλέο, εφήμερο: αυτό είναι το χαρακτηριστικό της νεωτερικότητας, με αυτόν τον τρόπο προσεγγίζεται η νεωτερικότητα από τον Μπωντλαίρ και τον Μπένγιαμιν.
O Ζίγκφριντ Κρακάουερ |
Οι σχέσεις που αναπτύσσουν ο Κρακάουερ και ο Νίτσε με τις γραφομηχανές τους είναι ήδη εγγεγραμμένες σε αυτό το σχήμα αποκάλυψης, απομάγευσης, ματαίωσης που διέπει μοιραία κάθε ολοκληρωμένη εμπειρία ή κάθε αντικείμενο που δίνει υπόσταση σε μία φανέρωση. Και αυτή η μελαγχολία, είναι που οδηγεί πίσω στην πραγματικότητα, στους ανθρώπους και τα πράγματα που ήταν και είναι εκεί. Ο Νίτσε θα συνοψίσει αυτή την κίνηση λέγοντας «Σκέψη είναι η ικανότητα να παίρνει κανείς τα πράγματα ελαφρότερα απ’ ό,τι όντως είναι» (σελ. 85), όπως και ο Σινιόσογλου στην εισαγωγή του: «Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ο αρχικός ενθουσιασμός εκφυλίζεται σε αδιαφορία. Ίσως επειδή κάποιες φορές οι παραμικρές ρωγμές σε μια απόλυτη σχέση επιτρέπουν στην πραγματικότητα να εισέλθει τόσο ορμητικά, ώστε καταργούνται οι σπάνιες, βραχύβιες στιγμές εξαίρεσης που προηγήθηκαν. Ευτυχώς ή δυστυχώς, οι ρωγμές αυτές αποκαθιστούν τότε τη σχέση μας με τους άλλους και τον κόσμο» (σελ. 29).
Ο Κρακάουερ θα νιώσει κυρίαρχος, θα αγαπήσει, θα αισθανθεί την τελειότητα της γραφομηχανής του. Θα τη δει ως ένα πλάσμα ανώτερο, διαρκώς διαθέσιμο, που γρήγορα θα ξεπεράσει σε σημασία και σπουδαιότητα τους ανθρώπους και τα εμφανή όριά τους, την τυχαιότητα των διαθέσεών τους.
Ο Κρακάουερ θα νιώσει κυρίαρχος, θα αγαπήσει, θα αισθανθεί την τελειότητα της γραφομηχανής του. Θα τη δει ως ένα πλάσμα ανώτερο, διαρκώς διαθέσιμο, που γρήγορα θα ξεπεράσει σε σημασία και σπουδαιότητα τους ανθρώπους και τα εμφανή όριά τους, την τυχαιότητα των διαθέσεών τους. Θα δει μία νέα πραγματικότητα μέσα από τη μηχανικά διαμεσολαβημένη γραφή της οποίας γίνεται ο αποκλειστικός μάρτυρας και κοινωνός: «ολόγυρα ξεπηδούσαν υπέροχα σχέδια καμωμένα με γλωσσικά σημεία […] Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τους σχηματισμούς της αλφαβήτας και ανήσυχοι κουνούσαν τα κεφάλια τους» (σελ. 41). Όμως γρήγορα θα επέλθει η απομυθοποίηση: η μηχανή μπορεί επίσης να αρρωστήσει, να έχει κακή διάθεση, να γίνει διαθέσιμη για κάποιον άλλον - ένας ξένος, ένας τεχνίτης μπορεί με την εξειδικευμένη του γνώση να επέμβει πάνω της και να καταδείξει τη μαζικότητα που τη διέπει, την τυποποιημένη της φύση. Τότε, αναθεωρούνται όλα όσα αφέθηκαν πίσω, με βάση τη νέα (μειωμένη) αξία που έχει η μηχανή: σχέσεις με ανθρώπους και συνήθειες ενεργοποιούνται πάλι, μάλλον απρόθυμα, στην αρχή τουλάχιστον. Τα ίδια συμβαίνουν περίπου και με τον Νίτσε, ο οποίος όμως, αρκείται στις υπηρεσίες της γραφομηχανής, που «είναι ντελικάτη σαν μικρός σκύλος», μέχρι να βρεθεί αυτός ο «νέος άνθρωπος» που θα τον έχει διαρκώς κοντά του και ο οποίος θα είναι «ευφυής και μορφωμένος επαρκώς, ώστε να μπορεί να εργαστεί» μαζί του (σελ. 63).
Στον Κρακάουερ, το απόλυτο είναι μεταβατικό, το απόλυτο είναι η πίστη στη γραφομηχανούλα του. Στον Νίτσε, το απόλυτο είναι αυτός ο νέος άνθρωπος που έχει ανάγκη ο Νίτσε για τον κόσμο όπως τον οραματίζεται, αλλά και για τις καθημερινές του ανάγκες. Τίποτα από τα δύο δεν μπορεί να αντέξει σε βάθος χρόνου, ως κατάσταση, ως προσδοκία. Το μεγάλο μέσα στο μικρό, το απόλυτο ως έκλαμψη στον χρόνο και στην ύλη που είναι η καθημερινότητα και μετά η απώλειά του: μία καταστροφή που ενημερώνει, διαμορφώνει μία άποψη, μία στάση, μία ζωή σε σχέση με το πώς έχουν τελικά τα πράγματα και τι απαιτείται για μία πιο αποκαλυπτική (και κτητική) πρόσβαση σε αυτά.
* Ο ΘΩΜΑΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η άνοιξη είναι πίσω μας: έχουμε ζέστη καλοκαιρινή και φως καλοκαιρινό. Είναι ο καιρός της απελπισίας μου. Πού να πάω; Πού να πάω; Πού να πάω; Με πόση δυσθυμία αφήνω τη θάλασσα. Φοβάμαι τα βουνά και καθετί της ενδοχώρας – αλλά πρέπει να φύγω. Τι κρίσεις αφήνω πάλι πίσω μου. Οι φριχτές ποσότητες χολής, που πια διαρκώς φτύνω σε ξεσπάσματα, διεγείρουν το ενδιαφέρον μου. Ένα άρθρο στην Berliner Tageblatt που περιγράφει την παραμονή μου στη Γένοβα με διασκέδασε πολύ – ούτε τη γραφομηχανούλα δεν άφησαν απέξω».
Ζίγκφριντ Κρακάουερ
Μτφρ. Νικήτας Σινιόσογλου
Κίχλη 2017
Σελ. 88, τιμή εκδότη €9,80
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ SIEGFRIED KRACAUER