Για το μυθιστόρημα του Jean Echenoz «Ειδική Απεσταλμένη» (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Ίκαρος).
Του Θωμά Συμεωνίδη
Δύσκολο να κατανοηθεί το τοπίο της σύγχρονης γαλλικής λογοτεχνίας χωρίς την ανάγνωση του έργου του Ζαν Εσνόζ. Και αυτό γιατί, αν και εμβληματικός συγγραφέας των εκδόσεων Minuit, στο έργο του Εσνόζ μπορεί να εντοπίσει κανείς την υπέρβαση μιας σειράς αδιεξόδων στα οποία οδηγήθηκε στο σύνολό της η γαλλική λογοτεχνία μέσα από τους πειραματισμούς του Νέου Μυθιστορήματος (Nouveau Roman), το διαρκές και επιτακτικό αίτημα για λογοτεχνική στράτευση με σημείο αναφοράς τον Μάιο του ’68, τη μεγάλη κρίση στο επίπεδο των ιδεών και στον ρόλο του συγγραφέα ως διανοούμενου από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και μετά. Ο Εσνόζ, χωρίς να αγνοήσει τα κεκτημένα του Νέου Μυθιστορήματος και τις δυνατότητες της λογοτεχνίας για κοινωνική κριτική, κατάφερε να ανανεώσει τη μυθιστορηματική γραφή, εστιάζοντας σε κρίσιμα στοιχεία του μυθιστορήματος, όπως η πλοκή, η δράση, η αγωνία, η εμπλοκή του αναγνώστη, η έκπληξη, η ανατροπή. Με λίγα λόγια, ο Εσνόζ επανέφερε την έμφαση στην αφηγηματικότητα, την πίστη στο μυθιστόρημα ως λογοτεχνικό είδος.
Ο Εσνόζ, χωρίς να αγνοήσει τα κεκτημένα του Νέου Μυθιστορήματος και τις δυνατότητες της λογοτεχνίας για κοινωνική κριτική, κατάφερε να ανανεώσει τη μυθιστορηματική γραφή, εστιάζοντας σε κρίσιμα στοιχεία του μυθιστορήματος, όπως η πλοκή, η δράση, η αγωνία, η εμπλοκή του αναγνώστη, η έκπληξη, η ανατροπή. Με λίγα λόγια, ο Εσνόζ επανέφερε την έμφαση στην αφηγηματικότητα, την πίστη στο μυθιστόρημα ως λογοτεχνικό είδος.
Με κλασικές επιρροές, όπως ο Ρέϊμοντ Ρούσελ και ο Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον, αλλά και πιο σύγχρονες όπως ο Σάμουελ Μπέκετ και ο Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ, ο Εσνόζ εντάσσεται από την άποψη της ηλικίας και της σπουδαιότητας στην ίδια ομάδα με τους Πατρίκ Μοντιανό και Πασκάλ Κινιάρ. Στο εσωτερικό των εκδόσεων Minuit, ο Εσνόζ συμπορεύτηκε με τους πολύ αξιόλογους επίσης Πατρίκ Ντεβίλ, Ζαν-Φιλίπ Τουσσέν, τους νεότερους Ερίκ Σεβιγιάρ και Τανκί Βιέλ, ενώ το 2012, η πρωτοεμφανιζόμενη Τζούλια Ντεκ έδειξε να ξαναπιάνει με μεγάλη επιτυχία το νήμα που περνάει από τους Μπέκετ, Γκριγιέ και Εσνόζ.
Πολλά είναι τα επιμέρους στοιχεία που μπορεί κάποιος να αναφέρει για τη γραφή του Εσνόζ. Στο επίπεδο της αφήγησης, συνδυάζει τις αναζητήσεις του νέου μυθιστορήματος, αλλά επαναφέρει επίσης τα σταθερά στοιχεία μιας πιο διαχρονικής ποιητικής του μυθιστορήματος. Στο επίπεδο των χαρακτήρων, τα πρόσωπα των ιστοριών του διέπονται από μια κρίσιμη αμφισημία: άνθρωποι ενταγμένοι σε χωρο-χρονικά προσδιορισμένα συμφραζόμενα, αλλά την ίδια στιγμή μαριονέττες που ο Εσνόζ φροντίζει τακτικά να αποκαλύπτει τα νήματα της κίνησής τους. Σε αυτό το σημείο, μπορεί να εντοπίσει κάποιος και το πιο σημαντικό ίσως στοιχείο από την άποψη της κοινωνικής κριτικής και τον τρόπο με τον οποίο ο Εσνόζ παραλαμβάνει και τροποποιεί το αίτημα περί στρατευμένης λογοτεχνίας. Δεν πρόκειται να βρει κάποιος ιδέες, απόψεις στα κείμενά του ή θραύσματα μιας αναγνωρίσιμης ιδεολογίας. Οι χαρακτήρες παρουσιάζονται κενοί εσωτερικά, κατασκευασμένοι, σε πλήρη αντιστοιχία με τον τρόπο απόδοσης της εξωτερικής πραγματικότητας, η οποία αποδίδεται ως ένα εκτεταμένο δίκτυο τυποποιημένων αντικειμένων.
Στην Ειδική Απεσταλμένη ο Εσνόζ επιστρέφει στο μυθιστόρημα κατασκοπείας με μεγάλη επιτυχία, μετά από τη Λίμνη που εκδόθηκε το 1989 και κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 1995 από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Αυτό που διαχωρίζει ίσως τον Εσνόζ από τις άλλες μορφές που έχει λάβει το μυθιστόρημα κατασκοπείας είναι το γεγονός ότι το μοτίβο της κατασκοπείας δεν εξαντλείται στη θεματική, αλλά γίνεται χαρακτηριστικό της ίδιας της αφήγησης με τον Εσνόζ να «κατασκοπεύει» τους ίδιους τους ήρωές του. Για παράδειγμα, θα δούμε τον Εσνόζ να γίνεται ο ίδιος χαρακτήρας εντός του μυθιστορήματος, στο κεφάλαιο 20: «Την άλλη μέρα το απόγευμα, αφού δεν είχαμε τίποτα καλύτερο να κάνουμε και περνούσαμε από τη γειτονιά, μπήκαμε διακριτικά στο σπίτι του Λεσερτισέρ […] κι από το σημείο όπου είχαμε σταθεί μπορούσαμε να διακρίνουμε μια γωνιά αυτού του καθιστικού». Στο κεφάλαιο 23, η κατασκοπική υπόσταση του Εσνόζ γίνεται ακόμα πιο εμφανής: «Ο Κλεμάν Πονιέλ, λοιπόν, εξαφανίστηκε […] Παρ’ όλο που τις προάλλες κομπάσαμε πως είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι απ’ όλους, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι, επί του παρόντος, δεν έχουμε ιδέα πού πήγε. Επειδή, όμως, έχουμε εμπιστοσύνη στους πληροφοριοδότες μας, που είναι σε ετοιμότητα και θα μας ενημερώσουν, θα δούμε».
Σε αυτό το τολμηρό εγχείρημα του Εσνόζ, δύσκολα θα μπορέσει τελικά κανείς να καταλογίσει αδυναμίες και ο βασικότερος ίσως λόγος για αυτό είναι ότι ο ίδιος ο Εσνόζ έχει πλήρη επίγνωση αυτού του οποίου φτιάχνει και καταθέτει προς ανάγνωση, φτάνοντας στο σημείο να ομολογεί και να εκθέτει ο ίδιος τις αδυναμίες της κατασκευής του.
Η Ειδική απεσταλμένη είναι το μεγαλύτερο σε έκταση μυθιστόρημα του Εσνόζ. Ως προς τη δομή του δεν καινοτομεί: αριθμημένα κεφάλαια, μοιρασμένα σε τρία μέρη. Σε κάθε έργο του Εσνόζ συνήθως υπάρχει ένα κεντρικό πρόσωπο και στην Ειδική Απεσταλμένη αυτό το πρόσωπο είναι η Κονστάνς Κοστ, τραγουδίστρια της ποπ και ερμηνεύτρια του «Excessif», το οποίο την έκανε διάσημη σε όλο τον κόσμο. Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε την απαγωγή της Κονστάνς από τις μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας και την εφαρμογή ενός σχεδίου που αποβλέπει σε πρώτη φάση στον «εξαγνισμό» της Κονστάνς, τη «θεραπεία δια της απομονώσεως», την πλήρη αποκοπή της από το καλλιτεχνικό κύκλωμα και τον χώρο της σόου μπιζ με σκοπό τελικά να γίνει πιο «όλκιμη»: πιο χειραγωγήσιμη, υπάκουη, ήπια, εύπλαστη. Στο δεύτερο μέρος, η ομηρία της Κονστάνς συνεχίζεται, με τον Εσνόζ να υφαίνει διαρκώς συνδετικά νήματα ανάμεσα στους χαρακτήρες, αποκαλύπτοντας στοιχεία για τη ζωή τους, τις επιλογές τους. Στο τρίτο μέρος, θα συναντήσουμε την Κοστάνς πλέον στη Βόρεια Κορέα και την εκτέλεση της τελικής φάσης του σχεδίου που συνέλαβε ο Στρατηγός Μπουρζό: την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος του Κιμ Γιονγκ ουν.
Σε αυτό το τολμηρό εγχείρημα του Εσνόζ δύσκολα θα μπορέσει τελικά κανείς να καταλογίσει αδυναμίες και ο βασικότερος ίσως λόγος για αυτό είναι ότι ο ίδιος ο Εσνόζ έχει πλήρη επίγνωση αυτού του οποίου φτιάχνει και καταθέτει προς ανάγνωση, φτάνοντας στο σημείο να ομολογεί και να εκθέτει ο ίδιος τις αδυναμίες της κατασκευής του αδρανοποιώντας με αυτόν τον τρόπο την όποια κριτική. Προς το τέλος του κεφαλαίου 13 για παράδειγμα, διαβάζουμε: «Αυτό το τελευταίο μπορεί να φαίνεται παρανοϊκό: δεν υπάρχει κανένας λόγος, θα πείτε, να συναντήσουμε ελέφαντες στο νομό Κρεζ. Ως προς αυτό συμφωνούμε, αλλά το γράψαμε μόνο και μόνο για τον εξής λόγο». Και στη συνέχεια: «Θεωρήσαμε ότι δεν θα ’ταν κακό, αυτό το ελάχιστα γνωστό κατά τη γνώμη μας ζωολογικό φαινόμενο να τεθεί εις γνώσιν του ευρέος κοινού. Το οποίο κοινό, βέβαια, δικαιούται ν’ αντιτάξει ότι η πληροφορία αυτή δεν πρέπει να συνιστά παρά απλή παρέκβαση […] Σ’ αυτή την ένσταση (καθ’ όλα σεβαστή, εννοείται), θ’ απαντήσουμε όπως πριν».
Ένα δεύτερο επίπεδο αδρανοποίησης της κριτικής στο εγχείρημα του Εσνόζ ως προς τη σύλληψη και την εκτέλεσή του, λιγότερο προφανές, γι’ αυτό και πιο ισχυρό, είναι η συστηματική μετάθεση και μετάπλαση των ευάλωτων περιοχών της ιστορίας που αφηγείται ο Εσνόζ σε αδυναμίες των ίδιων των χαρακτήρων. Αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό κυρίως σε σχέση με τον Στρατηγό Μπουρζό και τον εντολέα Κλεμάν Πονιέλ. Ο πρώτος, πολύ αφελώς τελικά, φαίνεται να έχει συλλάβει και εκτελέσει ένα σχέδιο με προβληματικό τρόπο. Ο δεύτερος εμφανίζεται να κάνει κρίσιμα λάθη, αιφνιδιάζοντας συστηματικά τον αναγνώστη: «Ο εντολέας, επειδή δεν είχε διόλου προβλέψει ότι θα έκανε κι άλλη χρήση αυτού του όπλου […] Αλίμονο, όμως, στην ταραχή του μια λάθος κίνηση του αντίχειρα ξεμπλόκαρε την ασφάλεια, κι όπως ο δείκτης του έτρεμε». Σε άλλο σημείο, και σε σχέση πάλι με τον εντολέα Πονιέλ: «Έτσι, λοιπόν, χωρίς να έχει προσχεδιάσει τίποτα, χωρίς να σκεφτεί καλά καλά, ο Κλεμάν Πονιέλ έβγαλε το Astra Cub του από την τσέπη του και, χωρίς να στοχεύει κάτι συγκεκριμένο, απλώς πυροβόλησε ό,τι ήταν μπροστά του».
Ένα ιδιοφυές, αυτοάνοσο εγχείρημα μυθοπλασίας. Ο Εσνόζ δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, όλα εμφανίζονται να υπάγονται, αργά ή γρήγορα, σε μια αιτιολογία.
Το πιο σημαντικό που μπορεί να ειπωθεί τελικά σε σχέση με τη γραφή του Εσνόζ και συγκεκριμένα την Ειδική απεσταλμένη είναι ότι πρόκειται για ένα ιδιοφυές, αυτοάνοσο εγχείρημα μυθοπλασίας. Ο Εσνόζ δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, όλα εμφανίζονται να υπάγονται, αργά ή γρήγορα, σε μια αιτιολογία. Γι’ αυτόν τον λόγο, η συστηματικότητα στην επανάληψη κάποιων στοιχείων τα οποία λαμβάνουν τελικά και τον χαρακτήρα του μοτίβου, έχουν μια βαθύτερη σκοπιμότητα, την οποία καλείται να ερμηνεύσει και να διαλευκάνει ο αναγνώστης. Από τον κατάσκοπο ως χαρακτήρα του έργου και τον συγγραφέα ως κατάσκοπο της αφήγησης, περνάμε στη φάση όπου ο αναγνώστης γίνεται κατάσκοπος του νοήματος: Γιατί αυτή η εξαντλητική παράθεση λεπτομερειών κάθε φορά στις περιγραφές χώρων, προσώπων, γευμάτων (ανεβάζοντας σημαντικά και το επίπεδο δυσκολίας του μεταφραστικού εγχειρήματος); Γιατί το ίδιο πρόσωπο εμφανίζεται με ένα, δύο ή και περισσότερα ονόματα; Γιατί αυτή η επιμονή στην απαγωγή της γυναίκας που έχει κάθε φορά στη ζωή του ο Τοσκ; Γιατί αυτή η επιμονή στη χρήση του Πονιέλ και όχι η ανανέωση της εμπιστοσύνης στους Ζαν-Πιέρ και Κριστιάν; Γιατί αυτοκτόνησε ο Πελεστόρ; Γιατί επιλέγει ο Εσνόζ να συνδέσει τους Τοσκ και Ιασέντ με την αυτοκτονία του Πελεστόρ; Γιατί ο Ιασέντ εμφανίζεται κάθε φορά με διαφορετική ιδιότητα; Γιατί μας αφήνει αδιάφορους η αγριότητα της ανθρωποκτονίας της Μαρί-Οντίλ; Πώς φτάσαμε στο σημείο το όνομα Μπισκούι να είναι ισοδύναμο του Φάουστ; Ποιος είναι ο λόγος της πραγματικής έντασης ανάμεσα στη Ναντίν Αλκοβέρ και τον Τοσκ, όταν συναντιούνται τελικά στο γραφείο του Ιμπέρ; Φλυαρεί όντως ο Εσνόζ στο κεφάλαιο που περιγράφει τη συνάντησή τους ή υπαινίσσεται κάτι άλλο, σε σχέση πάντα με το δάχτυλο που βρίσκεται στην κατάψυξη (και το εξαιρετικό εξώφυλλο του βιβλίου); Γιατί η προετοιμασία της Κονστάνς καταλαμβάνει τα 2/3 του μυθιστορήματος; Τι εξήγηση θα μπορούσε να δώσει κανείς για το γεγονός ότι ο Μπουρζό (καταφέρνει να) κάνει γυναίκα του τη Ναντίν; Γιατί δεν υπάρχουν παιδιά, γιατί δεν υπάρχουν οικογένειες; Γιατί η Κονστάνς επισκέπτεται ξανά τον μεσίτης της; Ποια ήταν τελικά η ειδική αποστολή της Κονστάνς; Πέτυχε; «Φυσικά» λέει η Κονστάνς. Θα την πιστέψουμε;
* Ο ΘΩΜΑΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Έχουμε πληροφορεί γι’ αυτόν λεπτομερώς, κι εσείς, απ’ ό,τι φαίνεται, είστε ακριβώς το είδος της γυναίκας που του αρέσει. Αυτό θα μπορούσε να σας βοηθήσει στο έργο σας. Με αηδιάζετε, εξεγέρθηκε η Κονστάνς. Αναλογιστείτε, εξέφερε με πολλή σοβαρότητα ο στρατηγός καθώς σηκωνόταν, ότι αυτό είναι για το καλό της διεθνούς κοινότητας. Αλλά τώρα πρέπει να σας αφήσω. Μάλλον θα χρειαστεί να τα ξαναπούμε σύντομα. Να σας συνοδεύσω;, πρότεινε ο Ομπζά».