
Για τη νουβέλα του Φραντς Κάφκα «Η μεταμόρφωση» (μτφρ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Πατάκης).
Του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Η Μεταμόρφωση ξεκινάει με την ανεπίδεκτη αμφιβολίας επισήμανση ότι ο Gregor Samsa έχει μετατραπεί σε ένα ανθρώπινου μεγέθους σκαθάρι. Δεν αποδίδεται σε κάτι αυτή η μεταβολή, αν και ο ίδιος ο Samsa, όσο ακόμα έχει διάθεση να σκεφτεί αυτό το ζήτημα, την αντιμετωπίζει ως απότοκο της κουραστικής και αδιέξοδης ζωής του ως πλασιέ, μια ζωή την οποία άλλωστε οφείλει στα χρέη της οικογένειάς του, που είχε αναλάβει για λογαριασμό τους να αποπληρώσει. Στο τέλος αφανίζεται εκείνος αντί για το χρέος, και την ίδια στιγμή μοιάζουν καλύτερες οι προοπτικές και της οικογένειάς του, ως να οφείλονταν όλα τα προβλήματά της στον Gregor.
Όσο αναντίρρητη είναι η κρίση πως όλα αυτά δεν αποτελούν ένα όνειρο, άλλο τόσο επόμενο φαντάζει πως η εξήγηση του καινοφανούς συμβάντος είναι αλληγορική. Ο Samsa νιώθει πως είναι ένα πλάσμα συναφές με τα έντομα, και έτσι συμβολικά μεταμορφώνεται όντως σε κάτι τέτοιο. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι στα πλαίσια του διηγήματος η μεταμόρφωση είναι συμβολική: αντίθετα έχουμε πάρα πολλούς και σαφείς λόγους για να εκτιμήσουμε πως στο διήγημα η μεταμόρφωση είναι εντελώς πραγματική.
Όσο αναντίρρητη είναι η κρίση πως όλα αυτά δεν αποτελούν ένα όνειρο (άλλωστε η αντίστοιχη σημείωση εμφανίζεται στις πρώτες προτάσεις του κειμένου, ενώ ολόκληρη η ιστορία διαρκεί ακριβώς έναν χρόνο), άλλο τόσο επόμενο φαντάζει πως η εξήγηση του καινοφανούς συμβάντος είναι αλληγορική. Ο Samsa (που το επίθετό του μοιάζει με πολλούς τρόπους σε αυτό του Kafka), νιώθει πως είναι ένα πλάσμα συναφές με τα έντομα, και έτσι συμβολικά μεταμορφώνεται όντως σε κάτι τέτοιο. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι στα πλαίσια του διηγήματος η μεταμόρφωση είναι συμβολική: αντίθετα έχουμε πάρα πολλούς και σαφείς λόγους για να εκτιμήσουμε πως στο διήγημα η μεταμόρφωση είναι εντελώς πραγματική.
Ωστόσο, όπως κάθε συμβολισμός, έτσι και αυτός του πρώην ανθρώπου και νυν εντόμου περιέχει τη δική του δυναμική. Κάπου προς το τέλος του πρώτου μέρους της διήγησης βλέπουμε τον Samsa να επιχειρεί να μεταβάλει την πορεία της κίνησης του σώματός του, ώστε να επιστρέψει στο δωμάτιό του. Μόνο που δεν μπορεί να το καταφέρει αυτό εύκολα· τα πόδια του είναι εξαιρετικά πολυάριθμα, σε αυτό διαφέρει από ένα σκαθάρι, και έτσι του χρειάζεται ένας περίπλοκος συντονισμός ώστε να επιτύχει και την πιο απλή κίνηση, όπως θα όφειλε να είναι αυτή η μεταβολή στην κίνηση. Τούτο μοιάζει να αποτελεί μια αλληγορία για την περίπλοκη σκέψη, η οποία γίνεται να παρουσιάσει ακόμα και στόχους που, δίχως αυτήν, έμοιαζαν εύκολοι, τώρα σε κάτι που απαιτεί εξαιρετικά μεθοδική εργασία για να επιτευχθεί...
Ο Samsa, που έχουμε κάθε λόγο να εκτιμούμε πως αποτελεί το πιο ευγενικό και εκλεπτυσμένο μέλος της οικογένειάς του, αλλά και του περίγυρού του που παρουσιάζεται στη διήγηση, τελικά δεν θα αποφύγει να έρθει σε ρήξη με όλους αυτούς τους ανθρώπους, και να γίνει αντιληπτός ως κάτι απόκληρο και περίεργο, μια χαμένη υπόθεση.
Όπως είχε πάρει το βάρος της οικογένειας όσο ακόμα ζούσε με ανθρώπινη μορφή, έτσι και στο τέλος του παίρνει το βάρος που τώρα αποδίδεται ολότελα σε εκείνον, και μετά από τον θάνατό του ξεκινάει φανερά ένας νέος κύκλος για τους άλλοτε οικείους του. Εξάλλου, σταδιακά, χάνει κάθε επαφή με τον κόσμο των ανθρώπων. Αρχικά περιορίζεται στο δωμάτιό του, έπειτα τα έπιπλα από εκείνο λαμβάνονται, ίσως για να πωληθούν, με την αμετάκλητη κρίση ότι δεν θα του χρειαστούν ποτέ πια. Στην τελευταία προσπάθειά του να επανέλθει, έστω και ως έντομο, στον κόσμο των ανθρώπων, συναντά τη βίαιη απώθηση από τους ξένους που έχουν εντωμεταξύ βρεθεί στο σπίτι ως νοικάρηδες. Ακόμα αξίζει να σημειωθεί η προδοσία από την αδελφή του, που πολύ αργά τη συνειδητοποιεί, και που όμως έμενε να σφραγίσει την τρομερή του μοίρα.
Όλο το διήγημα θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως η αλληγορία της καταστροφής ενός ευαίσθητου όντος από μια παλιά πληγή. Η νέα πληγή στη ράχη του, από το μήλο που πέταξε εναντίον του ο πατέρας του (καθαυτή ενδεχομένως μια βιβλική αναφορά) μοιάζει με κάποιον ετεροχρονισμό της παλιότερης πληγής, που υπήρχε και όταν ακόμα ο Gregor ήταν άνθρωπος. Το άλλοτε τέλειο (στην πραγματικότητα ήδη μυωπικό μεταφορικά) οπτικό του πεδίο περιορίζεται τόσο πολύ που καταντά να μην μπορεί να δει σημαντικά παραπέρα από το παράθυρό του. Γίνεται κάποιος που οφείλει να κρύβεται όποτε του ετοιμάζουν το φαγητό. Γίνεται το αντικείμενο των σιγανών συζητήσεων έξω από τον χώρο του εγκλεισμού του.
Το αρχικό σύμπτωμα δεν υφίσταται πλέον, ή, αν μπορεί να εκτιμηθεί η ίδια η μεταμόρφωση ως σύμπτωμα, πάντως πλέον αυτό συμβαίνει με την πλήρη απώθηση κάθε έγνοιας που θα οδηγούσε κάποτε στην ενόραση για το βαθύτερο αίτιο της τωρινής κατάστασης, παρόλο που, φυσικά, μόνο εκείνη θα γινόταν κάποτε να παρουσιάσει τη δυνατότητα η παρούσα φρίκη να ανασκευαστεί...
Όμως είναι ίσως όλα αυτά απλώς η επόμενη κρίση μιας παλιάς δυστυχίας, μιας δυστυχίας για την οποία δεν διαβάζουμε, δεν την αγγίζει καν ο Gregor, όπως δεν αγγίζει εκείνο το σημείο στο σώμα του με τις άσπρες βούλες που του φέρνει ρίγος η πρώτη επαφή με αυτό. Υπό μία έννοια μοιάζει εδώ η ιστορία του με εκείνη του Κακού Τελωνίου στις Χίλιες και μια νύκτες, το οποίο παρουσιάζεται εξ αρχής φυλακισμένο, και στο τέλος ξαναφυλακίζεται, ίσως υπό ακόμα αθλιότερες συνθήκες, όμως ποτέ δεν μαθαίνουμε γιατί ήταν σε αυτόν τον εγκλεισμό στην αρχή της ιστορίας: ακόμα πιο αποφασιστικά λησμονιέται η αρχική πληγή του Gregor, όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο.
Έτσι μπορεί να ειπωθεί ότι η ιστορία αρχίζει με τη συνέπεια αυτής της πληγής, η οποία επισφραγίζει και τη μοίρα του. Το αρχικό σύμπτωμα δεν υφίσταται πλέον, ή, αν μπορεί να εκτιμηθεί η ίδια η μεταμόρφωση ως σύμπτωμα, πάντως πλέον αυτό συμβαίνει με την πλήρη απώθηση κάθε έγνοιας που θα οδηγούσε κάποτε στην ενόραση για το βαθύτερο αίτιο της τωρινής κατάστασης, παρόλο που, φυσικά, μόνο εκείνη θα γινόταν κάποτε να παρουσιάσει τη δυνατότητα η παρούσα φρίκη να ανασκευαστεί...
Υπό αυτή την έννοια είναι στην απόλυτη αρχή της ιστορίας που εξασφαλίζεται η τελική της έκβαση, ο θάνατος του Samsa, όπως χρόνια αργότερα ο ίδιος ο Kafka πέθανε, από τη φυματίωση που και εκείνος όμως θεωρούσε απαρέγκλιτα ως μια «συμβολική πληγή».
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΛΚΟΠΟΥΛΟΣ είναι μεταφραστής και συγγραφέας.